Εμφανίζει 1119 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Βεντήρης, Γεώργιος

Ο Γεώργιος Βεντήρης, του Αντωνίου, ήταν Έλληνας δημοσιογράφος, ιστορικός και πολιτικός. Γεννήθηκε στην Άρτα το 1890, με καταγωγή από τη Λακωνία, και μεγάλωσε στην Καλαμάτα. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παράλληλα εισήλθε στο δημοσιογραφικό χώρο όπου και σημείωσε ταχύτατη εξέλιξη, αναλαμβάνοντας αρχικά διευθυντής της εφημερίδας «Θάρρος των Καλαμών», και υπερθεματίζοντας το Κίνημα στο Γουδί και τον ερχομό του Βενιζέλου. Κατά την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων και τη μετέπειτα εποχή, έχοντας μετακομίσει στην Αθήνα, διηύθυνε διάφορες άλλες εφημερίδες της φιλελεύθερης παράταξης, όπως: τη «Νέα Ελλάς», «Πατρίς», «Νέα Ημέρα Τεργέστης», »Ελεύθερον Βήμα». Από της εποχής μάλιστα που ανέλαβε διευθυντής της "Πατρίδος" υπήρξε έμπιστος φίλος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μετά το θάνατο του τελευταίου το 1936, συνδέθηκε φιλικά με τον Νικόλαο Πλαστήρα.
Κατά το λεγόμενο Κίνημα Παγκάλου 25ης Ιουνίου 1925 ο Βεντήρης υπέστη άγριο διωγμό μαζί με άλλους δημοκρατικούς πολιτικούς. Την περίοδο 1927-1931 ασχολήθηκε με τη συγγραφή δίτομης πολιτικής ιστορίας της Ελλάδας, με τίτλο Η Ελλάς του 1910-1920 (1931, 1970), που αποτελεί αξιόλογη συμβολή στη νεότερη ιστορία της χώρας και με την οποία επιχείρησε να ερμηνεύσει τον Εθνικό Διχασμό. Το 1946 ο Βεντήρης συμμετείχε στην ελληνική αντιπροσωπεία στη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο Διάσκεψη της Ειρήνης. Επί βασιλείας Παύλου του Α΄ διετέλεσε διευθυντής της γενικής γραμματείας του πολιτικού Οίκου του Βασιλέως, επειδή πίστευε πως θα βοηθούσε στην άρση του εθνικού διχασμού, απογοητεύοντας όμως τους παλαιούς φίλους του. Πέθανε το 1954 στη Λωζάνη της Ελβετίας, σε ηλικία 64 ετών.

Δέλτα, Πηνελόπη

Η Πηνελόπη Δέλτα, αδελφή του Αντώνη Μπενάκη, γεννήθηκε το 1874 και ήταν το τρίτο από τα έξι παιδιά του Εμμανουήλ Μπενάκη και της Βιργινίας Χωρέμη.
Την παιδική και εφηβική της ηλικία πέρασε στην Αλεξάνδρεια, με πολλά ταξίδια στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το μεγαλοαστικό περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε της παρείχε κάθε δυνατότητα για παιδεία και πνευματική καλλιέργεια, ενώ η αυταρχική ανατροφή, κυρίως της μητέρας της, διαμόρφωσε μία εύθραυστη προσωπικότητα που αρκετές φορές θεωρούσε ως μόνη διέξοδο το θάνατο.
Ο γάμος της με τον επιχειρηματία Στέφανο Δέλτα το 1895 ήταν η λύτρωση από το οικογενειακό περιβάλλον και ταυτόχρονα ο δρόμος για την πνευματική της ανάπτυξη και ωριμότητα. Από το γάμο αυτό απέκτησε τρεις κόρες, τη Σοφία, τη Βιργινία και την Αλεξάνδρα, τις οποίες ανέθρεψε υποδειγματικά.
Το έμφυτο συγγραφικό της ταλέντο εκδηλώθηκε ήδη από την παιδική της ηλικία. Η προσφορά της στην παιδική λογοτεχνία υπήρξε καθοριστική για την εξέλιξη του παιδικού βιβλίου, σε μια εποχή που το είδος του εξέλιπε. Τα έργα της, εμπνευσμένα κυρίως από τα εθνικά ιστορικά γεγονότα, γαλούχησαν πολλές γενιές ελληνοπαίδων και παραμένουν επίκαιρα μέχρι τις μέρες μας. Ανεξίτηλα στις παιδικές μας μνήμες έχουν μείνει τα «Παραμύθι χωρίς όνομα», «Τον Καιρό του Βουλγαροκτόνου», «Τα Μυστικά του Βάλτου», «Ο Μάγκας», και το πλέον αγαπητό, «Ο Τρελαντώνης», διήγημα για τον αδελφό της, Αντώνη Μπενάκη. Είχε γίνει μέλος σε πολλά επιστημονικά σωματεία και εταιρείες, συμβάλλοντας με κάθε μέσο στην προώθηση των γραμμάτων και του πολιτισμού.
Μεγάλη θεωρείται και η συμβολή της στη συγκέντρωση προφορικών πηγών της σύγχρονης ιστορίας. Ξεκινώντας με τις καταγραφές των απομνημονευμάτων των μακεδονομάχων, οι οποίες αποτελούν σήμερα πολύτιμες ιστορικές πηγές, κατόρθωσε να συλλέξει προφορικές μαρτυρίες και διηγήσεις για τα πιο σημαντικά, πολιτικά και πολεμικά, γεγονότα του καιρού της. Η ευαισθησία της στα εθνικά θέματα και η οικογενειακή της παράδοση δεν την άφηναν αμέτοχη στις δύσκολες στιγμές της χώρας. Το 1918 πήρε μέρος σε δύο αποστολές στην Ανατολική Μακεδονία για να βοηθήσει παλινοστούντες ομήρους από τη Βουλγαρία. Την ίδια ευαισθησία έδειξε κατά τη Μικρασιατική καταστροφή και τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940.
Η γεμάτη πατριωτισμό ψυχή της δεν άντεξε τη βαριά ατμόσφαιρα της γερμανικής εισβολής και έτσι πήρε τη μεγάλη απόφαση να θέσει τέλος στη ζωή της το 1941, την ημέρα που έμπαιναν οι Γερμανοί στην Αθήνα.

Μαυροκορδάτου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η Οικογένεια Μαυροκορδάτου είναι σπουδαία φαναριώτικη οικογένεια πολιτικών και αποτελεί κλάδο της χιώτικης οικογένειας των Μαυρογορδάτων.
Αρχικά τα μέλη της ήταν εγκατεστημένα στην Κωνσταντινούπολη, όμως μετά την άλωση μετοίκησαν στη Χίο. Στα 1600 ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος επέκτεινε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία και εγκαταστάθηκε δημιουργώντας τον φαναριώτικο κλάδο της οικογένειας των Μαυροκορδάτων. Σύντομα τα μέλη της κατέλαβαν υψηλές θέσεις στην δημόσια διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις και στην επανάσταση του 1821.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας πολλοί Μαυροκορδάτοι ασχολήθηκαν με την πολιτική εκλεγόμενοι πρωθυπουργοί και βουλευτές, ενώ άλλοι διακρίθηκαν στις επιστήμες στελεχώνοντας το πρώτο πανεπιστήμιο της Ελλάδας. Ιδιαίτερο κλάδο μέσα στην οικογένεια αποτελεί αυτός που φέρει τα επίθετα Τομπάζη - Μαυροκορδάτου. Μέχρι σήμερα τα μέλη της οικογένειας Μαυροκορδάτου έχουν συνδεθεί με επιγαμίες με σημαντικές οικογένειες μεταξύ των οποίων: Μελά, Καλλιμάχη, Βαλαωρίτη, Τομπάζη, Σούτσου, Μουρούζη, Ζαΐμη, Αργυρόπουλου, Ράινεκ, Τρικούπη, Καρατζά, Γκίκα, Λεβίδη, Σκυλίτση, Συγγρού, Μάνου, Μπαλς, Σίνα κ.α.

Μπαλτατζής, Γεώργιος

Έλληνας πολιτικός. Άρχισε την καριέρα του ως διπλωμάτης και άρχισε να εκλέγεται βουλευτής από το 1902. Είχε γίνει αρκετές φορές υπουργός. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή δικάστηκε στη «δίκη των έξι» ως ένας από τους υπαιτίους για την ήττα της Ελλάδας κατά τη διάρκεια της θητείας του ως υπουργού εξωτερικών, καταδικάστηκε και εκτελέστηκε το 1922 στο Γουδή.

Μπαλτατζής - Μαυροκορδάτος, Νικόλαος

  • Άτομο

Έλληνας δημοσιογράφος, πολιτικός και Ολυμπιονίκης στην υδατοσφαίριση που διετέλεσε μετέπειτα αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής.

Πλαστήρας, Νικόλαος

  • Άτομο
  • 1883 - 1953

Ο Νικόλαος Πλαστήρας (4 Νοεμβρίου 1883 - 26 Ιουλίου 1953) ήταν Έλληνας στρατιωτικός και πολιτικός. Έγινε γνωστός για την στρατιωτική του δράση κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους (όπου έγινε γνωστός ως Μαύρος Καβαλάρης) και τη Μικρασιατική εκστρατεία ενώ πολλές φορές ενεπλάκη με την πολιτική συμμετέχοντας ή οργανώνοντας κινήματα. Ήταν φιλοβενιζελικός και κυβέρνησε την Ελλάδα τρεις φορές, μία το 1945 και άλλες δύο στα 1950-1952.

Τσουδερός, Εμμανουήλ

  • Άτομο

Σπούδασε νομικά στο παν/μιο Αθηνών. Το 1906 εκλέχθηκε βουλευτής για πρώτη φορά στην Κρητική Βουλή και το ’11 έγινε αντιπρόεδρος της συνέλευσης των Κρητών. Διετέλεσε πρωθυπουργός της εξόριστης κυβερνήσεως κατά τα έτη 1941-1944. Μέλη της οικογένειας Τσουδερού διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της Κρήτης κατά τη διάρκεια 19ου – 20ου. Ήταν παντρεμένος με την Μαρία Θεοφανάκη και είχε αποκτήσει τρία παιδιά, την Αθηνά, τον Γιάννη και τη Βιργινία

Παπαχρυσάνθου, Βασίλειος

  • Άτομο
  • 1859-1937

Ο Παπαχρυσάνθου, αυτοδίδακτος μαρμαρογλύπτης, σπούδασε με την οικονομική ενίσχυση του Οικουμενικού Πατριαρχείου την τεχνική της λιθογραφίας στο Παρίσι και κοντά στον Δημήτριο Γαλανάκη. Αγόρασε το λιθογραφείο του Καρλ Γιόζεφ Κόλμαν (1812-1870) και ίδρυσε το δικό του το 1888, ενώ γύρω στο 1910 φιλοτέχνησε και τύπωσε τους πρώτους στην Ελλάδα λιθογραφημένους στρατιωτικούς χάρτες. Ο γιος του Φοίβος Παπαχρυσάνθου (1900-1986) δημιούργησε, μαζί με τον διευθυντή του Κεντρικού Πρακτορείου Εφημερίδων Ιωάννη Αναγνωστόπουλο, το 1939 στην Ιερά Οδό την πρώτη στην Ελλάδα μονάδα Βαθυτυπίας.

[Το βιογραφικό σημείωμα αντλήθηκε αυτούσιο από το βιβλίο: Δημήτρης Παυλόπουλος, Χαρακτική - γραφικές τέχνες – ιστορία – τεχνικές – μέθοδοι – γλωσσάρια όρων, έκδοση τρίτη, ColorNetwork, Αθήνα 2011.]

Παππά, Έλλη

  • Άτομο
  • 1920-2009

Η Έλλη–Ελένη Παππά, κόρη του Ευάγγελου Παππά και της Μαριάνθης Παππαδοπούλου, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1920. Ήταν η μικρότερη από τα πέντε παιδιά της οικογέ­νειας, τέσσερα κορίτσια (Ηρώ, Δέσποινα, Διδώ, Έλλη) και ένα αγόρι (Γιώργος). Αδελφή της είναι η συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Φοίτησε στη φιλοσοφική και στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές της λόγω της Κατοχής. Παράλ­ληλα εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Στη διάρκεια της Κατοχής εργάστηκε στον παράνομο τύπο και σε μαθήματα μαρξισμού και, προς το τέλος, ώς τα γεγονότα του Δεκέμβρη στη σύνταξη του Ριζοσπάστη. Από τη συμφωνία της Βάρκιζας ώς την έναρξη του Εμφυλίου ήταν μέλος της Επιτροπής Διαφώτισης της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και της συντακτικής επιτροπής της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης. Τότε της ανατέθηκε η λειτουργία του «Κομματικού Φροντιστηρίου» μαζί με τον Κώστα Αξελό, η λειτουργία των πρώτων Κομματικών Σχολών εκείνης της περιόδου (με μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας και Φιλοσοφίας -κυρίως Διαλεκτικού και Ιστορικού Υλισμού), και αργότερα η οργάνωση και διεύθυνση της Κομματικής Σχολής της Αθήνας στο όνομα της Ηλέκτρας Αποστόλου, με ολοήμερα μαθήματα και φροντιστηριακή επεξεργασία. Στον Εμφύλιο, δούλεψε στην έκδοση του Ριζοσπάστη σε παράνομο τυπογραφείο ώς το 1949, οπότε άρχισε η στενή συνεργασία της με τον Νίκο Πλουμπίδη και από τον Ιούνιο του 1950 με τον Νίκο Μπελογιάννη που έγινε ο σύντροφός της. Συνελήφθησαν τον Δεκέμβριο του 1950 και κρατήθηκαν σε πλήρη απομόνωση στη Γενική Ασφάλεια ώς την πρώτη δίκη τους, τον Νοέμβριο του 1951. Σε αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε ο γιος τους, Νίκος, τον Αύγουστο του 1951. Η δεύτερη δίκη τους έγινε τον Φεβρουάριο του 1952. Και στις δύο καταδικάστηκαν σε θάνατο, αλλά η Έλλη ως μητέρα βρέφους δεν εκτελέστηκε. Αποφυλακίστηκε την πρωτοχρονιά του 1964 και εργάστηκε στην ΕΔΑ και στην εφημερίδα Δημοκρατική Αλλαγή. Από το 1965 ήταν αρθρογράφος και μέλος της συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας. Στις 21 Απριλίου 1967 συνελήφθη από τη δικτατορία και εξορίστηκε στη Γυάρο από όπου αποφυλακίστηκε τον Ιούλιο του 1968, λόγω σοβαρής ασθένειάς της. Εργάστηκε στην Εγκυκλοπαίδεια Χάρη Πάτση, από το 1972 στην εφημερίδα Μακεδονία με αναλύσεις διεθνών θεμάτων υιοθετώντας το ψευδώνυμο Νότιος του προηγούμενου συντάκτη Σπύρου Μονδάνου, και στο περιοδικό Γυναίκα του Β. Τερζόπουλου. Στη συνέχεια εργάστηκε στην εφημερίδα Εξπρές και με την έκδοση της εφημερίδας Έθνος ανέλαβε το ρεπορτάζ για θέματα εκπαίδευσης και νεολαίας. Ανέπτυξε πολιτική δράση στην ΕΔΑ της μεταπολίτευσης, στο ΚΚΕ τη δεκαετία του 1980. Συμμετείχε στο Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών, στο Κέντρο Πολιτισμού «Δημήτρης Γληνός», και σε επιτροπές και εκδηλώσεις για την ειρήνη, τον πολιτισμό και το γυναικείο κίνημα.
Από πολύ νωρίς εξοικειώθηκε με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και στη φυλακή συνέλαβαν με τον Νίκο Μπελογιάννη την ιδέα της συγγραφής μίας Ιστορίας της ελληνικής σκέψης. Στην προσπάθεια αυτή εντάσσονται οι μελέτες της: Ο Πλάτωνας στην Εποχή μας (1981, 1998), Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς στο Κεφάλαιο του Μαρξ (1983, 1984), Σπουδή στο θέμα της Ελευθερίας – Η έννοια της ελευθερίας στον προσωκρατικό υλισμό (1985). Διερευνώντας την κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού εξέδωσε τις μελέτες: Μύθος και ιδεολογία στη Ρωσική Επανάσταση–Οδοιπορικό από το ρωσικό αγροτικό λαϊκισμό στο λαϊκισμό του Στάλιν (1990), Ο Λένιν χωρίς λογοκρισία και εκτός μαυσωλείου (1991), Κομμούνα του 1871: Επανάσταση του 21ου αιώνα; (1992). Λογοτεχνικά έργα της από την περίοδο της φυλάκισής της είναι: Το ημερολόγιο ενός φυλακισμένου (Μυθιστόρημα, Βουκουρέστι 1961), Δουλειά της φυλακής (Διηγήματα και ποιήματα, 1979). Άλλες μελέτες και έργα της είναι τα: Βίος και έργα της γάτας της Σοφής (1984), Σελίδες από τον τύπο της Αντίστασης (1985), Νίκος Κιτσίκης–Ο επιστήμονας, ο άνθρωπος, ο πολιτικός (1986).
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Βιογραφικά σημειώματα της ίδιας, υλικό του αρχείου.]

