Showing 1119 results
Authority recordΟ Ιωάννης Φραντζής γεννήθηκε στις 19 Αυγούστου 1909 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο στρατηγός Αμβρόσιος Φραντζής και μητέρα του η Μαγδαληνή Φραντζή. Σε μικρή ηλικία ο Ιωάννης μετακόμισε με την οικογένειά του στο Λονδίνο όταν ο πατέρας του μετατέθηκε στη βρετανική πρωτεύουσα ως Στρατιωτικός Ακόλουθος στην Ελληνική Πρεσβεία. Στην Αγγλία φοίτησε στο Dulwich College. Μετά την ενηλικίωσή του επέστρεψε στην Αθήνα όπου και φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1931 έδωσε εξετάσεις για το Διπλωματικό Σώμα με επιτυχία. Από το 1931 έως το 1935 υπηρέτησε στο Υπουργείο Εξωτερικών. Το 1935 διορίστηκε Υποπρόξενος στον Αυλώνα της Αλβανίας και στη συνέχεια στο Γενικό Προξενείο Καΐρου (1938-1940) όπου τον βρήκε η έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1940 κατατάχθηκε ως εθελοντής στον ελληνικό στρατό Μέσης Ανατολής. Στη Μάχη του Έλ Αλαμέιν πήρε μέρος ως δόκιμος ανθυπολοχαγός της Α΄ Ελληνικής Ταξιαρχίας και παρασημοφορήθηκε. Το 1944 τοποθετήθηκε Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Προέδρου της Κυβέρνησης Γ. Παπανδρέου πρώτα στο Κάιρο και στη συνέχεια στο Λίβανο.
Κατά την απελευθέρωση είχε διορισθεί σύνδεσμος του Προέδρου της Κυβέρνησης με τις αγγλικές πολιτικές και στρατιωτικές αρχές στην Ελλάδα και ήταν παρών στις κρίσιμες συνεδριάσεις στα Δεκεμβριανά. Το 1945 τοποθετήθηκε ως σύνδεσμος του Αντιβασιλέως και του Υπουργείου Εξωτερικών. Κατά τη διάρκεια της Διάσκεψης των Παρισίων το 1946 διετέλεσε Διευθυντής του Ιδιαίτερου Γραφείου του Προέδρου Κ. Τσαλδάρη. Το 1947 για ένα μικρό χρονικό διάστημα υπηρέτησε ως γενικός διευθυντής Τύπου του Υπουργού Βορείου Ελλάδος Δημήτριου Ροδόπουλου . Στη συνέχεια και μέχρι το 1948 υπηρέτησε ως επιτετραμμένος στην Πρεσβεία της Ελλάδος στην Πραιτώρια. Από το 1948 έως το 1950 ο Φραντζής υπηρέτησε στην Ελληνική Πρεσβεία της Ουάσινγκτον. Το Σεπτέμβριο του 1950 διορίστηκε Διευθυντής του Διπλωματικού Γραφείου του Υπουργού Εξωτερικών Στ. Στεφανόπουλου. Στη θέση αυτή παρέμεινε έως το 1953 με συνεχείς αποστολές στο Παρίσι και το Στρασβούργο στις συνεδριάσεις του Συμβούλιου της Ευρώπης. Η θέση του Συμβούλου στην Πρεσβεία του Λονδίνου αποτέλεσε τον επόμενος σταθμό στη διπλωματική του καριέρα απο το 1953 έως το 1955.
Απο το 1955 έως το 1958 συνέχισε να υπηρετεί στο Λονδίνο στη θέση του Διευθυντή του Γραφείου Τύπου της Πρεσβείας. Το Φεβρουάριο του 1958 τοποθετήθηκε στην Τριμερή Γραμματεία Συμφώνου Άγκυρας ως Προϊστάμενος της Γραμματείας. Από το 1959 έως το 1964 υπηρετεί στο ΥΠΕΞ στην Αθήνα. Το 1964 διορίζεται Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ευρωπαϊκής Συνεργασίας. Από το 1965 έως το 1967 υπηρέτησε στην Πρεσβεία της Ινδίας ως Πρέσβης της Ελλάδας. Τον Ιούλιο του 1967 εξήλθε του διπλωματικού κλάδου αφού είχε συμπληρώσει το όριο της τριακονταπενταετίας. Ο Ιωάννης Φραντζής παντρεύτηκε το 1957 τη Φάνη Αργέντη. Πέθανε το 1984 στην Αθήνα.
Ο Philip Betancourt, Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Temple της Φιλαδέλφεια (ΗΠΑ) και αρχαιολόγος με ειδίκευση τη Μινωική Κρήτη, δώρισε το 2002 τη συλλογή του από ταχυδρομικά δελτάρια στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη.
Τριτοετής φοιτητής της Νοµικής Σχολής στο Πανεπιστήµιο Αθηνών, ο Στέφανος Σαράφης (Τρίκαλα Θεσσαλίας 1890 - Αθήνα 1957) κατατάχτηκε εθελοντικά στο στρατό το 1912 και έλαβε µέρος στους Βαλκανικούς πολέµους. Στη συνέχεια φοίτησε στη Σχολή Υπαξιωµατικών. Προσχώρησε στο κίνηµα της Θεσσαλονίκης και συµµετείχε στον Α΄ Παγκόσµιο Πόλεµο και στη Μικρασιατική Εκστρατεία προαγόµενος συνεχώς επ’ ανδραγαθία. Το 1920, διώχτηκε από τους "µοναρχικούς" και εξορίστηκε.. Επανερχόµενος στο στράτευµα µετά την επικράτηση της "επανάστασης του 1922" µε το βαθµό του αντισυνταγµατάρχη (1923), µετεκπαιδεύτηκε στη Γαλλία (1924) και φοίτησε στη Σχολή Πολέµου (1925-1926). Στρατιωτικός ακόλουθος στη Γαλλία το 1934, αποτάχθηκε από το στρατό και καταδικάστηκε σε φυλάκιση, µετά το Κίνηµα το 1935. Ιδρυτής το 1941, µαζί µε άλλους στρατιωτικούς, της µυστικής οργάνωσης 3Α, βγήκε στο βουνό το 1943 για να οργανώσει αντάρτικο. Προσχώρησε στον ΕΛΑΣ, µετά τη πρόσκαιρη σύλληψή του, και έγινε ο στρατιωτικός αρχηγός του. Το 1946 εκτοπίστηκε στην Σέριφο και στη συνέχεια στη Μακρόνησο. Το 1951, εξόριστος στον Αη Στράτη, εκλέχτηκε βουλευτής της ΕΔΑ αλλά η εκλογή του ακυρώθηκε. Γραµµατέας της ΕΔΑ και µέλος της Διοικούσας της Επιτροπής από το 1951, εκλέχτηκε βουλευτής Λαρίσης το 1956. Το 1957 σκοτώθηκε στον Άλιµο.
Ύπατη Αρμοστεία Σμύρνης, Διεύθυνση των Τελωνείων Σμύρνης
- Corporate body
1ο Γενικό Λύκειο Αλεξανδρούπολης
- Corporate body
Την προπολεμική περίοδο (μέχρι 1941) λειτουργούσε Γυμνάσιο (εξατάξιο) και τριτάξιο Αστικό Σχολείο Θηλέων και Σαμοθράκης. Από το 1944 έως το 1959 λειτούργησε το οκτατάξιο Γυμνάσιο Αλεξανδρούπολης, ενώ το 1959 το οκτατάξιο έγινε εξατάξιο μέχρι τη σχολική χρονιά 1961-1962. Από το 1962 έως το 1964 μετονομάστηκε σε Γυμνάσιο Αρρένων (εξατάξιο). Με το νόμο 4379/1964 καθιερώνεται τρίχρονο γυμνάσιο και τρίχρονο λύκειο, οπότε μετατρέπεται σε Α’ Γυμνάσιο Αρρένων και Λύκειο Αρρένων. Τα λύκεια διατηρούνται μέχρι το 1967, όπου η δικτατορία επαναφέρει τα εξατάξια γυμνάσια και καταργεί τα λύκεια. Το Γυμνάσιο Αρρένων (εξατάξιο) λειτουργεί μέχρι τη σχολική χρονιά 1975-1976 όπου και πάλι καθιερώνεται τρίχρονο Λύκειο Αρρένων (1976-1979). Τη σχολική χρονιά 1979-1980 μετονομάζεται σε 1ο Λύκειο Αλεξανδρούπολης μέχρι το 1985, όπου αλλάζει σε Γενικό Λύκειο Αλεξανδρούπολης και διατηρεί τη μορφή του έως το 1997, που θεσπίζονται τα Ενιαία Λύκεια.
- Corporate body
- Person
- Person
- 1896 - 1928
Ο Δημήτριος Γ. Σκουριώτης (Μήτσος) γεννήθηκε στο Ξηροκάμπι Λακωνίας, μάλλον το 1896. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα. Στη Μικρά Ασία βρέθηκε τουλάχιστον από τις αρχές τού θέρους 1920 ως το τέλος του ίδιου έτους. Μετά την επιστροφή του συνέχισε σπουδές στη Γαλλία και στη Γερμανία (Λειψία), τουλάχιστον ως το τέλος του 1925, και επέστρεψε, ως φαίνεται, με διδακτορικό τίτλο. Απεβίωσε από μηνιγγίτιδα στην γενέτειρά του, μάλλον στο τέλος του 1928. Ο πατέρας του, Γεώργιος Σκουριώτης, ήταν φιλόλογος και κτηματίας και είχε διατελέσει σχολάρχης.
Τις φωτογραφίες διεφύλαξε η αδελφή του Βίλη Στρατηγάκη, στη συνέχεια ο γιος της (και πατέρας της δωρήτριας), Τάσος Στρατηγάκης.
Οι πληροφορίες προέρχονται από σημείωμα της δωρήτριας του αρχείου στο ΕΛΙΑ, η οποία τις άντλησε από αναφορές σε ιδιόχειρες σημειώσεις και επιστολές στο οικογενειακό αρχείο (όχι στο δωρηθέν τμήμα του αρχείου).
- Family
- Person
Ελληνική Βασιλική Οικογένεια (1863-1974)
- Corporate body
- Person
Ο Αντώνιος Μαυρομουστάκης, γεννήθηκε στην Σύρο το 1935 και είναι πρόσφυγας δεύτερης γενιάς. Οι γονείς του ήταν ο Αχιλλέας Μαυρομουστάκης, γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη και η Στυλιανή Κατολία, γεννημένη στα Δαρδανέλλια, οι οποίοι λίγο πριν το 1922 έφτασαν στη Σύρο. Ο Αχιλλέας Μαυρομουστάκης τα πρώτα χρόνια, δούλευε σαν δάσκαλος στο Αμερικανικό Ορφανοτροφείο της Near East Relief, αργότερα διορίστηκε στη Δημαρχία ληξίαρχος και εξελέγη δύο φορές δημοτικός σύμβουλος. Τον Ιούλιο του 1923, μαζί με άλλους πρόσφυγες, ιδρύουν την “Παμπροσφυγική Ένωση Κυκλάδων” , με πρώτο Πρόεδρο τον ίδιο. Έργο του Συλλόγου ήταν να περιθάλψει τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής και να διεκδικήσει για αυτούς καλύτερες συνθήκες ζωής. Με τις ενέργειες του Συλλόγου χτίστηκε ο πρώτος προσφυγικός συνοικισμός στον Ξηρόκαμπο, στους πρόποδες της Άνω Σύρου.
- Person
- Person
- Person
Ο υποστράτηγος Παναγιώτης Γαργαλίδης (Μεσσήνη, 1870 - Καλαμάτα, 1942) πήρε μέρος σε όλους τους πολέμους από το 1897 έως τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Στη διάρκεια της Ουκρανικής Εκστρατείας ήταν διοικητής της β΄ μεραρχίας πεζικού και διακρίθηκε στη διάσωση της συμμαχικής φρουράς Χερσώνας. Το 1922 ήταν διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού στον Έβρο. Τον Οκτώβριο του 1923 έλαβε μέρος στο φιλομοναρχικό κίνημα του Λεοναρδόπουλου και καταδικάστηκε σε θάνατο χωρίς όμως η ποινή να εκτελεστεί. Αποκαταστάθηκε το 1935.
- Person
Η Ευφροσύνη, θυγατέρα του Σταύρου Γλύκαντζη (καπετάνιου καϊκιών) και της Χρυσής, το γένος Ιωάννη Παπόγλου, με καταγωγή από τους Ελιγμούς της επαρχίας Προύσας, επαγγελλομένης οικιακά, εγκαταστάθηκε μετά τον α΄διωγμό του 1917 στην Παραλία Καλαμάτας, στην οικία του Δημήτρη Παναγιωτόπουλου, σε ηλικία 23-24 ετών. Αργότερα παντρεύτηκε έναν πλανόδιο ψαρά ονόματι Βογιαντζή.
Μελέτιος - Δ΄ ο Μεταξάκης, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
- Person
- 1871 - 1935
- Person
- 1878 - 1970
Η Dorothy Horrax Sutton γεννήθηκε στο Montclair του New Jersey στις 27 Ιουνίου 1878, κόρη του Edwin και της Elizabeth Horrax. Εκπαιδεύτηκε ως νηπιαγωγός. Το 1918 πήγε στη Γαλλία όπου διήυθυνε διάφορα έργα ανθρωπιστικής βοήθειας. Το φθινόπωρο του 1919 η Sutton επέστρεψε στην Αμερική. Εκείνη την εποχή ο Οργανισμός Near East Relief έψαχνε εξειδικευμένο προσωπικό για να διευθύνει το έργο της ίδρυσης νηπιαγωγείων στην Εγγύς Ανατολή. Την πλησίασε ο οργανισμός και συμφώνησε να συνεχίσει για ένα χρόνο ως εθελόντρια. Έφτασε στην Κωνσταντινούπολη το 1920 και έμεινε εκεί για μια περίοδο έξι μηνών. Η επόμενη αποστολή της ήταν ο Καύκασος και η ανθρωπιστική βοήθεια στους Αρμένιους στην περιοχή. Στο Γερεβάν, η D. S. Sutton έμεινε περίπου ένα έτος ως υπέυθυνη του έργου της Εγγύς Ανατολής εκεί. Στη συνέχεια εστάλη στο Ιζμίτ, Ανατολία. Με το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου και την επακόλουθη ανταλλαγή πληθυσμών, ανατέθηκε στη Sutton να είναι υπεύθυνη για το έργο του επαναπατρισμού ανθρώπων από τη μια χώρα στην άλλη. Η Sutton στάλθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου υπηρέτησε για δεκατέσσερις μήνες. Με διακοπές μόνο τριών εβδομάδων στις Ηνωμένες Πολιτείες, η D. H. Sutton συνέχισε να εργάζεται στην Ελλάδα έως το 1926.
Η Sutton σε αναγνώριση του έργου της σχετικά με την αποκατάσταση των Ελλήνων προσφύγων της απονεμήθηκε παράσημο από τον Βασιλιά Γεώργιο της Ελλάδας (Croix of St Zaviere). Της απονεμήθηκε επίσης το Μετάλλιο Διακεκριμένης Υπηρεσίας της Near East Relief. Η Ντόροθι πέθανε στο Charlottesville, Virginia στις 18 Νοεμβρίου 1970.
