Κοινότητα Νέας Καρυάς (Καβάλα)
- Συλλογικό Όργανο
Κοινότητα Νέας Καρυάς (Καβάλα)
Κοινότητα Παλαιοκάστρου (Σάμος)
Με την ανάληψη της εξουσίας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο ψηφίστηκε ο νόμος ΔΝΖ΄(4057) – ΦΕΚ 58Α/14-02-1912 περί συστάσεως Δήμων και Κοινοτήτων, που καταργεί το από το 1833 δημοτικό σύστημα και εισάγει το θεσμό της κοινότητας παράλληλα με του δήμου. Στη θέση των πέντε Δήμων της Νάξου εμφανίστηκαν 16 Κοινότητες (ΒΔ 29/08/1912-ΦΕΚ 261 Α/31-08-1912) μεταξύ των οποίων και η Κοινότητα Φιλωτίου
Ο Αλέξιος Κολυβάς ήταν λόγιος από τη Ζάκυνθο. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στις Βρυξέλλες. Το 1876 διηύθυνε στη Ζάκυνθο την εφημερίδα Ο μοχλός και αργότερα το 1885 την εφημερίδα Εξεταστής. Δίδαξε ελληνικά στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων και στο Βαρβάκειο Λύκειο. Το 1897 ανέλαβε την ιδιοκτησία και διεύθυνση της Νέας Εφημερίδος του Ιωάννη Καμπούρογλου. Διετέλεσε γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως και χρημάτισε πολλές φορές βασιλικός επίτροπος στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Για είκοσι χρόνια κατείχε τη θέση του γραμματέα της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων. Είχε καταρτίσει συλλογές χειρογράφων και κωδίκων και συλλογή βυζαντινών εικόνων. Παντρεύτηκε την Σοφία Γρηγορίου Μπουρνιά με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: τον Κωνσταντίνο, την Αγγελική (σύζυγο Πλάτωνα Χατζημιχάλη) και την Άννα.
Ο Κωνσταντίνος Α. Κολυβάς κατετάγη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1914. Υπηρέτησε στο 1ο και 3ο σύνταγμα Ιππικού (1916-1920) και το Νοέμβριο του 1921 προήχθη σε ίλαρχο. Το 1923 παραιτήθηκε από το στράτευμα, εργάστηκε ως επιθεωρητής στην Εταιρεία Διαχειρίσεως Υπεγγύων Προσόδων και ως έφεδρος αξιωματικός πολέμησε στον πόλεμο του 1940. Πέθανε από συγκοπή καρδιάς στη Θεσσαλονίκη στις 7 Μαρτίου 1941.
Η δωρήτρια, Ελπινίκη Κοντέλη, είναι εγγονή της Ελπινίκης Κοντέλη από τα Μοσχονήσια της Μικράς Ασίας.
Γεννήθηκε στη Χίο και καταγόταν από αρχοντική οικογένεια με ρίζες στο Βυζάντιο. Στάλθηκε για σπουδές στη Μπολόνια και τη Βιέννη και ασχολήθηκε με το εμπόριο. Δραστηριοποιήθηκε ενεργά στον χώρο της ναυτιλίας, ανοίγοντας τον πρώτο ελληνικό εμπορικό οίκο στο Λονδίνο το 1817. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στην Τεργέστη και βοήθησε την επανάσταση μεταφέροντας τρόφιμα και πολεμοφόδια με τα πλοία του.
Το 1823 ήλθε ο ίδιος στην Ελλάδα ως εκπρόσωπος του Φιλελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου. Επιστρέφοντας μετά από μια διετία στην Αυστρία, συνελήφθη από τις αυστριακές αρχές ως ύποπτος και εκτοπίστηκε. Κατέφυγε στην Αγγλία, από εκεί το 1826, στάλθηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Ελλάδας στην Αμερική για να επιβλέψει τη ναυπήγηση δύο ατμοκίνητων φρεγατών. Τελικά ναυπηγήθηκε μόνο η φρεγάτα "Ελλάς", γι' αυτό και κατηγορήθηκε ότι καταχράστηκε δημόσιο χρήμα. Το 1828, διορίστηκε από τον Καποδίστρια μέλος της οικονομικής επιτροπής και στάλθηκε στη Μάλτα, απ' όπου και αγόρασε από τους Ιππότες της Μάλτας τα μηχανήματα του πρώτου νομισματοκοπείου, με τα οποία κόπηκαν στην Αίγινα τα πρώτα ελληνικά νομίσματα του Φοίνικα.
Επί Όθωνα, και συγκεκριμένα την εποχή της αντιβασιλείας, κατηγορήθηκε για διαφθορά τόσο κατά τη ναυπήγηση των πλοίων όσο και κατά την αγορά του νομισματοκοπείου. Καταδικάστηκε τελικά να επιστρέψει 174.000 δραχμές. Η καταδίκη αυτή τον οδήγησε να φύγει στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 επέστρεψε στην Ελλάδα όπου μετά την επανάληψη της δίκης αποκαταστάθηκε πλήρως. Στη συνέχεια άρχισε να πολιτεύεται στην Κάρυστο, όπου και εκλέχθηκε βουλευτής κατ' επανάληψη. Το 1855, για να αποκαταστήσει ευρύτερα τη φήμη του, δημοσίευσε το κείμενο «Περί των εν Αμερική ναυπηγηθεισών και του εν Αιγίνει νομισματοκοπείου». Επί κυβέρνησης Δημητρίου Βούλγαρη ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών, διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.
Η οικία του βρισκόταν στο μέρος που είναι σήμερα η Παλαιά Βουλή ενώ διατηρούσε οικία στην Αίγινα και στην Εύβοια, όπου κατείχε σημαντικές εκτάσεις. Γιος του ήταν ο διπλωμάτης και πολιτικός Αλέξανδρος Α. Κοντόσταυλος. Απεβίωσε στην Αθήνα το 1865.
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%BF%CE%BD%CF%84%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82 [Τελευταία επίσκεψη: 19/5/2020].
Γεννήθηκε το 1928 στη Σέρρες από γονείς πρόσφυγες
Που ήρθαν από την Αμισό του Πόντου. Υπήρξε καλλιτεχνικός υπεύθυνος στο σύλλογο «Αναγέννησις» τα έτη 1948-1968. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και από το 1975 και ως εκδότης του περιοδικού «Πανσερραϊκό Ημερολόγιο» . Ασχολήθηκε με όλα τα είδη του λόγου (ποίηση, πεζά κείμενα, θεατρικά έργα) με δημοσιεύσεις του σε πολλά έντυπα. Πέθανε στη πόλη των Σερρών το 1994. Εξέδωσε τις ποιητικές συλλογές: «Ανοίγω την Καρδιά μου», «Απαλές δοξαριές» (1955), «Καταγγελίες: Σατιρικά επιγράμματα» (1964), Ωδή στον Ποταμό Στρυμώνα» (1984) και «31 παιδικά ποιήματα και μερικά σατιρικά επιγράμματα» (1987) και τα θεατρικά έργα : «Η φαντασμένη» (1957), «Εμμανουήλ Παπάς» (1967), «Ο αδικαίωτος-Αλέξανδρος Υψηλάντης» (1973), «Δύο αρχόντισσες στα Σέρρας τον καιρό του Εικοσιένα» (1981) και «Καπετάν Μητρούσης» (1992).