Ροντάκης, Νότης

  • Άτομο
  • 1882-1907

Ο Νότης Ροντάκης, αδελφός του Γιώργου, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1882. Σπούδασε στην Νομική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και την κριτική λογοτεχνίας. Πέθανε πρόωρα στις 28 Ιανουαρίου 1907.
Στα ημιτελή λογοτεχνικά του έργα συγκαταλέγεται μία δραματική τριλογία με τίτλο «Άνθη και αίμα» που περιλαμβάνει τα έργα «Η Ανάσταση», «Η Γυναίκα», «Ο πιλότος». Στους ποιητές που μελέτησε και για τους οποίους έγραψε συγκαταλέγονται οι: Σολωμός, Πολυλάς, Καλοσγούρος, Βαλαωρίτης, Ζαλοκώστας, Μαρκοράς, Παλαμάς, Μαρτζώκης, Καμπύσης. Σύμφωνα με έντυπη νεκρολογία του, η μελέτη για τον Σολωμό είναι η μόνη που είχε ολοκληρωθεί.

[Πηγή: έντυπο μονόφυλλο με νεκρολογία του με τίτλο «Νότης Κ. Ροντάκης».]

Τσιμπιδάρος, Γιώργος

  • Άτομο
  • 1891 ή 1894-1967

Ο Γιώργος Φτέρης (ψευδώνυμο του Γιώργου Τσιμπιδάρου), γιος του Ηλία και της Ευγενίας, γεννήθηκε στην Καρέα Μάνης το 1891 [1894, σύμφωνα με το βιβλίο της συζύγου του]. Είχε έξι αδέλφια:τον Στράτη, τον Γιάννη, τον Βασίλη, τον Πότη, την Τασία και την Όλγα. Ο Βασίλειος (Βάσος) Τσιμπιδάρος ήταν επιλοχίας του πεζικού, πολέμησε στη Μακεδονία ως καπετάν Τσιμπίδας και σκοτώθηκε το 1907. Ο Πότης Τσιμπιδάρος υπήρξε διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Ε. Βενιζέλου και βουλευτής.
Ο Γιώργος Φτέρης παρακολούθησε το δημοτικό στην Καρέα, το Ελληνικό στο Γύθειο και το Γυμνάσιο στην Καλαμάτα.Σπούδασε στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και εργάστηκε σε εφημερίδες και περιοδικά. Ξεκίνησε στο Θάρρος Καλαμών, και στη συνέχεια συνεργάστηκε στα: Καιροί, Ακρόπολις, Νέα Ημέρα, Πατρίς, Βαλκανικός Ταχυδρόμος, Ελεύθερος Τύπος, Ελεύθερος Λόγος, Αμάλθεια Σμύρνης και στα περιοδικά Νουμάς, Καλλιτέχνης, Χαραυγή Μυτιλήνης, Φιλολογική Πρωτοχρονιά, Νέα Εστία, Νέον πνεύμα, Νεοελληνική λογοτεχνία, Παναθήναια, Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά, Διάπλασις των παίδων, Ανθολογία. Χρησιμοποίησε τα ψευδώνυμα: Ανατολίτης, Λανσελότος, Γκρέκο, Φτέρης. Έζησε στη Ρώμη και στο Παρίσι όπου ήταν ανταποκριτής του Ελεύθερου Βήματος. Επιστρέφοντας στην Αθήνα εργάστηκε ως διευθυντής στα Αθηναϊκά νέα (1933-1941) και συνεργάστηκε στο Βήμα, στα Νέα και στον Ταχυδρόμο.
Έργα του: Η θρυλική ζωή του στρατηγού Βούρβαχη (1937), Πρόσωπα και σχήματα (1954), Μάνη πατρίδα μου (1976), Ελληνικές μορφές (1979).
Μετέφρασε τα Τραγούδια της Βιλιτώς του Pierre Louis (1921), τη Rabouilleuse του Émile Fabre, το Docteur Knock του Jules Romains και άλλα. Έγραψε μελέτες και ποιήματα, μεταξύ αυτών το ποίημα «Η Χωριάτα», γνωστό τραγούδι της Κατοχής.
Υπήρξε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου (1950-1952, 1956-1964), μέλος της Επιτροπής σχολικών βιβλίων, μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (1930-1967).
Τιμήθηκε με τις «Ακαδημαϊκές δάφνες» της Σορβόννης (1930), τον ταξιάρχη του Φοίνικος (1965), το «χρυσούν εύσημον της δημοσιογραφίας» (1966).
Παντρεύτηκε την Ρέα Βραχηνού το 1934 και απέκτησαν μία κόρη, την Ελυάνα. Πέθανε στην Αθήνα στις14 Σεπτεμβρίου 1967 (ημερομηνία των γενεθλίων του).

[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: υλικό του αρχείου και Ρέα Γιώργου Φτέρη, Δίπλα στον άντρα μου, Αθήνα, Δίφρος, 1977]

Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, Υποκατάστημα Ελασσόνας

  • Συλλογικό Όργανο

Το υποκατάστημα Ελασσόνας της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος ιδρύθηκε στις 11 Απριλίου 1936. Σκοπός του ήταν η άσκηση της αγροτικής πίστης. Στο υλικό που διασώζεται παρουσιάζονται οι λειτουργίες του Υποκαταστήματος: μεταξύ άλλων ήταν οι δανειοδοτήσεις, οι οικονομικές ενισχύσεις «συμμοριοπλήκτων» αγροτών, μεμονωμένων και συνεταιρισμένων, καθώς και η κίνηση των Εφοδίων Εξωτερικού. Τέλος, στη σειρά περιέχεται υλικό από τις Γεωργικές Τράπεζες καθώς και οθωμανικοί τίτλοι ιδιοκτησίας.

Γενική Διοίκηση Ηπείρου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1913 - 1955

Οι απελευθερωμένες με τους Βαλκανικούς Πολέμους Νέες Χώρες (Μακεδονία, Ήπειρος, Κρήτη και Νησιά Βορειοανατολικού Αιγαίου) δεν ενσωματώθηκαν άμεσα στη διοικητική διάρθρωση του Ελληνικού Βασιλείου. Στις Νέες Χώρες ο τρόπος διοίκησης καθορίστηκε με τον νόμο 4134 του Φεβρουαρίου του 1913 «περί διοικήσεως των στρατιωτικώς κατεχομένων χωρών» που εισήγαγε ένα αποκεντρωμένο διοικητικό σύστημα με επικεφαλής τον Γενικό Διοικητή με ευρύτατες εξουσίες και με δικαίωμα έκδοσης νομοθετικών πράξεων. Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο συγκροτήθηκαν οι Γενικές Διοικήσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, Κρήτης και Νήσων Αιγαίου. Η Γενική Διοίκηση Ηπείρου περιλάμβανε, αρχικά, τους νομούς Ιωαννίων και Πρέβεζας που τα διοικητικά τους όρια αντιστοιχούσαν στους μετέπειτα νομούς Άρτας, Πρέβεζας, Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας και είχε έδρα τα Ιωάννινα. Η Γενική Διοίκηση Ηπείρου σύμφωνα με σχετική απόφαση τον Μάρτιο του 1913 διαθρώνονταν στα εξής Τμήματα: Δικαστικό, Λογιστικό και Ταμειακό, Πολιτικό και Διοικητικό, Ταχυδρομικό - Τηλεγραφικό και Τηλεφωνικό, Δημοσίων Έργων και Ναυτιλίας, Οικονομικό, Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, Κοινωνικής Πρόνοιας, Υγειονομικό ή Δημόσιας Υγείας, Γεωμετρικό Γραφείο, Γραφείο Κτηματολογίου, Υπηρεσία Κτηματολογίου και Δασική Υπηρεσία. Το 1915 οι Γενικές Διοικήσεις καταργήθηκαν για να ανασυσταθούν το 1918. Το 1925 με Νομοθετικό Διάταγμα του δικτάτορα Πάγκαλου η Γενική Διοίκηση Ηπείρου καταργήθηκε εκ νέου για ανασυσταθεί πάλι το 1926. Το 1955 με τον Νόμο 3200 οι Γενικές Διοικήσεις καταργήθηκαν οριστικά ως θεσμός διοικητικής διάρθωσης του ελληνικού κράτους.
Πηγή: ΓΑΚ-Αρχεία Νομού Ιωαννίων - Μάρθα Παπαδοπούλου-Κώτση, Το Αρχείο της Γενικής Διοίκησης Ηπείρου 1913-1923, Ιωάννινα 1993.

Αλεξάκος, Παναγιώτης

  • Άτομο
  • 1894 - 1980

Ο Παναγιώτης (Πότης) Αλεξάκος γεννήθηκε στο Γύθειο το 1894. Ήταν από τους μεγάλους και με ισχυρή επιρροή τοπικούς γαιοκτήμονες και παράγοντες του Γυθείου. Διετέλεσε Πρόεδρος του Λιμενικού Ταμείου και της εταιρείας «Συκική» στο Γύθειο, καθώς και Πρόεδρος των Εφέδρων Αξιωματικών. Υπηρέτησε στον Ελληνικό Στρατό σε όλους τους πολέμους από το 1914 έως και το 1941. Παρασημοφορήθηκε για επιδειχθείσα ανδρεία και ηρωισμό στη μάχη του Αφιόν Καραχισάρ την 1-2 Ιουλίου 1921 και προήχθη στον βαθμό του Εφέδρου Αξιωματικού. Νυμφεύτηκε την Βασιλική Μητσάκου με την οποία απέκτησε δύο κόρες: την Ντίνα (Κωσταντίνα) και την Παναγιώτα. Εξ αυτών, η Ντίνα νυμφεύτηκε τον δικηγόρο Αγησίλαο (Αγι) Πετροπουλάκη (της γνωστής Μανιάτικης οικογένειας) με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, την δωρήτρια του αρχείου Πόπη (Καλλιόπη) Πετροπουλάκη, που παντρεύτηκε τον Ε. Ζαβλιάρη.

[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: πληροφορίες της δωρήτριας]

Hunter, Mary

  • Άτομο

Η Mary Hunter ήταν αγγλίδα φιλελληνίδα. Φρόντισε και περιέθαλψε τους έλληνες στρατιώτες στους Βαλκανικούς πολέμους και στον Πρώτο Παγκόσμιο, διοργάνωσε μαζί με τον Φώτιο Πολιέζο εκδηλώσεις συμπαράστασης για τις οικογένειες και τα ορφανά και στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας ίδρυσε το Σώμα Αδελφών Νοσοκόμων που ονομάστηκε Λευκός Σταυρός Μαίρης Χούντερ.

Αμπατζής, Ιπποκράτης

  • Άτομο

Ο Ιπποκράτης Αμπατζής ήταν πρόσφυγας από το Αϊβαλί, ο οποίος είχε φτάσει στην Αθήνα το 1914 μαζί με τη σύζυγό του Μαρία, κόρη του Σταύρου και της Ελένης Καραμάνου, και τα δύο παιδιά τους Ηλία και Μυρτώ. Είχε κτήματα στο Φρενελί, όπου και διέμενε για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Έως το 1922 προσπαθούσε να λάβει την ελληνική υπηκοότητα, κατόπιν προτροπής του φίλου του Χασάν Βέη Σουρουρζαδέ, διευθυντή του γραφείου των ελληνο-οθωμανικών εμπορικών σχέσεων. Όμως αργότερα προσπάθησε να λάβει και την οθωμανική υπηκοότητα ξανά, όντας απελπισμένος από το ελληνικό κράτος και νιώθοντας ξένος στην Ελλάδα.

Χασάν Βέης Σουρουρζαδέ, γιος του Αλή Χασάν Σουρουρζαδέ.

Νεσιμή Βέης Χελμηζαδέ, θείος του Χασάν Βέη Σουρουρζαδέ

Χαμιτ Βεης Χελμηζαδέ, γιος του Νεσιμή.

Αλή Ταϊσκουζαδέ

Δωροθέα, αδελφή Ιππ. Αμπατζή

Γιώργος και Βάσος Καραμάνος, αδελφοί Μαρίας.

[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: υλικό του αρχείου]

Αμπελάς, Τιμολέων

  • Άτομο
  • 1849 - 1926

Ο Τιμολέων Αμπελάς γεννήθηκε στην Πάτρα στις 4.5.1849 και πέθανε στην Αθήνα στις 26.8.1926. Τις εγκύκλιες σπουδές του ξεκίνησε στην Αθήνα και ολοκλήρωσε στην Ερμούπολη. Σπούδασε στη νομική σχολή και διορίστηκε ως δικηγόρος στη Σύρο (1872), στη συνέχεια ως πρωτοδίκης στη Χαλκίδα (1877) και υπηρέτησε εκεί καθώς και στην Ζάκυνθο, την Αθήνα, την Λευκάδα, την Κέρκυρα και την Λάρισα (1895). Το 1901 έγινε πρόεδρος πρωτοδικών και το 1904 εφέτης στην Πάτρα. Λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του, έπαιξε ενεργό ρόλο ως ανακριτής στη δίκη εναντίον του Α. Δελμούζου και άλλων για τα λεγόμενα «αθεϊκά» του Βόλου.
Κατά τα έτη 1876-1877 είχε αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας Εθνοφύλαξ και κατά τα 1921-1922 εργάστηκε ως ανταποκριτης της εφημερίδας Ατλαντίς της Νέας Υόρκης.
Ο Τιμολέων Αμπελάς υπήρξε κυρίως δραματικός συγγραφέας που κινήθηκε στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών και άλλων λογοτεχνικών διαγωνισμών.
Παντρεύτηκε (26.4.1886) την Ασπασία Δ. Αθανασίου, χήρα Χ. Φαρλόπουλου, και απέκτησαν πέντε παιδιά (Δημήτριος, Φαίδων, Λέων, Ιουλία, Έλλη).

Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Δοσιλόγων Μικράς Ασίας

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1923

Η Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Δοσιλόγων Μικράς Ασίας (ΑΕΕΔΜΑ) συστήθηκε από το υπουργείο Στρατιωτικών, μετά την κατάργηση της Ανακριτικής Επιτροπής Επιχειρήσεων Μ. Ασίας η οποία είχε συγκροτηθεί με απόφαση της Επανάστασης του 1922 τον Φεβρουάριο του 1923 και πρόεδρο τον στρατηγό Κ. Μαζαράκη-Αινιάν, για να ενεργήσει διοικητικές ανακρίσεις για τα γεγονότα της δεύτερης περιόδου της Μικρασιατικής εκστρατείας (από 1ης Νοεμβρίου 1920 έως την Καταστροφή). Η απόρρητη έκθεση που υπεβλήθη στις 23 Δεκεμβρίου 1923, αφού ολοκλήρωσε το ανακριτικό έργο της η Επιτροπή, αποτελείτο από δύο τμήματα που αναφέρονταν αφενός στα γεγονότα στο Νότιο Συγκρότημα της Στρατιάς από την εκδήλωση της τουρκικής επιθέσεως μέχρι την αιχμαλωσία του στρατηγού Τρικούπη (13-20 Αυγούστου 1922) και αφετέρου στα γεγονότα μέχρι την αποχώρηση και των τελευταίων ελληνικών στρατευμάτων από την Μ.Ασία στις 3 Σεπτεμβρίου 1922.
Τακτικά μέλη της Α.Ε.Ε.Δ.Μ.Α. ήσαν οι αντιστράτηγοι Κ. Μοσχόπουλος, Εμ. Ζυμβρακάκης, Π. Σπηλιάδης, Κ. Μηλιώτης, Δ. Ιωάννου, οι υποστράτηγοι Ν. Α. Μιχαλόπουλος, Κ. Γουβέλης, Ι. Νεγρεπόντης και οι αρεοπαγίτες Ι. Χατζησαράντος και Κ. Κυριλλόπουλος.

Λαμπίρης, Σπυρίδων

  • Άτομο
  • 1902 – ;

Ο Σπυρίδων Λαμπίρης του Θεοδοσίου (Κεφαλλονιά 1902 – Αθήνα ;) ήταν γιατρός. Εργάστηκε στην Χειρουργική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών (1927-1948;) ενώ το 1939 ανακηρύχθηκε επίκουρος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής και το 1948 έκτακτος καθηγητής. Διετέλεσε επίσης Διευθυντής του Δημοτικού Νοσοκομείου Αθηνών «Ελπίς» (1943-1964).

Θεοδωρόπουλος, Ανδρέας

  • Άτομο

O Ανδρέας Θεοδωρόπουλος είχε τέσσερις γιους: Θεόδωρο, Ιωάννη, Κωνσταντίνο και Αριστείδη. Ο Θεόδωρος παντρεύτηκε το 1927 τη Χρυσάνθη το γένος Σταματοπούλου, και απέκτησαν δύο κόρες: την Πολυτίμη και την Παρασκευή. Η οικογένεια καταγόταν από την κοινότητα Χειράδων Αρκαδίας και το επώνυμο των γιων του Ανδρέα διαμορφώθηκε σε Ανδριόπουλος ή Θεοδωρόπουλος από το όνομα του πατέρα τους. Στα έγγραφα του αρχείου απαντούνται επίσης και οι τύποι Ανδρεόπουλος και Θεοδωρογιαννόπουλος.

Λαμπίρης, Φώτιος

  • Άτομο
  • 1906 - ;

Ο Φώτιος Λαμπίρης (Κεφαλλονιά 1906-;), αδελφός του Σπυρίδωνα, ήταν και αυτός γιατρός, γαστρεντερολόγος.

Αποστολόπουλος, Νικόλαος

  • Άτομο
  • 1894 - 1944

Λίγα στοιχεία προκύπτουν για το πρόσωπο και τη ζωή του Ν. Αποστολόπουλου μέσα από το αρχείο του, τόσα όμως που να μας προκαλούν το ενδιαφέρον και την περιέργεια.
Ο Νικόλαος Αποστολόπουλος γεννήθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου στις 30 Μαρτίου 1894. Ήταν γιος του Κερκυραίου Παναγιώτη Νικολάου Αποστολόπουλου, ο οποίος από την πλευρά της μητέρας του, Ιωαννίνας, συγγένευε με τη γνωστή οικογένεια των Βλασόπουλων της Κέρκυρας που αναγράφεται στο Libro d’ Oro. Ο Παναγιώτης Αποστολόπουλος που διηύθυνε το Ταχυδρομείο στη Σύρο, είχε τιμηθεί με τον Αργυρό Σταυρό του Γεωργίου το 1892, ενώ λίγα χρόνια αργότερα το 1900, προήχθη σε Επιθεωρητή των Ταχυδρομείων και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Πέθανε το 1905, ενώ η χήρα του Ελένη, το γένος Καλομενοπούλου, και μητέρα του Νικολάου έζησε μαζί με το μοναχογιό της στην Αθήνα μέχρι το 1943.
Ο Νικόλαος Αποστολόπουλος τελείωσε το πρώτο Γυμνάσιο στην Αθήνα το 1911 και κατόπιν γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Όπως ομολογεί ο ίδιος είχε κλίση προς τις ιστορικές μελέτες και τη δημοσιογραφία από πολύ μικρός. Πριν τελειώσει ακόμα το σχολείο συνεργαζόταν με τα περιοδικά Δάφνη του Σπ. Τρικούπη, Επιθεώρηση του Δεπάστα και την Εφημερίδα του Κορομηλά. Στην εφημερίδα του Κορομηλά, σύμφωνα πάντα με τη μαρτυρία του, αρθρογραφούσε εκφράζοντας τις αντιρρήσεις του στη σκέψη αποχώρησης από την πολιτική του Γεωργίου Θεοτόκη, φίλου και συμπολίτη του πατέρα του, τον οποίο θαύμαζε και πίστευε ότι ήταν ο μόνος που μπορούσε «να αναχαιτίσει την χαλάρωση του κοινωνικού ρυθμού» που είχε προκαλέσει η επανάσταση του 1909 στο Γουδί. Το 1916 όταν ο Θεοτόκης πέθανε και ο ελληνικός λαός ήταν εθνικά διχασμένος ο Αποστολόπουλος έκρινε ότι η Ελλάδα ήταν δύσκολο να παραμείνει ουδέτερη στον παγκόσμιο πόλεμο που είχε ξεσπάσει και ότι ήταν φυσικότερο να στραφεί στο συνασπισμό των χωρών όπου μετείχε η Αγγλία. «Η σκέψις αύτη με έκανε να θεωρήσω ως λύσιν την έξοδον της Ελλάδος εκ της ουδετερότητος, και να μην αρνηθώ τας υπηρεσίας μου προς την Κυβέρνησιν, ήτις ανέλαβε την σχετικήν ευθύνην. Εδέχθην ως εκ τούτου, κατά Σεπτέμβριον του 1917 την θέσιν γραμματέως εις το τότε ιδρυθέν Πολιτικόν Γραφείον Πρωθυπουργού. Αρχικώς διηύθυνεν ο Αναστάσιος Αδοσίδης, αλλά πολύ γλήγορα διευθυντής του Γραφείου κατέστη ο Αριστείδης Κυριακίδης μεθ’ ου με συνέδεσεν στενή φιλία τα μέγιστα υποβοηθήσασα την εκ μέρους μου ανάπτυξιν πρωτοβουλίας και τον χειρισμό ορισμένων υποθέσεων...». Έτσι από το 1917 μέχρι το 1920, ο Αποστολόπουλος εργάστηκε ως γραμματέας του πολιτικού γραφείου του Ελευθερίου Βενιζέλου και την ίδια περίοδο έγραψε μία μελέτη με θέμα «Ο ελληνικός μοναρχισμός 1915-1917» η οποία δημοσιεύθηκε αργότερα.
Μετά την αποτυχία των βενιζελικών στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, ο Σύνδεσμος Φιλελευθέρων του ανέθεσε τη διεύθυνση της Εκτελεστικής Επιτροπής του κόμματος των Φιλελευθέρων, η οποία στεγαζόταν στην οδό Βουκουρεστίου 20α. Έτσι από το 1921 μέχρι το 1924, την περίοδο που την αρχηγία των Φιλελευθέρων είχε αναλάβει ο στρατηγός Παναγιώτης Δαγκλής, μέλος της Τριανδρίας (Βενιζέλος, Δαγκλής, Κουντουριώτης) στο κίνημα του 1916, ο Αποστολόπουλος παρακολουθούσε και διεκπεραίωνε τις υποθέσεις του κόμματος. Τον Σεπτέμβριο του 1924 ανέλαβε τη θέση του διευθυντή του πολιτικού γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας, του ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη, θέση από την οποία παραιτήθηκε τον Απρίλιο του 1926. Στη συνέχεια γύρω στο 1928 ήταν μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Αεροπορικής Άμυνας και, μετά την επανασύσταση του κόμματος των Φιλελευθέρων, προϊστάμενος της γενικής γραμματείας του η οποία λειτουργούσε υπό τις διαταγές του υπαρχηγού του κόμματος Θεμιστοκλή Σοφούλη.
Μετά την τελευταία διακυβέρνηση της χώρας από τον Βενιζέλο, οι πολιτικές εξελίξεις, οι διαφωνίες και η ιδεολογική σύγχυση που επικρατούσαν στον πολιτικό κόσμο οδήγησαν τον Αποστολόπουλο στην αποστασιοποίησή του από το χώρο των φιλελευθέρων και στην απάρνηση του Βενιζέλου και του βενιζελισμού. Φίλος του Λαϊκού κόμματος το 1934, πολύ γρήγορα ασπάστηκε τις θέσεις του Ι.Μεταξά και το 1937 αποδέχθηκε τη θέση του συμβούλου στο Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο δικαιολογώντας την πολιτική επιλογή του στον Κοκό Μελά με τα εξής λόγια: «... Σας είναι γνωσταί αι αντιλήψεις μου σήμερον, αφού δεν σας απέκρυψα ποτέ ότι από τινών ετών έχω αναθεωρήσει τας πολιτικάς μου πεποιθήσεις...». Από το 1938 μέχρι το 1943 ήταν μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Νέοι Δρόμοι, όργανο της Εθνικής Συντηρητικής Οργανώσεως (Ε.Σ.Ο.) όπου αρθρογραφούσε και έγραφε στίχους και ποιήματα με το ψευδώνυμο «Σκοπευτής». Πρόεδρος της Οργάνωσης ήταν ο βιομήχανος Επαμεινώνδας Χαρίλαος, ιδρυτής του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών και της Ανωτέρας Σχολής Βιομηχανικών Σπουδών, της οποίας ήταν πρόεδρος και καθηγητής. O Αποστολόπουλος με τη σειρά του διετέλεσε γενικός γραμματέας της Σχολής και καθηγητής της Βιοτεχνικής και Βιομηχανικής Ιστορίας στη Σιβιτανίδειο Σχολή και στην Τεχνική Σχολή Ήφαιστος. Σε μία επιστολή του (24/6/1938) προς τον πρίγκιπα Γεώργιο έγραφε: «...Με την πραγματοποίησιν αυτής της Σχολής, η οποία θα δώση ανωτέραν μόρφωσιν προς τους νέους φιλοδοξούντας να διευθύνουν εις το μέλλον τας επιχειρήσεις της Ελλάδος, νομίζω ότι συμπληρούται ο προορισμός και ως οργανώσεως και ως ατόμων...».
Ο Νικόλαος Αποστολόπουλος αυτοκτόνησε στις 29 Απριλίου 1944, σε ηλικία πενήντα χρόνων, ένα χρόνο μετά το θάνατο της μητέρας του.

[Πηγή: Βάρδα, Χριστίνα (επιμ.). Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου, Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο.]