- Person
- 1874 - 1958
Ο Bert Hodge Hill γεννήθηκε στις 7 Μαρτίου 1874, στο Μπρίστολ του Βερμόντ. Έλαβε το πτυχίο του από το Πανεπιστήμιο του Βερμόντ το 1895 και το μεταπτυχιακό του από το Πανεπιστήμιο Columbia το 1900. Η συνεργασία του με την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα ξεκίνησε ως υπότροφος Drisler του Columbia το 1901 και παρέμεινε για τα δύο επόμενα χρόνια (1902-1903). Μετά από ένα σύντομο διάστημα, κατά τη διάρκεια του οποίου ήταν Βοηθός Επιμελητής Κλασικών Αρχαιοτήτων στο Μουσείο Καλών Τεχνών και Λέκτορας στην Ελληνική Γλυπτική στο Wellesley College, επέστρεψε στη Σχολή και διετέλεσε διευθυντής για είκοσι χρόνια (1906-1926). Ο Hill συμμετείχε ενεργά στις υποθέσεις της Σχολής ακόμη και μετά την επίσημη αποχώρησή του από τη διεύθυνση. Αργότερα υπηρέτησε ως διευθυντής της Αρχαιολογικής Αποστολής στην Κύπρο του Πανεπιστημίου της Pennsylvania στις ανασκαφές στη Λάπηθο και στο Κούριο (1932 και από το 1934 έως το 1952). Το 1936-1937 ταξίδεψε ευρέως στις Ηνωμένες Πολιτείες ως Λέκτορας του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου της Αμερικής (Charles Eliot Norton Lecturer)
Τα ακαδημαϊκά ενδιαφέροντα του Hill ήταν ποικίλα. Ως διευθυντής της Σχολής ήταν υπεύθυνος για τις ανασκαφές στην Κόρινθο όπου επικεντρώθηκε στη μελέτη των κρηνών (Πειρήνη Κρήνη, Γλαύκη Κρήνη κ.λπ.). Ασχολήθηκε επίσης με τη μελέτη των μνημείων της Ακρόπολης Αθηνών, ιδιαίτερα του Ερεχθείου και του Παρθενώνα, καθώς και με την τοπογραφία της Αθήνας. Εκτός από την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική και την τοπογραφία, ασχολήθηκε με σπουδές επιγραφικής και εργάστηκε για τη δημοσίευση πολλών επιγραφών. Η γνώση του για την ελληνική αρχαιολογία, ιδίως εκείνη της Αθήνας, αναγνωρίστηκε ευρέως και, κατά συνέπεια, ήταν σύμβουλος σε όλους όσοι δημοσίευαν σε αυτά τα θέματα.
Ο αντίκτυπός του στον τομέα της αρχαιολογίας αναγνωρίστηκε. Έλαβε τιμητικά πτυχία και υποτροφίες από πολλά ιδρύματα, όπως το Πανεπιστήμιο του Βερμόντ, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, η Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών, το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο, η Εταιρεία για την Προώθηση Ελληνικών Μελετών κ.λπ. Ήταν μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών, μέλος της Αμερικανικής Φιλολογικής Ένωσης και του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Αμερικής.
Ο Hill παντρεύτηκε την Ida Carleton Thallon το 1924. Έζησε στην Αθήνα σχεδόν συνεχώς από το 1900 μέχρι το θάνατό του το 1958, και πάντα συμμετείχε ενεργά στην πνευματική και κοινωνική ζωή της πόλης, προσφέροντας τις υπηρεσίες του σε πολλούς ανθρωπιστικούς και εκπαιδευτικούς οργανισμούς. Ο Hill υπηρέτησε με τον Αμερικανικό Ερυθρό Σταυρό κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και στην Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων στο πλαίσιο της Κοινωνίας των Εθνών τη δεκαετία του 1920. Επιπλέον, ήταν μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Κολλεγίου Αθηνών από την ίδρυσή του το 1925 και, ως διοικητικό στέλεχος του Αμερικανικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος στην Ελλάδα βοήθησε στην προώθηση του προγράμματος Fulbright στην Ελλάδα.
Ο Bert Hodge Hill πέθανε στις 2 Δεκεμβρίου 1958. Ο τάφος του βρίσκεται στο Προτεσταντικό Τμήμα του Πρώτου Νεκροταφείου της Αθήνας.
- Person
- 1869 - 1953
Ο Αμβρόσιος Φραντζής γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 1869 στην Κυπαρισσία. Στα χρόνια του Δημοτικού και του Σχολαρχείου βρέθηκε με την οικογένειά του πρώτα στην Αρκαδία και στη Ζάκυνθο και στη συνέχεια στην Κέρκυρα. Από το 1885 έως το 1890 ο Φραντζής φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων. Ανάμεσα στους συμφοιτητές του στη Σχολή ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς και ο Ξενοφών Στρατηγός. Το 1892 φοίτησε στη Σχολή του Ιππικού. Από το 1893 έως το 1895 ο Φραντζής βρέθηκε στη Γαλλία και το Βέλγιο για στρατιωτικές σπουδές. Το 1895 επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1897 υπηρετεί την πατρίδα με το βαθμό του αξιωματικού του Πυροβολικού στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Παντρεύτηκε τη Μαγδαληνή (Μανταλένα/Λιλίκα) Πετμεζά στις 18 Δεκεμβρίου 1901. Απέκτησαν τρία παιδιά, τη Θάμαρ, τη Μαργαρίτα και τον Ιωάννη. Το 1909 πήρε μέρος στην Επανάσταση στο Γουδί. Από το 1910 έως το 1912 υπηρέτησε ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Ελληνική Πρεσβεία Κωνσταντινουπόλεως και στη Σόφια. Με το ξέσπασμα του Πρώτου Βαλκανικού πολέμου βρέθηκε στη Διεύθυνση Πληροφοριών και στη συνέχεια τοποθετήθηκε αντιπρόσωπος του Ελληνικού στρατού στο Βουλγαρικό επιτελείο. Στη συνέχεια και μέχρι το τέλος των Βαλκανικών πολέμων τοποθετείται στο επιτελείο του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Το 1917 διορίστηκε στρατιωτικός ακόλουθος στην Ελληνική Πρεσβεία στο Λονδίνο. Στις διαπραγματεύσεις στο Συνέδριο της Ειρήνης στο Παρίσι μετά το τέλος του Πολέμου ο Φραντζής παρευρίσκεται με την ιδιότητα του ως Στρατιωτικός Ακόλουθος στην Πρεσβεία του Λονδίνου. Επικεντρώνεται, σύμφωνα με τις οδηγίες των ανωτέρων του, στο να διαφωτίσει τους αγγλικούς παράγοντες του Συμβουλίου στο ζήτημα της ελληνικότητας της Ανατολικής Θράκης. Το Μάιο του 1922 ο Φραντζής τοποθετείται ως εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Επιτροπής της Εθνικής Άμυνας για τη Μικρασία. Το 1926 τοποθετείται επικεφαλής του στρατιωτικού οίκου του Προέδρου της Δημοκρατίας Ναυάρχου Π. Κουντουριώτη. Μετά τη συνταξιοδότηση του με το βαθμό του Στρατηγού ασχολήθηκε με τη συγγραφή ποιημάτων και διηγημάτων. Το 1932 εξέδωσε τη συλλογή διηγημάτων Αγκωνάρια. Με δική του πρωτοβουλία και άλλων φίλων των απογόνων οικογενειών του 1821 ιδρύεται το 1938 ο Πατριωτικός Όμιλος Απογόνων Αγωνιστών του 1821 και Ιστορικών Γενεών της Ελλάδος. Ο Στρατηγός Αμβρόσιος Φραντζής πέθανε την 1η Μαρτίου του 1953 στην Αθήνα.
- Person
- 1888 - 1968
Σµπαρούνης-Τρίκορφος, Νικόλαος
- Person
- 1888 - 1966
Ο Νικόλαος Σµπαρούνης Τρίκορφος φοίτησε στην Ιατρική Σχολή Αθηνών και ειδικεύθηκε στη χειρουργική. Ως στρατιωτικός ιατρός συµµετείχε ενεργά στους πολέµους της περιόδου 1912-1922 (Βαλκανικοί Πόλεµοι, Α΄ Παγκόσµιος Πόλεµος, Ουκρανική εκστρατεία, εκστρατεία στο Σαγγάριο). ∆ιευθυντής του Χειρουργικού Τµήµατος του Γαλλικού Νοσοκοµείου Αθηνών (1926-1929) και του Ευαγγελισµού (1930- 1941). ∆ιαδέχθηκε τον καθηγητή Μαρίνο Γερουλάνο στη διεύθυνση της οµώνυµης ιδιωτικής κλινικής, η οποία µετονοµάσθηκε σε Κλινική Σµπαρούνη και αργότερα σε Γερουλάνειο Ίδρυµα (1941-1966). Συνέληφθη από τους Γερµανούς τον Ιούνιο του 1944, αλλά απέδρασε στο Κάιρο, όπου ανέλαβε την εκπροσώπηση της ελληνικής κυβέρνησης στην UNRRA. Συµµετείχε ως Υπουργός Υγιεινής στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του ναυάρχου Πέτρου Βούλγαρη (1945) και Υπουργός Κοινωνικής Προνοίας στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του Στυλιανού Μαυροµιχάλη (1963). Πέθανε στην Αθήνα το 1966.
- Person
- 1879 - 1921
- Person
- 1849 - 1926
Ο Τιμολέων Αμπελάς γεννήθηκε στην Πάτρα στις 4.5.1849 και πέθανε στην Αθήνα στις 26.8.1926. Τις εγκύκλιες σπουδές του ξεκίνησε στην Αθήνα και ολοκλήρωσε στην Ερμούπολη. Σπούδασε στη νομική σχολή και διορίστηκε ως δικηγόρος στη Σύρο (1872), στη συνέχεια ως πρωτοδίκης στη Χαλκίδα (1877) και υπηρέτησε εκεί καθώς και στην Ζάκυνθο, την Αθήνα, την Λευκάδα, την Κέρκυρα και την Λάρισα (1895). Το 1901 έγινε πρόεδρος πρωτοδικών και το 1904 εφέτης στην Πάτρα. Λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του, έπαιξε ενεργό ρόλο ως ανακριτής στη δίκη εναντίον του Α. Δελμούζου και άλλων για τα λεγόμενα «αθεϊκά» του Βόλου.
Κατά τα έτη 1876-1877 είχε αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας Εθνοφύλαξ και κατά τα 1921-1922 εργάστηκε ως ανταποκριτης της εφημερίδας Ατλαντίς της Νέας Υόρκης.
Ο Τιμολέων Αμπελάς υπήρξε κυρίως δραματικός συγγραφέας που κινήθηκε στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών και άλλων λογοτεχνικών διαγωνισμών.
Παντρεύτηκε (26.4.1886) την Ασπασία Δ. Αθανασίου, χήρα Χ. Φαρλόπουλου, και απέκτησαν πέντε παιδιά (Δημήτριος, Φαίδων, Λέων, Ιουλία, Έλλη).
- Person
- 1922 - 2006
Η Γιολάντα Τερέντσιο γεννήθηκε στην Αθήνα το 1922. Ήταν κόρη του Τόνι Τερέντσιο και της Τζούλιας Αμπελά και είχε μία αδελφή κατά δύο χρόνια νεότερη, την Άλμπα. Τελείωσε το Γυμνάσιο της Γερμανικής Σχολής (1934-1940) και ενεγράφη στη Νομική Σχολή, από την οποία δεν αποφοίτησε. Το 1944 συνελήφθη από τα Ες-Ες λόγω της αντιστασιακής της δράσης και εστάλη για καταναγκαστική εργασία στην Αυστρία. Εκεί δραπέτευσε από το στρατόπεδο επιλογής, συνελήφθη όμως και κρατήθηκε στη φυλακή Λάντεσγκεριχτ της Βιέννης. Μετά την απελευθέρωση της πόλης από τον Ερυθρό Στρατό, επέστρεψε στην Αθήνα με πολλές κακουχίες, τον Αύγουστο του 1945, οπότε αποτύπωσε την εμπειρία της αιχμαλωσίας της στο έργο 413 Μέρες. Έλαβε το δίπλωμα του Γαλλικού Ινστιτούτου (1946-1948) και του Βρετανικού Συμβουλίου (1946-1949) στην Αθήνα, ενώ παράλληλα δημοσίευε στον Ταχυδρόμο της Αλεξάνδρειας συνεντεύξεις με τους σημαντικούς λογοτέχνες της εποχής. Στη συνέχεια πήρε το δίπλωμα προπαιδευτικής του τμήματος Συγχρόνων γλωσσών στο Πανεπιστήμιο της Νίκαιας (1949-1950), όπου παρακολούθησε και μαθήματα του Κέντρου Μεσογειακών Σπουδών. Την ίδια περίοδο δημοσίευε στη Νέα Εστία, τον Ταχυδρόμο (Αθηνών) και το Βήμα συνεντεύξεις με διαπρεπείς γάλλους στοχαστές και νομπελίστες. Τις σπουδές της συνέχισε στη Σορβόννη, ολοκληρώνοντας την Ανωτέρα Σχολή Δημοσιογραφίας στο Παρίσι (1950-1952). Την ίδια περίοδο άρχισε να μεταφράζει στα γαλλικά το έργο της 413 Μέρες που δεν είχε εκδοθεί ακόμη τότε στα ελληνικά. Επιστρέφοντας στην Αθήνα συνεργάστηκε με τον Ταχυδρόμο (από το 1955), το Βήμα (από το1957) και τα Νέα. Από τον Νοέμβριο του 1967 ως τον Ιούνιο του 1975 εργάσθηκε ως δημοσιογράφος του ελληνικού τμήματος του BBC στο Λονδίνο. Η προσφορά της στην ενημέρωση των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της δικτατορίας αναγνωρίσθηκε κυρίως στο ντοκιμαντέρ της Πέπης Ρηγοπούλου: «Γιολάντα Τερέντσιο, η φωνή του BBC στα χρόνια της δικτατορίας», που προβλήθηκε στην εκδήλωση διαμαρτυρίας για τη διακοπή λειτουργίας της ελληνικής εκπομπής του BBC (22.11.2005) της ΠΟΕΣΥ, των «Ενώσεων Συντακτών» και των «Τμημάτων Επικοινωνίας & ΜΜΕ» του Παντείου και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου. Από το 1974 συνεργάσθηκε ως ανταποκρίτρια από το Λονδίνο με την Καθημερινή και σύντομα, μετά την επιστροφή της στην Αθήνα, ως συντάκτρια. Από το 1978 ως το 1981 ανέλαβε την μηνιαία ενημερωτική εκπομπή στην κρατική τηλεόραση «Η Πορεία της Ευρώπης» (58 εκπομπές) και τη σειρά εκπομπών στο ραδιόφωνο με τίτλο «Τι θα πει Ευρώπη» (Νοέμβριος 1976-1978, 26 εκπομπές). Το 1981 συνέχισε με τις ραδιοφωνικές εκπομπές «Αναζήτηση της Αγγλίας», «Η Ευρώπη των Εννέα» και «Η Ευρώπη των Δέκα», «Ο κόσμος χθες, σήμερα, αύριο» (1987-1998) στην ΕΡΤ, και «Αναδρομή στις ρίζες» (1996-1998) στο 5ο Πρόγραμμα.
Εξέδωσε τρία αυτοτελή έργα: 413 μέρες (Εστία, 1982, 1η έκδοση στα γαλλικά [1958] και μετά στα ισπανικά [1961]), Ο κόσμος χθες, σήμερα, αύριο – Πνευματικοί άνθρωποι (συνεντεύξεις με Έλληνες λογοτέχνες, που είχε πάρει από το 1949, Μίνωας, 1992) και Κορυφαίοι Έλληνες στη σφαίρα της τέχνης (Ε.Λ.Ι.Α., 2000). Ετοίμαζε και ένα τέταρτο βιβλίο το οποίο θα περιελάμβανε συζητήσεις με ευρωπαίους λογοτέχνες, που έχουν τιμηθεί με το βραβείο Νόμπελ. Συμμετείχε επίσης σε συλλογικά έργα. Εξέδωσε τις μεταφράσεις: Η χώρα που δε φτάνεις ποτέ του Andre Dhotel και Υπολοχαγός Κάτια της Κατρίν Ντεβιλιέ.
