Εμφανίζει 1119 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Επιθεωρητές Δημοτικών Σχολείων Γόρτυνος και Ηρακλείου Κρήτης

  • Συλλογικό Όργανο

Ο θεσμός του Επιθεωρητή στην Παλαιά Ελλάδα
Με τη σύσταση του Ελληνικού κράτους το 1830, οργανώνεται και το εκπαιδευτικό του σύστημα. Ο θεσμός των επιθεωρητών καθιερώνεται με το διάταγμα 1372 της 5ης Οκτωβρίου 1830. Με αυτό καθορίζονταν οι αρμοδιότητες του επιθεωρητή, οι οποίες μεταξύ άλλων, ήταν η αυτοπρόσωπη παρουσία του στα σχολεία και στη διεξαγωγή των μαθημάτων, με σκοπό να παρατηρεί τους μαθητές, τις δυνατότητές τους και τον τρόπο παράδοσης του εκπαιδευτικού. Στον νόμο που εισηγούνται οι Βαυαροί περί Δημοτικών Σχολείων το 1834, εισάγεται και ο θεσμός του Γενικού Επιθεωρητή των Δημοτικών Σχολείων. Αυτός θα διευθύνει το Διδασκαλείο το οποίο κατάρτιζε τους νέους δασκάλους, επόπτευε τα Δημοτικά Σχολεία, ενώ ασκούσε και πειθαρχικό έλεγχο στο διδακτικό προσωπικό τους. Λόγω της σταδιακής ενσωμάτωσης νέων περιοχών στο Ελληνικό κράτος (Επτάνησα, Θεσσαλία κλπ), καθιερώνεται ο θεσμός του Έκτακτου Επιθεωρητή με αποκλειστική του ευθύνη την καταγραφή των προβλημάτων των σχολείων και όχι την εποπτική ή πειθαρχική επιστασία των εκπαιδευτικών. Σταδιακά, από το 1842 μέχρι το 1895, μέσα από διάφορα νομοθετήματα συγκροτείται ο "Επιθεωρητισμός". Τα καθήκοντα του επιθεωρητή είναι επαυξημένα και συμπεριλαμβάνουν, τη μισθοδοσία του εκπαιδευτικού προσωπικού, εγκρίσεις αναρρωτικών αδειών, την επίβλεψη της συμπεριφορά τους, ενώ εισηγούνταν τον προβιβασμό των δασκάλων. Το 1895 καθιερώνεται ο θεσμός του Νομαρχιακού Επιθεωρητή: κάθε έξι μήνες περιόδευαν στα σχολεία της περιφέρειάς τους, ήλεγχαν για πειθαρχικά ζητήματα το προσωπικό και τηρούσαν για τον κάθε έναν "φύλλο ποιότητας", εξέταζαν τα όποια κτιριακά προβλήματα των σχολείων, την επάρκεια της υλικοτεχνικής υποδομής τους. Τις θέσεις αυτές καταλάμβαναν, καθηγητές Γυμνασίου, διδάκτορες φιλολογίας, με πενταετή υπηρεσία και διευθυντές Διδασκαλείων. Βοηθοί των Νομαρχιακών Επιθεωρητών ήταν οι Νομαρχιακοί Επιθεωρητές Β΄ τάξης οι οποίοι παρακολουθούσαν τη διδασκαλία μέσα στην τάξη, έκαναν υποδειγματικές διδασκαλίες, συμβούλευαν και καθοδηγούσαν τους δασκάλους. Σε τοπικό-νομαρχιακό επίπεδο λειτουργούσε και το "Εποπτικό Συμβούλιο Εκπαίδευσης" το οποίο εκδίκαζε ενστάσεις κατά των αποφάσεων των επιθεωρητών. Όμως λόγω πλημμελούς λειτουργίας τους και συχνών διαφωνιών μεταξύ τους, ενισχύθηκε ακόμα πιο πολύ ο ρόλος των επιθεωρητών, με νόμο (ΓΩΚΗ΄) του 1911, ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος νόμος σύστηνε το Κεντρικό Εποπτικό Συμβούλιο Δημοτικής Εκπαίδευσης. Το 1905 με το νόμο ΓΖΑ' συστήθηκαν 3 θέσεις Γενικών Επιθεωρητών: δύο φιλολόγων και μίας φυσικομαθηματικών. Επίσης, καταργήθηκαν οι αποτελούμενες από καθηγητές Πανεπιστημίου επιτροπές οι οποίες επισκέπτονταν τα σχολεία. Το 1937 καθιερώνεται ο θεσμός των Γενικών Επιθεωρητών της Δημοτικής Εκπαίδευσης και χωρίζεται η εποπτεία της από τη Μέση Εκπαίδευση σε περιφερειακό επίπεδο.
Ο θεσμός του Επιθεωρητή στην Κρητική Πολιτεία
Με τον Νόμο 42 "Περί Διοικήσεως και Επιθεωρήσεως της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως" (Επίσημη Εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας αριθμ. 58/10-7-1899), εισάγεται ο θεσμός του Γενικού Επιθεωρητού και των Νομαρχιακών Επιθεωρητών στην Κρήτη. Σύμφωνα με τον ανωτέρω νόμο, ο Γενικός Επιθεωρητής εποπτεύει τα γυμνάσια, τα διδασκαλεία και τα ιεροδιδασκαλεία, δύο τουλάχιστον φορές τον χρόνο, επισκεπτόμενος αυτά και εξετάζοντας αν τηρούνται οι διατάξεις του νόμου. Σε όλη την Κρήτη διορίζονται ένας Γενικός Επιθεωρητής και τέσσερις Νομαρχιακοί Επιθεωρητές, με έδρα τις πρωτεύουσες των Νομών Λασιθίου, Ηρακλείου, Ρεθύμνου και Χανίων. Οι Νομαρχιακοί Επιθεωρητές έχουν την άμεση εποπτεία όλων των δημοτικών σχολείων και των γραμματοδιδασκαλείων αρρένων και θηλέων της Περιφέρειας του Νομού που ανήκουν.
Το 1914 με Β.Δ. της 16ης Αυγούστου 1914 (ΦΕΚ 234/Α/21-8-1914), κατανέμονται τα δημοτικά σχολεία της Νέας Ελλάδος σε Εκπαιδευτικές Περιφέρειες. Τα δημοτικά σχολεία της Κρήτης, κατανέμονται στις εξής Περιφέρειες:

  1. Ηρακλείου (δημοτικά σχολεία της Πόλεως του Ηρακλείου, των επαρχιών Τεμένους, Πεδιάδος και Λασιθίου) με έδρα το Ηράκλειο.
  2. Γόρτυνος (δημοτικά σχολεία των επαρχιών Μαλεβιζίου, Μονοφατσίου, Καινουρίου και Πυργιωτίσσης) με έδρα τους Άγιους Δέκα.
  3. Μεραμβέλλου (δημοτικά σχολεία των επαρχιών Μεραμβέλλου, Ιεράπετρας, Βιάννου και Σητείας) με έδρα τη Νεάπολη.
  4. Ρεθύμνης (δημοτικά σχολεία των επαρχιών Ρεθύμνης, Μυλοποτάμου, Αμαρίου και Αγίου Βασιλείου) με έδρα το Ρέθυμνο.
  5. Σφακίων (δημοτικά σχολεία των επαρχιών Σφακίων, Γαύδου, Αποκορώνου και Κεραμειών) με έδρα τον Βάμο.
  6. Χανίων (δημοτικά σχολεία των επαρχιών Κισσάμου, Σελίνου, Κυδωνίας) με έδρα τα Χανιά.
    Με Β.Δ. της 16ης Αυγούστου 1914 (ΦΕΚ 234/Α/21-8-1914) τα σχολεία της Κρήτης υπάγονται στη δικαιοδοσία του Γενικού Επιθεωρητού της Ζ΄ Εκπαιδευτικής Περιφέρειας.
    Με Β.Δ. της 31ης Οκτωβρίου 1914 (ΦΕΚ 320/Α/8-11-1914) επεκτάθηκε η σχολική νομοθεσία της Παλαιάς Ελλάδας στις νέες Χώρες.
    Το 1930, με Π.Δ. της 8ης Νοεμβρίου 1930 (ΦΕΚ 369/Α/14-11-1930), στις δύο εκπαιδευτικές Περιφέρειες του Νομού Ηρακλείου, (Ηρακλείου και Γόρτυνος), προστέθηκε ακόμα μία, η Περιφέρεια Πεδιάδος -Καστελλίου.

Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1923 - 1930

Η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) ιδρύθηκε με το ΝΔ περί κυρώσεως του εν Γενεύη υπογραφέντος πρωτοκόλλου περί αποκαταστάσεως των εν Ελλάδι προσφύγων και ιδρύσεως Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων κλπ. (ΦΕΚ 289/13-10-1923). Σύμφωνα με το άρθρο 2: «Η Ἐπιτροπή Ἀποκαταστάσεως Προσφύγων ἱδρύεται ὡς νομικόν πρόσωπον, δυνάμενον νὰ ἐνάγῃ καὶ ἐνάγηται ἐπ΄ ἰδίῳ ὀνόματι, νὰ εἶναι κάτοχον καὶ νὰ ἀπαλλοτριοῦται παντός εἳδους περιουσίας καὶ ἐν γένει νὰ ἐνεργῇ πᾶν ὂ,τι οἰονδήποτε νομίμως ὠργανωμένον σωματεῖον δύναται νὰ ἐνεργῇ συμφώνως πρὸς τοὺς Ὲλληνικούς νόμους».
ΠΗΓΗ: www.et.gr

Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, Γενική Διεύθυνσις Εποικισμού Μακεδονίας, Γραφείον Εποικισμού Κατερίνης

