Σουλιώτης-Νικολαΐδης, Αθανάσιος

Περιοχή αναγνώρισης

Τύπος της οντότητας

Άτομο

Καθιερωμένες μορφές του ονόματος

Σουλιώτης-Νικολαΐδης, Αθανάσιος

Παράλληλες μορφές του ονόματος

Μορφές του ονόματος σύμφωνα με άλλους κανόνες

Άλλες μορφές του ονόματος

Κωδικοί καταχώρισης νομικών προσώπων

Περιοχή περιγραφής

Χρονολογίες ύπαρξης/δραστηριότητας

1878 - 1945

Ιστορικό

Το όνομα του Αθανασίου Σουλιώτη - Νικολαΐδη είναι στενά συνυφασμένο με μια άλλη πνευματική και πολιτική προσωπικότητα της νεοελληνικής ιστορίας, πολύ πιο γνωστή αυτή, τον Ίωνα Δραγούμη. Αν και δεν γνώρισε την υστεροφημία του στενού του φίλου, ο Α. Σουλιώτης στάθηκε στον καιρό του μια “αφανής” αλλά έντονη μορφή.
Αν και αξιωματικός του στρατού (απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων) ο Α. Σουλιώτης μετείχε στο Μακεδονικό Αγώνα ως μυστικός πράκτορας, ιδιότητα που διατήρησε και αργότερα, μέχρι το 1916. Από τη δράση του αυτή τρεις εμπειρίες είναι σήμερα ευρύτερα γνωστές, καθώς έχουν δημοσιευτεί από τα κατάλοιπα του οι σχετικές του αναμνήσεις (Ο Μακεδονικός Αγών. Η “Οργάνωσις Θεσσαλονίκης”. Θεσσαλονίκη, 1959, Ημερολόγιον του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου. Θεσσαλονίκη, 1962 και ”Οργάνωσις Κωνσταντινουπόλεως”. Αθήνα, 1984. Βλ. Φάκελο 28, Εκδόσεις έργων του Α. Σουλιώτη). Καθοριστικές για τη ζωή και τη μετέπειτα πορεία του στάθηκαν οι δύο πρώτες: η συγκρότηση και διεύθυνση μυστικής πατριωτικής οργάνωσης στη Θεσσαλονίκη, από το 1906 έως το 1908, με κύριο σκοπό την αντιμετώπιση της βουλγαρικής προπαγάνδας και δράσης και η ίδρυση, σε συνεργασία με τον Ίωνα Δραγούμη, ανάλογης μυστικής οργάνωσης στην Πόλη, με ευρύτερους όμως στόχους και εθνικό πρόγραμμα. Η Οργάνωση Κωνσταντινούπολης βρισκόταν αρχικά υπό την καθοδήγηση ειδικής μυστικής υπηρεσίας του Υπουργείου των Εξωτερικών, της Πανελλήνιας Οργάνωσης. Από το 1909 όμως, όταν ατόνησε η υπηρεσία αυτή, η Οργάνωση Κωνσταντινούπολης διευθύνεται ουσιαστικά από τον ίδιο τον Α. Σουλιώτη, μέχρι την έκρηξη του πρώτου Βαλκανικού Πολέμου. Τότε ο Α. Σουλιώτης φεύγει για την ελληνική πρεσβεία της Σόφιας και στη συνέχεια για το μέτωπο, με εντολή να παρακολουθεί τις κινήσεις της βουλγαρικής μεραρχίας Θεοδωρώφ, συντελώντας έτσι και εκείνος στη ματαίωση των σχεδίων της να καταλάβει τη Θεσσαλονίκη πριν από τα ελληνικά στρατεύματα. Ας σημειώσουμε εδώ ότι η μυστική πατριωτική του εργασία στη Θεσσαλονίκη και στην Πόλη επέβαλε την προς τα έξω εμφάνιση του με άλλη ιδιότητα βέβαια από εκείνη του αξιωματικού του στρατού. Έτσι το περισσότερο διάστημα εμφανιζόταν ως έμπορος με το όνομα Νικολαΐδης, το οποίο από τότε παρέμεινε ως δεύτερο του επίθετο.
“Αφανής”, λοιπόν, και ως προς την ιδιότητα του αυτή του μυστικού πράκτορα και ως προς την ίδια τη φύση της εργασίας στην οποία αφιέρωσε τα πρώτα δημιουργικά χρόνια της ζωής του. Η πλευρά αυτή ωστόσο δεν είναι μόνο πρόσκαιρη, αλλά ηχεί και κάπως παραπλανητική: οπωσδήποτε δεν πρόκειται για έναν κοινό κρατικό υπάλληλο ή, έστω, για ένα τυπικό παράδειγμα στρατιωτικού που απλώς ευσυνείδητα εκτελούσε εντολές εκ των άνω. Κάτι τέτοιο άλλωστε δύσκολα θα εναρμονιζόταν με το κλίμα του Μακεδονικού Αγώνα και ο Α. Σουλιώτης ανήκει τυπικά και ουσιαστικά στη γενιά - και στον κύκλο των νέων τότε αξιωματικών - που έχοντας βιώσει ιδιαίτερα τραυματικά την ήττα του ‘97 οραματίζεται και ζητά να αναλάβει την “αποστολή” μιας νέας εθνικής αφύπνισης, και να την κάνει πράξη. Αν άλλοι επέλεξαν τον ένοπλο αγώνα, ο Α. Σουλιώτης και ο Ίων Δραγούμης είναι από εκείνους που επιχειρούν να συλλάβουν και να εφαρμόσουν μια δυναμική εθνική πολιτική, απαλλαγμένη - σύμφωνα εξάλλου με αντιλήψεις της εποχής - από τις αδυναμίες, τις αδράνειες ή τη “στείρα μεγαλοστομία” που είχε κληροδοτήσει το παρελθόν, μια πολιτική που να εμπνέεται από ένα καινούργιο “εθνικό ιδανικό”, από έναν εθνικισμό με ανανεωμένο ιστορικό και ιδεολογικό υπόβαθρο.
Κάτω από αυτό ακριβώς το πρίσμα θα πρέπει να προσεγγίσει κανείς τη δραστηριότητα του Α. Σουλιώτη στη Θεσσαλονίκη αλλά κυρίως στην Πόλη, όπου οι απροσδιόριστες μέχρι τότε αναζητήσεις του παίρνουν πιο συγκεκριμένη μορφή. Στο κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Πόλης, εκεί όπου η συνάντηση των φυλών της Ανατολής είναι έντονη και τα ιστορικά σημάδια της μακρόχρονης συμβίωσης τους ορατά, όπου μουσουλμανισμός και βυζαντινή παράδοση μαζί δημιουργούν μια ξεχωριστή αισθητική, ο Α. Σουλιώτης θα ανασύρει από το παρελθόν και θα οραματιστεί με τον δικό του τρόπο το “ανατολικό ιδανικό”: το ιδανικό ενός πολιτισμού στον οποίο έχουν συνεισφέρει με τα ιδιαίτερα τους χαρακτηριστικά όλες οι εθνότητες