Πέθανε στην Αθήνα στις 13 Ιουνίου 2006, μετά από μακρά ασθένεια.
Πηγή: Αρχείο Γ. Τερέντσιο (φάκ. 71.1), και τα έργα της: Ο κόσμος χθες σήμερα αύριο. Πνευματικοί άνθρωποι, Μίνωας, 1993, Κορυφαίοι Έλληνες στη σφαίρα της τέχνης. Συνεντεύξεις – Δοκίμια, Ε.Λ.Ι.Α., 2000.
- Person
O Ανδρέας Θεοδωρόπουλος είχε τέσσερις γιους: Θεόδωρο, Ιωάννη, Κωνσταντίνο και Αριστείδη. Ο Θεόδωρος παντρεύτηκε το 1927 τη Χρυσάνθη το γένος Σταματοπούλου, και απέκτησαν δύο κόρες: την Πολυτίμη και την Παρασκευή. Η οικογένεια καταγόταν από την κοινότητα Χειράδων Αρκαδίας και το επώνυμο των γιων του Ανδρέα διαμορφώθηκε σε Ανδριόπουλος ή Θεοδωρόπουλος από το όνομα του πατέρα τους. Στα έγγραφα του αρχείου απαντούνται επίσης και οι τύποι Ανδρεόπουλος και Θεοδωρογιαννόπουλος.
- Person
- 1904 - ;
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1904 και σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και φιλοσοφία, παιδαγωγικά και ψυχολογία στα πανεπιστήμια του Αμβούργου, της Ιένας και της Βιέννης, όπου και αναγορεύθηκε διδάκτωρ της Φιλοσοφίας (1934). Το 1933-1934 εργάσθηκε ως έκτακτη βοηθός στο Ψυχολογικό Ινστιτούτο της Βιέννης και κατόπιν ως βοηθός και επιμελήτρια του Πανεπιστημιακού Εργαστηρίου Πειραματικής Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών (ως το 1937). Το 1937 ορίστηκε μέλος του Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Συμβουλίου του οποίου αργότερα χρημάτισε αντιπρόεδρος (1963-1964). Διετέλεσε καθηγήτρια της Εφηρμοσμένης Ψυχολογίας στην Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς (ΑΒΣΠ, 1954-1968) και πρόεδρος της Επιτροπής του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών για την κατοχύρωση του επαγγέλματος του ψυχολόγου (1979). Δίδαξε στην Σχολή Επιμορφώσεως Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης το διάστημα 1977-1983. Λόγω πολιτικών πεποιθήσεων απομακρύνθηκε από την υπηρεσία της τα διαστήματα 1946-1952, 1953-1955, 1955-1960, 1967, για να αποκατασταθεί οριστικά κατά την Μεταπολίτευση. Εξελέγη ομότιμη καθηγήτρια της ΑΒΣΠ, επίτιμη εκπαιδευτική σύμβουλος του Υπουργείου Παιδείας και υφηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Ως μέλος του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου υποστήριξε την σύνταξη της γραμματικής της δημοτικής καθώς και τον Οργανισμό Εκδόσεων Σχολικών Βιβλίων. Εκπρόσωπος του Υπουργείου Παιδείας στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας, έλαβε μέρος στην οργάνωση της «Σχολικής Ώρας» και θέσπισε τις σχολικές ραδιοφωνικές εκπομπές του Υπουργείου Παιδείας κατά την διάρκεια του Πολέμου (1940-1941). Αργότερα, ως καθηγήτρια της ΑΒΣΠ ίδρυσε το Εργαστήριο Εφηρμοσμένης Ψυχολογίας (1960). Συμμετείχε επίσης στην ίδρυση της Σχολής Κοινωνικής Προνοίας της ΧΕΝ, του Συλλόγου Ελλήνων Ψυχολόγων (1963-1968) της Εταιρείας Ψυχικής Υγιεινής και Νευροψυχιατρικής του Παιδιού, της οποίας διετέλεσε και αντιπρόεδρος, του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδος και άλλων κοινωνικών φορέων.
Έργο:
Παιδομετρικαί έρευναι εν Ελλάδι (1934), Η αυθόρμητη συμπεριφορά των ενηλίκων προς τα παιδιά μέσα στην οικογένεια (1934, διδακτορική διατριβή), Ο θεσμός της συνεργασίας των μαθητών ως μέσον κοινωνικής αγωγής (1937, διατριβή για υφηγεσία), Επίτομη Κοινωνική Ψυχολογία (1958).
[Πηγές: Λήμμα «Γεδεών-Καρανικόλα, Σοφία», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τόμ. 2, Εκδοτική Αθηνών].
- Person
- 1851 - 1943
Γεννήθηκε στις 8 Ιουλίου 1851 στην Κωνσταντινούπολη από τον Ιωάννη Γεδεών (1812-1878, κάλφα ή αρχιτέκτονα το επάγγελμα) και την Άννα, οι οποίοι κατάγονταν από την Λέρο. Παντρεύτηκε την Ευγενία Λαγουδάκη και απέκτησαν δύο κόρες την Σοφία και την Ισαβέλλα. Το 1921 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Αθήνα, όπου και απεβίωσε το 1943.
Απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής (1863-1869), συνεργάστηκε αρχικά με εφημερίδες και περιοδικά της Πόλης. Ένα από τα πρώτα του δημοσιεύματα φιλοξένησε η εφημερίδα Ομόνοια του Β. Γαβριηλίδη τον Μάιο του 1870. Αρθρογράφησε επίσης
στην Πανδώρα, την Κωνσταντινούπολη, την Μικρά Ασία και την Ανατολή. Ο ίδιος εξέδωσε την εφημερίδα Πρωία (1876). Καθοριστική όμως ήταν η συμβολή του στην περιοδική έκδοση της Εκκλησιαστικής Αλήθειας, το επίσημο όργανο του Πατριαρχείου, όπου προσελήφθη, ήδη από το 1880, από τον Πατριάρχη Ιωάννη Γ΄. Έκτοτε διετέλεσε αρχισυντάκτης, διευθυντής και επίτιμος διευθυντής της μέχρι το 1920.
Μελέτησε ιδιαίτερα την ιστορία του Οικουμενικού Πατριαρχείου μετά την Άλωση, καθώς και τις σχέσεις της ελληνικής κοινότητας μαζί του. Ασχολήθηκε επίσης με τον ελληνισμό της Κωνσταντινουπόλεως και των άλλων Εκκλησιών και κοινοτήτων της Ανατολής.
Ερεύνησε δημόσια και ιδιωτικά αρχεία, συνέλεξε χειρόγραφα, περιέγραψε μνημεία και τόπους, λαϊκές παραδόσεις και αναμνήσεις για την Κωνσταντινούπολη και την ευρύτερη περιοχή, από την περίοδο της Τουρκοκρατίας μέχρι και το 1900.
Για την μελέτη κωδίκων και χειρογράφων, πραγματοποίησε περιοδείες στο Άγιο Όρος, την Πάτμο, τα νησιά της θάλασσας του Μαρμαρά, τα παράλια της Προποντίδας, τη Βιθυνία, την Θεσσαλονίκη, την Θράκη και τις Μικρασιατικές επαρχίες. Εργασίες του δημοσιεύθηκαν σε ημερολόγια, εγκυκλοπαίδειες, περιοδικά και εφημερίδες ή εκδόθηκαν σε αυτοτελείς μελέτες και συνολικά αριθμούν πάνω από 800. Χρησιμοποίησε τα ψευδώνυμα Βυζάντιος, Συνέσιος κ.ά, ενώ δημοσίευε και ανωνύμως.
Ήδη από το 1871 έγινε πρόεδρος του Φιλολογικού Συλλόγου «Πιερία», το 1873 συμμετείχε ως ιδρυτής και ταμίας στον «Σύλλογο των Μεσαιωνικών Ερευνών» (μετέπειτα «Σύλλογος Μεσαιωνικών Σπουδών») και το 1874 ορίσθηκε πρόεδρος του συλλόγου «Σωκράτης». Το 1926 ίδρυσε στην Αθήνα τον Σύλλογο Μεσαιωνικών Γραμμάτων του οποίου και διετέλεσε πρόεδρος μέχρι τον θάνατό του.
Ως αναγνώριση της αφοσίωσής του στην έρευνα γύρω από την ιστορία του Πατριαρχείου, έλαβε από τον Πατριάρχη Κωνσταντίνο Ε΄ το αξίωμα του Μεγάλου Χαρτοφύλακος (1897), και από τον Πατριάρχη Ιωακείμ, τον διορισμό του ως Χρονογράφου της Μεγάλης Εκκλησίας (1901), θέση που ιδρύθηκε ειδικά για αυτόν. Έλαβε επίσης τον τίτλο του Υπομνηματογράφου της Εκκλησίας Ιεροσολύμων από τον Πατριάρχη Δαμιανό (1919). Η επιστημονική του έρευνα έλαβε διεθνή αναγνώριση με την εκλογή του ως αντεπιστέλλοντος μέλους στο ιστορικό τμήμα της Ρουμανικής Ακαδημίας (1891) και ως μέλους της Ακαδημίας της Ρουέν (1893). Το 1903 ονομάσθηκε αξιωματικός της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως από το Υπουργείο Παιδείας της Γαλλίας. Το 1929 εξελέγη πρόσεδρο μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Κάποια από τα σημαντικότερα αυτοτελή έργα του είναι:
Μεσαιωνικά ανάλεκτα (1874), Χρονικά της Πατριαρχικής Ακαδημίας (1883), Χρονικά του Πατριαρχικού οίκου και του ναού (1884), Ο Άθως. Αναμνήσεις, έγγραφα, σημειώσεις (1885), Η Ζωοδόχος Πηγή και τα ιερά αυτής προσαρτήματα (1886, με το ψευδ. Ευγένιος ιερεύς), Πατριαρχικοί πίνακες (1890), Αποσημειώματα χρονογράφου, 1800-1913 (1932), Μνεία των προ εμού, 1800-1863-1913 (1936), Ειδήσεις εκ της ημετέρας εκκλησιαστικής ιστορίας, 1500-1912 (1936-1938, 5 τεύχη), Πατριαρχικαί εφημερίδες, 1500-1912 (1938), Κύριλλος ο Λούκαρης (1938), Ιστορία των του Χριστού πενήτων, 1453-1913 (1939 κ.ε., σε τεύχη) κ.ά.
[Πηγές: Φ. 3.1 του αρχείου όπου βρίσκονται τα δημοσιεύματα: Γ. Βαλέτας, Μανουήλ Ιω. Γεδεών, ανάτυπο από τη Νέα Εστία, τχ. 396 1.12.1943), τχ. 396)· Μανουήλ Γεδεών ο Άρχων τιμάται στη γη των πατέρων του, ανατύπωση από τα Λεριακά Νέα τχ. 68 (Απρίλιος 1982)· Λεριακά, τόμ. Α΄, Εις μνήμην Μανουήλ Γεδεών, Αθήνα 1986· Φ. 3.4 του αρχείου, όπου βρίσκεται χειρόγραφο αταύτιστο βιογραφικό σημείωμα του Μ. Γεδεών και το έργο του Χ.Γ. Πατρινέλη, Δημοσιεύματα Μανουήλ Γεδεών Αναλυτική περιγραφή, Αθήναι 1974· Α. Ζήρας, «Γεδεών, Μανουήλ», Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 360].
- Person
Η Αθηνά Γαϊτάνου (αρχικά Γαϊτανοπούλου)-Γιαννιού ήταν εκπαιδευτικός, συγγραφέας, δημοσιογράφος, από τις πρώτες ελληνίδες φεμινίστριες.
- Person
- 1882 - ;
Ο Στυλιανός Γλυκοφρύδης (Λαμία, 1882-Αθήνα ;), ήταν δικηγόρος και διετέλεσε διευθυντής σε διάφορα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας. Την περίοδο 1915-1917 ήταν διευθυντής Β΄ και Α΄ τάξεως στις φυλακές Συγγρού. Διετέλεσε γενικός επιθεωρητής των ελληνικών φυλακών στη Μ.Ασία (Ιούλιος 1919 - Οκτώβριος 1920), επιθεωρητής φυλακών στην Ελλάδα (Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1920), “διευθυντής της διοικήσεως φυλακών Μ. Ασίας επί βαθμώ και μισθώ υπουργικού Διευθυντού Α΄τάξεως" (1921), επιθεωρητής φυλακών (Νοέμβριος 1922 - Μάϊος 1926). Από το 1927 ήταν συμβολαιογράφος. Πολέμησε και τραυματίστηκε στους Βαλκανικούς πολέμους. Ήταν παντρεμένος με την Ευγενία Ιωάννη Γκιών που ήταν ιδιοκτήτης μεταλλείου στην Τήνο.
- Person
- 1851 – 1938
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στις 24 Αυγούστου 1851 στον Πύργο της Τήνου. Η οικογένειά του είχε παράδοση στην επεξεργασία του μαρμάρου, αφού ο πατέρας του, Ιωάννης Χαλεπάς, είχε μια από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις μαρμαρογλυπτικής, με δραστηριότητα και παραρτήματα στην Τήνο, τη Σύρο, τον Πειραιά, τη Ρουμανία και τα παράλια της Μικράς Ασίας.
Η αγάπη του για την τέχνη εκδηλώθηκε από τα σχολικά του χρόνια, ο πατέρας του όμως τον έστειλε στη Σύρο, για να εργαστεί σαν υπάλληλος σε εμπορικό. Παρόλα αυτά ο Γιαννούλης επέμενε να σπουδάσει γλυπτική. Έτσι, το 1869 η οικογένεια του μετακόμισε στην Αθήνα. Ο Γιαννούλης γράφτηκε στο Σχολείον των Τεχνών και, ως το 1872, σπούδασε ζωγραφική κοντά στον Νικηφόρο Λύτρα και γλυπτική κοντά στον Λεωνίδα Δρόση. Από τα αρχεία της Σχολής φαίνεται ότι το 1871 κέρδισε το τρίτο βραβείο προτομών στο τμήμα της ζωγραφικής και το πρώτο βραβείο κοσμηματογραφίας στο τμήμα γλυπτικής. Το καλοκαίρι του 1872, με υποτροφία του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας της Τήνου, πήγε στο Μόναχο, όπου, την 1η Νοεμβρίου, γράφτηκε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών και σπούδασε κοντά στον Μαξ φον Βίντνμαν (Max von Widnmann). Κατά τη διάρκεια των σπουδών του βραβεύτηκε σε διαγωνισμούς της Σχολής, ενώ αναφέρεται ότι το γύψινο πρόπλασμα του έργου Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα κέρδισε το χρυσό μετάλλιο σε έκθεση. Η υποτροφία του όμως έληγε τον Μάρτιο του 1875 και, παρά τις προσπάθειες και τα διαβήματα των καθηγητών του, δεν δόθηκε παράταση. Για ένα διάστημα κατόρθωσε να παραμείνει στο Μόναχο με τη βοήθεια του φίλου του, μετέπειτα ιστορικού Γεώργιου Κωνσταντινίδη, το καλοκαίρι όμως του 1875 επέστρεψε στην Αθήνα. Το 1876 η Επιτροπή του Ιδρύματος της Ευαγγελίστριας πρότεινε να του δοθεί υποτροφία για τη Ρώμη, ώστε να ολοκληρώσει τις σπουδές του, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Μετά την επιστροφή του, και μέχρι το 1878, δημιούργησε τρία από τα σημαντικότερα έργα της πρώτης δημιουργικής του περιόδου: τον Σάτυρο που παίζει με τον έρωτα (1877), που παρουσίασε το 1875 σε γύψο στην έκθεση των Ολυμπίων στην Αθήνα και το 1878 σε μάρμαρο στην Παγκόσμια έκθεση στο Παρίσι, την Κοιμωμένη (1878) στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη, στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας και το Κεφάλι σατύρου (1878).