Τρύφωνας Κουικόγλου, Σπάρτα Μ. Ασίας 1908 - Ναύπλιο,1990. Αρχικά, εγκαταστάθηκε, με την οικογλενειά του, στις Σπέτσες και από το 1923 στο Ναύπλιο όπου ανέπτυξε, σε σύντομο χρονικό διάστημα βιοτεχνική - εμπορική δραστηριότητα στον τομέα της ταπητουργίας, της ζαχαροπλαστικής και της ποτοποιίας. Αργότερα επεκτάθηκε σε εμπόριο ηλεκτρολογικών ειδών και ηλεκτρικών συσκευών καθώς και στη δημιουργία μικρής ξενοδοχειακής επιχείρησης.
Ο Σταύρος Κουκουτσάκης γεννήθηκε στη Σμύρνη, όπου πριν την Μικρασιατική Καταστροφή εξέδιδε την εφημερίδα Νέα Ζωή. Το 1922 ήλθε πρόσφυγας στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στη Νέα Σμύρνη, όπου το 1930 εξέδωσε την εβδομαδιαία τοπική εφημερίδα "Νέα Σμύρνη".
Ο Εμμανουήλ Κουναλάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1894. Ήταν το πρώτο παιδί του Νικολάου και της Μαρίας. Ακολούθησαν άλλα δώδεκα, εκ των οποίων ενηλικιώθηκαν επτά. Ο παππούς του Μιχαήλ Κουναλάκης, παπάς, ενέπνευσε, σύμφωνα με την οικογενειακή αφήγηση, τον Καζαντζάκη στο μυθιστόρημα Καπετάν Μιχάλης. Παντρεύτηκε το 1918 την Ελένη Παπαμιχαλοπούλου και απόκτησαν δυο παιδιά. Ως τρίτο τους παιδί μεγάλωσαν την μικρότερή του αδελφή.
Το 1921 υπηρέτησε ως Διοικητής Λόχου στο 31ο Σύνταγμα Πεζικού στην Μικρά Ασία. Τον Φεβρουάριο του 21 βρισκόταν στο Εσκί Σεχίρ (ΙΙΙ Μεραρχία 12ον πεζικού Σύνταγμα, Πολυβολαρχία). Τον Νοέμβριο του 21, βρισκόταν στο μέτωπο του Αφιόν Καραχισάρ, περιοχή Τσαλ/Οβά, στις προφυλακές. Αναφέρεται σε μάχες στον Σαγγάριο, Κάνδρα, Κιουτάχεια, Νικομήδεια.
Τον Σεπτέμβριο του 1935, ταγματάρχης πλέον, έλαβε μέρος στο αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα και βρέθηκε εξόριστος στη Φιλιππούπολη. Επανήλθε στην Ελλάδα με την αμνηστία και επί Μεταξά αποπέμφθηκε από το στράτευμα ως απειροπόλεμος. Στο αλβανικό μέτωπο θα πολεμήσει για τελευταία φορά. Σε επιστολικό δελτάριο στις 2.3.1941 αναγράφεται 31ο Συν/μα ΙΙ τάγμα, Τ.Τ.251
Πέθανε το 1987, στον μεγάλο καύσωνα της Αθήνας. Ένα χρόνο πριν ή μετά πέθανε και η γυναίκα του.
[Το βιογραφικό σημείωμα συνέταξε η δωρήτρια του αρχείου Μαρλένα Πολιτοπούλου, με βάση προφορικές αφηγήσεις και αναφορές στο αρχείο].
Ο Παύλος Κουντουριώτης γεννήθηκε στην Ύδρα στις 9 Απριλίου 1855. Παρακολούθησε εγκύκλιες σπουδές στην Αθήνα και το 1874 κατατάχθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό ως δόκιμος. Το 1884 προάχθηκε σε υποπλοίαρχο και το 1886 συμμετείχε ως κυβερνήτης κανονιοφόρων σε αποστολή στην Πρέβεζα. Στις αρχές του 1897 στάλθηκε με τον ατμομυοδρόμωνα “Αλφειό” στην επαναστατημένη Κρήτη όπου απειλήθηκε , αλλά αρνήθηκε να υποχωρήσει στις απαιτήσεις των ναυάρχων των Μεγάλων Δυνάμεων και αργότερα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο αντιμετώπισε τους Τούρκους στον Πλαταμώνα. Το 1899 έγινε αντιπλοίαρχος και ανέλαβε κυβερνήτης του ευδρόμου “Ναύαρχος Μιαούλης” με το οποίο και πραγματοποίησε το 1901 το πρώτο υπερατλαντικό ταξίδι ελληνικού πολεμικού σκάφους. Ακολούθησαν η τοποθέτησή του ως υπασπιστή του βασιλιά Γεωργίου Α΄ (1905), η προαγωγή του σε πλοίαρχο (1909) και η τοποθέτηση του ως αρχηγού του ελληνικού στόλου (1912). Οι επιτυχημένες ναυτικές επιχειρήσεις που ανέλαβε εναντίον των Τούρκων στους Βαλκανικούς Πολέμους κατοχύρωσαν την κυριαρχία της Ελλάδας στο Αιγαίο. Διετέλεσε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση Στ.Σκουλούδη (Οκτώβριος 1915-Ιούνιος 1916) και ως ένθερμος οπαδός της πολιτικής του Βενιζέλου συμμετείχε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης τον Αύγουστο του 1916 ως μέλος της τριανδρίας (Βενιζέλος-Δαγκλής-Κουντουριώτης). Τον Ιούνιο του 1917 ανέλαβε και πάλι το υπουργείο Ναυτικών όπου παρέμεινε μέχρι το Δεκέμβριο του 1919 οπότε αποστρατεύθηκε με το βαθμό του ναυάρχου. Ανέλαβε το αξίωμα του αντιβασιλέα δύο φορές (Οκτώβριος-Νοέμβριος 1920 και Δεκέμβριος 1923-Μάρτιος 1924) και του προσωρινού προέδρου της Δημοκρατίας. Επί δικτατορίας Παγκάλου υποχρεώθηκε να παραιτηθεί αλλά επανήλθε στη θέση του τον Αύγουστο του 1926 μετά την αποκατάσταση των κοινοβουλευτικών θεσμών (βλέπε επιστολές Θ.Πάγκαλου και Γ.Κονδύλη προς Κουντουριώτη). Εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας τον Μάϊο του 1929 αλλά λίγους μήνες αργότερα παραιτήθηκε για λόγους υγείας και αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή. Αποπειράθηκαν να τον δολοφονήσουν δύο φορές τον Νοέμβριο του 1920 και τον Αύγουστο του 1926.
Παντρεύτηκε το 1889 την Αγγελική Πετροκόκκινου με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά: τον Θεόδωρο, σύζυγο Ευφημίας Δ.Καλλέργη, την Λουκία, σύζυγο Αλέξανδρου Στεφάνου και την Δέσποινα, σύζυγο Εμμανουήλ Λαμπρινούδη. Όταν πέθανε η πρώτη του γυναίκα παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Ελένη Γερ.Κούππα.