Βουτιερίδης, Ηλίας

  • Άτομο
  • 1874 - 1941

Ο Ηλίας Βουτιερίδης, ιστορικός, κριτικός της λογοτεχνίας, λογοτέχνης και δημοσιογράφος, με καταγωγή από τη Μεθώνη, γεννήθηκε το 1874 στο Σουλινά της Ρουμανίας, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε στο Ελληνικό Προξενείο. Πέρασε στην Πάτρα (και για σύντομα διαστήματα στη Μυτιλήνη και την Κεφαλονιά) την παιδική του ηλικία, ως τον θάνατο του πατέρα του, οπότε εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Φοίτησε στο Βαρβάκειο Γυμνάσιο και σπούδασε φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή, ενώ από μαθητής ακόμη του γυμνασίου ήταν γραμματέας της ελληνογαλλικής εφημερίδας Διπλωματικός Μνήμων. Πρωτοδημοσίευσε το 1893 μία μετάφραση γαλλικού διηγήματος στο περιοδικό Η Φύσις και το 1897 είδαν το φως τα πρώτα του ποιήματα στον Νεολόγο. Την ίδια χρονιά συμμετείχε ως εθελοντής υπολοχαγός στην Κρητική επανάσταση, της οποίας την ιστορία και εξέδωσε (1898). Για αρκετά χρόνια εργάστηκε ως ιδιαίτερος γραμματέας του δημάρχου Σπ. Μερκούρη. Από το 1897 ασχολήθηκε ενεργά με τη δημοσιογραφία και έκτοτε εργάστηκε ως ανταποκριτής, συνεργάτης, συντάκτης και αρχισυντάκτης πολλών εφημερίδων (Νεολόγος, Καιροί, Τηλέγραφος, Θάρρος, Θόρυβος, Ακρόπολις, Αστραπή, Σκριπ, Πατρίς, Νέα Ελλάς, Πρόοδος, Ανατολή, Άμυνα, Εφημερίς, Εμπρός, Καθημερινή, Ελεύθερο Βήμα, Τύπος κ.ά.). Ως μεταφραστής και κριτικός της λογοτεχνίας δημοσίευσε μεταφράσεις, άρθρα και μελέτες σε φιλολογικά περιοδικά όπως ο Νουμάς (μεγάλο μέρος του οποίου έγραφε με τα ψευδώνυμα "Γρίφιλος", "Γοργίας", "Σταύρος Λαμπέτης" και "Τίμωνας"), τα Παναθήναια, η Νέα Εστία, τα Ελληνικά Γράμματα, η Ιόνιος Ανθολογία, η Νεοελληνική Επιθεώρησις, η Αναγέννηση, ο Πυρσός. Το 1911-1912 εξέδωσε ο ίδιος το περιοδικό Χρονικά και το 1927 τέσσερα φυλλάδια του δελτίου «Βιβλιοθήκη Νεοελληνικής Λογοτεχνίας».
Το 1904 μετέβη στην Αλεξάνδρεια με σκοπό να υποστηρίξει εκεί την ιδέα του δημοτικισμού. Το 1908-1910 βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, συνεργαζόμενος μυστικά με το Ελληνικό Προξενείο, σταλμένος αρχικά από την εφημερίδα Σκριπ και στη συνέχεια από την εφημερίδα Εμπρός, ενώ συνεργάστηκε και με τις εφημερίδες Αλήθεια – Νέα Αλήθεια, Φάρος της Θεσσαλονίκης και Σύνταγμα. Το 1910 φυλακίσθηκε από τους Τούρκους δύο φορές, ενώ στη συνέχεια κατέβηκε στην Κρήτη για να υποστηρίξει τον Βενιζέλο, κυρίως μέσα από την εφημερίδα Σκριπ. Το 1921 παρακολούθησε πεζός την εκστρατεία της Μικράς Ασίας (για την οποία εξέδωσε το βιβλίο Η εκστρατεία πέραν του Σαγγαρίου, 1922) ως απεσταλμένος της εφημερίδας Εμπρός, ενώ τον επόμενο χρόνο διηύθυνε την εφημερίδα Ο Συνάδελφος της Στρατιάς στη Σμύρνη. Διετέλεσε Γραμματέας της Εθνικής Βιβλιοθήκης (1923-1939), επίλεκτο μέλος της «Ενώσεως Ελλήνων Συντακτών» (1914-1941) και πρόεδρός της (1921-1922 και 1923-1924), καθηγητής νεοελληνικής λογοτεχνίας στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου (1924-1930) και στη συνέχεια στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου(1930-1941) και σύμβουλος και γραμματέας της «Νέας Σκηνής» του Κ. Χρηστομάνου (1901). Αγωνίστηκε με συνέπεια για την επικράτηση του δημοτικισμού και έγραψε άρθρα στο Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ελευθερουδάκη (1927-1931) και τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία (1926-1934). Δημοσίευσε τις ποιητικές συλλογές Σύννεφα (1900), Ο προσκυνητής (1907), Κέλαδος (1917), Μυστικές λειτουργίες (1920), Ελεγειακά (1924), Ορφικά (1931) και Πολεμικές ωδές (1941). Έγραψε τραγωδίες εμπνευσμένες από την παράδοση (Το Γεφύρι της Άρτας, Η Ηλιογέννητη), την αρχαία μυθολογία (Κασσάνδρα), όπως και με κοινωνικό προβληματισμό (Ο ίσκιος του πεθαμένου, Όταν αγαπούμε και Η Πολιτική που σκοτώνει). Δημοσίευσε επίσης τα μονόπρακτα Ο άνδρας, Ζουάνα και Τα ρόδα της αγάπης. Συνέθεσε επίσης τα μυθιστορήματα: Μάριος (1923) και Όταν αγαπούμε (1924). Εξέδωσε φιλολογικές και κριτικές μελέτες και εκτενέστερα έργα, όπως η Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 1453-1800 (1924-1927, 2 τόμοι), η Σύντομη Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας 1900-1930 (1933), η Νεοελληνική Στιχουργική (1929). Συνέγραψε επίσης την Ιστορία της Κρητικής Επανάστασης του 1897. Ήταν από τους πρώτους μεταφραστές αρχαίων τραγωδιών (Άλκηστις, Οιδίπους επί Κολωνώ) και άλλων αρχαίων κειμένων (Αρχαίοι Έλληνες Λυρικοί 1931), Λόγγου, Δάφνις και Χλόη (1924) στη δημοτική γλώσσα. Πέθανε στην Αθήνα το 1941.
[Βιβλιογραφικές πηγές: Αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα που περιέχεται στον Φ.2.1 του αρχείου. Μ. Γ. Μερακλής (επιμ.), Η ελληνική ποίηση. Ανθολογία γραμματολογία, Σοκόλης,1977 (σ. 462)· Ν. Ι. Λάσκαρης, «Βουτιερίδης Ηλίας», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, τόμ. Ζ, Πυρσός· Κώστας Παπαγεωργίου, «Βουτιερίδης, Ηλίας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό τόμ. 2, Εκδοτική Αθηνών· Δημήτρης Γιάκος, «Βουτιερίδης Ηλίας», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τόμ. 4, Χάρης Πάτσης].

Γαϊτάνου-Γιαννιού, Αθηνά

  • Άτομο

Η Αθηνά Γαϊτάνου (αρχικά Γαϊτανοπούλου)-Γιαννιού ήταν εκπαιδευτικός, συγγραφέας, δημοσιογράφος, από τις πρώτες ελληνίδες φεμινίστριες.

Γλυκοφρύδης, Στυλιανός

  • Άτομο
  • 1882 - ;

Ο Στυλιανός Γλυκοφρύδης (Λαμία, 1882-Αθήνα ;), ήταν δικηγόρος και διετέλεσε διευθυντής σε διάφορα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας. Την περίοδο 1915-1917 ήταν διευθυντής Β΄ και Α΄ τάξεως στις φυλακές Συγγρού. Διετέλεσε γενικός επιθεωρητής των ελληνικών φυλακών στη Μ.Ασία (Ιούλιος 1919 - Οκτώβριος 1920), επιθεωρητής φυλακών στην Ελλάδα (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1920), “διευθυντής της διοικήσεως φυλακών Μ. Ασίας επί βαθμώ και μισθώ υπουργικού Διευθυντού Α΄τάξεως" (1921), επιθεωρητής φυλακών (Νοέμβριος 1922 - Μάϊος 1926). Από το 1927 ήταν συμβολαιογράφος. Πολέμησε και τραυματίστηκε στους Βαλκανικούς πολέμους. Ήταν παντρεμένος με την Ευγενία Ιωάννη Γκιών που ήταν ιδιοκτήτης μεταλλείου στην Τήνο.

Γούναρης, Δημήτριος

  • Άτομο
  • 1867 - 1922

Ο Δημήτριος Γούναρης ( Πάτρα 1867-Αθήνα 1922 ) σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Γερμανία, το Παρίσι και το Λονδίνο. Το 1893 άρχισε να δικηγορεί στην Πάτρα. Στις εκλογές του 1902 ο Γούναρης πρωτοεκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας, απέτυχε ωστόσο στις εκλογές του 1905, ενώ στις εκλογές του 1906 επανεκλέχτηκε. Τον Οκτώβριο του 1906 εμφανίστηκε στη Βουλή το «κόμμα των Ιαπώνων», με κύριο εμψυχωτή τον Γούναρη. Τον Ιούνιο του 1908, έγινε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Θεοτόκη, με αποτέλεσμα τη διάλυση της ομάδας των «Ιαπώνων». Ο ίδιος παραιτήθηκε από την κυβέρνηση Θεοτόκη στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1909. Στις εκλογές του 1910 δεν υπέβαλε υποψηφιότητα, ενώ στις εκλογές του 1912 εκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας με ρητή δήλωση ότι θα είναι «αντιπολιτευόμενος». Τον Φεβρουάριο του 1915, όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος διαφώνησε με την εισήγηση του Βενιζέλου να λάβει μέρος η Ελλάδα στην επιχείρηση των Αγγλογάλλων στα Δαρδανέλια, ύστερα από την παραίτηση του Βενιζέλου ο Γούναρης σχημάτισε στις 25 Φεβρουαρίου την πρώτη του κυβέρνηση.
Στις εκλογές της 31ης Μαΐου 1915 ως ιδρυτής του κόμματος των «εθνικοφρόνων» που το μετονόμασε αργότερα (1920) σε «Λαϊκό κόμμα» ο Γούναρης έχασε και υπερίσχυσε με μειωμένη δύναμη ο Βενιζέλος. Στις εκλογές του Δεκεμβρίου 1915 το κόμμα των Φιλελευθέρων δεν έλαβε μέρος. Στη δεύτερη διάλυση της Βουλής τον ίδιο χρόνο ο Γούναρης βγήκε νικητής στις εκλογές με αποχή μεγάλου τμήματος του λαού. Ως αντιβενιζελικός εκτοπίστηκε τον Ιούνιο του 1917 στο Αιάκειο της Κορσικής. Το 1919 διέφυγε από την Κορσική και ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Ιταλία. Ξαναγύρισε στην Ελλάδα όταν προκήρυξε ο Βενιζέλος εκλογές για την 1 Νοεμβρίου του 1920. Αυτές οι εκλογές έδωσαν την πλειοψηφία στην Ηνωμένη Αντιπολίτευση με ισχυρότερο κόμμα στη Βουλή το «Λαϊκό κόμμα» του Γούναρη. Ο Γούναρης καταδικάστηκε - χωρίς ο ίδιος να απολογηθεί- από έκτακτο στρατοδικείο (στην γνωστή δίκη των έξι), στις 15 Νοεμβρίου του 1922 στην ποινή του θανάτου ως ένοχος «εσχάτης προδοσίας» για την Μικρασιατική καταστροφή.

Διομήδης, Αλέξανδρος

  • Άτομο
  • 1874 - 1950

Ο Αλέξανδρος Διομήδης καταγόταν από την παλιά σπετσιώτικη οικογένεια με το επώνυμο Κυριακός ή Κυριακού που ασχολιόταν με τη ναυτιλία και το εμπόριο και συμμετείχε ενεργά στον αγώνα της ανεξαρτησίας προσφέροντας το πλοίο της «Πελεκάνος». Γιός του Νικολάου Διομήδη και της Ελένης Φιλαρέτου, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Δεκεμβρίου 1875. Μεγάλωσε μέσα σε οικογένεια νομομαθών και πολιτικών, γεγονός που τον οδήγησε να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Τόσο ο πατέρας του, όσο και ο παππούς του Διομήδης-Αναστάσιος Κυριακός καθώς και ο θείος του Βασίλης Οικονομίδης ήταν καθηγητές στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο παππούς του διετέλεσε επίσης βουλευτής Σπετσών και πρωθυπουργός, υπήρξε δε από τους κυριότερους συντάκτες του Συντάγματος του 1844.

Ο Αλέξανδρος Διομήδης σπούδασε Νομικά στη Βαϊμάρη, στο Βερολίνο και στο Παρίσι. Πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο της Λειψίας το 1895. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα αναγορεύτηκε υφηγητής με την πραγματεία του «Περί του προϋπολογισμού του Κράτους», ενώ παράλληλα αρθρογραφούσε στις εφημερίδες Νέα Ημέρα της Τεργέστης και Νέος Ελεύθερος Τύπος της Βιέννης. Το 1907 συμμετείχε στη Β΄ Συνδιάσκεψη Ειρήνης στη Χάγη και μετά την επανάσταση του 1909 τοποθετήθηκε από την κυβέρνηση Κυριακούλη Μαυρομιχάλη νομάρχης Αττικοβοιωτίας. Από τότε ξεκίνησε ουσιαστικά η πολιτική του σταδιοδρομία. Το 1910 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Σπετσών. Το 1912 ο Βενιζέλος του ανέθεσε το υπουργείο Οικονομικών, όπου παρέμεινε μέχρι το 1915. Το 1916-1917 εστάλη στο Παρίσι και στο Λονδίνο ως έκτακτος απεσταλμένος της κυβέρνησης Θεσσαλονίκης και το 1918 ανέλαβε το υπουργείο Εξωτερικών και προσωρινά το υπουργείο Δικαιοσύνης. Μετά την αποτυχία του κόμματος των Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1920, ο Διομήδης αναχώρησε στο εξωτερικό όπου παρέμεινε μέχρι τη μικρασιατική καταστροφή. Τον Σεπτέμβριο του 1922 ανέλαβε προσωρινά το υπουργείο Οικονομικών στην κυβέρνηση Σ. Κροκιδά και στις αρχές του 1923 τοποθετήθηκε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας. Το 1928 ανέλαβε τη θέση του πρώτου διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, όπου παρέμεινε μέχρι την απομάκρυνσή του, το 1931, λόγω διαφωνιών με τον Βενιζέλο για τη συναλλαγματική πολιτική. Στη συνέχεια εντάχθηκε στο Ανώτατο Οικονομικό Συμβούλιο του οποίου διετέλεσε και πρόεδρος και επανήλθε στο Γενικό Συμβούλιο της Εθνικής Τράπεζας από το οποίο παραιτήθηκε το 1943, όταν διορίστηκε διοικητής ο Γ. Μερκούρης. Τέλος, το 1949 ήταν αντιπρόεδρος στη συμμαχική κυβέρνηση Θ. Σοφούλη μετά το θάνατο του οποίου ανέλαβε για σύντομο χρονικό διάστημα την πρωθυπουργία.

Ο Α. Διομήδης εκτός από οικονομολόγος και τραπεζίτης υπήρξε διανοούμενος και ερευνητής και ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την εποχή του Βυζαντίου. Τα κυριότερα έργα του είναι:

1) Συνταγματική και οικονομική μελέτη περί του προϋπολογισμού του κράτους, Αθήνα 1905.

2) Η Β΄ Συνδιάσκεψη της Ειρήνης στη Χάγη το 1907, Αθήνα 1908.

3) Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος αρχομένου του Ευρωπαϊκού πολέμου (1915-1916), Αθήνα.

4) Τα οικονομικά της Ελλάδος προ και μετά την 1η Νοεμβρίου 1920, Αθήνα 1922.

5) Το πρόβλημα του οικονομικού μας μέλλοντος, Αθήνα 1925.

6) Η νομισματική μας ασθένεια και τα μέσα προς θεραπείαν αυτής, Αθήνα 1928.

7) Η πολιτική της σταθεροποιήσεως και ο Ε. Βενιζέλος, Αθήνα 1932.

8) Μετά την κρίσιν. Οικονομικαί και δημοσιονομικαί μελέται 1932-1934, Αθήνα 1934.

9) Βυζαντιναί Μελέται, Αθήνα 1942, 1946.

10) Τα αίτια της οικονομικής παρακμής του Βυζαντίου, Αθήνα 1937.

11) Από την πνευματική και θρησκευτική ζωή των Κομνηνών, Αθήνα.

12) Επί του νομισματικού και πιστωτικού ζητήματος, Αθήνα 1948.

13) Νέα οργανική διάρθρωσις της ελληνικής οικονομίας (Ανασυγκρότηση–Εξηλεκτρισμός-Εκβιομηχάνιση), Αθήνα 1950.

Ο Αλέξανδρος Διομήδης είχε παντρευτεί την Ιουλία Ψύχα, κόρη του Γεωργίου και της Ζηνοβίας το γένος Σαλβάγου, από την Αλεξάνδρεια.

Πέθανε στις 11 Νοεμβρίου 1950.