Το 1878 εκδηλώθηκαν τα πρώτα συμπτώματα αποκλίνουσας συμπεριφοράς, η οποία οδήγησε στον εγκλεισμό του στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας στις 4 Ιουλίου 1888, ως «πάσχοντα από άνοιαν». Στο ψυχιατρείο παρέμεινε ως τις 6 Ιουνίου 1902, οπότε η μητέρα του, που ήταν πάντα αντίθετη στον εγκλεισμό του, τον πήγε πίσω στην Τήνο. Ο πατέρας του είχε πεθάνει τον προηγούμενο χρόνο.
Από τη μακροχρόνια παραμονή του Χαλεπά στο ψυχιατρείο το μόνο που σώζεται είναι ένα μικροσκοπικό κεφάλι ανδρικής μορφής από πηλό, δεν γνωρίζουμε όμως αν ήταν μια μεμονωμένη εκδήλωση δημιουργικής διάθεσης ή αποτέλεσμα μιας συστηματικότερης ενασχόλησης με την τέχνη. Η μορφή αυτή, δουλεμένη εντελώς λιτά, με το πρόσωπο ακατέργαστο και εν μέρει παραμορφωμένο, θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί μια τραγική αυτοπροσωπογραφία του.
Τον Απρίλιο του 1902, λίγους μήνες πριν την έξοδό του από το ψυχιατρείο, ο Ξενοφών Σώχος επανέφερε τον Χαλεπά στο προσκήνιο με άρθρο του στο περιοδικό Πινακοθήκη. Πρόκειται πιθανότατα για το πρώτο άρθρο που γράφτηκε για τον γλύπτη μετά το 1878. Το περιοδικό επανήλθε τον Μάιο του ίδιου χρόνου, με ιδιαίτερη αναφορά στην Κοιμωμένη στο Α΄ νεκροταφείο. Τον Αύγουστο, και ενώ ο Χαλεπάς είχε βγει από το ψυχιατρείο, η Πινακοθήκη πληροφορούσε για την κατάστασή του, ενώ τον επόμενο χρόνο δημοσίευσε φωτογραφίες έργων του.
Μετά την έξοδό του από το ψυχιατρείο ο Χαλεπάς ζούσε κλεισμένος στον εαυτό του, σε μεγάλη ανέχεια και κάτω από την αυστηρή επιτήρηση της μητέρας του. Καθώς δεν είχε χάσει τη δημιουργική του διάθεση, έπλαθε έργα σε πηλό, τα κατέστρεφε όμως είτε ο ίδιος είτε η μητέρα του, που θεωρούσε τη γλυπτική υπαίτια για την ασθένειά του. Η κατάστασή του την περίοδο εκείνη περιγράφεται σε διάφορα δημοσιεύματα.
Το 1905 τον επισκέφθηκε στην Τήνο ο γλύπτης Λάζαρος Σώχος, ο οποίος φιλοτέχνησε και ένα μετάλλιο με τη μορφή του και την επιγραφή Πάνορμος / 1905, και το 1914 ο γλύπτης Αντώνης Σώχος. Το 1915 ο Θεόδωρος Βελλιανίτης δημοσίευεσε μια σειρά άρθρων στην εφημερίδα Αθήναι (25/1/1915, 27/1/1915, 4/2/1915, 5/2/1915).
Το 1916 έφυγε από τη ζωή η μητέρα του. Ο θάνατός της φαίνεται ότι ήρθε σαν λύτρωση, αφού, μετά από μια φημολογούμενη υποτροπή της ασθένειας του, από το 1918 ο Χαλεπάς άρχισε και πάλι να εργάζεται, φιλοτεχνώντας ως το θάνατό του ένα σημαντικό αριθμό έργων. Το ύφος του όμως πλέον έχει αλλάξει δραματικά. Ενστικτώδες και αυθόρμητο, επικεντρωμένο στην ουσία και απελευθερωμένο από τα διδάγματα της Ακαδημίας, εκφράζει τον ψυχισμό του και αποτυπώνει τα προσωπικά του βιώματα.
Το 1922, με εντολή του υπουργείου Παιδείας και της Διεύθυνσης του Ε.Μ.Π., τον επισκέφθηκε ο γλύπτης Θωμάς Θωμόπουλος, καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, προκειμένου να εκτιμήσει το έργο του. Ο Θωμόπουλος συνέταξε ένα κατάλογο έργων του και έβγαλε ορισμένα εκμαγεία. Το 1924 τον επισκέφθηκε ο διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης Ζαχαρίας Παπαντωνίου, που περιγράφει την επίσκεψή του αυτή τρία χρόνια αργότερα σε άρθρο του στο περιοδικό Νέα Εστία. Την ίδια χρονιά τον επισκέφθηκε και ο διευθυντής του περιοδικού Πινακοθήκη Δ.Ι. Καλογερόπουλος, ο οποίος περιγράφει τη συνάντησή τους σε άρθρο του στο περιοδικό.
Το 1925 οργανώθηκε η πρώτη έκθεσή του στην Ακαδημία Αθηνών με έργα που είχαν μεταφερθεί σε γύψο μετά και την επίσκεψη του Θωμά Θωμόπουλου, ενώ στις 25 Μαρτίου 1927 του απονεμήθηκε το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών από την Ακαδημία Αθηνών. Το 1928 ο εκδότης του περιοδικού Φραγκέλιο Νίκος Βέλμος, που τον είχε επισκεφθεί τον προηγούμενο χρόνο στην Τήνο, οργάνωσε έκθεση γλυπτών και σχεδίων του στο Άσυλον Τέχνης. Με αφορμή την έκθεση, τα Φύλλα Τέχνης του Φραγκέλιου κυκλοφόρησαν με ένα τεύχος αφιερωμένο στον Χαλεπά, το οποίο του έστειλε ο Βέλμος, μαζί με μια πολύ θερμή επιστολή.
Στις 24 Αυγούστου 1930 η ανιψιά του Ειρήνη τον έφερε στην Αθήνα, όπου έζησε τα τελευταία οκτώ χρόνια της ζωής του σε ένα γαλήνιο οικογενειακό περιβάλλον στο σπίτι του Βασίλη και της Ειρήνης Χαλεπά, στην οδό Δαφνομήλη 35. Ως το τέλος εργαζόταν εντατικά, ενώ λάμβανε και παραγγελίες. Στο αρχείο του υπάρχουν έγγραφα, επιστολές και φωτογραφίες για την εκτέλεση προτομής και αναγλύφου του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Εμμανουήλ Τσουδερού, επιτύμβιου αναγλύφου της Κλεοπάτρας Τούμπα, κόρης της Μερόπης Τούμπα, επιτύμβιου αγγέλου για τον τάφο Πολίτη. Έργα που προέρχονται από παραγγελίες που έλαβε μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα περιλαμβάνονται επίσης σε χειρόγραφο κατάλογο έργων του από τον Στρατή Δούκα.
Από τα πρώτα μέρη που επισκέφθηκε μόλις ήρθε στην Αθήνα ήταν το Α΄ Νεκροταφείο, για να δει την Κοιμωμένη. Πήγε ακόμη στην Ακρόπολη και στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Ο ερχομός του στην Αθήνα κινητοποίησε τους καλλιτεχνικούς και πνευματικούς κύκλους. Ο δημοσιογράφος Κώστας Καλαντζής ήταν από τους πρώτους που τον επισκέφθηκαν, δημοσιεύοντας τη συνομιλία που είχε μαζί του στην εφημερίδα Ελληνική στις 30 και 31 Αυγούστου 1930. Τα επόμενα χρόνια τιμητικές εκδηλώσεις, απονομές και εκθέσεις του χάρισαν την αναγνώριση. Στις 10 Ιουνίου 1934 η Λαογραφική και Ιστορική Εταιρεία Κυκλαδικού Πολιτισμού και Τέχνης τον εξέλεξε επίτιμο μέλος της, ενώ στις 18 Νοεμβρίου 1934 εορτάστηκε η 80ετηρίδα του και του απονεμήθηκε αναμνηστικό μετάλλιο. Στις 18 Αυγούστου 1934 ανακηρύχθηκε επίτιμος πρόεδρος της Ένωσεως «Ελεύθεροι Καλλιτέχναι». Το 1935 παρουσίασε την Αναπαυομένη σε έκθεση που διοργάνωσε η Ένωση στον Παρνασσό. Τον Αύγουστο του 1936 συμμετείχε στην Α΄ Παγκυκλαδική Έκθεση στη Σύρο και του απονεμήθηκε τιμητικό μετάλλιο.
Στις 15 Σεπτεμβρίου 1938 ο Γιαννούλης Χαλεπάς έφυγε από τη ζωή. Με τη διαθήκη του, άφησε τα υπάρχοντά του στον ανιψιό του Βασίλειο Χαλεπά, γιο του αδελφού του Νικόλα, και στη γυναίκα του Ειρήνη, κοντά στους οποίους έζησε τα τελευταία οκτώ χρόνια της ζωής του.
- Person
- Person
- Person
- 1891 - 1979
Τέταρτος στη σειρά γιος του Λεωνίδα και της Ευφροσύνης Ζαρίφη γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1891. Σπούδασε μηχανικός στο Παρίσι στην Ecole Centrale des Arts et Manufactures (1911-1914) και στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήρθε και έζησε στην Αθήνα. Διορίστηκε έφεδρος ανθυπολοχαγός του Μηχανικού και υπηρέτησε στο Πολιτικό Γραφείο του Ελ. Βενιζέλου.
Είχε ιστορικά ενδιαφέροντα, κυρίως για την περίοδο του Βυζαντίου, ενώ τον ενδιέφερε και η πολιτική. Βενιζελικός από νέος, πολιτεύτηκε το 1936 με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Ασχολήθηκε με την οικονομική διαχείριση, την εκποίηση της οικογενειακής περιουσίας και τα κληρονομικά ζητήματα, κυρίως σχετικά με τα ακίνητα της οικογένειας στην Κωνσταντινούπολη.
Παντρεύτηκε το 1919 την Ελένη (Λένα) θυγατέρα του Κωνσταντίνου και της Χαρίκλειας Σταθάτου με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά: την Ελεονόρα (Νόρα) (1920- ;), σύζυγο Χαράλαμπου Ιωσηφόγλου, την Ευφροσύνη (Φρόσω) (1922- ;), σύζυγο Αριστείδη Πηλαβάκη και τον Λεωνίδα (Λένο) (1925-2003), σύζυγο Έλλης Ρωμάνου. Τα εγγόνια του από την πρώτη του κόρη Νόρα: η Ελένη (Λέλη), σύζυγος Πέτρου Κυριακόπουλου, η Ευφροσύνη (Φρόσω) και η Μαριάννα. Από τη δεύτερη κόρη του Φρόσω: η Ιωάννα, ο Νικόλαος και ο Κωνσταντίνος και από τον γιο του Λένο: ο Κωνσταντίνος, ο Γεώργιος - που είναι και ο δωρητής του αρχείου- και η Βιργινία.
Πέθανε σε μεγαλύτερη ηλικία από τον πατέρα του, 88 ετών, στη Αθήνα το 1979.
[Για τη σύνταξη των βιογραφικών αντλήθηκαν στοιχεία, από το βιβλίο του Γεωργίου Λ. Ζαρίφη, Οι αναμνήσεις μου. Ένας κόσμος που έφυγε. Κωνσταντινούπολη 1800-1920. Αθήνα, Τροχαλία, 2002, και από υλικό του αρχείου.]
- Person
- 1909-1932
Η Μαίρη Σαγιάννου γεννήθηκε στα Δαρδανέλλια. Ήταν κόρη του Γεωργίου Σαγιάννου από τη Μάδυτο και της συζύγου του Καλλιόπης το γένος Πρόκου από το Κάστρο της Σίφνου. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η οικογένεια Σαγιάννου εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Η Μαίρη Σαγιάννου φοίτησε στο Ωδείο Πειραιά, στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου, όπου γνωρίστηκε με τον Πέλο Κατσέλη. Παντρεύτηκαν το 1929 και χώρισαν λίγους μήνες πριν από το θάνατό της. Από το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1920 ώς τον πρόωρο θάνατό της από τύφο, η Σαγιάννου πήρε μέρος σε παραστάσεις του Θεατρικού Φοιτητικού Ομίλου, της Επαγγελματικής Σχολής Θεάτρου, θιάσων όπως «Των Νέων» και της «Εταιρείας Ελλήνων Καλλιτεχνών», και διακρίθηκε ως πρωταγωνίστρια στον κινηματογράφο και στο Εθνικό Θέατρο.
- Person
- 1894 - 1941
Ο Κωνσταντίνος Α. Κολυβάς κατετάγη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1914. Υπηρέτησε στο 1ο και 3ο σύνταγμα Ιππικού (1916-1920) και το Νοέμβριο του 1921 προήχθη σε ίλαρχο. Το 1923 παραιτήθηκε από το στράτευμα, εργάστηκε ως επιθεωρητής στην Εταιρεία Διαχειρίσεως Υπεγγύων Προσόδων και ως έφεδρος αξιωματικός πολέμησε στον πόλεμο του 1940. Πέθανε από συγκοπή καρδιάς στη Θεσσαλονίκη στις 7 Μαρτίου 1941.
Κουρουσόπουλος, Θεμιστοκλής Β.
- Person
- 1841 - 1916
Ο Θεμιστοκλής Β. Κουρουσόπουλος ήταν αξιωματικός του Μηχανικού. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (1855) και μετεκπαιδεύτηκε στη Στρατιωτική Σχολή του Metz. Προβιβάστηκε σε ανθυπολαχαγό το 1866, αντισυνταγματάρχη το 1890 και υποστράτηγο το 1906 και τιμήθηκε με το Σταυρό των Ταξιαρχών του Τάγματος Σωτήρος. Το 1873 παντρεύτηκε την Σοφία (1851-1899), κόρη του συμβούλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και υπουργού Οικονομικών (1866,1868) Παναγιώτη Εμ. Γιαννοπούλου και της Ασπασίας, η οποία γεννήθηκε στην Πάτρα και φοίτησε στο Ελληνικό Εκπαιδευτήριο του Δ. Σουρμελή. Απέκτησαν μαζί τρία παιδιά: την Ευδοκία (1876- ; ), σύζυγο του Ευάγγελου Σοφιανού, τον Βασίλειο (1878-1929) και τον Παναγιώτη (1882- ;).