Ο Παύλος Κουντουριώτης πέθανε στις 24 Αυγούστου 1935 στο Παλαιό Φάληρο και ενταφιάστηκε στην Ύδρα.
Ο Βασίλειος Αθανασίου Κουρουσόπουλος (Τρίπολη 1803 – Κόρινθος 1882) υπηρέτησε την πατρίδα ως στρατιωτικός και πολιτικός σε διάφορες θέσεις από την αρχή του Αγώνα υπέρ της Ανεξαρτησίας. Χρημάτισε γραμματέας του Θ. Κολοκοτρώνη και αντιπρόσωπος της επαρχίας Κορίνθου. Από το 1828 και μέχρι το 1864, οπότε και υπέβαλε την παραίτησή του στο υπουργείο Δικαιοσύνης, υπηρέτησε ως δικαστικός (ειρηνοδίκης, πρόεδρος Πρωτοδικείου, εφέτης και αρεοπαγίτης). Υπήρξε μέλος της Φιλανθρωπικής και Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και διακρίθηκε με τον Αργυρό και Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Σωτήρος καθώς και με άλλα παράσημα. Είχε παντρευτεί την Κατίνα Γεωργίου Οικονομοπούλου με την οποία απέκτησε τον Τιμολέοντα και την Ανδρομάχη (σύζυγο Εμ. Βλαχάκη) και μετά το θάνατο της γυναίκας του παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Ευδοκία Δημητρίου Τομαρά (1815-1885) με την απέκτησε τέσσερα παιδιά: τον Θεμιστοκλή (σύζυγο Σοφίας Γιαννοπούλου), τον Αριστείδη (σύζυγο Ιουλίας Σαμουρκάση), την Ουρανία (σύζυγο Α. Μεντσελόπουλου), την Ελένη (σύζυγο Λεοντίου Οικονόμου). [Βλέπε και ιδιόχειρη βιογραφία του φακ. 1.1, όπου συμπεριλαμβάνονται και βιογραφικά στοιχεία του γιου του Θεμιστοκλή].
Ο Βασίλειος Κουρουσόπουλος, γιος του Θεμιστοκλή και της Σοφίας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1878. Τελείωσε το Βαρβάκειο Λύκειο Αθηνών το 1893 και κατόπιν παρακολούθησε τον πρώτο χρόνο της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Πολυτεχνείου. Τον Σεπτέμβριο του 1895 μπήκε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από όπου αποφοίτησε το 1899 και κατετάγη στο Πεζικό. Υπηρέτησε στη Χαρτογραφική Υπηρεσία και το 1908 στάλθηκε στο Στρατιωτικό Γεωγραφικό Ινστιτούτο στη Βιέννη για να επιβλέψει την εκτύπωση του επιτελικού χάρτη της Ελλάδας, όπου και παρέμεινε μέχρι τον Μάιο του 1910. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα διηύθυνε τις εργασίες αναθεώρησης των χαρτογραφικών φύλλων Φαρσάλων και Δομοκού. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους (μάχες Λαζαράδων, Σόροβιτς, Κόμανο, Θεσσαλονίκης και Γευγελή), όπου και τραυματίστηκε με διαμπερές τραύμα στο κεφάλι και στο στήθος. Το Μάρτιο του 1913 κατέλαβε τη Σάμο και υπηρέτησε ως στρατιωτικός διοικητής του νησιού και το Νοέμβριο διορίστηκε υπασπιστής του Ε. Βενιζέλου και καθηγητής Τοπογραφίας στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Το 1918 επικεφαλής του 8ου Συντάγματος Πεζικού έλαβε μέρος με τους Συμμάχους στις μάχες της Ενωτίας, Αυχένος Τζένα και Τσάρεβο Σέλο. Διοίκησε κατά διαστήματα την XIV Μεραρχία (1918-1920), τον Αύγουστο του 1920 την ΙΙ Μεραρχία στο Ουσάκ της Μικράς Ασίας και το 1921 μετατέθηκε ως διοικητής της ΧΙΙης Μεραρχίας. Έλαβε μέρος το 1922 στην Επανάσταση στη Χίο και διορίστηκε μέλος της Επαναστατικής Επιτροπής με αρχηγό τον Στ. Γονατά, ενώ το 1925 ετέθη σε αποστρατεία από τη δικτατορία του Θ. Παγκάλου. Ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία τον Σεπτέμβριο του 1926 και ανέλαβε τη διοίκηση του Β΄ Σώματος Στρατού στη Λάρισα.
Τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος Σωτήρος, τον Γαλλικό Πολεμικό Σταυρό και τη Λεγεώνα της Τιμής, τον Ελληνικό Πολεμικό Σταυρό (1918), τον Σταυρό Ταξιαρχών του Γεωργίου Α΄ (1921), τον Σταυρό Ταξιαρχών του Τάγματος Σωτήρος (1923), το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας (1924).
Έγραψε μελέτες και άρθρα στρατιωτικού και χαρτογραφικού ενδιαφέροντος και μετέφρασε άρθρα από τα γερμανικά και γαλλικά.
Είχε παντρευτεί την Αγνή Ιωάννου Θεοφιλάτου (γεννημένη το 1870 στην Ιθάκη) με την οποία είχε αποκτήσει ένα γιο, τον Θεμιστοκλή που ακολούθησε σταδιοδρομία νομικού.
Ο αντιστράτηγος Βασίλειος Θ. Κουρουσόπουλος πέθανε από συγκοπή καρδιάς στις 17 Φεβρουαρίου 1929, στη Θεσσαλονίκη, και κηδεύθηκε στην Αθήνα.
[Για αναλυτικότερες πληροφορίες για τη στρατιωτική σταδιοδρομία του βλέπε φάκελο 5.1 του αρχείου].
Κουρουσόπουλος, Θεμιστοκλής Β.
Ο Θεμιστοκλής Β. Κουρουσόπουλος ήταν αξιωματικός του Μηχανικού. Φοίτησε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (1855) και μετεκπαιδεύτηκε στη Στρατιωτική Σχολή του Metz. Προβιβάστηκε σε ανθυπολαχαγό το 1866, αντισυνταγματάρχη το 1890 και υποστράτηγο το 1906 και τιμήθηκε με το Σταυρό των Ταξιαρχών του Τάγματος Σωτήρος. Το 1873 παντρεύτηκε την Σοφία (1851-1899), κόρη του συμβούλου του Ελεγκτικού Συνεδρίου και υπουργού Οικονομικών (1866,1868) Παναγιώτη Εμ. Γιαννοπούλου και της Ασπασίας, η οποία γεννήθηκε στην Πάτρα και φοίτησε στο Ελληνικό Εκπαιδευτήριο του Δ. Σουρμελή. Απέκτησαν μαζί τρία παιδιά: την Ευδοκία (1876- ; ), σύζυγο του Ευάγγελου Σοφιανού, τον Βασίλειο (1878-1929) και τον Παναγιώτη (1882- ;).