Δούκας, Στρατής

  • 1895 - 1983

Ο Σ. Δούκας, γιος του Κωνσταντίνου Δούκα και της Αιμιλίας Χατζαποστόλη, γεννήθηκε το 1895 στα Μοσχονήσια. Είχε τέσσερα αδέλφια: τον Δούκα (γεν. 1893), τον Δημήτρη (γεν. 1896), την Ελένη (γεν. 1898) και τον Αλέκο (1900-1962). Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Κυδωνιών (1912) και γράφτηκε στη Νομική Σχολή, χωρίς να την τελειώσει. Υπηρέτησε ως εθελοντής στην Εθνική Άμυνα (1916-1923) και ως έφεδρος αξιωματικός (1940-1941). Ασχολήθηκε με την προβολή της βιοτεχνίας της Ανατολής (Αγγειοπλαστική Κιουτάχειας, ταπητουργία), οργάνωσε εκθέσεις των φίλων του ζωγράφων Φώτη Κόντογλου και Σπύρου Παπαλουκά, με τους οποίους και σύστησε την εταιρία «Διακοσμητικής Τέχνης». Λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει τον Σύλλογο Μουσικών Τεχνών στη Μυτιλήνη με τον Σ. Μυριβήλη. Από το 1928 έως το 1930 πραγματοποίησε δύο μεγάλες περιοδείες στη Δυτική Μακεδονία, που διήρκεσαν 4 μήνες και 1 χρόνο, αντίστοιχα. Καρπός των περιοδειών αυτών ήταν Η ιστορία ενός αιχμαλώτου (1929), η δημοσιογραφική έρευνα Ορεινή Ελλάδα (δημοσιεύθηκε σε 9 συνέχειες στην εφ. Πρωία με τίτλο του εκδότη Ληστρική κοινωνία), διάφορα ζωγραφικά έργα, ημερολόγια και σημειώσεις. Το 1930 παρουσίασε δική του έκθεση ζωγραφικής. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών (1934). Υπηρέτησε ως γραμματέας της Τουριστικής Επιτροπής Θεσσαλονίκης (1937-1939) και στα Ιατρεία του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (1945-1946). Στην Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, συνελήφθη και κακοποιήθηκε από τους Γερμανούς. Παντρεύτηκε (1942) την Δήμητρα Μαγκανά (γεν. 1903). Το 1962 μετέβη στη Μόσχα για εγχείρηση προστάση που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Έκτοτε ζούσε κατάκοιτος στο σπίτι του στην οδό Ορμηνίου 3 στην Αθήνα. Πέθανε το 1983.

Ο Στρατής Δούκας δημοσίευσε αισθητικά, τεχνοκριτικά και λογοτεχνικά κείμενα σε εφημερίδες και περιοδικά. Στη δεκαετία του 1920 συνεργάστηκε με το περιοδικό Φραγγέλιο του Νίκου Βέλμου, ενώ αναμίχθηκε στην έκδοση του περιοδικού Φιλική Εταιρεία του Φώτη Κόντογλου και επιμελήθηκε μόνος του τα τελευταία τεύχη. Στα 1935-1937 εξέδωσε μαζί με άλλους το καλλιτεχνικό περιοδικό Το Τρίτο Μάτι, στα 1948-1950 ήταν συνεργάτης και αργότερα διευθυντής του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα και στα 1965-1969 ήταν τακτικός συνεργάτης του περιοδικού Διαγώνιος.

Ο αδελφός του Στρατή Αλέκος (1900-1962) μετανάστευσε από το 1927 στην Αυστραλία, όπου αναδείχθηκε σε σημαντική μορφή των ελληνικών γραμμάτων και του εκεί εργατικού κινήματος. Σκοτώθηκε επιστρέφοντας από διαδήλωση υπέρ της ειρήνης. Στην Αυστραλία εγκαταστάθηκε τουλάχιστον από το 1938 και η αδελφή του Ελένη Δούκα-Ανδρονίκου με την οικογένειά της.

Η σύζυγός του Δήμητρα (γενν. 1903) είχε δύο παιδιά από τον πρώτο της γάμο, εξορίστηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου στη Χίο και στράφηκε στη λογοτεχνία, ύστερα από προτροπή του Στρατή. Απόσπάσματα των έργων της δημοσιεύτηκαν στον τόμο Δεσμός με επιμέλεια του Σ. Δούκα.

Έργα του: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ: Ιστορία ενός αιχμαλώτου (1929, 1932, 1958, 1962, 1969, 1977, 1980), Εις εαυτόν (1930, 1981), Γράμματα και συνομιλίες (1965, 1975), Ο βίος ενός αγίου, Γιαννούλης Χαλεπάς (1967), Οδοιπόρος (1968, 1975, 1981), Δεσμός (1970, 1978), Ο μικρός αδελφός (1972, 1975), Μαρτυρίες και κρίσεις (1972, 1977), Ενώτια (1974, 1978, 1981), Ενθυμήματα από δέκα φίλους μου (1976), Οι δώδεκα μήνες (1982), Θερμοκήπιο (1982), καθώς και διάφορα λογοτεχνικά, ταξιδιωτικα και δημοσιογραφικά κείμενα δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά. ΤΕΧΝΟΚΡΙΤΙΚΑ: Το εικονογραφικό έπος της Ανατολικής Εκκλησίας (1948), Γιαννούλης Χαλεπάς, Νέα βιογραφικά (1952), Γιαννούλης Χαλεπάς, κατάλογος των έργων του (1962), Ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς (1966), Υποθέσεις και λύσεις πάνω σε προβλήματα της ζωής και του έργου του Γιαννούλη Χαλεπά (1970), Γιαννούλης Χαλεπάς (1978). ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ: Σχέδια του Στρατή Δούκα (1979). – Επίσης, επιμελήθηκε τόμους τρίτων.

Πηγή: Τ. Κόρφης, «Στρατής Δούκας. Παρουσίαση-ανθολόγηση», Η μεσοπολεμική πεζογραφία. Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939), τ. Γ΄, Αθήνα, Σοκόλης, 1992, σσ. 322-371.

Δούσμανης, Σοφοκλής

  • Άτομο
  • 1868-1952

Απόγονος μεγάλης κερκυραϊκής οικογένειας, κυβερνήτης του θωρηκτού «Γεώργιος Αβέρωφ» στους Βαλκανικούς Πολέμους, ο Σοφοκλής Δούσμανης (Κέρκυρα, 1868 – Αθήνα, 1952), ήταν ναύαρχος και σημαίνον στέλεχος του Πολεμικού Ναυτικού.
Αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1888. Ικανότατος αξιωματικός φιλοβασιλικών πεποιθήσεων, η σταδιοδρομία του στο Πολεμικό Ναυτικό διαμορφώθηκε από τους δύο αυτούς παράγοντες. Με το βαθμό του αντιπλοιάρχου διετέλεσε αρχιεπιστολεύς της Μοίρας Γυμνασίων (1910), διευθυντής της Διοικητικής Υπηρεσίας του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (Γ.Ε.Ν.) (1912) και κυβερνήτης του θωρηκτού «Γεώργιος Αβέρωφ» και αρχιεπιστολεύς του Στόλου του Αιγαίου κατά τους Βαλκανικούς πολέμους. Προήχθη σε υποναύαρχο το 1914 σε αναγνώριση των υπηρεσιών του και τοποθετήθηκε διοικητής της Μοίρας Θωρηκτών. Διετέλεσε αρχηγός ΓΕΝ από τον Ιούνιο του 1915 έως το 1917. Με την επικράτηση του Βενιζέλου την περίοδο 1917-1920 αποστρατεύτηκε και εξορίστηκε στη Σαντορίνη. Μετά την επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου επανήλθε στην ενεργό υπηρεσία και διετέλεσε αρχηγός του Στόλου του Αιγαίου (Ιανουάριος – Απρίλιος 1921) και αρχηγός ΓΕΝ (Νοέμβριος 1921-Οκτώβριος 1922). Αποστρατεύτηκε προαγόμενος σε αντιναύαρχο τον Ιανουάριο του 1923. Όταν ξέσπασε το κίνημα Πλαστήρα τον Μάρτιο του 1935 διορίστηκε από την κυβέρνηση του Παναγή Τσαλδάρη υπουργός Ναυτικών (Μάρτιος – Οκτώβριος 1935) και προήχθη σε ναύαρχο. Την ίδια περίοδο (Μάρτιος 1935 – Ιανουάριος 1936) ήταν πρόεδρος της «Επιτροπής Εράνου υπέρ του Εθνικού Στόλου», που σκοπό είχε τη συλλογή χρημάτων για την αγορά ενός μεγάλου πλοίου και την αποκατάσταση των ζημιών των πλοίων του στόλου που προκλήθηκαν κατά την καταστολή του κινήματος του Πλαστήρα. Ο Δούσμανης τιμήθηκε με πολλά ελληνικά και ξένα παράσημα. Πέθανε την 6η Ιανουαρίου 1952.
Το 1939 ο Σοφοκλής Δούσμανης συνέγραψε το βιβλίο Το ημερολόγιον του κυβερνήτου του «Γ. Αβέρωφ» κατά τους πολέμους 1912-1913, Αθήναι, τύποις Πυρσού, 1939, στο οποίο προσπαθεί να τονίσει το ρόλο του στις ναυμαχίες της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (3 Ιανουαρίου 1913). Παντρεύτηκε την Μαρία Κωνσταντίνου Βούρου το 1915.

[Περισσότερα βιογραφικά στοιχεία βλ. στην εισαγωγή του κ. Κ. Παΐζη-Παραδέλη στην υπάρχουσα καταγραφή του αρχείου].

Εμμανουηλίδης, Εμμανουήλ

  • Άτομο
  • 1867 - 1939

Γεννήθηκε στην Καισάρεια της Μικράς Ασίας. Τελείωσε τη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη και σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από όπου πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1890. Εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη ως δικηγόρος και εκλέχτηκε βουλευτής στην τουρκική Βουλή το 1911. Το 1914 επανεκλέχτηκε βουλευτής, αυτή τη φορά όμως από την περιφέρεια Αϊδινίου. Ως το τέλος του πολέμου εναντιώθηκε πολλές φορές στις τουρκικές αρχές (νόμος περί Πατριαρχείου, τουρκική κυριαρχία επί των χριστιανικών λαών). Κατά τα έτη 1920 και 1922 διετέλεσε νομάρχης Ροδόπης και Κοζάνης. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή κατέφυγε στην Αθήνα, όπου και εκλέχτηκε πληρεξούσιος Αθηνών-Πειραιώς στις βουλευτικές εκλογές του 1923. Το 1924, μαζί με αρκετούς άλλους πρόσφυγες βουλευτές, ανέθεσε την αρχηγία του νεοϊδρυθέντος Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος (κόμμα προσφύγων βουλευτών) στον Γ. Κονδύλη, παραμένοντας ηγετικό στέλεχος και συμμετέχοντας ενεργά στις συνεδριάσεις της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης ως το 1926. Προσχώρησε στο κόμμα του Βενιζέλου και διετέλεσε υπουργός Υγιεινής Προνοίας και Αντιλήψεως στις κυβερνήσεις του 1928 καθώς και στις κυβερνήσεις Ιουνίου 1929 και Δεκεμβρίου 1929. Πέθανε στην Αθήνα τον Ιούνιο του 1943.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: υλικό του αρχείου, Εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, http://el.wikipedia.org, λήμμα: Εμμανουηλίδης, Εμμανουήλ]

Γεδεών - Καρανικόλα, Σοφία

  • Άτομο
  • 1904 - ;

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1904 και σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και φιλοσοφία, παιδαγωγικά και ψυχολογία στα πανεπιστήμια του Αμβούργου, της Ιένας και της Βιέννης, όπου και αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφίας (1934). Το 1933-1934 εργάσθηκε ως έκτακτη βοηθός στο Ψυχολογικό Ινστιτούτο της Βιέννης και κατόπιν ως βοηθός και επιμελήτρια του Πανεπιστημιακού Εργαστηρίου Πειραματικής Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (ως το 1937). Το 1937 ορίστηκε μέλος του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου του οποίου αργότερα χρημάτισε αντιπρόεδρος (1963-1964). Διετέλεσε καθηγήτρια της Εφηρμοσμένης Ψυχολογίας στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς (ΑΒΣΠ, 1954-1968) και πρόεδρος της Επιτροπής του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών για την κατοχύρωση του επαγγέλματος του ψυχολόγου (1979). Δίδαξε στην Σχολή Επιμορφώσεως Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης το διάστημα 1977-1983. Λόγω πολιτικών πεποιθήσεων απομακρύνθηκε από την υπηρεσία της τα διαστήματα 1946-1952, 1953-1955, 1955-1960, 1967, για να αποκατασταθεί οριστικά κατά την Μεταπολίτευση. Εξελέγη ομότιμη καθηγήτρια της ΑΒΣΠ, επίτιμη εκπαιδευτική σύμβουλος του Υπουργείου Παιδείας και υφηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ως μέλος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου υποστήριξε την σύνταξη της γραμματικής της δημοτικής καθώς και τον Οργανισμό Εκδόσεων Σχολικών Βιβλίων. Εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, έλαβε μέρος στην οργάνωση της «Σχολικής Ώρας» και θέσπισε τις σχολικές ραδιοφωνικές εκπομπές του Υπουργείου Παιδείας κατά την διάρκεια του Πολέμου (1940-1941). Αργότερα, ως καθηγήτρια της ΑΒΣΠ ίδρυσε το Εργαστήριο Εφηρμοσμένης Ψυχολογίας (1960). Συμμετείχε επίσης στην ίδρυση της Σχολής Κοινωνικής Προνοίας της ΧΕΝ, του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων (1963-1968) της Εταιρείας Ψυχικής Υγιεινής και Νευροψυχιατρικής του Παιδιού, της οποίας διετέλεσε και αντιπρόεδρος, του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος και άλλων κοινωνικών φορέων.

Έργο:
Παιδομετρικαί έρευναι εν Ελλάδι (1934), Η αυθόρμητη συμπεριφορά των ενηλίκων προς τα παιδιά μέσα στην οικογένεια (1934, διδακτορική διατριβή), Ο θεσμός της συνεργασίας των μαθητών ως μέσον κοινωνικής αγωγής (1937, διατριβή για υφηγεσία), Επίτομη Κοινωνική Ψυχολογία (1958).

[Πηγές: Λήμμα «Γεδεών-Καρανικόλα, Σοφία», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τόμ. 2, Εκδοτική Αθηνών].