- Person
- 1878 - 1929
Ο Βασίλειος Κουρουσόπουλος, γιος του Θεμιστοκλή και της Σοφίας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1878. Τελείωσε το Βαρβάκειο Λύκειο Αθηνών το 1893 και κατόπιν παρακολούθησε τον πρώτο χρόνο της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου. Τον Σεπτέμβριο του 1895 μπήκε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από όπου αποφοίτησε το 1899 και κατετάγη στο Πεζικό. Υπηρέτησε στη Χαρτογραφική Υπηρεσία και το 1908 στάλθηκε στο Στρατιωτικό Γεωγραφικό Ινστιτούτο στη Βιέννη για να επιβλέψει την εκτύπωση του επιτελικού χάρτη της Ελλάδας, όπου και παρέμεινε μέχρι τον Μάιο του 1910. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα διηύθυνε τις εργασίες αναθεώρησης των χαρτογραφικών φύλλων Φαρσάλων και Δομοκού. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους (μάχες Λαζαράδων, Σόροβιτς, Κόμανο, Θεσσαλονίκης και Γευγελή), όπου και τραυματίστηκε με διαμπερές τραύμα στο κεφάλι και στο στήθος. Το Μάρτιο του 1913 κατέλαβε τη Σάμο και υπηρέτησε ως στρατιωτικός διοικητής του νησιού και το Νοέμβριο διορίστηκε υπασπιστής του Ε. Βενιζέλου και καθηγητής Τοπογραφίας στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Το 1918 επικεφαλής του 8ου Συντάγματος Πεζικού έλαβε μέρος με τους Συμμάχους στις μάχες της Ενωτίας, Αυχένος Τζένα και Τσάρεβο Σέλο. Διοίκησε κατά διαστήματα την XIV Μεραρχία (1918-1920), τον Αύγουστο του 1920 την ΙΙ Μεραρχία στο Ουσάκ της Μικράς Ασίας και το 1921 μετατέθηκε ως διοικητής της ΧΙΙης Μεραρχίας. Έλαβε μέρος το 1922 στην Επανάσταση στη Χίο και διορίστηκε μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής με αρχηγό τον Στ. Γονατά, ενώ το 1925 ετέθη σε αποστρατεία από τη δικτατορία του Θ. Παγκάλου. Ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία τον Σεπτέμβριο του 1926 και ανέλαβε τη διοίκηση του Β΄ Σώματος Στρατού στη Λάρισα.
Τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος Σωτήρος, τον Γαλλικό Πολεμικό Σταυρό και τη Λεγεώνα της Τιμής, τον Ελληνικό Πολεμικό Σταυρό (1918), τον Σταυρό Ταξιαρχών του Γεωργίου Α΄ (1921), τον Σταυρό Ταξιαρχών του Τάγματος Σωτήρος (1923), το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας (1924).
Έγραψε μελέτες και άρθρα στρατιωτικού και χαρτογραφικού ενδιαφέροντος και μετέφρασε άρθρα από τα γερμανικά και γαλλικά.
Είχε παντρευτεί την Αγνή Ιωάννου Θεοφιλάτου (γεννημένη το 1870 στην Ιθάκη) με την οποία είχε αποκτήσει ένα γιο, τον Θεμιστοκλή που ακολούθησε σταδιοδρομία νομικού.
Ο αντιστράτηγος Βασίλειος Θ. Κουρουσόπουλος πέθανε από συγκοπή καρδιάς στις 17 Φεβρουαρίου 1929, στη Θεσσαλονίκη, και κηδεύθηκε στην Αθήνα.
[Για αναλυτικότερες πληροφορίες για τη στρατιωτική σταδιοδρομία του βλέπε φάκελο 5.1 του αρχείου].
- Person
- 1902 – ;
Ο Μιχαήλ Μελάς ήταν γιος του Κωνσταντίνου Μελά. Γεννήθηκε το 1902 στην Αθήνα και διέπρεψε ως πρέσβης της Ελλάδας στο εξωτερικό.
- Person
Ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος (Πάτρα,1875-Αθήνα,1938), υπήρξε επιφανής πολιτικός της βενιζελικής παράταξης. Διετέλεσε πρωθυπουργός (7/10/1924-25/6/1925) και υπήρξε πολλές φορές υπουργός: Εθνικής Οικονομίας (1912-1915), Δημοσίων Κτημάτων και Εσωτερικού Εποικισμού στην προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης (1916), Γεωργίας (1917-1919, Σεπτέμβριος 1920), άνευ Χαρτοφυλακίου (1919-1920) και Εξωτερικών από τον Δεκέμβριο του 1926 ως τον Φεβρουάριο του 1933 (τα έτη 1929-1932 ήταν και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Βενιζέλου). Για ένα χρόνο (από τον Ιούλιο του 1928 ως τον Ιούλιο 1929), ασχολήθηκε με την μελέτη της αναδιοργάνωσης της Μακεδονίας. Την περίοδο 1934-1935 ήταν γερουσιαστής. Στα τέλη του 1937 εξορίστηκε από τον Μεταξά στην Πάρο, παρότι ήταν άρρωστος, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της υγείας του και τον θάνατό του στις 28/3/1938.
Ο Μιχαλακόπουλος υπήρξε καινοτόμος πολιτικός. Σε αυτόν οφείλονται πολλοί από τους νόμους κοινωνικής πολιτικής της πρώτης Βενιζελικής περιόδου, όπως οι νόμοι για τα εργατικά ατυχήματα, τους συνεταιρισμούς κ.ά. Έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις ειρήνης με τους συμμάχους που οδήγησαν στη Συνθήκη των Σεβρών. Ως πρωθυπουργός έλυσε το πρόβλημα της ύδρευσης των Αθηνών και του Πειραιά υπογράφοντας τη σύμβαση με την αμερικάνικη εταιρεία Ulen, αντιμετώπισε με επιτυχία το πατριαρχικό ζήτημα και συνήψε το πρώτο προσφυγικό δάνειο. Ανατράπηκε από τον Πάγκαλο, τον Ιούνιο του 1925. Ως υπουργός Εξωτερικών συνέβαλε στην εξομάλυνση, με θετικό για τα ελληνικά συμφέροντα τρόπο, των σχέσεων με τη Γιουγκοσλαβία και τη Βουλγαρία, ενώ παράλληλα ο ρόλος του υπήρξε καθοριστικός στη σύναψη των συμφώνων φιλίας με την Ιταλία και την Τουρκία. Εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Κοινωνία των Εθνών και σε πολλές διεθνείς συνδιασκέψεις. Ο Μιχαλακόπουλος ήταν ένας διανοούμενος της πολιτικής και διατηρούσε σχέσεις με πολλούς υπουργούς, καθηγητές πανεπιστημίων, δημοσιογράφους, και πνευματικούς ανθρώπους, Έλληνες και ξένους.
[Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία βλέπε Δ.Γατόπουλος, Ανδρέας Μιχαλακόπουλος (1875-1938). Η βιογραφία και το έργον του. Αθήναι 1947.]
Οικονόμου - Γκούρας, Χριστόφορος
- Person
Ο Χριστόφορος Οικονόμου-Γκούρας (Γκούρα, Κορινθίας,1899-) ήταν απόγονος επιφανούς οικογένειας η οποία έδρασε κατά την διάρκεια της Επανάστασης του 1821. Αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού, από το 1914 έως το 1917 σπούδασε στη σχολή του Πολεμικού Ναυτικού. Από το 1917 έως το 1940, ήταν μέλος της αντιπροσωπείας για την κατασκευή πολεμικών πλοίων στη Γαλλία, παρακολούθησε το σχολείο πολέμου, ήταν διευθυντής της ναυτικής αντικατασκοπείας και υπήρξε διευθυντής στο υπουργείο Ναυτικών. Το 1940 και το 1941 υπηρέτησε ως κυβερνήτης του αντιτορπιλικού ΑΕΤΟΣ. Από το 1943 έως το 1946 ήταν διοικητής του κέντρου προσφύγων Κύπρου. Το 1946 έλαβε μέρος στις εκλογές με το κόμμα των Ελευθεροφρόνων. Αποστρατεύτηκε με το βαθμό του ναυάρχου. [Για περισσότερα στοιχεία βλέπε βιογραφικό σημείωμα της οικογένειας στον υποφάκελο 1.7]
- Person
Ο Θεόδωρος Δ. Πάγκαλος γεννήθηκε το 1878 στη Σαλαμίνα ήταν γιος του γιατρού και βουλευτή Αττικοβοιωτίας Δημήτριου Πάγκαλου και της Κατίγκως Χατζημελέτη, κόρης αρχοντικής οικογένειας της Ελευσίνας με αρβανίτικη καταγωγή. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων πρώτος στην τάξη του και το 1908 συμμετείχε στην ίδρυση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, ο οποίος έκανε την Επανάσταση στο Γουδή το 1909, φέρνοντας τον Βενιζέλο ως πρωθυπουργό στην Ελλάδα. Το 1911 παρακολούθησε τη Σχολή Πολέμου στην Ελλάδα και τη Γαλλική Ακαδημία Πολέμου στο Παρίσι. Πήρε μέρος και στους δύο Βαλκανικούς Πολέμους το 1912-1913 και το φθινόπωρο του 1913 αναχώρησε για τη Γαλλία όπου σπούδασε στην Ανώτατη Σχολή Πολέμου για ένα έτος. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, διορίστηκε επιτελάρχης της 8ης μεραρχίας στην Πρέβεζα και στη συνέχεια συνέδραμε τον Βενιζέλο στο κίνημα της Εθνικής Αμύνης με το οποίο ιδρύθηκε η Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης το 1916. Στη συνέχεια διορίστηκε διοικητής Αιγαίου στη Μυτιλήνη, στο Ηράκλειο και τον Μάρτη του 1917 του 9ου Συντάγματος, προβιβαζόμενος παράλληλα σε αντισυνταγματάρχη. Μετά την επάνοδο του Βενιζέλου στην Αθήνα το καλοκαίρι του 1917 και την έξωση του Κωνσταντίνου Α΄ από την Ελλάδα, ανέλαβε προσωπάρχης του υπουργείου Στρατιωτικών, έχοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη του Βενιζέλου. Το 1918 έγινε διοικητής της 1ης μεραρχίας. Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο συμμετείχε σε διάφορες μάχες, για τις οποίες τιμήθηκε με εύφημη μνεία και τον πολεμικό σταυρό. Το 1919 διορίστηκε αρχηγός του επιτελείου στρατού στη Σμύρνη μετά την απόβαση του ελληνικού στρατού. Το 1920 με δική του πρωτοβουλία ο ελληνικός στρατός κατέλαβε την Προύσσα, ερχόμενος σε σύγκρουση με τον Βενιζέλο και τον Παρασκευόπουλο, αφού η πόλη δεν εντασσόταν στα σχέδια των δύο. Ως συνέπεια δημιουργήθηκε ένταση μεταξύ τους που οδήγησε σε παραίτηση και του Παπούλια και του Παγκάλου, που όμως δεν έγιναν δεκτές από τον Βενιζέλο. Στη συνέχεια ο Πάγκαλος προβιβάστηκε σε υποστράτηγο μέχρι την αναγκαστική αποστρατεία του από τους αντιβενιζελικούς που ήρθαν στην εξουσία τον Νοέμβριο του 1920. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την Επανάσταση του 1922, διορίστηκε διοικητής της Σχολής Ευελπίδων και πρόεδρος της ανακριτικής επιτροπής των στρατιωτικών υπευθύνων της Καταστροφής. Τον Δεκέμβριο του 1922 ανέλαβε την ανασύνταξη του ελληνικού στρατού στη Θράκη και κατάφερε σε διάστημα λίγων μηνών να παρουσιάσει έναν ετοιμοπόλεμο στρατό 115.000 ανδρών, ο οποίος ήταν έτοιμος να εισβάλει στην Ανατολική Θράκη. Παρά τις πιέσεις του Παγκάλου όμως, αυτό δεν έγινε και ο Βενιζέλος χρησιμοποίησε τη δυναμική του στρατού αυτού στις διαπραγματεύσεις της χώρας στη Λωζάννη με τις οποίες έληξε ο πόλεμος με την Τουρκία με τη συνθήκη της Λωζάννης (23.7.1923). Στις εκλογές του Δεκεμβρίου 1923, ο Πάγκαλος εκλέχτηκε βουλευτής με το κόμμα των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων του Παπαναστασίου, των οποίων η πίεση θα φέρει την αβασίλευτη δημοκρατία στην Ελλάδα με δημοψήφισμα τον Μάρτιο του 1924. Τον ίδιο μήνα ο Πάγκαλος θα αναλάβει το υπουργείο Εννόμου Τάξεως και τον Ιούλιο το υπουργείο Στρατιωτικών. Τον Ιούνιο του 1925 ο Πάγκαλος θα κάνει πραξικόπημα και θα καταργήσει τη Βουλή, εγκαθιδρύοντας μια δικτατορία που διήρκεσε έναν χρόνο, ως τον Αύγουστο του 1926 που ανατράπηκε από τον Κονδύλη. Στις εκλογές του 1928 κατέβηκε ως αρχηγός της Εθνικής Ενώσεως αλλά απέτυχε να εκλεγεί. Από τότε και ως τον θάνατό του το 1952 κατέβηκε πολλές φορές υποψήφιος βουλευτής χωρίς επιτυχία. Ταυτόχρονα κατηγορήθηκε για πολλές απόπειρες νέου πραξικοπήματος από το 1930 ως το 1935, αλλά και για δοσιλογισμό την περίοδο της Κατοχής.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού:Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους Εκδοτική Αθηνών, τομ. 15, http://el.wikipedia.org/wiki]
- Person
Η Άννα Μελά-Παπαδοπούλου γεννήθηκε το 1871 στη Μασσαλία. Ήταν το τέταρτο από τα επτά παιδιά της οικογένειας Μελά, αριστοκρατικής οικογένειας της Ηπείρου. Ήταν αδελφή του μακεδονομάχου Παύλου Μελά και κόρη του Μιχαήλ Μελά ο οποίος ήταν άνθρωπος με έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα και αγάπη προς τις τέχνες και τα γράμματα. O πατέρας της διετέλεσε πρόεδρος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και βουλευτής με το κόμμα του Χαρίλαου Τρικούπη. Την περίοδο 1891-1894 εκλέχτηκε δήμαρχος Αθηνών.
Η ίδια ήταν πνεύμα ανήσυχο με καλλιτεχνικές ευαισθησίες. Μορφώθηκε κατ΄ οίκον και υπήρξε ερασιτέχνιδα ζωγράφος. Σε ηλικία 19 ετών παντρεύτηκε τον Απόστολο Παπαδόπουλο γνωστό γαιοκτήμονα της Βόρειας Εύβοιας επιθυμώντας να ξεφύγει από τον αυταρχικό έλεγχο της μητέρας της. Μετά τον γάμο εγκαταστάθηκε στις Ροβιές Ευβοίας.
Η Άννα Παπαδοπούλου μετά τον θάνατο του αδελφού της Παύλου Μελά, αποφάσισε να καταταγεί ως εθελόντρια νοσοκόμα στους Βαλκανικούς Πολέμους. Εκτός από τους Βαλκανικούς (1912-1913), πήρε μέρος, διορισμένη από το υπουργείο Στρατιωτικών ως αδελφή νοσοκόμα, με το βαθμό της υπολοχαγού, στον Βορειοπειρωτικό Αγώνα του 1914, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και στην Μικρασιατική Εκστρατεία. Η δράση της δεν περιορίστηκε μόνο στην περίθαλψη των τραυματιών του πολέμου. Παράλληλα προσπαθούσε να ασκεί πολιτική επιρροή.Υπήρξε προσωπική φίλη του στρατηγού Νικόλαου Πλαστήρα, είχε πολύ καλές σχέσεις με τον Ελευθέριο Βενιζέλο και άλλους πολιτικούς και στρατιωτικούς.
Το 1914 αρρώστησε σοβαρά απο τύφο ή χολέρα. Κατάφερε να αναρρώσει και να λάβει μέρος στην Μικρασιατική Εκστρατεία ιδρύοντας την οργάνωση «Μάννα του Στρατιώτη», όνομα με το οποίο έμεινε και η ίδια γνωστή. Το 1921 κατηγορήθηκε για προπαγάνδα υπέρ του Βενιζέλου με πρόσχημα την φράση του τελευταίου «Θαρσείν χρη», η οποία αναγραφόταν στις φωτογραφίες της που έδινε στους τραυματισμένους στρατιώτες.