των Βαλκανίων και της Μικράς Ασίας, “της καθ’ημάς Ανατολής”, ενός πολιτισμού ιδιαίτερου που ο Α. Σουλιώτης βλέπει να απειλείται με εξαφάνιση από την εισβολή του δυτικού πολιτισμού. Εκεί, ζώντας από κοντά την πανηγυρική ατμόσφαιρα συναδέλφωσης που αυθόρμητα προκάλεσε η είδηση της ανακήρυξης του Συντάγματος, θα συνειδητοποιήσει τη “δύναμη” ενός τέτοιου ιδανικού και θα φανταστεί ένα μεγάλο κράτος ανατολίτικο όπου μουσουλμάνοι και χριστιανοί θα είναι ισότιμοι Οθωμανοί πολίτες. Τόσο η πολιτική συγκυρία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία - οι αρχικές διακηρύξεις των Νεότουρκων ήταν προς την κατεύθυνση της ισοπολιτείας - όσο και η παράδοση της οικουμενικής ιδέας, συνέθεταν ευνοϊκά στοιχεία προς έναν επαναπροσδιορισμό της πολιτικής των Ελλήνων, τους οποίους ο Α. Σουλιώτης έβλεπε να ηγούνται δυναμικά της κίνησης αυτής. Τον ηγετικό αυτό ρόλο επεδίωξε άμεσα, όταν η απροθυμία του κυρίαρχου τμήματος των Νεότουρκων να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους επέβαλε τη συντονισμένη δράση των χριστιανικών εθνοτήτων για τη διεκδίκηση της αρχής της ισοπολιτείας και των δικαιωμάτων τους. Μέσα από αυτήν την προσπάθεια, που τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων φάνηκε να αποδίδει καρπούς, συντελώντας στη συμμαχία και των βαλκανικών κρατών, ο Α. Σουλιώτης θα πιστέψει έντονα στην ιδέα της συνεννόησης των εθνών της Βαλκανικής. Τάσεις προς την πολιτική συνεννόησης των βαλκανικών κρατών ή της ελληνοτουρκικής συνεννόησης είχαν εκφραστεί και παλιότερα, όπως είναι γνωστό. Ενα ιδιαίτερο όμως και αξιοσημείωτο στοιχείο των τάσεων αυτών μπορεί να ανιχνευθεί στην ιδεολογικοπολιτική τοποθέτηση του Α. Σουλιώτη: η έμφαση που δίνει συνολικότερα στην δυναμική της συμφιλίωσης των βαλκανικών εθνών, σε αντίθεση με τη στενή εθνικιστική - επεκτατική πολιτική των “κρατιδίων”, όπως τα αποκαλούσε. Τη δυναμική αυτή επιχειρεί να τεκμηριώσει και επιστημονικά, μέσα από τις κοινές ιστορικογεωγραφικές ρίζες των λαών “της καθ’ ημάς Ανατολής”.
Τα ίχνη ακριβώς της πολιτικής και ιδεολογικής συγκρότησης του Α. Σουλιώτη είναι το κυρίαρχο σώμα πληροφοριών που προσφέρει το αρχείο του, το οποίο μπορεί να χαρακτηριστεί βασικά ως αρχείο συγγραφέα. Αυτή είναι και η άλλη διάσταση της προσωπικότητας του Α. Σουλιώτη, λιγότερο ίσως γνωστή στο ευρύτερο κοινό όσο ζούσε, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των γραπτών του - όσα είχε προλάβει να επεξεργαστεί περισσότερο - άρχισε να δημοσιεύεται αρκετά χρόνια μετά το θάνατο του. Η πολιτική εξάλλου αρθρογραφία του, αρκετά συστηματική επί σειρά ετών (στο περιοδικό Πολιτική Επιθεώρησις καθώς και στον ημερήσιο τύπο), σε συνδυασμό και με την ενεργητική ένταξη του στο ευρύτερο στρατόπεδο των αντιβενιζελικών, παραπέμπει περισσότερο στην εικόνα του Α. Σουλιώτη ως ανθρώπου της δράσης και της στράτευσης για τις πολιτικές του ιδέες, όσο έντονα προσωπική και να ήταν η στράτευση αυτή.
Γύρω στα τέλη αυτής της περιόδου, λίγο μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Ι. Μεταξά, ο Α. Σουλιώτης - μέσω του αρχείου του πάντοτε - “σιωπά” για λίγα χρόνια. Εχει μόλις θητεύσει Νομάρχης Φλώρινας (1934-1935) και Γενικός Διοικητής Θράκης (1936), υπεύθυνες κρατικές θέσεις σε τομείς πολύ ευαίσθητους, όπως εκείνος της “αφομοιώσεως των σλαβόφωνων” και της παρακολούθησης της δράσης των κομμουνιστών ή των “βουλγαριζόντων”. Στα καθήκοντα που του επιβάλλουν οι θέσεις αυτές θα ανταποκριθεί με την ευσυνειδησία του κρατικού (όχι του κομματικού) οργάνου, αφήνοντας μας όμως ένα αίσθημα αμηχανίας στην ανάμνηση του “ανατολικού” του ιδανικού ή της ιδέας της βαλκανικής συνεννόησης. Το ίδιο περίπου αίσθημα αμηχανίας που, με πρώτη ίσως ματιά, αφήνουν οι ιδεολογικές “αντιφάσεις” στην προσωπικότητα του Α. Σουλιώτη, που δεν είναι βέβαια δυνατόν να αναπτυχθούν εδώ. Η ανάλυση τους όμως θα μπορούσε να συμβάλει επίσης στην μελέτη της ιδεολογίας διανοουμένων της εποχής του, σε σχέση και με την πολιτική ή κομματική τους συμπεριφορά και ένταξη.
Μετά τη σύντομη αυτή “σιωπή” που εντοπίζουμε από το 1937 μέχρι το 1942, τον ξαναβρίσκουμε άρρωστο με φυματίωση να περνά τα τελευταία χρόνια της ζωής του σε σανατόριο στα Μελίσσια, πλάι στη σύζυγο του Σοφία Προβελεγγίου. Πέθανε το 1945. Στη “Διαθήκη” του - όπως ο ίδιος επιγράφει δύο σύντομα σημειώματα, ελαφρώς διαφορετικά, χρονολογημένα το 1943 - μιλά κυρίως για το αρχείο του, το οποίο αφήνει στη σύζυγο του Σοφία, εκφράζοντας πια με σαφήνεια την επιθυμία να δημοσιευτεί μέρος από τα χαρτιά του σε ενιαίο τόμο ή τμηματικά, ιδιαίτερα όσα αναφέρονται στις Οργανώσεις Θεσσαλονίκης και Κωνσταντινούπολης.