Γεδεών, Μανουήλ

  • Άτομο
  • 1851 - 1943

Γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1851 στην Κωνσταντινούπολη από τον Ιωάννη Γεδεών (1812-1878, κάλφα ή αρχιτέκτονα το επάγγελμα) και την Άννα, οι οποίοι κατάγονταν από την Λέρο. Παντρεύτηκε την Ευγενία Λαγουδάκη και απέκτησαν δύο κόρες την Σοφία και την Ισαβέλλα. Το 1921 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου και απεβίωσε το 1943.
Απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής (1863-1869), συνεργάστηκε αρχικά με εφημερίδες και περιοδικά της Πόλης. Ένα από τα πρώτα του δημοσιεύματα φιλοξένησε η εφημερίδα Ομόνοια του Β. Γαβριηλίδη τον Μάιο του 1870. Αρθρογράφησε επίσης
στην Πανδώρα, την Κωνσταντινούπολη, την Μικρά Ασία και την Ανατολή. Ο ίδιος εξέδωσε την εφημερίδα Πρωία (1876). Καθοριστική όμως ήταν η συμβολή του στην περιοδική έκδοση της Εκκλησιαστικής Αλήθειας, το επίσημο όργανο του Πατριαρχείου, όπου προσελήφθη, ήδη από το 1880, από τον Πατριάρχη Ιωάννη Γ΄. Έκτοτε διετέλεσε αρχισυντάκτης, διευθυντής και επίτιμος διευθυντής της μέχρι το 1920.
Μελέτησε ιδιαίτερα την ιστορία του Οικουμενικού Πατριαρχείου μετά την Άλωση, καθώς και τις σχέσεις της ελληνικής κοινότητας μαζί του. Ασχολήθηκε επίσης με τον ελληνισμό της Κωνσταντινουπόλεως και των άλλων Εκκλησιών και κοινοτήτων της Ανατολής.
Ερεύνησε δημόσια και ιδιωτικά αρχεία, συνέλεξε χειρόγραφα, περιέγραψε μνημεία και τόπους, λαϊκές παραδόσεις και αναμνήσεις για την Κωνσταντινούπολη και την ευρύτερη περιοχή, από την περίοδο της Τουρκοκρατίας μέχρι και το 1900.
Για την μελέτη κωδίκων και χειρογράφων, πραγματοποίησε περιοδείες στο Άγιο Όρος, την Πάτμο, τα νησιά της θάλασσας του Μαρμαρά, τα παράλια της Προποντίδας, τη Βιθυνία, την Θεσσαλονίκη, την Θράκη και τις Μικρασιατικές επαρχίες. Εργασίες του δημοσιεύθηκαν σε ημερολόγια, εγκυκλοπαίδειες, περιοδικά και εφημερίδες ή εκδόθηκαν σε αυτοτελείς μελέτες και συνολικά αριθμούν πάνω από 800. Χρησιμοποίησε τα ψευδώνυμα Βυζάντιος, Συνέσιος κ.ά, ενώ δημοσίευε και ανωνύμως.
Ήδη από το 1871 έγινε πρόεδρος του Φιλολογικού Συλλόγου «Πιερία», το 1873 συμμετείχε ως ιδρυτής και ταμίας στον «Σύλλογο των Μεσαιωνικών Ερευνών» (μετέπειτα «Σύλλογος Μεσαιωνικών Σπουδών») και το 1874 ορίσθηκε πρόεδρος του συλλόγου «Σωκράτης». Το 1926 ίδρυσε στην Αθήνα τον Σύλλογο Μεσαιωνικών Γραμμάτων του οποίου και διετέλεσε πρόεδρος μέχρι τον θάνατό του.
Ως αναγνώριση της αφοσίωσής του στην έρευνα γύρω από την ιστορία του Πατριαρχείου, έλαβε από τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο Ε΄ το αξίωμα του Μεγάλου Χαρτοφύλακος (1897), και από τον Πατριάρχη Ιωακείμ, τον διορισμό του ως Χρονογράφου της Μεγάλης Εκκλησίας (1901), θέση που ιδρύθηκε ειδικά για αυτόν. Έλαβε επίσης τον τίτλο του Υπομνηματογράφου της Εκκλησίας Ιεροσολύμων από τον Πατριάρχη Δαμιανό (1919). Η επιστημονική του έρευνα έλαβε διεθνή αναγνώριση με την εκλογή του ως αντεπιστέλλοντος μέλους στο ιστορικό τμήμα της Ρουμανικής Ακαδημίας (1891) και ως μέλους της Ακαδημίας της Ρουέν (1893). Το 1903 ονομάσθηκε αξιωματικός της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως από το Υπουργείο Παιδείας της Γαλλίας. Το 1929 εξελέγη πρόσεδρο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

Κάποια από τα σημαντικότερα αυτοτελή έργα του είναι:

Μεσαιωνικά ανάλεκτα (1874), Χρονικά της Πατριαρχικής Ακαδημίας (1883), Χρονικά του Πατριαρχικού οίκου και του ναού (1884), Ο Άθως. Αναμνήσεις, έγγραφα, σημειώσεις (1885), Η Ζωοδόχος Πηγή και τα ιερά αυτής προσαρτήματα (1886, με το ψευδ. Ευγένιος ιερεύς), Πατριαρχικοί πίνακες (1890), Αποσημειώματα χρονογράφου, 1800-1913 (1932), Μνεία των προ εμού, 1800-1863-1913 (1936), Ειδήσεις εκ της ημετέρας εκκλησιαστικής ιστορίας, 1500-1912 (1936-1938, 5 τεύχη), Πατριαρχικαί εφημερίδες, 1500-1912 (1938), Κύριλλος ο Λούκαρης (1938), Ιστορία των του Χριστού πενήτων, 1453-1913 (1939 κ.ε., σε τεύχη) κ.ά.

[Πηγές: Φ. 3.1 του αρχείου όπου βρίσκονται τα δημοσιεύματα: Γ. Βαλέτας, Μανουήλ Ιω. Γεδεών, ανάτυπο από τη Νέα Εστία, τχ. 396 1.12.1943), τχ. 396)· Μανουήλ Γεδεών ο Άρχων τιμάται στη γη των πατέρων του, ανατύπωση από τα Λεριακά Νέα τχ. 68 (Απρίλιος 1982)· Λεριακά, τόμ. Α΄, Εις μνήμην Μανουήλ Γεδεών, Αθήνα 1986· Φ. 3.4 του αρχείου, όπου βρίσκεται χειρόγραφο αταύτιστο βιογραφικό σημείωμα του Μ. Γεδεών και το έργο του Χ.Γ. Πατρινέλη, Δημοσιεύματα Μανουήλ Γεδεών Αναλυτική περιγραφή, Αθήναι 1974· Α. Ζήρας, «Γεδεών, Μανουήλ», Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 360].

Ζαρίφης, Γεώργιος Ιωαν.

  • Άτομο
  • 1807 - 1884

Πρωτότοκος γιος του Ιωάννη Ζαρίφη (1770-1850) και της Ταρσής το γένος Ιορδάνη Καπλάνογλου, ο Γεώργιος γεννήθηκε στην Κων/πολη το 1807. Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από το μικρό νησί Αλώνη (σημερινό Πασαλιμάνι) της Προποντίδας όπου διατηρούσε αμπέλια και έκανε εμπόριο κρασιού. Μετά την έκρηξη της Επανάστασης του 1821, ολόκληρη η οικογένεια διέφυγε στην Οδησσό όπου παρέμειναν για περίπου μία δεκαετία. Ο Γεώργιος σπούδασε στο φημισμένο γαλλικό σχολείο Lycee Richelieu με υποτροφία του τσάρου. Το 1830 αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον Ι. Καποδίστρια στην Ελλάδα και κατέπλευσαν οικογενειακώς από την Κων/πολη στο Ναύπλιο, όπου πήραν την ελληνική υπηκοότητα και ο Γεώργιος διορίστηκε έφορος της επαρχίας Καρύταινας. Μετά τη δολοφονία του Ι. Καποδίστρια η οικογένεια απογοητευμένη από την κατάσταση στην Ελλάδα αποφάσισε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Ο Γεώργιος εργάστηκε στο κατάστημα του Δημητρίου Ζαφειρόπουλου, φίλου του πατέρα του, εμπόρου από τα Γιάννενα, και μετά το θάνατο του τελευταίου, συνεταιρίστηκε με τον γιο του Στέφανο, με τον οποίο ίδρυσαν τον κραταιό εμπορικό οίκο “Ζαφειρόπουλος & Ζαρίφης” (γνωστό ως Ζ/Ζ) με δίκτυα στην Κων/πολη, Μασσαλία, Λονδίνο, Οδησσό. Ο Γεώργιος παρέμεινε στην Κων/πολη όπου ασχολήθηκε με τις εμπορικές και τραπεζικές εργασίες του οίκου ενώ παράλληλα ήταν ο έμπιστος οικονομικός σύμβουλος και τραπεζίτης του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ του Β’. Εισηγήθηκε τη σύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορικής Τράπεζας (Banque Imperiale Ottomane), της Υπηρεσίας Δημοσίου Χρέους (Service de la dette publique ottomane) και τoυ Οθωμανικού Μονοπωλίου Καπνού (Regie des tabacs de l’ empire ottoman) για να αντιμετωπιστεί από την Υψηλή Πύλη το τεράστιο δημόσιο χρέος και τα δάνεια της αυτοκρατορίας.
Εκτός από επιτυχημένος τραπεζίτης -ήταν επικεφαλής των τραπεζιτών του Γαλατά- και έμπορος, ο Γεώργιος διακρίθηκε για τις μεγάλες ευεργεσίες του στα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα τόσο στην Κων/πολη με την ενίσχυση και συντήρηση των Ζαρίφειων Εκπαιδευτηρίων, του Ζαρίφειου νηπιαγωγείου στα Θεραπειά, του Κεντρικού Παρθεναγωγείου, της Μεγάλης του Γένους Σχολής, του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου, όσο και στη Φιλιππούπολη της Θράκης με τα Ζαρίφεια Διδασκαλεία αρρένων και θηλέων. Οι δωρεές, υποτροφίες και οι φιλανθρωπικές πράξεις του στα Εθνικά Φιλανθρωπικά Καταστήματα (νοσοκομείο Βαλουκλή), σε άπορους νέους και σε ορφανά όσο και στους απλούς ανθρώπους στο δρόμο, τον έκαναν ιδιαίτερα σεβαστό και αγαπητό. Στη διαθήκη του άφησε περίπου 110.00 φράγκα στα παραπάνω ιδρύματα.
Ο Γεώργιος παντρεύτηκε την κόρη του συνεταίρου του Ελένη (Ελέγκω) Δημ. Ζαφειρόπουλου το 1839 και μαζί της απέκτησε 5 παιδιά: 1) τον Λεωνίδα (1840-1923), σύζυγο Ευφροσύνης Νικολοπούλου 2) τον Περικλή (1844-1927), σύζυγο Φάνης Ροδοκανάκη 3) την Σοφία (1848-1923), σύζυγο Οδυσσέα Νεγρεπόντη 4) την Τερέζα (Ταρσή) (1860-1919), σύζυγο Αντωνίου Βλαστού και 5) τον Στέφανο (1863-1894), σύζυγο Μαρίκας Αναγνωστάκη.
Ως ευεργέτης, φιλάνθρωπος και σημαντικός τραπεζίτης τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις και αξιώματα από τους Έλληνες και τους Οθωμανούς.
Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1884. Στην κηδεία του, που κηρύχτηκε επίσημα ημέρα εθνικού πένθους, παρέστησαν όλοι οι επίσημοι και ένα πλήθος 40.000 ανθρώπων τον συνόδευσε στον οικογενειακό τάφο στο Νεκροταφείο του Σισλή.

[Για πιο αναλυτικές βιογραφικές πληροφορίες βλέπε Ν. Μοσχόπουλος, “Γεώργιος Ζαρίφης”, λήμμα στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, “Οικογένεια Ζαρίφη”, λήμμα στην Εγκυκλοπαίδεια του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού (2008) (στο διαδίκτυο), Νικόλαος Ανδρουλιδάκης, “Ο μεγάλος ευεργέτης Γεώργιος Ζαρίφης (1807-1884)” (2012) (στο διαδίκτυο).]

Ζαρίφης, Λεωνίδας Γ.

  • Άτομο
  • 1840 - 1923

Πρωτότοκος γιος του Γεωργίου και της Ελένης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1840. Σπούδασε στην Εμπορική Σχολή της Χάλκης και στη συνέχεια συμπλήρωσε τις εμπορικές σπουδές του στη Μασσαλία και στο Λονδίνο όπου μαθήτευσε στα εμπορικά καταστήματα των θείων του Στέφανου Ζαφειρόπουλου και Μιχαήλ Ζαρίφη. Μετά από δεκαετή περίπου απουσία από την Κωνσταντινούπολη επέστρεψε με την προτροπή του πατέρα του και ασχολήθηκε με τις τραπεζικές και εμπορικές εργασίες της οικογένειας εκεί.
Συμμετείχε στην εταιρεία “Ζαρίφης, Νεγρεπόντης κ’ Σία” με υποκαταστήματα στην Βράιλα και στην Κωνσταντινούπολη που εκκαθαρίστηκε το 1890, ενώ το 1914, σύστησε με τους γιους του την εταιρεία “ L. Zarifi & Cie” που εκκαθαρίστηκε μετά το 1922.
Ο Λεωνίδας Ζαρίφης παντρεύτηκε το 1879 την Ευφροσύνη (Φρόσω) θυγατέρα του Γεωργίου και της Αθηνάς Νικολοπούλου. Απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Γεώργιο (1880-1943), σύζυγο Αργυρώς Στ. Κρίνου, την Ελένη (1882-1976), σύζυγο Στέφανου Ευγενίδη, τον Λέοντα (1884-1963) που παρέμεινε άγαμος, τον Στέφανο (1886-1971), σύζυγο Μαρίας Γραικούση και τον Κωνσταντίνο (1891-1979), σύζυγο Ελένης Σταθάτου.
Από νέος δεν είχε ιδιαίτερα καλή υγεία, ήταν πολύ μύωψ, όχι ιδιαίτερα ευπαρουσίαστος, ενώ αγαπούσε τη φύση, την καλή ζωή και ήταν συμπαθής και αγαπητός.
Πέθανε σε μεγάλη ηλικία, 83 ετών, στην Αθήνα το 1923.

Ζαρίφης, Κωνσταντίνος Λ.

  • Άτομο
  • 1891 - 1979

Τέταρτος στη σειρά γιος του Λεωνίδα και της Ευφροσύνης Ζαρίφη γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1891. Σπούδασε μηχανικός στο Παρίσι στην Ecole Centrale des Arts et Manufactures (1911-1914) και στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήρθε και έζησε στην Αθήνα. Διορίστηκε έφεδρος ανθυπολοχαγός του Μηχανικού και υπηρέτησε στο Πολιτικό Γραφείο του Ελ. Βενιζέλου.
Είχε ιστορικά ενδιαφέροντα, κυρίως για την περίοδο του Βυζαντίου, ενώ τον ενδιέφερε και η πολιτική. Βενιζελικός από νέος, πολιτεύτηκε το 1936 με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Ασχολήθηκε με την οικονομική διαχείριση, την εκποίηση της οικογενειακής περιουσίας και τα κληρονομικά ζητήματα, κυρίως σχετικά με τα ακίνητα της οικογένειας στην Κωνσταντινούπολη.
Παντρεύτηκε το 1919 την Ελένη (Λένα) θυγατέρα του Κωνσταντίνου και της Χαρίκλειας Σταθάτου με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά: την Ελεονόρα (Νόρα) (1920- ;), σύζυγο Χαράλαμπου Ιωσηφόγλου, την Ευφροσύνη (Φρόσω) (1922- ;), σύζυγο Αριστείδη Πηλαβάκη και τον Λεωνίδα (Λένο) (1925-2003), σύζυγο Έλλης Ρωμάνου. Τα εγγόνια του από την πρώτη του κόρη Νόρα: η Ελένη (Λέλη), σύζυγος Πέτρου Κυριακόπουλου, η Ευφροσύνη (Φρόσω) και η Μαριάννα. Από τη δεύτερη κόρη του Φρόσω: η Ιωάννα, ο Νικόλαος και ο Κωνσταντίνος και από τον γιο του Λένο: ο Κωνσταντίνος, ο Γεώργιος - που είναι και ο δωρητής του αρχείου- και η Βιργινία.
Πέθανε σε μεγαλύτερη ηλικία από τον πατέρα του, 88 ετών, στη Αθήνα το 1979.