Μετά την αποπομπή της από το Μικρασιατικό Μέτωπο γύρισε στις Ροβιές, γεγονός που το θεώρησε ως «εξορία» και δεν σταμάτησε ποτέ να ζητά εναγωνίως, μέσω της αλληλογραφίας της με πολιτικά, στρατιωτικά και θρησκευτικά πρόσωπα της εποχής, την επάνοδό της στο Μέτωπο. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή ασχολήθηκε με την περίθαλψη των προσφύγων και από το 1923 δραστηριοποιήθηκε έντονα για την δημιουργία σανατορίου με σκοπό την καταπολέμηση της φυματίωσης. Το σανατόριο, το οποίο χτίστηκε στην Κορφοξυλιά, στα Μαγούλιανα Γορτυνίας κοντά στην Βυτίνα, άρχισε να λειτουργεί τον Αύγουστο του 1930.
Η Άννα Μελά Παπαδοπούλου τιμήθηκε με 12 παράσημα και ήταν από τις λίγες γυναίκες που παρασημοφορήθηκαν το 1914 με τον Σταυρό του Σωτήρος. Ίδρυσε πολλά κοινωφελή σωματεία και συνέβαλε στην ίδρυση της Πολυκλινικής Αθηνών. Πέθανε από φυματίωση το 1938 στην Αθήνα και θάφτηκε στις Ροβιές της Εύβοιας. Το 1938 έπαυσε να λειτουργεί και το σανατόριο που ίδρυσε.
[Πηγές : Σταυρίδης Αντώνης, Άννα Παπαδοπούλου Μελά, Εκεί που δεν πεθαίνουν οι άνθρωποι, εκδόσεις Μίλητος, Αθήνα 2007. Υλικό του αρχείου.]
- Person
Ο Αβραάμ Παπάζογλου ήταν κριτικός, μεταφραστής, δοκιμιογράφος, εκδότης και συγγραφέας. Μέσα από τις μεταφράσεις ελλήνων και τούρκων συγγραφέων, στα τουρκικά και τα ελληνικά αντιστοίχως, αλλά και την ανταπόκριση στον Τύπο των δύο χωρών γύρω από την πνευματική ζωή –βιβλία, εκθέσεις– εργάστηκε για την πνευματική γνωριμία και τη φιλία των δύο λαών. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1910. Aκολούθησαν δύο αδελφές, η Ελένη και η Θάλεια. Φοίτησε στο Ζωγράφειο Λύκειο της Πόλης και στη συνέχεια στη Σχολή S’Michel, για να εργαστεί κατόπιν στην επιχείρηση του πατέρα του. Ήταν μέλος της Y.M.C.A. (= Χ Α Ν) και μαζί με φίλους ίδρυσε τον όμιλο «Ζωγράφειο», όπου μελετούσαν τα σύγχρονα φιλολογικά και καλλιτεχνικά ρεύματα. Το 1927 επιμελήθηκε το «Λεύκωμα των Τελειοφοίτων του Ζωγραφείου», υπογράφοντας τα κείμενά του με το ψευδώνυμο Μάβρας. Έκτοτε έγραφε κριτικές, άρθρα, δοκίμια διηγήματα, ανταποκρίσεις και μετέφραζε κείμενα.
To διάστημα 1930-1933 επιμελήθηκε και εξέδωσε τη «Φιλολογική Πρωτοχρονιά», όπου συγκέντρωνε ποιήματα και πεζά κείμενα λογίων της Πόλης και άλλων.
Δεν στάθηκε δυνατόν να εξακριβώσουμε πότε εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη. Στον πόλεμο του 1940 πολέμησε ως εθελοντής στο Αλβανικό Μέτωπο. Τα ίχνη του χάθηκαν στο τέλος του 1941, μετά από πιθανή σύλληψή του από τους Γερνανούς.
[Πηγές: Βιογραφικό σημείωμα που υπήρχε στο αρχείο από παλαιότερη ταξινόμησή του. Στοιχεία από το αρχείο].
- Person
Ο Λύσανδρος Πράσινος γεννήθηκε στα Ταταύλα της Κωνσταντινούπολης το 1888, από τον Αλέξανδρο Πράσινο και την Αρετή Κουρτόγλου. Το 1905 αποφοίτησε από το Λύκειο Χατζηχρήστου και σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Το 1910 άνοιξε δικηγορικό γραφείο στην Πόλη, το οποίο λειτούργησε ως το 1914. Έκτοτε ο Πράσινος εργάστηκε ως καθηγητής γαλλικών και γαλλικής λογοτεχνίας στο Εθνικό Ελληνογαλλικό Λύκειο της Πόλης. Το 1915 παντρεύτηκε την ιταλοελληνικής καταγωγής Βικτορίν Μάσιμο. Απέκτησαν δύο παιδιά, τον Μάριο (1916) και την Gisele (1920), γνωστή στα γαλλικά γράμματα για το λογοτεχνικό της έργο. Από το 1918 ο Πράσινος εξέδιδε τον Λόγο. Διευθυντές του περιοδικού ήταν ο Όμηρος Μπεκές και ο Γιάννης Χαλκούσης. Λίγους μήνες αργότερα ανέλαβε ο ίδιος την διεύθυνση της ύλης, από την οποία παραιτήθηκε το 1922. Στον Λόγο δημοσίευσε σε συνέχειες το μυθιστόρημά του Μια ζωή και την μετάφραση της Θείας Κωμωδίας (Νοέμβριος 1920-Απρίλιος 1921). Μετά την Μικρασιατική καταστροφή εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Ναντέρ (Nanterre), προάστιο του Παρισιού. Πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου του 1936, εννιά χρόνια μετά το θάνατο της γυναίκας του (1927). Το έργο του Σομάλη, γραμμένο το 1932, δημοσιεύθηκε στα Νεοελληνικά Γράμματα το 1938 (Ιούνιος-Δεκέμβριος).
[Πηγές: Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Αθήνα, Χάρης Πάτσης, 1968, τομ. 11]
- Person
Ο Ιωάννης Γ.Αθηνογένης (1878-1953) γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, αλλά πολύ μικρός ήρθε στην Αθήνα, όταν ο πατέρας του ανέλαβε το 1881 τη διεύθυνση του υποκαταστήματος της Τραπέζης Κωνσταντινουπόλεως. Πήγε σχολείο στην Αθήνα, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο (1894) και συνέχισε τις σπουδές του στη Νομική Σχολή (1896-1899) στο Παρίσι. Εργάστηκε στο γραφείο του πατέρα του από το 1901 ως το 1908 και δυό χρόνια αργότερα εξετέθη υποψήφιος βουλευτής στη Λακωνία. Επί κυβερνήσεως Στ.Σκουλούδη διορίστηκε νομάρχης Θεσσαλονίκης, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι τον Ιούνιο του 1917. Στα χρόνια 1921-1922 αντιπροσώπευσε την Ελλάδα, ως πληρεξούσιος υπουργός στη Διεθνή Επιτροπή Επανορθώσεων στο Παρίσι και στη συνδιάσκεψη της Χάγης. Διετέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου των εν Παρισίοις Ελλήνων φοιτητών, πρόεδρος της Ενώσεως των εν Αττική Λακεδαιμονίων, σύμβουλος και πρόεδρος του Δ.Σ. της Εμπορικής Τραπέζης Ελλάδος και της Εταιρείας Διαχείρισης Υπεγγύων Προσόδων καθώς και μέλος του συμβουλίου της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής. Παντρεύτηκε την Αικατερίνη Κανακάρη-Ρούφου, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά: τον Γεώργιο, σύζυγο Βεατρίκης Verity και τη Μαρία, σύζυγο Μιχαήλ Κοντολέφα.
- Person
Ο Στέφανος Σκουλούδης γεννήθηκε στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης στις 23 Νοεμβρίου του 1838. Οι γονείς του, ο Ιωάννης και η Zénou Σκουλούδη, κατάγονταν απο την Κρήτη. Ο πατέρας του ήταν έμπορος. Πέρασε τα μαθητικά του χρόνια στην Κωνσταντινούπολη. Το 1852 οι γονείς του τον έστειλαν στην Αθήνα για να ολοκληρώσει τις γυμνασιακές του σπουδές. Το 1856 πέρασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών αλλά πολύ σύντομα αποφάσισε ν’ ασχοληθεί επαγγελματικά με το εμπόριο στην οικογενειακή επιχείρηση και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1859 προσελήφθη στον περίφημο εμπορικό οίκο Ράλλη. Το 1863 διορίστηκε διευθυντής όλων των καταστημάτων της επιχείρησης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στη συνέχεια επέκτεινε τη δραστηριότητά του στον τραπεζιτικό χώρο. Το 1871 υπήρξε ένας από τους ιδρυτές της Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως μαζί με τον Ανδρέα Συγγρό, τον Γεώργιο Κορωνιό και τον Αντώνιο Βλαστό. Απέκτησε μεγάλη περιουσία και αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Αθήνα το 1876. Πριν ακόμη από την εγκατάστασή του στην Ελλάδα διατηρούσε στενές επαφές με την ελληνική κυβέρνηση και θεωρούνταν ‘ειδικός’ στις διπλωματικές σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Σταδιακά ανέπτυξε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πολιτική και το δημόσιο βίο. Το 1877, με το ξέσπασμα της Ανατολικής Κρίσης και το σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης με πρωθυπουργό το ναύαρχο Κανάρη και υπουργό εξωτερικών τον Χαρίλαο Τρικούπη, ο Σκουλούδης διορίστηκε εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις με τους Αλβανούς. Το διάστημα από 7 έως 14 Δεκεμβρίου 1877 είχε μυστικές διαπραγματεύσεις με τον Αβδούλ Μπέη και τον Μεχμέτ-Αλήβεη στην Κωνσταντινούπολη με στόχο την προετοιμασία για μια ενδεχόμενη συμμαχία των δύο πλευρών σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύρραξης. Οι επίσημες διμερείς διαπραγματεύσεις έγιναν στην Κέρκυρα, τον Ιανουάριο του 1878. Μετά το τέλος του Ρωσοτουρκικού πολέμου, τον Αύγουστο του 1879, ο Σκουλούδης ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη για να πάρει μέρος, ως εκπρόσωπος της πόλης των Ιωαννίνων, στις διαπραγματεύσεις του Πρωτοκόλλου της Συνθήκης του Βερολίνου, η οποία παραχωρούσε τη Θεσσαλία και μέρος της Ηπείρου στην Ελλάδα.
Παράλληλα με την ‘διπλωματική’ του δραστηριότητα ο Σκουλούδης ανέπτυξε και έντονη επιχειρηματική δράση. Ίδρυσε στην Αθήνα το 1882 την εταιρία που ανέλαβε την αποξήρανση της Λίμνης Κωπαίδας. Το 1880 εξελέγη σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας και παρέμεινε μέχρι το 1883. Σταδιακά εγκατέλειψε κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα και αφοσιώθηκε εξ ολοκλήρου στην πολιτική. Το 1881 εκλέχθηκε πρώτη φορά βουλευτής Σύρου και στη συνέχεια βουλευτής Θηβών με το κόμμα του Χαρίλαου Τρικούπη. Απο το Νοέμβριο του 1882 έως το Δεκέμβριο του 1884 ο Σκουλούδης υπηρέτησε ως επιτετραμμένος της Ελλάδας στην πρεσβεία της Μαδρίτης. Το 1886, μετά την Βουλγαρική κατάληψη της Ανατολικής Ρωμυλίας, η κυβέρνηση του Θεόδωρου Δηλιγιάννη διόρισε τον Σκουλούδη εκπρόσωπό της στις διαπραγματεύσεις της Κων/πολης. Το 1892 εκλέχθηκε βουλευτής Θηβών και στη συνέχεια, με την κυβέρνηση του Χαρίλαου Τρικούπη, ανέλαβε για πρώτη φορά υπουργικά καθήκοντα για ένα μικρό χρονικό διάστημα στο Υπουργείο Εκπαιδεύσεως και Εκκλησιαστικών και εν συνεχεία στο Υπουργείο Ναυτικών.
Την περίοδο 1893-1896 ο Σκουλούδης είχε αναλάβει διάφορες αποστολές στο εξωτερικό για τη σύναψη δανείων, συμμετέχοντας στις προσπάθειες της κυβέρνησης Τρικούπη και Δηλιγιάννη, για τη διευθέτηση του οικονομικού προβλήματος. Η επόμενη κυβερνητική θέση που ανέλαβε ο Σκουλούδης το 1897 ήταν το υπουργείο Εξωτερικών, κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του Δημητρίου Ράλλη. Από τη θέση του αυτή βίωσε τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο και τις διαπραγματεύσεις για την προκαταρκτική συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το 1905 εξελέγη πάλι βουλευτής Θηβών. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ο Στέφανος Σκουλούδης απομακρύνθηκε απο την πολιτική. Μετά την στρατιωτική επανάσταση στο Γουδί το 1909 το όνομά του ακούστηκε παράλληλα με αυτό του Στέφανου Δραγούμη για την ανάθεση σχηματισμού κυβέρνησης. Επικράτησε η λύση Δραγούμη, με την ‘παρέμβαση’ Βενιζέλου, ο οποίος και σχημάτισε τελικά κυβέρνηση τον Ιανουάριο του 1910. Εντούτοις, ο Σκουλούδης κλήθηκε απο την κυβέρνηση Βενιζέλου το Νοέμβριο του 1912 να παραστεί στη Διάσκεψη της Συνθήκης Ειρήνης των Βαλκανικών κρατών με την Τουρκία στο Λονδίνο ως πληρεξούσιος της Ελλάδας.
Τον Οκτώβριο του 1915, μεσούσης της κρίσης στην ελληνική πολιτική σκηνή για την στάση της Ελλάδας στον πόλεμο και μετά την αναχώρηση του Βενιζέλου για τη Θεσσαλονίκη, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ανέθεσε στον Σκουλούδη την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Το έργο της κυβέρνησης Σκουλούδη αναλώθηκε σε ζητήματα σχετικά με τον πόλεμο και τη διατήρηση της ελληνικής ουδετερότητας, προτάσεις για δάνεια και τα πάγια εξωτερικά ζητήματα. Το 1918, με την επιστροφή του Βενιζέλου, ο Σκουλούδης βρίσκεται κατηγορούμενος επί εσχάτη προδοσία για την ΄σύμπραξή’ του με τον βασιλιά. Προφυλακίστηκε και παραπέμθηκε σε δίκη μαζί με το υπουργικό του συμβούλιο σε Ειδικό Δικαστήριο. Η δίκη διήρκησε μέχρι τον Νοέμβριο του 1920. Οι κατηγορίες ατόνησαν και τελικά εγκαταλείφθηκαν μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 και την εκλογική ήττα του Βενιζέλου. Το 1921 η Εθνική Συνέλευση κήρυξε επίσημα άκυρη την κατηγορία και όλη τη διαδικασία. Η διάρκεια της πρωθυπουργίας του Σκουλούδη ήταν η τελευταία παρουσία του στην ελληνική πολιτική σκηνή. Πέθανε στις 19 Αυγούστου του 1928. Κληροδότησε πολλά περιουσιακά στοιχεία του σε διάφορα ιδρύματα, μεταξύ αυτών έργα τέχνης στην Εθνική Πινακοθήκη.