Κουτσομητοπούλου, Π. & Γ, οικογένεια
Η οικογένεια Κουτσομητοπούλου υπήρξε προυχοντική οικογένεια της Καλαμάτας του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού. Οι Γεώργιος και Παναγιώτης Αριστείδη Κουτσομητόπουλοι -γεννηθέντες τη δεκαετία του 1940- ήταν γόνοι αυτής της οικογένειας. Ο Γεώργιος ήταν υπάλληλος Εθνικής Τραπέζης και ο Παναγιώτης δικηγόρος. Και οι δυο υπήρξαν χαλκέντεροι συλλέκτες αρχειακών τεκμηρίων σχετικών με την εξέλιξη της Καλαμάτας.
Ο Δημήτριος Αθανασίου Κρίνος με καταγωγή από τη Χίο, υπήρξε δικηγόρος, μελετητής της τοπικής ιστορίας και αρθρογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά.
Δώρισε στα ΓΑΚ Σύρου μία πλούσια συλλογή από βιβλία, λυτά έγγραφα, φωτογραφίες, όπως και κάποια αντίτυπα από την εφημερίδα «Το Βήμα της (Σμύρνης)» του εκδότη Αρίστου Περίδη.
Κτηματική Υπηρεσία Λέσβου-Γραφείο Διαχείρισης Ανταλλάξιμης Περιουσίας
Ανταλλάξιμα κτήματα είναι τα κτήματα (αστικά και αγροτικά) που εγκατάλειψαν στην Ελλάδα οι Τούρκοι με την ανταλλαγή των Ελληνοτουρκικών πληθυσμών. Τα ανταλλάξιμα κτήματα διαχειρίστηκαν από 5/5/1925 έως 10/9/1934 από την ΕΤΕ (Εθνική Τράπεζα Ελλάδος). Δυνάμει του Ν.6340/1934 λειτουργούσε στο τότε Υπουργείο Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως Δ/νση Ανταλλαγής και καταργήθηκε διά του Α.Ν.2068/1939. Από 11/9/1939 Α.Ν.1909/39 ανατίθεται στο Ελληνικό Δημόσιο (Υπουργείο Οικονομικών - Γενικόν Λογιστήριον του Κράτους - Διεύθυνσις Διαχειρίσεως Ανταλλάξιμων Μουσουλμανικών Κτημάτων) η διαχείριση της εγκαταλειφθείσας από τους Τούρκους περιουσίας. Με την ίδρυση των Κτηματικών Υπηρεσιών (284/88 Π.Δ.) η αρμοδιότητα διαχείρισης των ανταλλαξίμων κτημάτων υπάγεται στις Κτηματικές Υπηρεσίες των νομών που υπάρχουν ανταλλάξιμα κτήματα. Η Κτηματική Υπηρεσία Ν. Λέσβου, η οποία ιδρύεται το 1989, παραλαμβάνει από την Δ.Ο.Υ. Μυτιλήνης και διαχειρίζεται το αρχείο του Γραφείου Διαχείρισης Ανταλλάξιμης Περιουσίας Μυτιλήνης.
Κτηματική Υπηρεσία νομού Σερρών
Κωνσταντάρας-Σταθαράς, Δημήτρης
Ο Δημήτρης Κωνσταντάρας-Σταθαράς, εκπαιδευτικός – συγγραφέας, γεννήθηκε το 1935 στα πρώτα προσφυγικά σπίτια της Νέας Ιωνίας Βόλου από γονείς Μικρασιάτες. Πατέρας του ήταν ο Παρασκευάς Κωνσταντάρας από το Αϊβαλί και μητέρα του η Μαρία Σταθαρά από την Πέργαμο. Μεγάλωσε στον προσφυγικό συνοικισμό της Νέας Ιωνίας Βόλου. Υπηρέτησε επί 38 χρόνια στη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση, ως δάσκαλος (26 έτη), ως σχολικός σύμβουλος (6 έτη) και ως διευθυντής του ιδιωτικού δημοτικού σχολείου «Άγιος Ιωσήφ» της Ελληνογαλλικής Σχολής Βόλου (6 έτη). Διετέλεσε διευθυντής του Επιμορφωτικού Κέντρου Δήμου Νέας Ιωνίας τη 2ετία 1976-1978 και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της «Πνευματικής και Πολιτιστικής Εστίας Δήμου Νέας Ιωνίας» (Έφορος Βιβλιοθήκης) την ίδια χρονική περίοδο. Διετέλεσε επίσης εξωτερικός συνεργάτης στον Ραδιοφωνικό Σταθμό Βόλου (ΕΡΤ) με εκπομπές πολιτιστικού και λαογραφικού περιεχομένου και αρθρογραφεί στην εφημερίδα Η Θεσσαλία.
Για το έργο του έχει τιμηθεί πολλές φορές από τοπικούς φορείς και συλλόγους. Βιβλία του τιμήθηκαν από την Εστία Νέας Σμύρνης με Βραβείο (τρία) και Έπαινο (δύο).
Εργoγραφία: Αληθινές Μικρασιάτικες Ιστορίες (1993), Το Χρονικό της Νέας Ιωνίας 1924-1994 (1994), Η Νέα Ιωνία του 1933 (2003), Δρομο-λόγιο της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας, Ιστορία των δρόμων και πλατειών του Δήμου Νέας Ιωνίας Μαγνησίας (2006), Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Μαγνησία (2008), Συναξάρι των πρώτων οικιστών της Νέας Ιωνίας Βόλου από το 1924 (2013) κ.ά.