[Για τη σύνταξη των βιογραφικών αντλήθηκαν στοιχεία, από το βιβλίο του Γεωργίου Λ. Ζαρίφη, Οι αναμνήσεις μου. Ένας κόσμος που έφυγε. Κωνσταντινούπολη 1800-1920. Αθήνα, Τροχαλία, 2002, και από υλικό του αρχείου.]

Ζυγούρης, Χρήστος

  • Άτομο

Ο Χρήστος Ζυγούρης ήταν στρατιωτικός. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας ήταν λοχαγός, διευθυντής του 3ου Επιτελικού Γραφείου της V Μεραρχίας (1920-1/1923) και μετά το τέλος των επιχειρήσεων ανέλαβε την σύνταξη της πολεμικής έκθεσης της Μεραρχίας.
Στη διάρκεια του Πολέμου 1940-1941 ο Ζυγούρης ήταν υποστράτηγος διοικητής της IX Μεραρχίας στα ελληνοαλβανικά σύνορα.

Κέπετζη, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • 1833 -

Ο Σταύρος Μιχ. Κέπετζης (1833–1919), γεννήθηκε στη Μήθυμνα, σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1864 παντρεύτηκε την Ευανθία Μιχ. Θεολόγου που καταγόταν από τη Φιλαδέλφεια (Αλάς Σεχίρ) της Μικράς Ασίας. Έζησαν στην περιοχή της Κωνσταντινούπολης (Φανάρι, Σταυροδρόμι, Μακροχώρι) ως το 1905, οπότε εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα. Ο Σ. Κέπετζης χρημάτισε έφορος της Μεγάλης του Γένους Σχολής, πρόεδρος της Εφορείας του Ζωγραφείου Λυκείου και του Εμπορικού Επιμελητηρίου Κωνσταντινουπόλεως. Η Ελένη Κέπετζη, αδελφή του Σταύρου, είναι μητέρα του Αργύρη Εφταλιώτη. Ο πατέρας της συζύγου του Ευανθίας είναι ο ιδρυτής των Θεολογείων Εκπαιδευτηρίων Φιλαδελφείας και εκείνη διέθεσε το κληροδότημα του θείου της Παντελή Θεολόγου στο Ιωακείμιο Παρθεναγωγείο του Φαναρίου. Το σπίτι τους στο Μακροχώρι παραχώρησαν στο Παρθεναγωγείο και μετέπειτα στην Αστική Σχολή της κοινότητας. Απέκτησαν δύο κόρες και τρεις γιους. Η κόρη τους Ευτέρπη Κέπετζη ήταν ποιήτρια (ψευδ. Πέπη Σταύρου), ο γιος τους Μιχαήλ σπούδασε νομικά στη Γαλλία, όπου έγινε διδάκτορας, και στη συνέχεια καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στη Βέρνη. Διετέλεσε εφέτης στα Μικτά Δικαστήρια της Αλεξάνδρειας, αντιπρόσωπος της Ελλάδας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και σύμβουλος της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Ειρήνης μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Συνθήκη των Σεβρών. Υπηρέτησε επίσης ως πρεσβευτής της Ελλάδας στη Βέρνη. Ο αδελφός του Ιωάννης είναι ο παππούς του δωρητή του αρχείου Αντώνη Κέπετζη.
Ο Εμμανουήλ Λουκάς, προπάππος του δωρητή (πατέρας της γιαγιάς του Σοφίας), ήταν υποπρόξενος της αυτοκρατορικής Ρωσσίας στη Σμύρνη και στη Μυτιλήνη. Η σύζυγός του Χαρίκλεια Δουκάκη–Κουκλέλη κατείχε εκτάσεις ελαιοδένδρων στον Κάτω Τρίτο Λέσβου.
Ο Διονύσιος Πανάς, ήταν παππούς της δωρήτριας Εύας Μυλωνά–Κέπετζη, παντρεμένος με την Πολυτίμη Λυκιαρδοπούλου. Η κόρη τους Ασπασία, είναι η μητέρα της δωρήτριας.
Τα κατάλοιπα του ζωγράφου Οδυσσέα Φωκά προέρχονται από το εργαστήριό του στην Καλλιθέα, όπου κατοίκησε ο Αντώνης Κέπετζης την περίοδο 1962–1965.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Αθηνά Γαϊτάνου–Γιαννιού, Το πνευματικό Μακροχώρι του καιρού μου, Κωνσταντινούπολη 1951 και πληροφορίες των δωρητών].

Ροντάκης, Γιώργος

  • Άτομο

Ο Γιώργος Ροντάκης, γεννήθηκε το 1877. Με ψευδώνυμο Γκούρας ο Αλειτούργητος, έγραψε ποίηση, πεζογραφία και κείμενα για τη δημοτική γλώσσα. Συγκαταλέγεται στους δημοτικιστές λογίους της Κωνσταντινούπολης. Συνεργασίες του δημοσιεύονται στο περιοδικό Γράμματα Αλεξανδρείας.
Εκδόσεις έργων του:
Γιώργος Κ. Ροντάκης, Ρωμαίικη γραμματική, Αθήνα, τυπογραφικά καταστήματα Ανέστη Κωνσταντινίδη, 1904.
Γιώργος Κ. Ροντάκης, Οι μποξέρ. Ο κ. Σπ. Βάσης. Α΄. Αθήνα, 1907.
Γκούρας Αλειτούργητος, Στο παραγώνι, Αθήνα, έκδοση Κύκλου, 1936 (διηγήματα).

[Πηγή: τεκμήρια του αρχείου]

Καστανάκης, Θράσος

  • Άτομο
  • 1901-1967

Ο Θράσος Καστανάκης, γιος της Ευρυδίκης Παπαδάκη και του Αντώνιου Καστανάκη,γεννήθηκε στα Ταταύλα της Κωνσταντινούπολης το 1901. Ήταν ο μικρότερος, μετά τον Νίκο και τον Λουκά,από τους τρεις γιους της οικογένειας. Το 1918 τελείωσετις εγκύκλιες σπουδές τουστο Lycée National Francohellenique στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης και το 1919 γράφτηκε στην Σχολή Ζωντανών Ανατολικών Γλωσσών της Σορβόννης.Εκεί γνώρισε τον Γιάννη Ψυχάρη, ο οποίος ήταν καθηγητής του, και τον AndréMirambel. Αποφοίτησε με άριστα το 1921 και διορίστηκετην ίδια χρονιά ως επιμελητής του τμήματος της Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας της Σχολής.Έκτοτε έμεινε μόνιμα στο Παρίσι με μόνη κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο,οπότε έφυγε από τη χώρα και κατέληξεστην Ελλάδαστις 20 Οκτωβρίου 1940 μέχρι τις 22 Δεκεμβρίου 1945.
Το 1929 παντρεύτηκε τη φιλόλογο Αγγέλα Βαλιάδη και χώρισαν το 1932. Το 1933 παντρεύτηκε την Ελπίδα Μαυροειδή (με την οποία έμειναν μαζί μέχρι τον θάνατό της το 1963). Ο Θράσος Καστανάκης πέθανε το 1967 από κίρρωση του ήπατος.
Η ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία ξεκίνησε με το διήγημα «Φοβισμένη Ψυχή»,το οποίο δημοσιεύτηκε το 1918 στο περιοδικό Λόγοςπου εξέδιδε ο Λύσανδρος Πράσινος, φίλος του Θράσου Καστανάκη. Στο περιοδικό δημοσίευσε και ποιήματα, τα οποία περιέλαβεστην πρώτη και μοναδική ποιητικήσυλλογή τουΕρημιές του Ηλιόχαρου, το 1921 στην Κωνσταντινούπολη. Το 1924,με το μυθιστόρημά του Οι Πρίγκηπες,κέρδισε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό μυθιστορήματος του εκδοτικού οίκου Μιχαήλ Ζηκάκη, με πρόεδρο του διαγωνισμού τον Παύλο Νιρβάνα και εισηγητή τον Ηλία Βουτιερίδη.Έκτοτε στράφηκε αποκλειστικά στην πεζογραφία. Έργα του έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση και έχουν μεταφραστεί στα γαλλικά και στα ιταλικά.
Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του συνεργάστηκε με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες ως ανταποκριτής τόσο στην Γαλλία όσο και στην Ελλάδα.

Έργα:
Ποιητικές συλλογές:Οι ερημιές του ηλιόχαρου (1921).
Μυθιστορήματα: Οι Πρίγκηπες (1924), Στο Χορό της Ευρώπης (1929), Η φυλή των Ανθρώπων (1932), Τα Μυστήρια της Ρωμιοσύνης (1933), Μεγάλοι Αστοί (1935), Τον Καιρό της Ειρήνης (1942), Ο Χατζη-Μανουήλ (1956), Η Παγίδα (1962), Κόκκινο Άστρο (1985).
Συλλογές διηγημάτων: Η Χορεύτρια Κοντεσσίνα Φελιτσιτά(1928), Το Παρίσι της Νύχτας και του Έρωτα (1929), Το Μαστίγιο κι οι Πολυλέλαιοι(1930), Ο Ομογενής Βλαδίμηρος (1936), Ο Ρασκάγιας(1939), Επιλογή (1944), Η Φάρσα της Νιότης (1944), Εφτά Ιστορίες (1944), Η Προδομένη Γαλλία (1945).

Καραβίδας, Κωνσταντίνος

  • Άτομο
  • 1890 - 1973

Ο Κωνσταντίνος Καραβίδας γεννήθηκε στην Κεφαλονιά το 1890. Ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Πάτρα και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Από το 1908 έως το 1912, κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Νομική, έλαβε μέρος στους αγώνες για το Δημοτικισμό με ηγέτες τους Αλέξανδρο Δελμούζο, τον Φίλιππο Δραγούμη και άλλους. Υπηρέτησε στους Βαλκανικούς Πολέμους το 1912 στην Αετορράχη και το 1913 στις μάχες του Κιλιντίρ, της Δοϊράνης και της Στρώμνιτσας και στο Πέτσοβο. Το 1914 αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετά την αποφοίτηση του προσλήφθηκε ως ακόλουθος νομαρχίας και υπηρέτησε στη Νομαρχία Ναυπλίου.
Το 1917 εντάχθηκε στο Εθνικό Κίνημα Θεσσαλονίκης. Υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις και για ένα διάστημα βρέθηκε στο Πολιτικό Γραφείο του Ελευθέριου Βενιζέλου. Λίγο αργότερα τοποθετήθηκε στη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας με αρμοδιότητες σε ζητήματα εποικισμού έως το Σεπτέμβριο του 1920. Μετά την παραίτηση του από τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας το 1920 και έως το 1926 ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία αρθρογραφώντας σε διάφορα έντυπα. Στις αρχές του 1922 βρέθηκε στην Ύπατη Αρμοστεία Σμύρνης με την ιδιότητα του δημοσιογράφου. Για ένα μικρό διάστημα πριν τη μετάβαση του στη Σμύρνη διετέλεσε επίσης διευθυντής του περιοδικού ‘Πολιτική Επιθεώρησις’ του Ίωνος Δραγούμη, που εξέδιδε τότε ο αδελφός του Φίλιππος Δραγούμης. Μετά την επιστροφή του από τη Σμύρνη και μέχρι το 1924 ο Κωνσταντίνος Καραβίδας εξέδιδε μαζί με το Ντίνο Μαλούχο το περιοδικό ΄Κοινότης’. Από το 1926 έως το 1930 εργάστηκε ως τμηματάρχης του Υπουργείου Εξωτερικών στη Βόρεια Ελλάδα με αρμοδιότητες σε ζητήματα εποικισμού. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Καραβίδας συνέταξε πλήθος εκθέσεων και υπομνημάτων για το προσφυγικό ζήτημα, τον εποικισμό και την ανταλλαγή των πληθυσμών. To 1932 προσλήφθηκε στην Αγροτική Τράπεζα. Ασχολήθηκε με την οργάνωση των έργων εγγείων βελτιώσεων σε μικρές κοινότητες σε όλη την επικράτεια. Οι εκθέσεις και τα υπομνήματα του για τα εγγειοβελτιωτικά έργα αποτελούν ένα μεγάλο κομμάτι του αρχείου του.
Συνταξιοδοτήθηκε από την Αγροτική Τράπεζα το 1953.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της ‘Δημοκρατικής Ομάδας.’ Την περίοδο της Κατοχής συμμετείχε ενεργά στην έκδοση της παράνομης αντιστασιασικής εφημερίδας ‘Ο Δημοκράτης’. Το πλούσιο συγγραφικό του έργο περιέχει μελέτες, συλλογές ποιημάτων και διηγήματα. Μερικά από τα αυτοτελή δημοσιευμένα συγγράμματά του: Εύρωπος (1925), Δωρικόν Άσμα (1926), Η Μακεδονοσλαβική Αγροτική Κοινότης (1926), Η πύκνωσις των αγροτικών μας πληθυσμών (1927), Σοσιαλισμός και Κοινοτισμός (1930), Αγροτικά (1931). Ο Καραβίδας έχει επίσης δημοσιεύσει σειρά άρθρων σε πολλές εφημερίδες με ποικίλη θεματογραφία.
Πέθανε το Μάρτιο του 1973 έπειτα από μακρά ασθένεια. Ο Κωνσταντίνος Καραβίδας ήταν παντρεμένος με την Τούλα Μ. Κωτσάκη με την οποία απέκτησαν μια κόρη τη Ζωή, σύζυγο του Κ. Π. Καλλιγά. Σχετικά με τον κοινοτισμό και τη συμβολή του Κωνσταντίνου Καραβίδα, βλ. το άρθρο "Κοινοτισμός, Μια αίγλη φωτός!", εφημερίδα Μακεδονία Κυριακή 07.11.2010.

Επιτροπή για την επανέκδοση των απάντων του Κωνσταντίνου Καραβίδα

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1975 -

Η «Επιτροπή για την επανέκδοση των απάντων του Κωνσταντίνου Καραβίδα» ιδρύθηκε το 1975. Μέλη της ήταν οι: Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Μαύρος, Φαίδων Βεγλερής,
Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Κωνσταντίνος Καλλίας, Ιωάννης Πεσμαζόγλου, Αγνή Ρουσσοπούλου και η κόρη του συγγραφέα Ζωή Καλλιγά-Καραβίδα. Το 1978 επανέκδοσε το βιβλίο του Καραβίδα Αγροτικά. Έρευνα επί της κοινωνικής μορφολογίας εν Ελλάδι και εν ταις γειτονικαίς σλαυικαίς χώραις. Μελέτη συγκριτική. Αθήνα 1931.

Βερναρδάκης, Αθανάσιος

  • Άτομο
  • 1844 - 1912

Ο έμπορος και λόγιος Αθανάσιος Βερναρδάκης γεννήθηκε στην Αγία Μαρίνα της Μυτιλήνης το 1844. Ήταν ο δευτερότοκος γιος του Νικολάου Βερναρδάκη και της Μελισσηνής Τραντάλη και αδελφός των, γνωστών επίσης λογίων, Δημητρίου (1833-1907) και Γρηγορίου Βερναρδάκη (1848-1925). Τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και σπούδασε Πολιτική Οικονομία στο Παρίσι (1866-1870). Έζησε στην Κωσταντινούπολη και αργότερα στην Αθήνα, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο ενώ τα τελευταία δέκα πέντε χρόνια της ζωής του χρημάτισε τραπεζίτης. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Πολιτικής Οικονομίας των Παρισίων και της Ακαδημίας του Στανισλάου. Παντρεύτηκε το 1874 την Θαλία Κωνστ. Βικέλα, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά τον Κωνσταντίνο, την Μαρίνα, και την Έλλη. Πέθανε στην Αθήνα το 1912 σε ηλικία 68 ετών.