- Person
- Person
- 1837-1920
Ο Στέφανος Ιωαν. Στρέιτ γεννήθηκε στην Πάτρα το 1837. Σπούδασε νομικά στην Ελλάδα και στη Γερμανία. Όταν επέστρεψε διορίστηκε πρωτοδίκης, εφέτης και δικηγόρος στην Πάτρα και στη συνέχεια διευθυντής του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας στη Λαμία. Στις 28 Φεβρουαρίου 1889 διορίστηκε υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας και στις 25 Οκτωβρίου 1896 διοικητής της. Το 1897 διετέλεσε υπουργός Οικονομικών και διεξήγαγε τις διαπραγματεύσεις του διακανονισμού των χρεών της Ελλάδας με το Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο. Με δική του πρωτοβουλία ίδρυσε την Τράπεζα Κρήτης και την Τράπεζα Ανατολής, συγχώνευσε την Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας και πέτυχε να αποκτήσει η Εθνική Τράπεζα, αντί της Ιονικής, το ενιαίο εκδοτικό δικαίωμα στην Ελλάδα. Στις επιδέξιες διαπραγματεύσεις του οφείλεται η έκδοση του δανείου της Αμύνης και σε δική του πρωτοβουλία το δάνειο της παλινοστήσεως των Θεσσαλών και η ύδρευση των Αθηνών μέσω της Στυμφαλίας. Εκτός από τη μέριμνα για τα δημόσια οικονομικά δεν παρέλειψε να ασχοληθεί και με τη νομική επιστήμη. Ως καθηγητής του Διεθνούς Δικαίου δίδαξε στο Εθνικό Πανεπιστήμιο από το 1887 έως το 1897, οπότε και παραιτήθηκε διατελώντας σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών. Από τη θέση του διοικητή της Εθνικής Τράπεζας παραιτήθηκε για λόγους υγείας το 1911. Πέθανε στην Αθήνα στις 13 Απριλίου 1920.
[Οι πληροφορίες προέρχονται από νεκρολογία στην εφημερίδα Εμπρός, 14/4/1920].
- Person
- 1878-1945
- Person
- 1909 - 2004
Η Διδώ Σωτηρίου, κόρη του Ευάγγελου Παππά και της Μαριάνθης Παππαδοπούλου, γεννήθηκε το 1909 στο Αϊδίνι της Μ. Ασίας. Ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας (Ηρώ, Δέσποινα, Γιώργος, Έλλη). Το 1917 η οικογένειά της, για λόγους οικονομικούς, μετακόμισε στη Σμύρνη και μετά την καταστροφή του 1922 στον Πειραιά. Η Δ. Σωτηρίου μεγάλωσε με τους εύπορους θείους της Γιώργο και Μαρία Νικολοπούλου, που ωστόσο δεν ευνοούσαν τη μόρφωση και την επίδοσή της στο γράψιμο. Φοίτησε στη Σχολή Αηδονοπούλου με καθηγητή τον Κώστα Παρορίτη που ενθάρρυνε τη συγγραφική της έφεση και την γνώρισε στον Ψυχάρη. Συνέχισε με μαθήματα κατ’ οίκον με καθηγήτρια τη λογοτέχνη Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη. Τα πρώτα λογοτεχνικά κείμενά της, από την περίοδο της φοίτησής της στο σχολείο, δημοσιεύθηκαν σε περιοδικά της εποχής με τη μεσολάβηση του λογοτέχνη και οικογενειακού φίλου της Ντόλη Νίκβα. Πήρε δίπλωμα καθηγήτριας γαλλικής έχοντας τελειώσει το Γαλλικό Ινστιτούτο. Το 1928 ταξίδεψε στη Βιέννη και στην Ιταλία. Το 1933 παντρεύτηκε τον καθηγητή μαθηματικών Πλάτωνα Σωτηρίου. Από το 1933 συνεργάστηκε στο περιοδικό Νέοι Πρωτοπόροι και ήρθε σε επαφή με το αντιφασιστικό κίνημα και με εκπροσώπους της αριστερής διανόησης όπως τον Δ. Γληνό, τον Ν. Καρβούνη, τον Κ. Βάρναλη, τη Γ. Καζαντζάκη, τη Μ. Αξιώτη κ.ά. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα Νέος Κόσμος και στην αρχισυνταξία του περιοδικού Γυναίκα του Α. Νικολόπουλου από το 1936. Το 1935 συμμετείχε μαζί με την Ηλέκτρα Αποστόλου στο Πρώτο παγκόσμιο συνέδριο γυναικών στο Παρίσι, ως εκλεγμένη εκπρόσωπος γυναικείων οργανώσεων και την ίδια χρονιά μίλησε στη Γενεύη, στην Κοινωνία των εθνών, για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα. Το 1937 παρακολούθησε μαθήματα γαλλικής λογοτεχνίας στη Σορβόννη καθώς και το Παγκόσμιο συνέδριο λογοτεχνών. Στην Κατοχή δούλεψε στον παράνομο τύπο της Αντίστασης και λίγο πριν την απελευθέρωση στην αρχισυνταξία του Ριζοσπάστη. Το 1945 συμμετείχε και πάλι στο Παγκόσμιο συνέδριο γυναικών στο Παρίσι, μαζί με την Χρύσα Χατζηβασιλείου. Ως το 1947 αρθρογραφούσε στον Ριζοσπάστη και στον Ρίζο της Δευτέρας με ειδίκευση σε διεθνή θέματα και με ψευδώνυμο Σ. Δέλτα. Η δημοσιογραφική αποκάλυψη της παραχώρησης της κυριαρχίας στην Ελλάδα από την Αγγλία στις ΗΠΑ είχε ως αποτέλεσμα της διαγραφή της από το ΚΚΕ (1947). Στη μετεμφυλιακή περίοδο συνεργάστηκε με την εφ. Αυγή. Το 1963 συμμετείχε στο Παγκόσμιο συνέδριο γυναικών στη Μόσχα όπου ταξίδεψε άλλες δύο φορές για τη διεθνή συνάντηση βετεράνων πολέμου και καλεσμένη σοβιετικών συγγραφέων. Επισκέφθηκε επίσης τη Ρουμανία, τη Δυτική Γερμανία και την Τουρκία. Αδελφή της Έλλης Παππά, η Διδώ Σωτηρίου φρόντισε την ανατροφή του ανιψιού της Νίκου Μπελογιάννη κατά την μακροχρόνια φυλάκιση της μητέρας του (1950-1964, 1967-1968). Ο Πλάτων Σωτηρίου πέθανε το 1985 και η Διδώ το 2004. Έργα της: Οι νεκροί περιμένουν (1959), Ηλέκτρα (1961), Ματωμένα Χώματα (1962), Εντολή (1976), Μέσα στις φλόγες (1978), Επισκέπτες (1979), Κατεδαφιζόμεθα (1982), Η μικρασιατική καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο (1975). Διηγήματά της δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά κυκλοφόρησαν σε τόμο το 2004 με τίτλο Τυχαίο συναπάντημα και άλλες ιστορίες. Τα έργα της γνώρισαν αλλεπάλληλες επανεκδόσεις και μεταφράσεις σε πολλές ξένες γλώσσες. Βραβεύτηκε και τιμήθηκε από πολλούς φορείς, συλλόγους και δήμους στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έλαβε επίσης το Α΄ κρατικό βραβείο για το σύνολο του λογοτεχνικού έργου της το 1989 και το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1990.
[Πηγή: φάκελος 22 του αρχείου]
- Person
- 1922-2015
Γιος του γιατρού Κωνσταντίνου Φέσσα και της Ευ-φροσύνης (Φωφώς) Ν. Τσαμαδού, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1922. Τελείωσε το Πειραματικό σχολείο και σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Τις σπουδές του διέκοψαν ο ελληνοϊταλικός πόλεμος και η Κατοχή, στη διάρκεια της οποίας υπέστη διώξεις λόγω αντιστασιακής δράσης. Πήρε το πτυχίο του το 1947 και συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στη Β΄ Παθολογική Κλινική (1947-1951) τις οποίες ολοκλήρωσε στις Η.Π.Α. (1952-54) όπου εργάστηκε σε ερευνητικό κέντρο της Ιατρικής Σχολής της Utah. Ανα-γορεύτηκε διδάκτωρ το 1955 και εργάστηκε ως επιμελητής στην Β΄ Παθολογική Κλινική μέχρι το 1957, όταν ανέλαβε τη διεύθυνση Αιμοδοσίας στο νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» και την οργάνωση του αιματολογικού εργαστηρίου. Το κύριο επιστημονικό του αντικείμενο ήταν η μεσογειακή αναιμία. Εξελέγη υφηγητής το 1965, καθηγητής και διευθυντής της Α΄ Παθολογικής Κλινικής (όπου είχε διδάξει τον 19ο αιώνα ο Γεώργιος Μακκάς) το 1969. Ήταν αντιπρόεδρος της Διεθνούς Αιματολογικής Εταιρείας, πρόεδρος του Διεθνούς Αιματολογικού Συνεδρίου (Αθήνα 1981), πρόεδρος του Ιατρικού Τμήματος του Πανεπιστημίου της Αθήνας (1987), κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Υγείας (1988). Πέθανε σε μεγάλη ηλικία στην Αθήνα το 2015.
- Person
- 1886-1965
Γιος του γιατρού και δημοτικιστή Φώτη Φωτιάδη και της Ρωξάνης, το γένος Σοβατζόγλου, γεννήθηκε στην Κων/πολη το 1886. Είχε έναν αδελφό τον Λάμπρο που ήταν γιατρός και έζησε στη Γαλλία και στο Αλγέρι. Ο Αντώνης Φωτιάδης εργάστηκε στην εμπορική εταιρεία Ralli Brothers στην Βομβάη. Το 1922 παντρεύτηκε την Δέσποινα Νικολάου Μακκά με την οποία απέκτησαν δύο κόρες: την Ρωξάνη (1923-2007) και την Αργυρώ-Αλεξάνδρα (1927-1983), σύζυγο Νικολάου Εφεσίου. Επέστρεψαν στην Ελλάδα οικογενειακώς το 1930 και έζησαν στο Παλαιό Ψυχικό. Διετέλεσε πρόεδρος του Οργανισμού Βάμβακος και μέλος στα Δ.Σ. του Κολλεγίου Αθηνών, της Ιονικής Τράπεζας, της Ελαΐδος, και ξενοδοχειακής επιχείρησης στα Καμμένα Βούρλα. Ίδρυσε την Καλλιεργητική Εταιρεία σχετική με το βαμβάκι και τα Κλωστοϋφαντήρια Χαλκίδος Α.Ε. Πέθανε στην Αθήνα το 1965.
- Person
- 1803-1870
Ο Ματθαίος, πρωτότοκος γιος του Παύλου Ροδοκα-νάκη και της Αργυρώς Φραγκιάδη, γεννήθηκε στη Χίο το 1803. Eπιχειρηματίας, έζησε στην Τεργέστη και συμμετείχε στην εμπορική επιχείρηση «Ροδοκανάκη & Φραγκιάδη» η οποία είχε υποκαταστήματα σε Λονδίνο, Λίβερπουλ, Νέα Υόρκη, Νέα Ορλεάνη, Ρίο ντε Τζανέιρο, αλλά πτώχευσε το 1869. Απέκτησε την αυστριακή υπηκοότητα (1829) και ήταν μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης (1861).
Παντρεύτηκε το 1836, στην Τεργέστη, την κόρη του Χιώτη εμπόρου Νικολάου Ταμβάκου, Δέσποινα (1816-1900), με την οποία απέκτησαν έντεκα παιδιά από τα οποία ενηλικιώθηκαν μόνο τα πέντε. Από τα παιδιά τους μόνο δύο κόρες, η Αργυρώ σύζυγος Ν. Μακκά και η Ιουλία σύζυγος Αλ. Τριανταφυλλίδη απέκτησαν απογόνους. Πέθανε στην Τεργέστη το 1870.
- Person
- 1872 - 1952
Ο Χαρίσιος Βαμβακάς γεννήθηκε στην Κοζάνη το 1872. Πήγε σχολείο στην πατρίδα του και σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη συνέχεια στην Ελβετία, όπου αναγορεύθηκε διδάκτωρ του δικαίου και των πολιτικών επιστημών. Έζησε μερικά χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, όπου συνεργάστηκε ως δικηγόρος με τον νομομαθή Τσάκο από την Ήπειρο τελειοποιώντας παράλληλα τα τουρκικά του.
Διετέλεσε βουλευτής Σερβίων και Κοζάνης στο Οθωμανικό Κοινοβούλιο αντικαθιστώντας τον εκλεγμένο βουλευτή Κων. Δρίζη, ο οποίος του παραχώρησε τη θέση του, όταν παραιτήθηκε. Ήταν εκδότης και διευθυντής της γαλλόφωνης εφημερίδας Tribune με την οποία διαφώτιζε κυρίως τους ξένους για τα ελληνικά πράγματα. Το 1919 διορίστηκε από τον Ε. Βενιζέλο αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης κοντά στον γάλλο στρατηγό Charpy, διοικητή της Διασυμμαχικής Κυβέρνησης Θράκης και στη συνέχεια μετά την προσάρτησή της, Γενικός Διοικητής Ανατολικής Θράκης. Στη σοβαρή και λεπτή αποστολή που του ανατέθηκε επέδειξε πολιτική σύνεση. Επέβαλε άρτιο διοικητικό σύστημα και συνέβαλε στις συζητήσεις για την παράδοση της Δυτικής Θράκης σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης της Λωζάνης.
Εξελέγη γερουσιαστής στις 21 Απριλίου 1929 και διετέλεσε αντιπρόεδρος της Γερουσίας. Παραιτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 1930 για να βάλει υποψηφιότητα ως δήμαρχος Θεσσαλονίκης με το Κόμμα των Φιλελευθέρων. Διετέλεσε δήμαρχος της πόλης από το 1931 μέχρι τον Ιούλιο του 1933 οπότε επαύθη, αφού προηγήθηκε διαχειριστικός έλεγχος και του επιβλήθηκε ποινή αργίας από τον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας, Φίλιππο Δραγούμη, στο πλαίσιο των πολιτικών διώξεων των βενιζελικών.
Ασχολήθηκε με το εμπόριο δημιουργώντας τη «Βιομηχανία Τροχοφόρων Χαρίσιου Ηλ. Βαμβακά», ήταν μέτοχος της Ανωνύμου Εταιρείας Υφασμάτων «Υφανέτ» και νομικός σύμβουλος της βελγικής εμπορικής εταιρείας πετρελαίων SOCOMBEL.
Ήταν επίσης μέλος του Γενικού Διοικητικού Συμβουλίου της Γεωργικής Τραπέζης Μακεδονίας (1924-1930), της Ανωτέρας Ενοριακής Αντιπροσωπείας Θεσσαλονίκης (1927), επίτιμο μέλος του Ναυτικού Ομίλου Θεσσαλονίκης και του Γυμναστικού Συλλόγου «Μέγας Αλέξανδρος».
Είχε παντρευτεί την κόρη του δικηγόρου Τσάκου, με την οποία όμως διαζεύχθηκε. Είχε αποκτήσει πέντε παιδιά: την Ευφημία, σύζυγο του γιατρού Αλέκου Παπαθανάση τη Νίνα –σύζυγο Τάκη (Χάνου;), την Καίτη ή Κατίνα, σύζυγο Γιώργου Βοσνιάκου και τους Πέτρο και Ηλία.
[Τα βιογραφικά στοιχεία αντλήθηκαν από τα βιβλία: Η απελευθέρωση της Δυτικής Θράκης. Από το αρχείο του Χαρίσιου Βαμβακά. Επιμέλεια Καλλιόπης Παπαθανάση – Μουσιοπούλου. Αθήναι, 1975 και Παν. Λιούφη, Ιστορία της Κοζάνης. Εν Αθήναις 1924, ανατύπωση 1994 καθώς και από στοιχεία του αρχείου].