Κωνσταντίνος Α΄, Βασιλιάς της Ελλάδος
Γεννήθηκε το 1885 στο Σκοπό της Ανατολικής Θράκης και σπούδασε φιλολογία και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών από όπου πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα. Από το 1910 ως το 1918 δίδαξε ως καθηγητής στη Θράκη, τη Ρουμανία και την Οδησσό, και το 1920 διορίστηκε βοηθός υποδιοικητής Ξάνθης. Τον ίδιο χρόνο εκλέχτηκε βουλευτής στην περιφέρεια των Σαράντα Εκκλησιών με το κόμμα των Φιλελευθέρων και διορίστηκε διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Έλληνα Αρμοστή Θράκης. Το 1922 ήρθε ως πρόσφυγας στην Ελλάδα μετά την υποχρεωτική αποχώρηση των Ελλήνων από την Ανατολική Θράκη και το 1923 τοποθετήθηκε στη θέση του νομάρχη Λακωνίας από την κυβέρνηση Γονατά. Στις εκλογές του ίδιου χρόνου, εκλέχτηκε βουλευτής με το κόμμα των Φιλελευθέρων στις Σέρρες. Σε αυτή την εκλογική περιφέρεια εκλέχτηκε συνεχόμενα και στις επόμενες εκλογές των ετών 1928, 1932,1933 και 1936. Το 1944 (;) διορίστηκε Γενικός Διοικητής Ανατολικής Μακεδονίας από την κυβέρνηση Πλαστήρα ως το 1946 και το 1952 εκλέχτηκε βουλευτής Αθηνών με τον Ελληνικό Συναγερμό. Διετέλεσε πρόεδρος της εταιρίας «Εκπαιδευτική Αναγέννησις» (1943) και της «Εταιρίας Θρακικών Μελετών» (1946). Μιλούσε γαλλικά και τουρκικά. Ήταν παντρεμένος με την Παρασκευή Ρηγοπούλου.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Who is Who (1965), υλικό του αρχείου]
Ο πολιτικός και δημοσιογράφος Μιχάλης Κύρκος (του Κωνσταντίνου) γεννήθηκε το 1893 (27/7) στο Σιδηροχώρι (Σαμάκοβο) της Ανατολικής Θράκης. Μετά τις γυμνασιακές του σπουδές στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη, συνέχισε τις σπουδές του στην Ανώτατη Εμπορική Σχολή Ελβετίας. Το 1918 παντρεύτηκε στο Ηράκλειο την Ιωάννα Θαλασσινού και απέκτησε μαζί της τρεις γιους τον Κύρκο (Τάκη), τον Κώστα και τον Λεωνίδα. Την περίοδο 1914-1923 διετέλεσε διευθυντής μέσων εμπορικών σχολών σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Από το 1923 άρχισε να ασχολείται με την πολιτική. Εκλέχθηκε βουλευτής και διετέλεσε Υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας και Υγιεινής την περίοδο 1926 -1928 και 1934-1935 με βασική μέριμνα την αποκατάσταση των προσφύγων. Ιδρυτής του Δημοκρατικού Ριζοσπαστικού Κόμματος (ΔΡΚ) προσχώρησε στον πολιτικό Συνασπισμό του ΕΑΜ το 1945. Την περίοδο 1947-1950 φυλακίστηκε και στάλθηκε στο στρατόπεδο της Μακρονήσου. Την μεταπολεμική περίοδο εκλέχθηκε βουλευτής συνεργαζόμενος με την ΕΔΑ και υπήρξε σημαντικό στέλεχος της Ελληνικής Επιτροπής για την διεθνή Ύφεση και την Ειρήνη. Πέθανε στην Αθήνα το 1967.
Λέσχη Κωνσταντινουπολιτών Καβάλλας
Ο Σπυρίδων Λαμπίρης του Θεοδοσίου (Κεφαλλονιά 1902 – Αθήνα ;) ήταν γιατρός. Εργάστηκε στην Χειρουργική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών (1927-1948;) ενώ το 1939 ανακηρύχθηκε επίκουρος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής και το 1948 έκτακτος καθηγητής. Διετέλεσε επίσης Διευθυντής του Δημοτικού Νοσοκομείου Αθηνών «Ελπίς» (1943-1964).
Ο Φώτιος Λαμπίρης (Κεφαλλονιά 1906-;), αδελφός του Σπυρίδωνα, ήταν και αυτός γιατρός, γαστρεντερολόγος.
Η Έλδα (Ελπίδα) Λαμπίση γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1888 ή το 1902. Ο πατέρας της, Δημήτριος Λαμπίσης, ήταν δικηγόρος. Όπως αναφέρει η Λαμπίση, ο παππούς της, Λαμπίκη πασάς, ήταν γιατρός του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ και είχε αποπεμφθεί και εξοριστεί στο Αϊδίνι, μετά την άρνησή του να συνεργήσει στην εκθρόνιση του αδελφού του, Μουράτ. Εκτός από τον Δημήτριο, είχε άλλον ένα γιο, τον Γεώργιο και τρεις θυγατέρες. Ο Δημήτριος Λαμπίσης παντρεύτηκε την Βιργινία Οικονομίδου, κόρη δημογέροντα και μεγαλέμπορου του Τσεσμέ. Απέκτησαν πέντε παιδιά: την Ελπίδα, τη Νίνα, τη Γαλάτεια, την Λευκή (;) και τον Ζαχαρία. Από τον Τσεσμέ μετοίκησαν στη Σμύρνη. Ο πατέρας της σκοτώθηκε στη μικρασιατική καταστροφή. Η Λαμπίση πρωτοδημοσίευσε ποιήματά της στο περιοδικό Αιολικός Αστήρ σε πολύ μικρή ηλικία. Αρθρογραφούσε σε περιοδικά της Σμύρνης, της Κωνσταντινούπολης, του Αδραμυττίου. Κατά τη μικρασιατική εκστρατεία ήταν πολεμική ανταποκρίτρια. Στη συνέχεια περιόδευσε στη χώρα δίνοντας διαλέξεις και συγκεντρώνοντας στοιχεία για τους πεσόντες «της δεκαετούς πολεμικής περιόδου της Ελλάδος (1912-1922)», με σκοπό την έκδοση λευκώματος, για το οποίο είχε την έγκριση του Στυλιανού Γονατά και των υπουργείων Εσωτερικών και Οικονομικών. Υπήρξε γραμματέας του γυναικείου εκπαιδευτικού και φιλανθρωπικού συλλόγου Νέας Φιλαδελφείας «Η Στοργή» και μέλος του Διεθνούς συνδέσμου Γυναικών. Είχε προσβληθεί από φυματίωση.
Έργα της:
Στα χωριά του Βοσπόρου (Σονέτα, 1921)
Πολεμικά απομνημονεύματα (1921)
Τραγικός ηρωισμός (μυθιστόρημα, 1922)
Ζωγραφιά της ψυχής μου (1925)
Οι στρατιωτικοί της Άγκυρας (Σονέτα, 1925)
Αντίχτυπος (μυθιστόρημα, 1926)
Γύρω από μια δίκη
Ταξίδι στην Αίγυπτο (1926)
Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Υλικό του αρχείου: επιστολή της Έλδας Λαμπίση σε αταύτιστο παραλήπτη (υποφ. 7.2)
Κατάλογος των μικρασιατικών αρχείων του ΕΛΙΑ, καταγραφή που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, ερευνητική ομάδα: Μιχάλης Βαρλάς-Έφη Κάννερ-Αιμιλία Σαλβάνου, 1996-1997.
Λήμμα Λαμπίση Έλδα, Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Χάρη Πάτση, τόμος 9, σ. 330.
Λαχουβάρη-Χατζηκωνσταντή, Αικατερίνη
Η Αικατερίνη (Κατίνα) Λαχουβάρη- Χατζηκωνσταντή (Οδεμήσιο Μικράς Ασίας 1917- Καβάλα 2005) ήταν κάτοικος του Οδεμησίου Μικράς Ασίας μέχρι τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής της. Τον Αύγουστο του 1922 λόγω των τραγικών γεγονότων κατέφυγε με την οικογένειά της στη Σμύρνη. Εκεί έχασε τον πατέρα της και άλλους συγγενείς και είδε τη Σμύρνη να καίγεται και να λεηλατείται. Με ενδιάμεσους σταθμούς τη Μυτιλήνη και το Βόλο το 1925 έφτασε με τα εναπομείναντα μέλη της οικογένειάς της στην Καβάλα.