  • Συλλογικό Όργανο

Στις 29 Σεπτεμβρίου 1923 υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο της Γενεύης ανάμεσα στην Ελληνική Κυβέρνηση και την Κοινωνία των Εθνών. Βάσει του Πρωτοκόλλου η Ελλάδα ανέλαβε την υποχρέωση να ιδρύσει την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π) η οποία επωμίσθηκε το έργο της εγκατάστασης των προσφύγων. Η Ε.Α.Π. ήταν νομικό πρόσωπο, δεν εξαρτιόταν από οποιαδήποτε ελληνική εκτελεστική ή διοικητική αρχή αλλά ήταν αυτόνομος οργανισμός. Τη διοίκησή της ανέλαβαν δύο Έλληνες, διορισμένοι από την Ελληνική Κυβέρνηση, και δύο ξένοι, διορισμένοι από την Κοινωνία των Εθνών. Ο πρόεδρος της επιτροπής ήταν Αμερικανός πολίτης, αντιπρόσωπος οργανώσεων περιθάλψεως. Πρώτος πρόεδρος ορίστηκε ο Henry Morgenthau και μέλη ο εκπρόσωπος της Τράπεζας της Αγγλίας John Campbell, ο Στέφανος Δέλτας και ο Περικλής Αργυρόπουλος. Ο αριθμός των υπαλλήλων της ΕΑΠ ανερχόταν σε 784 το 1924, ενώ ξεπερνούσαν τους 2.000 το 1928 και το 1929. Περί τα τέλη του 1930 η Ε.Α.Π. ανέστειλε τις εργασίες της, μεταβιβάζοντας με ειδική σύμβαση στο Ελληνικό Δημόσιο την περιουσία της και τις υποχρεώσεις της έναντι των προσφύγων.
Για τον καταμερισμό των εργασιών της διαίρεσε τις υπηρεσίες της σε 3 διευθύνσεις: α) Διεύθυνση Οικονομικών, β) Διεύθυνση Αγροτικής Εγκατάστασης Προσφύγων και γ) Διεύθυνση Αστικής Εγκατάστασης Προσφύγων.
Η Διεύθυνση Αγροτικής Εγκατάστασης, στελεχωμένη από υπαλλήλους του Υπουργείου Γεωργίας, είχε τη φροντίδα της οργάνωσης και παρακολούθησης ζητημάτων εγκατάστασης των αγροτών προσφύγων σ’ όλη την Ελλάδα. Για την αρτιότερη οργάνωσή της συστάθηκαν τρεις Γενικές Διευθύνσεις Εποικισμού: α) Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη και 17 Γεωργικά Γραφεία Εποικισμού, β) Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Θράκης με έδρα την Κομοτηνή και 5 Γεωργικά Γραφεία Εποικισμού και γ) Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Κρήτης με έδρα τα Χανιά και 4 Γεωργικά Γραφεία Εποικισμού (Χανίων, Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Αγίου Νικολάου). Άλλα 14 Εποικιστικά Γραφεία εκτελούσαν την εγκατάσταση των προσφύγων στη Στερεά, στη Θεσσαλία, στην Πελοπόννησο, την Ήπειρο και τα νησιά. Όλων των Εποικιστικών Γραφείων προϊστάμενος ήταν γεωπόνος.
Η Ελληνική Κυβέρνηση εκχώρησε στην Ε.Α.Π. γαίες εκτάσεως 5.000.000 στρεμμάτων, προερχόμενες α) από δημόσιες γαίες, β) από κτήματα ανταλλάξιμων Μουσουλμάνων που περιήλθαν στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου δυνάμει της σύμβασης «Περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών», της 30ής Ιανουαρίου 1923, γ) από κτήματα που εξαγοράστηκαν από Οθωμανούς υπηκόους, δ) από ιδιωτικές γαίες που είχαν απαλλοτριωθεί ή επιταχθεί δυνάμει της αγροτικής μεταρρύθμισης και δ) από κτήματα Βουλγάρων που είχαν αποχωρήσει από το ελληνικό έδαφος δυνάμει της συμβάσεως Νεϊγύ που είχε υπογραφεί από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία.
Της διατέθηκαν, επίσης, δύο εξωτερικά δάνεια, το δάνειο του 1924 και του 1928. Το δάνειο του 1924 ήταν ονομαστικού κεφαλαίου 12.300.000 λιρών Αγγλίας, με επιτόκιο 7% και έκδοση 88%. Η υπηρεσία του δανείου θα εξασφαλιζόταν από τις προσόδους των μονοπωλίων των Νέων Χωρών, δηλ. αλατιού, σπίρτων, τραπουλόχαρτων, τσιγαρόχαρτου και τις εισπράξεις των τελωνείων των Χανίων, του Ηρακλείου, της Σάμου, της Χίου, της Μυτιλήνης και της Σύρου, τον φόρο καπνού και χαρτοσήμων των Νέων Χωρών και τον φόρο οινοπνεύματος ολόκληρης της Ελλάδας.
Το προσφυγικό δάνειο του 1928 ήταν μέρος του λεγόμενου «σταθεροποιητικού» δανείου που συνάφθηκε για τη σταθεροποίηση του ελληνικού νομίσματος, την κάλυψη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και τη συνέχιση της εγκατάστασης των προσφύγων. Το ονομαστικό κεφάλαιο του δανείου ανερχόταν σε 4.070.960 λίρες Αγγλίας και σε 17.000.000 δολάρια με επιτόκιο 6% και έκδοση 91%. Το 1/3 του δανείου διατέθηκε για την εγκατάσταση των προσφύγων και εισπράχθηκε από την Ε.Α.Π.
Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο της Γενεύης οι αγροτικές προσφυγικές οικογένειες δικαιούνταν :