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ
Γέννηση στην Κοζάνη
1909 Φεβρ. -1912 Σεπτ. Βουλευτής Σερβίων και Κοζάνης στο Οθωμανικό Κοινοβούλιο, μέλος της Οργανώσεως Κωνσταντινοπόλεως, εκδότης της «Πολιτικής Επιθεωρήσεως» συνεργάτης και αρθρογράφος της γαλλόφωνης εφημερίδας «Βήμα των εθνικοτήτων»
1913 Φεβρ.-1914 Ιούνιος Ο Βενιζέλος του αναθέτει διπλωματικές αποστολές σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (Λονδίνο, Παρίσι, Πετρούπολη κλπ.) για τη διεκδίκηση των εθνικών δίκαιων. Καταδίκη του ερήμην σε θάνατο από την τουρκική κυβέρνηση για την εθνική του δράση
1912-1919 Εκδότης γαλλόφωνης εφημερίδας Tribune
1918 Οκτ. 18 – 1919 Σεπτ. Λαμβάνει μέρος στη Συνδιάσκεψη των Παρισίων ως αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης για τα ζητήματα Θράκης και του αλύτρωτου ελληνισμού
1919 Σεπτ. 29 Διορίζεται αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης στον Γάλλο στρατηγό Charpy που είχε αναλάβει τη Διασυμμαχική Διοίκηση της Δυτικής Θράκης για την επιδεξιότερη προάσπιση των ελληνικών συμφερόντων. Κατορθώνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του αρχιστράτηγου Fr. d’ Esperey και του Charpy
1920 Μαΐου 14 Κατάληψη Δυτικής Θράκης από τα ελληνικά στρατεύματα
1920 Μαΐου 21 Διορίζεται πρώτος Γενικός Διοικητής Δυτικής Θράκης
1920 Ιουλ. 30 Υπογραφή Συνθήκης Παρισίων με την οποία μεταβιβαζόταν η Δυτική Θράκη από τις Συμμαχικές Δυνάμεις στην Ελλάδα
1920 Σεπτ. 5 – Νοεμ.. 26 Διοικητής Ανατολικής Μακεδονίας
1929 Απρ. 21 – 1930 Δεκ. 23 Εκλέγεται γερουσιαστής και διατελεί αντιπρόεδρος της Γερουσίας
1930 Δεκ. 23 Εκλέγεται με συντριπτική πλειοψηφία δήμαρχος Θεσσαλονίκης
1931 Οκτ. Παίρνει μέρος στο Β΄ Βαλκανικό Συνέδριο στην Κων/πολη
1931 Οκτ. 26 Επίσκεψη Προέδρου Δημοκρατίας Αλεξ. Ζαΐμη στη Θεσσαλονίκη
1933 Ιούλ. 1 Αποχωρεί από τη δημαρχία
1935 Αποσύρεται από την πολιτική
1952 Πεθαίνει μετά από μακρά ασθένεια
- Person
- 1945 -
Η Βίλμα Χαστάογλου-Μαρτινίδη είναι ομότιμη καθηγήτρια στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ. Σπούδασε αρχιτεκτονική στη Θεσσαλονίκη και πολεοδομία και αστική κοινωνιολογία στο Παρίσι. Έχει διδάξει σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ και της Ευρώπης και έχει δημοσιεύσει μεγάλο αριθμό επιστημονικών μελετών σε θέματα ιστορίας και σχεδιασμού της νεοελληνικής πόλης καθώς και των πόλεων της Ανατολικής Μεσογείου.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
www.biblionet.gr / υλικό του αρχείου.
- Person
- 1901-1987
Ο Γιώργος Νέμπαρης γεννήθηκε στην Αμφιλοχία το 1901. Αποφοίτησε από το Στρατιωτικό Σχολείο Επιμελητείας και Διαχειρίσεως ως Ανθυπολοχαγός Διαχειρίσεως το 1922. Πολέμησε στην Αλβανία στη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Το 1942 έφυγε από την Ελλάδα μέσω Βουλγαρίας και Τουρκίας για την Μέση Ανατολή όπου υπηρέτησε στην 1η και τη 2η Ταξιαρχία. Δημοκρατικών φρονημάτων, έζησε από κοντά τις εξεγέρσεις που σημειώθηκαν στις τάξεις του Ελληνικού Στρατού. Αν και διαφωνούσε με το κίνημα του Απριλίου του 1944, συνελήφθη ως πρωταίτιός του και κλείστηκε στις φυλακές του Μουσταφά Μπάρακς, του Κασασίν και του Γκεμπέιτ. Καταδικάστηκε τον Ιούλη του 1944 από έκτακτο στρατοδικείο σε ισόβια κάθειρξη και στρατιωτική καθαίρεση. Δεν βρέθηκαν στοιχεία για το πότε απελευθερώθηκε, πότε γύρισε στην Ελλάδα και για τη μεταπολεμική σταδιοδρομία του. Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του Ταγματάρχη. Παντρεύτηκε με τη Θάλεια Νέμπαρη το 1941. Μέλος της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης μεταπολεμικά, πέθανε το 1987.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Υλικό του αρχείου.
- Person
- 1913 - 2005
Η Ρούλα Παπαδημητρίου γεννήθηκε το 1913 στην Θεσσαλονίκη. Κόρη του Μιχαήλ Βαρέλλα, εμπόρου φαρμάκων, φοίτησε στο παρθεναγωγείο Στ. Νούκα- Αγλαΐας Σχινά και στο κολλέγιο Ανατόλια. Παντρεύτηκε τον Αλέκο Παπαδημητρίου με τον οποίο έκαναν τρία παιδιά: τον Στάθη (1939-1996), τον Μιχάλη (1942-) και τον Γιώργο Παπαδημητρίου (1944-2009, γνωστό συνταγματολόγο και βουλευτή Επικρατείας).
Η Παπαδημητρίου, με το ψευδώνυμο Αφροδίτη της Μήλου, δημοσίευσε εφηβικές της συνεργασίες στη Διάπλαση των Παίδων. Από το 1952 ως το 1996 εξέδιδε το Περιοδικό Ελληνίδων Βορείου Ελλάδος, το οποίο κάλυπτε λογοτεχνικά, ιστορικά, κοινωνικά και λαογραφικά θέματα καθώς και θέματα σχετικά με τη θέση της γυναίκας στη νεοελληνική ιστορία και κοινωνία.
Μεταπολεμικά έδωσε πολλές διαλέξεις σε πόλεις της Ελλάδος και στο εξωτερικό. Υπήρξε τακτική συνεργάτης για πολλά χρόνια των Ραδιοφωνικών Σταθμών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, όπου παρουσίαζε εκπομπές ποικίλου περιεχομένου. Συνεργάστηκε ακόμη με την Αντιγόνη Μεταξά (Θεία Λένα), για τη ραδιοφωνική εκπομπή της τελευταίας που είχε τίτλο «Καλημέρα Παιδιά».
Η Παπαδημητρίου συμμετείχε σε πλήθος φιλανθρωπικών σωματείων και οργανώσεων. Δραστηριοποιήθηκε έντονα για τον επαναπατρισμό παιδιών του «παιδομαζώματος» καθώς και για την αναγνώριση πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες. Η ίδια υπήρξε υποψήφια βουλευτής Θεσσαλονίκης με το Κόμμα των Προοδευτικών του Σπύρου Μαρκεζίνη το 1956.
Έγραψε μελέτες, διηγήματα, μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και πλήθος άρθρων. Το πεζογραφικό της έργο επικεντρώνεται στην πόλη της Θεσσαλονίκης και τη νεότερη ιστορία της, τον Μακεδονικό Αγώνα καθώς και τον κυπριακό ελληνισμό. Συνεργασίες της δημοσιεύθηκαν σε πλήθος περιοδικών και εφημερίδων. Τιμήθηκε με πλήθος παρασήμων και διακρίσεων. Πέθανε το 2005.
Ορισμένα από τα έργα της:
- Αγώνας για τη λευτεριά, ΕΜΣ, Θεσσαλονίκη 1970.
-Στη δοξασμένη γη της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1980.
-Θεσσαλονίκη, φωτεινές μνήμες, Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις, Θεσσαλονίκη 1985.
-Μακεδονία, γη του ηρωισμού και της θυσίας, Θεσσαλονίκη 1989.
-Η Εκκλησία στον Μακεδονικό Αγώνα, Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1991.
-Ανατολική Μακεδονία, βωμός ελευθερίας, Σάκκουλας, Αθήνα-Κομοτηνή 1996.
-Στον ίσκιο του Λευκού Πύργου, Εξάντας, Αθήνα 2003.
Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Υλικό και δημοσιεύματα του αρχείου.
- Person
- 1891 - 1987
Ο Ιωάννης Α. Χίντζογλου (Αμισός, 1891 - Αθήνα, 1987) υπήρξε οργανωτής των ανταρτικών σωμάτων κατά την επανάσταση του Πόντου (1919). Μετά την καταστολή της και την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου ήλθε στην Ελλάδα. Ήταν ιδρυτικό μέλος του προσφυγικού σωματείου “Οικοδομικός Συνεταιρισμός Ο Νέος Πόντος” (1925), και πρόεδρός του την περίοδο 1931-1934. Επίσης υπήρξε πρόεδρος του προσφυγικού σωματείου “Αδελφότης των Αγωνιστών του Πόντου”. Το 1934-1935 ήταν συνεργάτης του Θεόδωρου Πάγκαλου και υποψήφιος βουλευτής του κόμματός του. Παράλληλα δραστηριοποιήθηκε στο εμπόριο. Την περίοδο 1939-1949 διετέλεσε αρχηγός του κατασκοπευτικού δικτύου της αγγλικής υπηρεσίας πληροφοριών υπό στοιχεία O.M.Co (Oriental Motoring Co), με το βαθμό του συνταγματάρχη και με το ψευδώνυμο “Συν/ρχης Χατζής”.
- Person
- 1899 - 1972
Διπλωματικός ακόλουθος σε Αγίους Σαράντα, Κωνσταντινούπολη, Άγκυρα, Ρόδο, Ρώμη, Παρίσι, Κάιρο, Μασσαλία, Καμπέρα Αυστραλίας, Βιέννη, Αυστρία κ.α.
- Person
- 1875 - 1950
Ναύαρχος, πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, στη Μικρασιατική Εκστρατεία και στην συνέχεια ανέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις στο ναυτικό μεταξύ των οποίων και την αρχηγεία του στόλου. Παντρεύτηκε την Ελένη Ζλατάνου (κόρη της Αικατερίνης) και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: την Ειρήνη (Ιρέν), τη Λίλιαν, την Αλεξάνδρα (Αλέκα) και τον Γρηγόριο.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, υλικό του αρχείου, αρχείο Ρωξάνης Φέσσα]
- Person
Σπούδασε νομικά στο παν/μιο Αθηνών. Το 1906 εκλέχθηκε βουλευτής για πρώτη φορά στην Κρητική Βουλή και το ’11 έγινε αντιπρόεδρος της συνέλευσης των Κρητών. Διετέλεσε πρωθυπουργός της εξόριστης κυβερνήσεως κατά τα έτη 1941-1944. Μέλη της οικογένειας Τσουδερού διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της Κρήτης κατά τη διάρκεια 19ου – 20ου. Ήταν παντρεμένος με την Μαρία Θεοφανάκη και είχε αποκτήσει τρία παιδιά, την Αθηνά, τον Γιάννη και τη Βιργινία
- Person
- Person
- 1879 - 1970
Ο Αλέξανδρος Οθωναίος (Γύθειο, 1879 – Αθήνα, 1970) υπήρξε ανώτατος στρατιωτικός (διετέλεσε για λίγες μέρες αρχιστράτηγος τον Νοέμβριο του 1944) και πρωθυπουργός της έκτακτης κυβέρνησης («κυβέρνησης των στρατηγών») που κατέστειλε το πραξικόπημα του Πλαστήρα το 1933 και παρέδωσε την εξουσία στο νικητή των εκλογών Π. Τσαλδάρη. Μετριοπαθής, αντιβασιλικών πεποιθήσεων, στρατιωτικός έλαβε μέρος σε όλες τις κινήσεις που αμφισβητούσαν ή στρέφονταν εναντίον της βασιλείας (επανάσταση 1909, κίνημα Εθνικής Αμύνης, δημοψήφισμα 1946) και υπήρξε ο πρόεδρος του Εκτάκτου Στρατοδικείου που καταδίκασε σε θάνατο τους «εξ». Η ιδεολογική του τοποθέτηση επηρέασε και την παραμονή του στο στράτευμα που εξαρτιόταν από τις εκάστοτε πολιτικές περιστάσεις. Μετά τον πόλεμο πήρε ενεργό μέρος στις κινήσεις κατά της παλινόρθωσης της μοναρχίας και υπήρξε πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Δημοκρατικών Συλλόγων που ανέλαβε τη διάδοση της ιδέας της αβασίλευτης δημοκρατίας κατά το δημοψήφισμα του 1946. Παντρεύτηκε την Μαρίκα Παπαγιάννη, το 1933, και απέκτησε μαζί της μία κόρη.
[Αναλυτικό βιογραφικό σημείωμα: βλ. Εκδοτική Αθηνών, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, τ. 7, Αθήνα 1987, σ. 423-424].
- Person
- Person
- Person
- 1881 - 1967
Ο πολιτικός, οικονοµολόγος και συγγραφέας Αλέξανδρος Μυλωνάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1881. Σπούδασε νοµικά και οικονοµικά στα Πανεπιστήµια Αθηνών και Βερολίνου και χρηµάτισε Γενικός Γραµµατέας των Υπουργείων Οικονοµικών και Γεωργίας την περίοδο 1912-1919. Υπήρξε µέλος της Κοινωνιολογικής Εταιρείας και πολιτεύθηκε µε το Κόµµα των Φιλελευθέρων. Εξελέγη βουλευτής Αθηνών και Ιωαννίνων την περίοδο 1923-1928 και διετέλεσε, την ίδια περίοδο τέσσερις φορές Υπουργός Γεωργίας και Υφυπουργός Οικονοµικών ενώ το 1929 υπήρξε ο ιδρυτής του Αγροτικού Κόµµατος. Στην συνέχεια επανεκλέχθηκε βουλευτής Ιωαννίνων στις διαδοχικές εκλογικές αναµετρήσεις ως την δικτατορία του Μεταξά. Το 1938 εκτοπίστηκε στην Ικαρία και στις αρχές του 1944 διέφυγε στην Μέση Ανατολή. Συµµετείχε στην διάσκεψη του Λιβάνου και ανέλαβε το Υπουργείο Ναυτικών στην εξόριστη κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Διετέλεσε Υπουργός Οικονοµικών στην Κυβέρνηση Πλαστήρα το 1945 και το 1950 αποσύρθηκε από την πολιτική. Την περίοδο 1951-1953 χρηµάτισε διοικητής της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδας. Έγραψε µεγάλο αριθµό έργων, µονογραφιών και άρθρων πολιτικού, νοµικού, οικονοµικού και αγροτικού περιεχοµένου.
- Person
- 1925-2019
- Person
Ο Γιώργος Λιόλιος (Βέροια, 1968) σπούδασε δημοσιογραφία και νομικά. Ζει στη Βέροια, όπου εργάζεται ως δικηγόρος. Ασχολείται συστηματικά με την έρευνα της ιστορίας του εβραϊσμού της Ελλάδας. Κείμενα του για την εβραϊκή κοινότητα της Βέροιας δημοσιεύθηκαν κατά καιρούς σε διάφορα περιοδικά έντυπα (στην Ελλάδα και τη Σερβία), σε διαδικτυακούς τόπους, καθώς και στον τιμητικό τόμο για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Ελλάδας.
Κυκλοφορούν τα βιβλία του: Ίχνη εβραϊκής παρουσίας στη Σίφνο (εκδ. Ευρασία), Σκιές της πόλης-Αναπαράσταση του διωγμού των Εβραίων της Βέροιας (εκδ. Ευρασία), Η Βέροια των περαστικών (εκδ. ΕΦΑ Ημαθίας) και οι νουβέλες: Ο αλλόκοτος κόσμος του Γιόνας Τρέσνι (Εκδόσεις του Φοίνικα) και O χωρευτής (εκδ. Το Ροδακιό).
- Person
- Person
- Person
- Person
- Person
- Person