Το 1926 μπήκε στο Ορφανοτροφείο της Δράμας ως ορφανή από πατέρα. Εκεί έβγαλε το δημοτικό και έμαθε την τέχνη του κεντήματος. Επέστρεψε στην Καβάλα το 1933 και έζησε σε προσφυγικό σπίτι στην συνοικία των Πεντακοσίων. Το 1941 παντρεύτηκε τον Κοσμά Λαχουβάρη, πρόσφυγα από το Γάνο της Ανατολικής Θράκης. Απέκτησαν τρία παιδιά. Το 1943, κατά τη διάρκεια της Βουλγαρικής Κατοχής, η οικογένειά της εξαναγκάστηκε να καταφύγει στη γερμανοκρατούμενη Θεσσαλονίκη. Έμειναν εκεί μέχρι το 1947. Έκτοτε έζησε στην Καβάλα. Ο σύζυγός της πέθανε το 1986 και η ίδια το 2005.
Το αστικό Ληξιαρχείο Κέρκυρας ιδρύθηκε κατ’ εφαρμογή του αστικού κώδικα του Ιονίου Κράτους το 1841.
Λιμενικό Ταμείο Καρλοβάσου (Σάμος)
Ο Γιώργος Λιόλιος (Βέροια, 1968) σπούδασε δημοσιογραφία και νομικά. Ζει στη Βέροια, όπου εργάζεται ως δικηγόρος. Ασχολείται συστηματικά με την έρευνα της ιστορίας του εβραϊσμού της Ελλάδας. Κείμενα του για την εβραϊκή κοινότητα της Βέροιας δημοσιεύθηκαν κατά καιρούς σε διάφορα περιοδικά έντυπα (στην Ελλάδα και τη Σερβία), σε διαδικτυακούς τόπους, καθώς και στον τιμητικό τόμο για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων της Ελλάδας.
Κυκλοφορούν τα βιβλία του: Ίχνη εβραϊκής παρουσίας στη Σίφνο (εκδ. Ευρασία), Σκιές της πόλης-Αναπαράσταση του διωγμού των Εβραίων της Βέροιας (εκδ. Ευρασία), Η Βέροια των περαστικών (εκδ. ΕΦΑ Ημαθίας) και οι νουβέλες: Ο αλλόκοτος κόσμος του Γιόνας Τρέσνι (Εκδόσεις του Φοίνικα) και O χωρευτής (εκδ. Το Ροδακιό).
Η Αλέκα (Αλεξάνδρα) Μαζαράκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Ήταν κόρη του γενικού διευθυντή της Τράπεζας Αθηνών Αθανασίου Μαζαράκη και της συζύγου του Λουκίας το γένος Κηλαϊδίτη. Απόφοιτη της Σχολής Ορχηστικής Τέχνης της Κούλας Πράτσικα και της δραματικής σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε στη σκηνή αρχικά στις παραστάσεις χορού της Κούλας Πράτσικα και στη συνέχεια ως ηθοποιός του Θεάτρου Τέχνης (1943, στο έργο του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω Το πρώτο έργο της Φάννυ). Παρέμεινε στο Θέατρο Τέχνης ώς το 1944, οπότε μεταπήδησε στο Εθνικό Θέατρο με το οποίο τήρησε μακροχρόνια συνεργασία. Η Αλέκα Κατσέλη συνεργάστηκε επίσης με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, την Εθνική Ραδιοφωνία και με θιάσους του ελεύθερου θεάτρου, όπου διετέλεσε επίσης θιασάρχης και συνθιασάρχης. Πρωταγωνίστησε σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές παραγωγές. Διετέλεσε για σειρά ετών ιέρεια και πρωθιέρεια στις τελετές αφής της ολυμπιακής φλόγας, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου πλάι στην Κούλα Πράτσικα (1936) ώς τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο (1964). Ασχολήθηκε και με τη θεατρική μετάφραση, ενώ δίδαξε στη Σχολή Ορχηστικής Τέχνης της Κούλας Πράτσικα (1947) και στη δραματική σχολή Πέλου Κατσέλη, της οποίας ανέλαβε τη διεύθυνση μετά τον θάνατο του συζύγου της και ώς το 1985. Με τον Πέλο Κατσέλη παντρεύτηκαν το 1945 και απέκτησαν δύο κόρες, τη Νόρα και τη Λούκα.
Κόρη του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1892. Παντρεύτηκε το 1922 τον Αντώνη Φ. Φωτιάδη. Είχε ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και γνώριζε καλά εκτός από ελληνικά, γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά λίγα ιταλικά και ινδικά. Ήταν πρώτη εξαδέλφη του γλωσσολόγου Μανόλη Τριανταφυλλίδη και πίστεψε από πολύ νέα στο δημοτικισμό. Είχε ευχέρεια στο γράψιμο και τα τελευταία χρόνια της ζωής της έγραψε διάφορες αναμνήσεις από τη ζωή της (Ομηρία 1944), την οικογένειά της και τη ζωή των Ελλήνων στην Ινδία. Ήταν βενιζελική και ασχο-λήθηκε από νέα με φιλανθρωπικές δραστηριότητες. Το 1940-41 εργάστηκε ως εθελόντρια και ήταν υπεύθυνη για τα συσσίτια και την ψυχαγωγία των ασθενών. Ασχολήθηκε, όπως και ο αδελφός της Αλέκος, με τα γενεαλογικά της πατρικής και μητρικής της οικογένειας. Πέθανε 98 χρονών, στην Αθήνα το 1990.
Τριτότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1886. Σπούδασε Φυσικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας (1902-1906) και Χημεία στο πανεπιστήμιο Μονάχου (1908-1914). Εργάστηκε στο χημικό εργαστήριο του υπουργείου Επισιτισμού (1917-1923) και ως διευθυντής στα εργοστάσια: «Κεραμεία Ζακύνθου» (1925-1929), στην «Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Βιομηχανικών Επιχειρήσεων Γύψου» στον Πειραιά (1929-1934), στην Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Εμπορίου Γεωργικών Προϊόντων (1934-1947). Εργάστηκε επίσης ως υπάλληλος από το 1947 και εντεύθεν στα Κλωστοΰφαντήρια Χαλκίδος, επιχείρηση του γαμπρού του Αντώνη Φωτιάδη. Ασχολήθηκε με τα γενεαλογικά διάφορων χιώτικων οικογενειών και της οικογένειας Μακκά. Πέθανε στην Αθήνα, στα 81 του χρόνια, το 1967.
Γιος του Αθανασίου Γ. Μακκά (Χίος 1785-Αθήνα 1865), γεννήθηκε στη Χίο το 1818. Σπούδασε Ιατρική στο Μόναχο και στο Παρίσι. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα το 1840 εγκαταστάθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου όπου και εξάσκησε το επάγγελμα του γιατρού. Το 1849 διορίστηκε καθηγητής Ειδικής Νοσολογίας και Κλινικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη συνέχεια το 1864 διορίστηκε αρχίατρος του βασιλιά Γεωργίου Α΄. Το 1888 ήταν κοσμήτωρ της Ιατρικής Σχολής και το 1896 επίτιμος καθηγητής. Πα-ντρεύτηκε το 1843 την Μαρία Αργυρίου Ταρποξή με την οποία απέκτησαν δέκα παιδιά. Πέθανε στην Αθήνα το 1905.