α) Παραχώρηση βιώσιμου γεωργικού κλήρου από τις εκτάσεις που είχε εκχωρήσει το Ελληνικό Δημόσιο στην Ε.Α.Π για τον σκοπό αυτό. Η έκταση του γεωργικού κλήρου ποίκιλε ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας και την ποιότητα του εδάφους. Οι εγκατεστημένοι αγρότες εφοδιάζονταν με προσωρινά παραχωρητήρια (τίτλος κατοχής). Ο τίτλος κυριότητος παραχωρήθηκε αργότερα, αφού έγινε ο κτηματικός χάρτης των κλήρων που παραχωρήθηκαν, η υλοποίηση της διαδικασίας χρέωσης προσφύγων για την τιμή της γης, η αποπληρωμή του χρέους και ο συμψηφισμός των αγροτικών αποζημιώσεων.
β) Εξασφάλιση στέγασης με ανέγερση κατοικιών αγροτικού τύπου. Οι κατοικίες αυτές ανεγείρονταν είτε με εργολαβίες είτε με το σύστημα της αυτεπιστασίας, οπότε οι κατά τόπους υπηρεσίες της Ε.Α.Π. παρείχαν τις αναγκαίες οικοδομικές ύλες και χρηματικό δάνειο στους ενδιαφερόμενους πρόσφυγες. Όπου υπήρχαν μουσουλμανικά ανταλλάξιμα ή βουλγαρικά εγκαταλειμμένα, αυτά, αφού επισκευάζονταν με δαπάνες της Ε.Α.Π, παραχωρούνταν στους αγροτικά εγκατεστημένους πρόσφυγες.
γ) Εφοδιασμό με τους απαιτούμενους σπόρους, ζώα (φόρτου, άροσης, αναπαραγωγής), γεωργικά εργαλεία, λιπάσματα, νομή για τα ζώα και τα απαραίτητα για συντήρηση αυτών των ίδιων μέχρι των αποτελεσμάτων της πρώτης καλλιέργειας.
Τα οικήματα που παραχωρήθηκαν, τα εφόδια και τα δάνεια χρεώνονταν στο νομικό πρόσωπο της ομάδας (συνολική αξία των δανείων σε χρήμα και είδος για τα μέλη της ομάδας) και σε κάθε μέλος της ομάδας (αξία των ειδών και αντίτιμο χρηματικών δανείων που έπαιρνε ο αρχηγός της οικογένειας). Έπρεπε να εξοφληθούν σταδιακά με μικρές τοκοχρεολυτικές δόσεις προς 13%, (8%τόκος και 5% για έξοδα διαχείρισης). Η χρέωση των κλήρων που παραχωρήθηκαν έγινε αργότερα δεδομένου ότι η ακριβής έκταση τους ήταν άγνωστη λόγω έλλειψης κτηματικού χάρτη της χώρας.
Η χρέωση των προσφυγικών οικογενειών με τα έξοδα εγκατάστασης αποτέλεσε σοβαρό πρόβλημα για τη βιωσιμότητά τους. Οξύνθηκε επικίνδυνα το 1930 και το κράτος υποχρεώθηκε να προβεί το 1937 σε νομοθετική ρύθμιση για τη μείωση των προσφυγικών χρεών γιατί μετά τη διάλυση της Ε.Α.Π., 1930, τα χρέη αυτά δεν παραγράφτηκαν. Την είσπραξή τους ανέλαβε η Αγροτική Τράπεζα που είχε ιδρυθεί το 1929.
Η Ε.Α.Π. άρχισε τις εργασίες της τέλος του 1923 ( το συμβούλιό της συνήλθε σε πρώτη συνεδρίαση στη Θεσσαλονίκη στις 11/11/1923) & μέχρι την 1/1/1929 είχαν αποκατασταθεί 551.468 άτομα σε 1954 συνοικισμούς.
Η αρμόδια επιτροπή του Υπουργείου Γεωργίας, που φρόντιζε για την αποκατάσταση των προσφύγων, είχε θέσει ένα γενικό κριτήριο για τον τρόπο που θα έπρεπε να γίνει η νέα μετακίνηση και η επιλογή του οριστικού πλέον τόπου εγκατάστασής τους, ώστε να προσαρμοστούν γρήγορα στις νέες συνθήκες της ζωής τους. Η εγκύκλιος που είχε σταλεί στις νομαρχίες ήταν σαφής: «Η Επιτροπή θεωρεί ότι η κατά το δυνατόν ανασύστασις των κοινοτήτων είναι βασικός όρος δια την επιτυχίαν της μονίμου εγκαταστάσεως των προσφύγων. Διότι οι εκ της αυτής κοινότητος κάτοικοι συνδέονται μετ' αλλήλων δια δεσμών αλληλεγγύης, ηθικών και οικονομικών, οίτινες τα μέγιστα διευκολύνουσι την επιτυχίαν της νέας εγκαταστάσεως, μάλιστα όταν λαμβάνεται πρόνοια ώστε αι φυσικαί συνθήκαι του νέου συνοικισμού να είναι παρόμοιοι προς τας συνθήκας του συνοικισμού εν ω ήσαν εγκατεστημένοι ο πρόσφυγες».
Η δημιουργία συνοικισμού απαιτούσε την ύπαρξη τουλάχιστον δέκα οικογενειών προσφύγων, των οποίων οι αρχηγοί είχαν την υποχρέωση να εκλέξουν μια επιτροπή που θα τους αντιπροσώπευε στις υποθέσεις τους με την ΕΑΠ και τις υπηρεσίες του κράτους. Για την επιλογή της κατάλληλης τοποθεσίας η ΕΑΠ ερχόταν σε συνεννόηση με τους αντιπροσώπους των προσφυγικών ομάδων και στη συνέχεια αναλάμβανε τη μεταφορά των προσφύγων στην τοποθεσία που είχε επιλεγεί. Κριτήριο για την επιλογή της κατάλληλης θέσης ήταν, στο βαθμό που μπορούσε να εφαρμοστεί, η ειδίκευση των προσφύγων σε συγκεκριμένους τύπους καλλιέργειας. Έτσι, καπνοκαλλιεργητές από τις περιφέρειες της Σμύρνης και της Νικομήδειας εγκαταστάθηκαν κυρίως στα εδάφη της ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, σηροτρόφοι σε κτήματα του Σουφλίου και της Έδεσσας, ενώ πρόσφυγες ειδικευμένοι στην καλλιέργεια της σουλτανίνας εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη.

Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, Γενική Διεύθυνσις Εποικισμού Μακεδονίας, Τμήμα Τεχνικόν, Γραφείον Στατιστικής

  • Συλλογικό Όργανο

Στις 29 Σεπτεμβρίου 1923 υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο της Γενεύης ανάμεσα στην Ελληνική Κυβέρνηση και την Κοινωνία των Εθνών. Βάσει του Πρωτοκόλλου η Ελλάδα ανέλαβε την υποχρέωση να ιδρύσει την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (Ε.Α.Π) η οποία επωμίσθηκε το έργο της εγκατάστασης των προσφύγων. Η Ε.Α.Π. ήταν νομικό πρόσωπο, δεν εξαρτιόταν από οποιαδήποτε ελληνική εκτελεστική ή διοικητική αρχή αλλά ήταν αυτόνομος οργανισμός. Τη διοίκησή της ανέλαβαν δύο Έλληνες, διορισμένοι από την Ελληνική Κυβέρνηση, και δύο ξένοι, διορισμένοι από την Κοινωνία των Εθνών. Ο πρόεδρος της επιτροπής ήταν Αμερικανός πολίτης, αντιπρόσωπος οργανώσεων περιθάλψεως. Πρώτος πρόεδρος ορίστηκε ο Henry Morgenthau και μέλη ο εκπρόσωπος της Τράπεζας της Αγγλίας John Campbell, ο Στέφανος Δέλτας και ο Περικλής Αργυρόπουλος. Ο αριθμός των υπαλλήλων της ΕΑΠ ανερχόταν σε 784 το 1924, ενώ ξεπερνούσαν τους 2.000 το 1928 και το 1929. Περί τα τέλη του 1930 η Ε.Α.Π. ανέστειλε τις εργασίες της, μεταβιβάζοντας με ειδική σύμβαση στο Ελληνικό Δημόσιο την περιουσία της και τις υποχρεώσεις της έναντι των προσφύγων.
Για τον καταμερισμό των εργασιών της διαίρεσε τις υπηρεσίες της σε 3 διευθύνσεις: α) Διεύθυνση Οικονομικών, β) Διεύθυνση Αγροτικής Εγκατάστασης Προσφύγων και γ) Διεύθυνση Αστικής Εγκατάστασης Προσφύγων.
Η Διεύθυνση Αγροτικής Εγκατάστασης, στελεχωμένη από υπαλλήλους του Υπουργείου Γεωργίας, είχε τη φροντίδα της οργάνωσης και παρακολούθησης ζητημάτων εγκατάστασης των αγροτών προσφύγων σ’ όλη την Ελλάδα. Για την αρτιότερη οργάνωσή της συστάθηκαν τρεις Γενικές Διευθύνσεις Εποικισμού: α) Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας με έδρα τη Θεσσαλονίκη και 17 Γεωργικά Γραφεία Εποικισμού, β) Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Θράκης με έδρα την Κομοτηνή και 5 Γεωργικά Γραφεία Εποικισμού και γ) Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Κρήτης με έδρα τα Χανιά και 4 Γεωργικά Γραφεία Εποικισμού (Χανίων, Ρεθύμνου, Ηρακλείου και Αγίου Νικολάου). Άλλα 14 Εποικιστικά Γραφεία εκτελούσαν την εγκατάσταση των προσφύγων στη Στερεά, στη Θεσσαλία, στην Πελοπόννησο, την Ήπειρο και τα νησιά. Όλων των Εποικιστικών Γραφείων προϊστάμενος ήταν γεωπόνος.
Η Ελληνική Κυβέρνηση εκχώρησε στην Ε.Α.Π. γαίες εκτάσεως 5.000.000 στρεμμάτων, προερχόμενες α) από δημόσιες γαίες, β) από κτήματα ανταλλάξιμων Μουσουλμάνων που περιήλθαν στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου δυνάμει της σύμβασης «Περί ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών», της 30ής Ιανουαρίου 1923, γ) από κτήματα που εξαγοράστηκαν από Οθωμανούς υπηκόους, δ) από ιδιωτικές γαίες που είχαν απαλλοτριωθεί ή επιταχθεί δυνάμει της αγροτικής μεταρρύθμισης και δ) από κτήματα Βουλγάρων που είχαν αποχωρήσει από το ελληνικό έδαφος δυνάμει της συμβάσεως Νεϊγύ που είχε υπογραφεί από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία.
Της διατέθηκαν, επίσης, δύο εξωτερικά δάνεια, το δάνειο του 1924 και του 1928. Το δάνειο του 1924 ήταν ονομαστικού κεφαλαίου 12.300.000 λιρών Αγγλίας, με επιτόκιο 7% και έκδοση 88%. Η υπηρεσία του δανείου θα εξασφαλιζόταν από τις προσόδους των μονοπωλίων των Νέων Χωρών, δηλ. αλατιού, σπίρτων, τραπουλόχαρτων, τσιγαρόχαρτου και τις εισπράξεις των τελωνείων των Χανίων, του Ηρακλείου, της Σάμου, της Χίου, της Μυτιλήνης και της Σύρου, τον φόρο καπνού και χαρτοσήμων των Νέων Χωρών και τον φόρο οινοπνεύματος ολόκληρης της Ελλάδας.
Το προσφυγικό δάνειο του 1928 ήταν μέρος του λεγόμενου «σταθεροποιητικού» δανείου που συνάφθηκε για τη σταθεροποίηση του ελληνικού νομίσματος, την κάλυψη των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και τη συνέχιση της εγκατάστασης των προσφύγων. Το ονομαστικό κεφάλαιο του δανείου ανερχόταν σε 4.070.960 λίρες Αγγλίας και σε 17.000.000 δολάρια με επιτόκιο 6% και έκδοση 91%. Το 1/3 του δανείου διατέθηκε για την εγκατάσταση των προσφύγων και εισπράχθηκε από την Ε.Α.Π.
Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο της Γενεύης οι αγροτικές προσφυγικές οικογένειες δικαιούνταν :