Καραπάνος, Γεράσιμος

  • Άτομο
  • 1880 - 1927

Ο Γεράσιμος Καραπάνος ήταν γιος του Ιωάννη και της Ευφροσύνης Μαυρομμάτη. Η καταγωγή του παππού του Γεράσιμου Καραπάνου ήταν από την Άρτα και της μητέρας του από την Αρκαδία. Είχε δύο ακόμη αδέλφια τον Περικλή και την Μαρία μετέπειτα σύζυγο Σπύρου Στύλου. Η οικογένειά του κατοικούσε στην Αθήνα στην οδό Σταΐκου και Καπλανών. Ο ίδιος σπούδασε στο Παρίσι στην Ecole Nationale Superieure des Mines. Συνέχισε τις σπουδές του στη Λιέγη (1901) ενώ το 1902 βρίσκεται πάλι στο Παρίσι. Οι σπουδές του πραγματοποιήθηκαν με την αρωγή και την προστασία του αδελφού του πατέρα του Κωστή, ο οποίος είχε παντρευτεί την Μαρία Χρηστάκη Ζωγράφου (1847-1901), και είχε αποκτήσει μαζί της τέσσερα παιδιά τον Πύρρο, τον Αλέξανδρο, την Ελένη και τη Ζωή.
Ο Γεράσιμος το 1908 παντρεύτηκε την Ερμιόνη Μαυρομμάτη από τη Μερσίνα της Μικράς Ασίας (η καταγωγή του πατέρα της Κωνσταντίνου ήταν από την Πάφο και της μητέρας της Αθηνάς Ρούσου από την Τήνο). Ο Κωνσταντίνος Μαυρομμάτης ήταν μέγας ευεργέτης της κοινότητας Μερσίνας και είχε ιδρύσει εκεί τα Μαυρομμάτεια εκπαιδευτήρια. Η Ερμιόνη είχε άλλα οκτώ αδέλφια: την Ελένη Ταχιντζή, την Μαριγώ Κρίστμαν, τον Χριστόφορο, την Αργυρώ Αλιβιζάτου, την Καλλιόπη Ισαακίδη, τον Ανδρέα, τον Αντώνη και τον Γιώργο. Ο Γεράσιμος και η Ερμιόνη απέκτησαν δύο παιδιά, τον Κώστα και την Φρόσω.
Εργάστηκε για τις μεταλλευτικές επιχειρήσεις των αδελφών Ράλλη στη Μ. Ασία και συνεργάστηκε με τον Γεώργιο Ζερβουδάκη στην αναζήτηση χρυσού στην Αφρική και σε επιχειρήσεις του ίδιου στην Μικρά Ασία και στην Αίγυπτο. Ο Ζερβουδάκης όμως χρεωκόπησε το 1911 και η οικονομική κατάσταση του Καραπάνου επιδεινώθηκε σοβαρά. Από το 1910 είχε εγκατασταθεί στην Αλεξάνδρεια και είχε ένα κτήμα στη Σιρέουα, το οποίο εκμεταλλευόταν οικονομικά.
Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους και στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων όπου και τον ζωγράφισε η Θάλεια Φλωρά-Καραβία.
Ήταν δημοτικιστής, φίλος και χορηγός του Γεώργιου Σκληρού, γνώριμος του Καβάφη, ανήκε στον κύκλο του περιοδικού Γράμματα της Αλεξάνδρειας και πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου Αιγύπτου ο οποίος υπηρετούσε ανάλογους μεταρρυθμιστικούς στόχους με τον ομώνυμο ελλαδικό.

Κολυβάς, Αλέξιος

  • Άτομο
  • 1848 - 1915

Ο Αλέξιος Κολυβάς ήταν λόγιος από τη Ζάκυνθο. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στις Βρυξέλλες. Το 1876 διηύθυνε στη Ζάκυνθο την εφημερίδα Ο μοχλός και αργότερα το 1885 την εφημερίδα Εξεταστής. Δίδαξε ελληνικά στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και στο Βαρβάκειο Λύκειο. Το 1897 ανέλαβε την ιδιοκτησία και διεύθυνση της Νέας Εφημερίδος του Ιωάννη Καμπούρογλου. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και χρημάτισε πολλές φορές βασιλικός επίτροπος στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Για είκοσι χρόνια κατείχε τη θέση του γραμματέα της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων. Είχε καταρτίσει συλλογές χειρογράφων και κωδίκων και συλλογή βυζαντινών εικόνων. Παντρεύτηκε την Σοφία Γρηγορίου Μπουρνιά με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: τον Κωνσταντίνο, την Αγγελική (σύζυγο Πλάτωνα Χατζημιχάλη) και την Άννα.

Κολυβάς, Κωνσταντίνος

  • Άτομο
  • 1894 - 1941

Ο Κωνσταντίνος Α. Κολυβάς κατετάγη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1914. Υπηρέτησε στο 1ο και 3ο σύνταγμα Ιππικού (1916-1920) και το Νοέμβριο του 1921 προήχθη σε ίλαρχο. Το 1923 παραιτήθηκε από το στράτευμα, εργάστηκε ως επιθεωρητής στην Εταιρεία Διαχειρίσεως Υπεγγύων Προσόδων και ως έφεδρος αξιωματικός πολέμησε στον πόλεμο του 1940. Πέθανε από συγκοπή καρδιάς στη Θεσσαλονίκη στις 7 Μαρτίου 1941.

Κουρουσόπουλος, Βασίλειος Α.

  • 1803 - 1882

Ο Βασίλειος Αθανασίου Κουρουσόπουλος (Τρίπολη 1803 – Κόρινθος 1882) υπηρέτησε την πατρίδα ως στρατιωτικός και πολιτικός σε διάφορες θέσεις από την αρχή του Αγώνα υπέρ της Ανεξαρτησίας. Χρημάτισε γραμματέας του Θ. Κολοκοτρώνη και αντιπρόσωπος της επαρχίας Κορίνθου. Από το 1828 και μέχρι το 1864, οπότε και υπέβαλε την παραίτησή του στο υπουργείο Δικαιοσύνης, υπηρέτησε ως δικαστικός (ειρηνοδίκης, πρόεδρος Πρωτοδικείου, εφέτης και αρεοπαγίτης). Υπήρξε μέλος της Φιλανθρωπικής και Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και διακρίθηκε με τον Αργυρό και Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος καθώς και με άλλα παράσημα. Είχε παντρευτεί την Κατίνα Γεωργίου Οικονομοπούλου με την οποία απέκτησε τον Τιμολέοντα και την Ανδρομάχη (σύζυγο Εμ. Βλαχάκη) και μετά το θάνατο της γυναίκας του παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Ευδοκία Δημητρίου Τομαρά (1815-1885) με την απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Θεμιστοκλή (σύζυγο Σοφίας Γιαννοπούλου), τον Αριστείδη (σύζυγο Ιουλίας Σαμουρκάση), την Ουρανία (σύζυγο Α. Μεντσελόπουλου), την Ελένη (σύζυγο Λεοντίου Οικονόμου). [Βλέπε και ιδιόχειρη βιογραφία του φακ. 1.1, όπου συμπεριλαμβάνονται και βιογραφικά στοιχεία του γιου του Θεμιστοκλή].

Κουρουσόπουλος, Θεμιστοκλής Β.

  • Άτομο
  • 1841 - 1916

Ο Θεμιστοκλής Β. Κουρουσόπουλος ήταν αξιωματικός του Μηχανικού. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (1855) και μετεκπαιδεύτηκε στη Στρατιωτική Σχολή του Metz. Προβιβάστηκε σε ανθυπολαχαγό το 1866, αντισυνταγματάρχη το 1890 και υποστράτηγο το 1906 και τιμήθηκε με το Σταυρό των Ταξιαρχών του Τάγματος Σωτήρος. Το 1873 παντρεύτηκε την Σοφία (1851-1899), κόρη του συμβούλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και υπουργού Οικονομικών (1866,1868) Παναγιώτη Εμ. Γιαννοπούλου και της Ασπασίας, η οποία γεννήθηκε στην Πάτρα και φοίτησε στο Ελληνικό Εκπαιδευτήριο του Δ. Σουρμελή. Απέκτησαν μαζί τρία παιδιά: την Ευδοκία (1876- ; ), σύζυγο του Ευάγγελου Σοφιανού, τον Βασίλειο (1878-1929) και τον Παναγιώτη (1882- ;).

Κουρουσόπουλος, Βασίλειος Θ.

  • Άτομο
  • 1878 - 1929

Ο Βασίλειος Κουρουσόπουλος, γιος του Θεμιστοκλή και της Σοφίας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1878. Τελείωσε το Βαρβάκειο Λύκειο Αθηνών το 1893 και κατόπιν παρακολούθησε τον πρώτο χρόνο της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου. Τον Σεπτέμβριο του 1895 μπήκε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από όπου αποφοίτησε το 1899 και κατετάγη στο Πεζικό. Υπηρέτησε στη Χαρτογραφική Υπηρεσία και το 1908 στάλθηκε στο Στρατιωτικό Γεωγραφικό Ινστιτούτο στη Βιέννη για να επιβλέψει την εκτύπωση του επιτελικού χάρτη της Ελλάδας, όπου και παρέμεινε μέχρι τον Μάιο του 1910. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα διηύθυνε τις εργασίες αναθεώρησης των χαρτογραφικών φύλλων Φαρσάλων και Δομοκού. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους (μάχες Λαζαράδων, Σόροβιτς, Κόμανο, Θεσσαλονίκης και Γευγελή), όπου και τραυματίστηκε με διαμπερές τραύμα στο κεφάλι και στο στήθος. Το Μάρτιο του 1913 κατέλαβε τη Σάμο και υπηρέτησε ως στρατιωτικός διοικητής του νησιού και το Νοέμβριο διορίστηκε υπασπιστής του Ε. Βενιζέλου και καθηγητής Τοπογραφίας στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Το 1918 επικεφαλής του 8ου Συντάγματος Πεζικού έλαβε μέρος με τους Συμμάχους στις μάχες της Ενωτίας, Αυχένος Τζένα και Τσάρεβο Σέλο. Διοίκησε κατά διαστήματα την XIV Μεραρχία (1918-1920), τον Αύγουστο του 1920 την ΙΙ Μεραρχία στο Ουσάκ της Μικράς Ασίας και το 1921 μετατέθηκε ως διοικητής της ΧΙΙης Μεραρχίας. Έλαβε μέρος το 1922 στην Επανάσταση στη Χίο και διορίστηκε μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής με αρχηγό τον Στ. Γονατά, ενώ το 1925 ετέθη σε αποστρατεία από τη δικτατορία του Θ. Παγκάλου. Ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία τον Σεπτέμβριο του 1926 και ανέλαβε τη διοίκηση του Β΄ Σώματος Στρατού στη Λάρισα.
Τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος Σωτήρος, τον Γαλλικό Πολεμικό Σταυρό και τη Λεγεώνα της Τιμής, τον Ελληνικό Πολεμικό Σταυρό (1918), τον Σταυρό Ταξιαρχών του Γεωργίου Α΄ (1921), τον Σταυρό Ταξιαρχών του Τάγματος Σωτήρος (1923), το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας (1924).
Έγραψε μελέτες και άρθρα στρατιωτικού και χαρτογραφικού ενδιαφέροντος και μετέφρασε άρθρα από τα γερμανικά και γαλλικά.
Είχε παντρευτεί την Αγνή Ιωάννου Θεοφιλάτου (γεννημένη το 1870 στην Ιθάκη) με την οποία είχε αποκτήσει ένα γιο, τον Θεμιστοκλή που ακολούθησε σταδιοδρομία νομικού.
Ο αντιστράτηγος Βασίλειος Θ. Κουρουσόπουλος πέθανε από συγκοπή καρδιάς στις 17 Φεβρουαρίου 1929, στη Θεσσαλονίκη, και κηδεύθηκε στην Αθήνα.
[Για αναλυτικότερες πληροφορίες για τη στρατιωτική σταδιοδρομία του βλέπε φάκελο 5.1 του αρχείου].

Μελά, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • 1866 -

Ο Κωνσταντίνος Μελάς (1874-1953) γεννήθηκε στη Μασσαλία και ήταν γιος του πολιτικού Μιχαήλ Μελά και αδελφός του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά και του ιδιαίτερου γραμματέα του βασιλιά Κωνσταντίνου Γεωργίου Μελά. Αποφοίτησε από τη σχολή Ναυτικών δοκίμων και έγινε αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού. Συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 καθώς και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ήταν ανθυποπλοίαρχος του πολεμικού πλοίου «Μιαούλης» στις αρχές του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική. Εκλέχτηκε βουλευτής Ιωαννίνων με το κόμμα των Φιλελευθέρων το 1915 και το 1920.

Ο Γεώργιος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1866 όπου μεγάλωσε και σπούδασε νομικά. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως έφεδρος επίλαρχος. Διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά Κωνσταντίνου, θέση από την οποία παραιτήθηκε όταν διαφώνησε με την πολιτική της Ελλάδος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Έγραψε στα γαλλικά βιβλίο με τίτλο Ο Κωνσταντίνος το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Λ. Μακκά.

Ο Μιχαήλ Μελάς ήταν γιος του Κωνσταντίνου Μελά. Γεννήθηκε το 1902 στην Αθήνα και διέπρεψε ως πρέσβης της Ελλάδας στο εξωτερικό.

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Who is who, υλικό του αρχείου]

Μελάς, Κωνσταντίνος

  • Άτομο
  • 1874 - 1953

Ο Κωνσταντίνος Μελάς (1874-1953) γεννήθηκε στη Μασσαλία και ήταν γιος του πολιτικού Μιχαήλ Μελά και αδελφός του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά και του ιδιαίτερου γραμματέα του βασιλιά Κωνσταντίνου Γεωργίου Μελά. Αποφοίτησε από τη σχολή Ναυτικών δοκίμων και έγινε αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού. Συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 καθώς και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ήταν ανθυποπλοίαρχος του πολεμικού πλοίου «Μιαούλης» στις αρχές του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική. Εκλέχτηκε βουλευτής Ιωαννίνων με το κόμμα των Φιλελευθέρων το 1915 και το 1920.

Μελάς, Γεώργιος

  • Άτομο
  • 1866 - 1931

Ο Γεώργιος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1866 όπου μεγάλωσε και σπούδασε νομικά. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως έφεδρος επίλαρχος. Διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά Κωνσταντίνου, θέση από την οποία παραιτήθηκε όταν διαφώνησε με την πολιτική της Ελλάδος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Έγραψε στα γαλλικά βιβλίο με τίτλο Ο Κωνσταντίνος το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Λ. Μακκά. (Πηγές: Who is who, υλικό του αρχείου ΜΕΛΑ)

Αποτελέσματα 801 έως 900 από 1119