Ο Ματθαίος (Μαθιός) Μακκάς, δευτερότοκος γιος του Νικολάου και της Αργυρώς Μακκά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1879. Σπούδασε Ιατρική στη Βιέννη και εργάστηκε ως επιμελητής σε Χειρουργικές Κλινικές στο Μπρεσλάου και στη Βόννη. Υφηγητής το 1912 στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, διετέλεσε διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής του «Ευαγγελισμού» (1914-1930) και στη συνέχεια του «Ερυθρού Σταυρού» (1930-1954), ενώ ήταν πρόεδρος της Διοικητικής Επιτροπής του νοσοκομείου. Παντρεύτηκε το 1927 την Δότη Βερροιοπούλου (1888-1966) με την οποία δεν απέκτησαν παιδιά.
Ναύαρχος, πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους, στη Μικρασιατική Εκστρατεία και στην συνέχεια ανέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις στο ναυτικό μεταξύ των οποίων και την αρχηγεία του στόλου. Παντρεύτηκε την Ελένη Ζλατάνου (κόρη της Αικατερίνης) και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: την Ειρήνη (Ιρέν), τη Λίλιαν, την Αλεξάνδρα (Αλέκα) και τον Γρηγόριο.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: εγκυκλοπαίδεια Ήλιος, υλικό του αρχείου, αρχείο Ρωξάνης Φέσσα]
Ο Γεώργιος Μαντζαβίνος σπούδασε νομικά και πολιτικές και οικονομικές επιστήμες. Το 1935-1936 ήταν Υπουργός Οικονομικών στις κυβερνήσεις Δεμερτζή και Μεταξά. Παραιτήθηκε όταν κηρύχθηκε η δικτατορία Μεταξά και λίγο αργότερα εκλέχτηκε Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, θέση που κατείχε στη διάρκεια της Κατοχής. Μετά την αποχώρηση του Βαρβαρέσου εκλέχτηκε Διοικητής της Τράπεζας. Τον Ιανουάριο του 1950 διετέλεσε Υπουργός Οικονομικών στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Θεοτόκη.
[Πηγή βιογραφικού σημειώματος: Το υλικό του αρχείου].
Η Οικογένεια Μαυροκορδάτου είναι σπουδαία φαναριώτικη οικογένεια πολιτικών και αποτελεί κλάδο της χιώτικης οικογένειας των Μαυρογορδάτων.
Αρχικά τα μέλη της ήταν εγκατεστημένα στην Κωνσταντινούπολη, όμως μετά την άλωση μετοίκησαν στη Χίο. Στα 1600 ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος επέκτεινε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία και εγκαταστάθηκε δημιουργώντας τον φαναριώτικο κλάδο της οικογένειας των Μαυροκορδάτων. Σύντομα τα μέλη της κατέλαβαν υψηλές θέσεις στην δημόσια διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις και στην επανάσταση του 1821.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας πολλοί Μαυροκορδάτοι ασχολήθηκαν με την πολιτική εκλεγόμενοι πρωθυπουργοί και βουλευτές, ενώ άλλοι διακρίθηκαν στις επιστήμες στελεχώνοντας το πρώτο πανεπιστήμιο της Ελλάδας. Ιδιαίτερο κλάδο μέσα στην οικογένεια αποτελεί αυτός που φέρει τα επίθετα Τομπάζη - Μαυροκορδάτου. Μέχρι σήμερα τα μέλη της οικογένειας Μαυροκορδάτου έχουν συνδεθεί με επιγαμίες με σημαντικές οικογένειες μεταξύ των οποίων: Μελά, Καλλιμάχη, Βαλαωρίτη, Τομπάζη, Σούτσου, Μουρούζη, Ζαΐμη, Αργυρόπουλου, Ράινεκ, Τρικούπη, Καρατζά, Γκίκα, Λεβίδη, Σκυλίτση, Συγγρού, Μάνου, Μπαλς, Σίνα κ.α.
Μέλη της οικογένειας Μαυρομμάτη από την Κύπρο εγκαταστάθηκαν στη Μερσίνα στα μέσα του 19ου αιώνα και υπήρξαν σημαντικοί έμποροι, καθώς και ευεργέτες της τοπικής ελληνόφωνης ορθόδοξης κοινότητας. Ο Κωνσταντίνος Μαυρομμάτης ίδρυσε στην Ταρσό μεγάλη βιομηχανική μονάδα νηματουργίας και αλευροποιίας. Ο πρωτότοκος γιος του Αντώνιος ήταν πρόξενος της Ρωσίας στη Μερσίνα*.
Ο Κωνσταντίνος Μαυρομμάτης απεβίωσε στην Τουρκία το 1903. Από τα παιδιά του, απεβίωσαν στην Τουρκία η κόρη του Μαριγώ (σύζυγος Ξενοφώντος Κρίστμαν) το 1911, ο γιος του Αντώνιος το 1916 και ο γιος του Χρυσόστομος το 1920. Μετά το 1922, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, ωστόσο η κόρη του Ελένη Ταχιντζή, κόρη του Κωνσταντίνου, καθώς και τα εγγόνια του Αθηνά και Χριστόφορος παρέμειναν στην Τουρκία, κάτοικοι Μερσίνας, τουλάχιστον ως το 1942, όπως προκύπτει από την κατά το ίδιο έτος αποδοχή κληρονομίας του Κ. Μαυρομμάτη από τον γιο του Γεώργιο εκ των υστέρων, μετά δηλαδή τον θάνατο του κληρονομήσαντος. Η χήρα του Κωνσταντίνου Αθηνά απεβίωσε το 1930.
Ο Αντώνιος Μαυρομουστάκης, γεννήθηκε στην Σύρο το 1935 και είναι πρόσφυγας δεύτερης γενιάς. Οι γονείς του ήταν ο Αχιλλέας Μαυρομουστάκης, γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη και η Στυλιανή Κατολία, γεννημένη στα Δαρδανέλλια, οι οποίοι λίγο πριν το 1922 έφτασαν στη Σύρο. Ο Αχιλλέας Μαυρομουστάκης τα πρώτα χρόνια, δούλευε σαν δάσκαλος στο Αμερικανικό Ορφανοτροφείο της Near East Relief, αργότερα διορίστηκε στη Δημαρχία ληξίαρχος και εξελέγη δύο φορές δημοτικός σύμβουλος. Τον Ιούλιο του 1923, μαζί με άλλους πρόσφυγες, ιδρύουν την “Παμπροσφυγική Ένωση Κυκλάδων” , με πρώτο Πρόεδρο τον ίδιο. Έργο του Συλλόγου ήταν να περιθάλψει τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής και να διεκδικήσει για αυτούς καλύτερες συνθήκες ζωής. Με τις ενέργειες του Συλλόγου χτίστηκε ο πρώτος προσφυγικός συνοικισμός στον Ξηρόκαμπο, στους πρόποδες της Άνω Σύρου.