α) Παραχώρηση βιώσιμου γεωργικού κλήρου από τις εκτάσεις που είχε εκχωρήσει το Ελληνικό Δημόσιο στην Ε.Α.Π για τον σκοπό αυτό. Η έκταση του γεωργικού κλήρου ποίκιλε ανάλογα με το είδος της καλλιέργειας και την ποιότητα του εδάφους. Οι εγκατεστημένοι αγρότες εφοδιάζονταν με προσωρινά παραχωρητήρια (τίτλος κατοχής). Ο τίτλος κυριότητος παραχωρήθηκε αργότερα, αφού έγινε ο κτηματικός χάρτης των κλήρων που παραχωρήθηκαν, η υλοποίηση της διαδικασίας χρέωσης προσφύγων για την τιμή της γης, η αποπληρωμή του χρέους και ο συμψηφισμός των αγροτικών αποζημιώσεων.
β) Εξασφάλιση στέγασης με ανέγερση κατοικιών αγροτικού τύπου. Οι κατοικίες αυτές ανεγείρονταν είτε με εργολαβίες είτε με το σύστημα της αυτεπιστασίας, οπότε οι κατά τόπους υπηρεσίες της Ε.Α.Π. παρείχαν τις αναγκαίες οικοδομικές ύλες και χρηματικό δάνειο στους ενδιαφερόμενους πρόσφυγες. Όπου υπήρχαν μουσουλμανικά ανταλλάξιμα ή βουλγαρικά εγκαταλειμμένα, αυτά, αφού επισκευάζονταν με δαπάνες της Ε.Α.Π, παραχωρούνταν στους αγροτικά εγκατεστημένους πρόσφυγες.
γ) Εφοδιασμό με τους απαιτούμενους σπόρους, ζώα (φόρτου, άροσης, αναπαραγωγής), γεωργικά εργαλεία, λιπάσματα, νομή για τα ζώα και τα απαραίτητα για συντήρηση αυτών των ίδιων μέχρι των αποτελεσμάτων της πρώτης καλλιέργειας.
Τα οικήματα που παραχωρήθηκαν, τα εφόδια και τα δάνεια χρεώνονταν στο νομικό πρόσωπο της ομάδας (συνολική αξία των δανείων σε χρήμα και είδος για τα μέλη της ομάδας) και σε κάθε μέλος της ομάδας (αξία των ειδών και αντίτιμο χρηματικών δανείων που έπαιρνε ο αρχηγός της οικογένειας). Έπρεπε να εξοφληθούν σταδιακά με μικρές τοκοχρεολυτικές δόσεις προς 13%, (8%τόκος και 5% για έξοδα διαχείρισης). Η χρέωση των κλήρων που παραχωρήθηκαν έγινε αργότερα δεδομένου ότι η ακριβής έκταση τους ήταν άγνωστη λόγω έλλειψης κτηματικού χάρτη της χώρας.
Η χρέωση των προσφυγικών οικογενειών με τα έξοδα εγκατάστασης αποτέλεσε σοβαρό πρόβλημα για τη βιωσιμότητά τους. Οξύνθηκε επικίνδυνα το 1930 και το κράτος υποχρεώθηκε να προβεί το 1937 σε νομοθετική ρύθμιση για τη μείωση των προσφυγικών χρεών γιατί μετά τη διάλυση της Ε.Α.Π., 1930, τα χρέη αυτά δεν παραγράφτηκαν. Την είσπραξή τους ανέλαβε η Αγροτική Τράπεζα που είχε ιδρυθεί το 1929.
Η Ε.Α.Π. άρχισε τις εργασίες της τέλος του 1923 ( το συμβούλιό της συνήλθε σε πρώτη συνεδρίαση στη Θεσσαλονίκη στις 11/11/1923) & μέχρι την 1/1/1929 είχαν αποκατασταθεί 551.468 άτομα σε 1954 συνοικισμούς. Η αρμόδια επιτροπή του Υπουργείου Γεωργίας, που φρόντιζε για την αποκατάσταση των προσφύγων, είχε θέσει ένα γενικό κριτήριο για τον τρόπο που θα έπρεπε να γίνει η νέα μετακίνηση και η επιλογή του οριστικού πλέον τόπου εγκατάστασής τους, ώστε να προσαρμοστούν γρήγορα στις νέες συνθήκες της ζωής τους. Η εγκύκλιος που είχε σταλεί στις νομαρχίες ήταν σαφής: «Η Επιτροπή θεωρεί ότι η κατά το δυνατόν ανασύστασις των κοινοτήτων είναι βασικός όρος δια την επιτυχίαν της μονίμου εγκαταστάσεως των προσφύγων. Διότι οι εκ της αυτής κοινότητος κάτοικοι συνδέονται μετ' αλλήλων δια δεσμών αλληλεγγύης, ηθικών και οικονομικών, οίτινες τα μέγιστα διευκολύνουσι την επιτυχίαν της νέας εγκαταστάσεως, μάλιστα όταν λαμβάνεται πρόνοια ώστε αι φυσικαί συνθήκαι του νέου συνοικισμού να είναι παρόμοιοι προς τας συνθήκας του συνοικισμού εν ω ήσαν εγκατεστημένοι ο πρόσφυγες».
Η δημιουργία συνοικισμού απαιτούσε την ύπαρξη τουλάχιστον δέκα οικογενειών προσφύγων, των οποίων οι αρχηγοί είχαν την υποχρέωση να εκλέξουν μια επιτροπή που θα τους αντιπροσώπευε στις υποθέσεις τους με την ΕΑΠ και τις υπηρεσίες του κράτους. Για την επιλογή της κατάλληλης τοποθεσίας η ΕΑΠ ερχόταν σε συνεννόηση με τους αντιπροσώπους των προσφυγικών ομάδων και στη συνέχεια αναλάμβανε τη μεταφορά των προσφύγων στην τοποθεσία που είχε επιλεγεί. Κριτήριο για την επιλογή της κατάλληλης θέσης ήταν, στο βαθμό που μπορούσε να εφαρμοστεί, η ειδίκευση των προσφύγων σε συγκεκριμένους τύπους καλλιέργειας. Έτσι, καπνοκαλλιεργητές από τις περιφέρειες της Σμύρνης και της Νικομήδειας εγκαταστάθηκαν κυρίως στα εδάφη της ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, σηροτρόφοι σε κτήματα του Σουφλίου και της Έδεσσας, ενώ πρόσφυγες ειδικευμένοι στην καλλιέργεια της σουλτανίνας εγκαταστάθηκαν στην Κρήτη.

Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, Διεύθυνσις Εισπράξεως Χρεών

  • Συλλογικό Όργανο

Για την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων
βλ.
Κρίμπας Β. Δ. (1999). Το έργον της αγροτικής εγκαταστάσεως της επιτροπής αποκατάστασης προσφύγων. Δελτίο
Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, 13, 225–268. https://doi.org/10.12681/deltiokms.148
file:///C:/Users/stathis/Downloads/2529-121-5180-1-10-20150306.pdf

Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, Διεύθυνσις Εποικισμού Θράκης

  • Συλλογικό Όργανο

Η Διεύθυνσης Εποικισμού Θράκης που υπαγόταν στην Ε.Α.Π. ξεκίνησε τις λειτουργίες της το 1923 με έδρα την Κομοτηνή, ενώ παράλληλα διέθετε γραφεία και σε Ξάνθη, Αλεξανδρούπολη και Ορεστιάδα. Βασικός σκοπός της Διεύθυνσης Εποικισμού Θράκης ήταν η άμεση εφαρμογή στεγαστικής πολιτικής και -αστικής ή αγροτικής- αποκατάστασης των προσφυγικών πληθυσμών, προκειμένου να αποφευχθεί μια τυχόν περιθωριοποίηση των πληθυσμών αυτών που θα επέφερε κοινωνική αναταραχή. Από το 1923 λειτούργησαν στα χωριά της Ροδόπης Γραφεία Εποικισμού, προκειμένου να διανεμηθεί άμεσα η καλλιέργεια της γης στους πρόσφυγες και να παραχωρηθούν σε αυτούς αγροτικά εργαλεία για να αποδοθεί η σοδειά του έτους, ενώ αντίστοιχα στην Κομοτηνή και τις άλλες πόλεις της Δυτικής Θράκης λειτούργησαν τα Γραφεία Αστικής Απασχόλησης, υπεύθυνα για την οργάνωση της αστικής προσφυγικής απασχόλησης (επισκευαστικά και κατασκευαστικά έργα, μικρές επιχειρήσεις, μικρή βιομηχανία κ.ά.).