Από την Εισαγωγή του Καταλόγου της Ελένης Φουρναράκη [επιμ.], Αρχείο Αθανασίου Σουλιώτη-Νικολαΐδη (1878-1945), Αθήνα 1992.

Τόποι

Νομικό καθεστώς

Λειτουργίες/αρμοδιότητες, ασχολίες και δραστηριότητες

Νομικό/κανονιστικό πλαίσιο

Εσωτερική δομή/γενεαλογία

Γενικό πλαίσιο

Περιοχή σχέσεων

Περιοχή σημείων πρόσβασης

Θέματα

Τόποι

Ασχολίες

Περιοχή ελέγχου

Κωδικός αναγνώρισης καθιερωμένης εγγραφής

Κωδικός αναγνώρισης του φορέα καθιέρωσης της εγγραφής

Κανόνες και/ή συμβάσεις

Κατάσταση επεξεργασίας της εγγραφής

Επίπεδο λεπτομέρειας της περιγραφής

Ημερομηνίες δημιουργίας, αναθεώρησης ή κατάργησης της περιγραφής

Γλώσσα(ες)

Αλφάβητο(α)

Πηγές

Δελτίο περιγραφής της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα

Πληροφορίες για τη σύνταξη/ενημέρωση της περιγραφής

  • Clipboard

  • Εξαγωγή

  • EAC

Σχετιζόμενα θέματα

Σχετιζόμενοι τόποι