Ο Κωνσταντίνος Μελάς (1874-1953) γεννήθηκε στη Μασσαλία και ήταν γιος του πολιτικού Μιχαήλ Μελά και αδελφός του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά και του ιδιαίτερου γραμματέα του βασιλιά Κωνσταντίνου Γεωργίου Μελά. Αποφοίτησε από τη σχολή Ναυτικών δοκίμων και έγινε αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού. Συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 καθώς και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ήταν ανθυποπλοίαρχος του πολεμικού πλοίου «Μιαούλης» στις αρχές του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική. Εκλέχτηκε βουλευτής Ιωαννίνων με το κόμμα των Φιλελευθέρων το 1915 και το 1920.
Ο Γεώργιος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1866 όπου μεγάλωσε και σπούδασε νομικά. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως έφεδρος επίλαρχος. Διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά Κωνσταντίνου, θέση από την οποία παραιτήθηκε όταν διαφώνησε με την πολιτική της Ελλάδος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Έγραψε στα γαλλικά βιβλίο με τίτλο Ο Κωνσταντίνος το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Λ. Μακκά.
Ο Μιχαήλ Μελάς ήταν γιος του Κωνσταντίνου Μελά. Γεννήθηκε το 1902 στην Αθήνα και διέπρεψε ως πρέσβης της Ελλάδας στο εξωτερικό.
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Who is who, υλικό του αρχείου]
Ο Γεώργιος Μελάς γεννήθηκε στη Μασσαλία το 1866 όπου μεγάλωσε και σπούδασε νομικά. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως έφεδρος επίλαρχος. Διετέλεσε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά Κωνσταντίνου, θέση από την οποία παραιτήθηκε όταν διαφώνησε με την πολιτική της Ελλάδος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Έγραψε στα γαλλικά βιβλίο με τίτλο Ο Κωνσταντίνος το οποίο μεταφράστηκε στα ελληνικά από τον Λ. Μακκά. (Πηγές: Who is who, υλικό του αρχείου ΜΕΛΑ)
Ο Κωνσταντίνος Μελάς (1874-1953) γεννήθηκε στη Μασσαλία και ήταν γιος του πολιτικού Μιχαήλ Μελά και αδελφός του Μακεδονομάχου Παύλου Μελά και του ιδιαίτερου γραμματέα του βασιλιά Κωνσταντίνου Γεωργίου Μελά. Αποφοίτησε από τη σχολή Ναυτικών δοκίμων και έγινε αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού. Συμμετείχε στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 καθώς και στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ήταν ανθυποπλοίαρχος του πολεμικού πλοίου «Μιαούλης» στις αρχές του 20ού αιώνα. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πολιτική. Εκλέχτηκε βουλευτής Ιωαννίνων με το κόμμα των Φιλελευθέρων το 1915 και το 1920.
Ο Μιχαήλ Μελάς ήταν γιος του Κωνσταντίνου Μελά. Γεννήθηκε το 1902 στην Αθήνα και διέπρεψε ως πρέσβης της Ελλάδας στο εξωτερικό.
Μελέτιος - Δ΄ ο Μεταξάκης, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Οικογένεια με ρίζες στην Ιταλία πριν τον 15ο αι. O πρώτος πρόγονος της οικογένειας που εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο ήταν ο Πέτρος Μερκάτης το 1536. Ο απόγονός του, Κόμης Diodato-Anastasio Μερκάτης (1723-;), παντρεύτηκε την Angela Ρώμα, κόρη του Αναστασίου Ρώμα και απέκτησαν πέντε γιους. Ο ένας από αυτούς ήταν ο Λεονάρδος Μερκάτης (1760-;), από τον οποίο ξεκινά ο κλάδος της οικογένειας που αφορά στο αρχείο.
Ο Λεονάρδος απέκτησε δύο γιους: τον Αναστάσιο (1798-1880), που παντρεύτηκε την Καικιλία Joseph Drexinger και τον Νικόλαο (1801-1873), που παντρεύτηκε την Αντριάννα Αρβανιτάκη. Ο Αναστάσιος υπήρξε βουλευτής του Ιονίου Κοινοβουλίου και γερουσιαστής και απέκτησε επτά παιδιά: την Αναστασία, τον Λεονάρδο, τον Πέτρο, τον Διονύσιο, τον Πέτρο-Παύλο, την Έλενα και τον Σπυρίδωνα. Ο πρωτότοκος γιος του, Λεονάρδος Αν. Μερκάτης (1838-1901), παντρεύτηκε (1867) την Αικατερίνη Παλαιολόγου-Μπενιζέλου (1848-1919) και ήταν διευθυντής της Ιονικής Tράπεζας στην Αθήνα. Ο Διονύσιος Αν. Μερκάτης (;-1907) παντρεύτηκε την κόμισσα Αβιγαήλ Ερμάννου Λούντζη (1843-1927) και ήταν διευθυντής της Ιονικής Τράπεζας στη Ζάκυνθο. Ο Σπυρίδων Αν. Μερκάτης (1853-;) ήταν πρόξενος της Ιταλίας στη Ζάκυνθο και διευθυντής των Αρχείων του νησιού.
Ο Λεονάρδος Αν. Μερκάτης απέκτησε τέσσερα παιδιά από τα οποία επέζησαν τα δύο: η Καικιλία (1871-;), σύζυγος του Αντωνίου Πάλλη, και ο Αλέξανδρος (1874-1947), σύζυγος της Harriet Wright και αυλάρχης του βασιλιά Κωνσταντίνου. Παιδιά του Αλέξανδρου και της Harriet ήταν ο Λεονάρδος (1901-1974), η Αταλάντα (1903-1964) και η Ντάρια (1908-1979). Κόρες του Λεονάρδου Αλ. Μερκάτη και της Ιουλίας Σταθάτου είναι η Ελένη (1937-), σύζυγος Κωνσταντίνου Δρακόπουλου, η Harriet (1942-), σύζυγος Ηλία Σιτινά (α΄ γάμος) και Μ. Μίχα (β΄ γάμος), και η Αταλάντα (1938-2005), σύζυγος Κ. Γουλανδρή.
[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: Eugene Rizo-Rangabe, Livre d’or de la noblesse ionienne, vol. III, 1927, υλικό του αρχείου]
Γιος του Λεονάρδου Αν. Μερκάτη, ο Αλέξανδρος υπήρξε σύζυγος της Harriet Wright και αυλάρχης του βασιλιά Κωνσταντίνου. Παιδιά του Αλέξανδρου και της Harriet ήταν ο Λεονάρδος (1901-1974), η Αταλάντα (1903-1964) και η Ντάρια (1908-1979).
[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: Eugene Rizo-Rangabe, Livre d’or de la noblesse ionienne, vol. III, 1927, υλικό του αρχείου]
Γιος του Αλέξανδρου Μερκάτη και της Harriet Wright, ο Λεονάρδος και η Ιουλία Σταθάτου απέκτησαν τρεις κόρες, την Ελένη (1937-), σύζυγο Κωνσταντίνου Δρακόπουλου, τη Harriet (1942-), σύζυγο Ηλία Σιτινά (α΄ γάμος) και Μ. Μίχα (β΄ γάμος), και την Αταλάντα (1938-2005), σύζυγος Κ. Γουλανδρή.
[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: Eugene Rizo-Rangabe, Livre d’or de la noblesse ionienne, vol. III, 1927, υλικό του αρχείου]