Επιτροπή για την επανέκδοση των απάντων του Κωνσταντίνου Καραβίδα

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1975 -

Η «Επιτροπή για την επανέκδοση των απάντων του Κωνσταντίνου Καραβίδα» ιδρύθηκε το 1975. Μέλη της ήταν οι: Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γεώργιος Μαύρος, Φαίδων Βεγλερής,
Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, Κωνσταντίνος Καλλίας, Ιωάννης Πεσμαζόγλου, Αγνή Ρουσσοπούλου και η κόρη του συγγραφέα Ζωή Καλλιγά-Καραβίδα. Το 1978 επανέκδοσε το βιβλίο του Καραβίδα Αγροτικά. Έρευνα επί της κοινωνικής μορφολογίας εν Ελλάδι και εν ταις γειτονικαίς σλαυικαίς χώραις. Μελέτη συγκριτική. Αθήνα 1931.

Ευαγγελίδης, Μαργαρίτης

  • Άτομο

Ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης (1850-1932) –ο συγγραφέας των περισσοτέρων επιστολών του αρχείου– γεννήθηκε στην Μηχανιώνα της Κυζίκου, σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στα πανεπιστήμια Αθηνών, Λειψίας και Βερολίνου.Δίδαξε ιστορία της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών και ίδρυσε τον «Σύλλογο Μικρασιατών η Ανατολή» στην Αθήνα.
[Πηγές: Τα στοιχεία αντλήθηκαν από το ίδιο το αρχείο και από την ιστοσελίδα «Δάσκαλοι που δίδαξαν στην Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή από το έτος της ίδρυσής της μέχρι σήμερα», http://www.megalisxoli.gr/upload/daskaloi.doc.]

Εφημερίδα "Καμπάνα"

  • Συλλογικό Όργανο

Η εφημερίδα Καμπάνα εκδίδεται στη Μυτιλήνη, με διευθυντή τον Στράτη Μυριβήλη (φιλολογικό ψευδώνυμο του Ευστράτιου Σταματόπουλου, Λέσβος 1890-Αθήνα 1969), για λογαριασμό των συναδέλφων του εφέδρων αξιωματικών της Λέσβου και αποτελεί εκφραστικό όργανο των αντιμιλιταριστικών απόψεων του εκδότη της, όπως διαμορφώθηκαν κατά την εθελοντική εμπλοκή του στους βαλκανικούς πολέμους, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Στην εφημερίδα δημοσιεύτηκε, σε 42 συνέχειες, η πρώτη γραφή του μυθιστορήματος Η ζωή εν τάφω του Στρ. Μυριβήλη (α΄ αυτοτελής έκδοση, Τυπογραφείο της Καμπάνας, 1924), ενώ μεταξύ των γνωστών ονομάτων που συνεργάστηκαν στο έντυπο συγκαταλέγονται οι Ηλίας Βενέζης και Ιωάννης Γρυπάρης.

Πηγή: Νίκη Λυκούργου, Σχεδίασμα χρονογραφίας Στράτη Μυριβήλη (1890-1969), Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού – Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» 1990.

Εφταλιώτης, Αργύρης

  • Άτομο
  • 1849 - 1923

Αργύρης Εφταλιώτης ήταν το φιλολογικό ψευδώνυμο του Κλεάνθη Κ. Μιχαηλίδη. Γιος του δασκάλου Κωνσταντίνου Μιχαηλίδη, γεννήθηκε στον Μόλυβο της Λέσβου το 1849. Μετά το θάνατο του πατέρα του, σε ηλικία ακόμη 17 ετών, πήγε στην Κωνσταντινούπολη και στη συνέχεια στην Αγγλία, όπου εργάσθηκε αρχικά στο Manchester και κατόπιν σε διάφορες πόλεις της Αγγλίας (Liverpool, Hall), καθώς και στη Βομβάη της Ινδίας, ως υπάλληλος του εμπορικού οίκου των αδελφών Ράλλη. Πέθανε το 1923 στο Cap d’Antibes.
Ως ποιητής εμφανίσθηκε με τη συλλογή Τραγούδια ξενιτευμένου, η οποία κέρδισε τον έπαινο στον Α΄ Φιλαδέλφειο διαγωνισμό το 1889. Δυο χρόνια αργότερα συμμετείχε στον ίδιο διαγωνισμό με τις συλλογές Καθρέπτης του Πύργου μου και Αγάπης λόγια. Η δεύτερη συλλογή αποτελείται από 32 σονέτα σε δεκατρισύλλαβο, επηρεασμένα από τον Shakespeare. Ήταν αφιερωμένο στη γυναίκα του Ελίζα.
Μαζί με τον Ψυχάρη και τον Αλέξανδρο Πάλλη, ο Εφταλιώτης πρωταγωνίστησε για την καθιέρωση της δημοτικής. Από το 1889 δημοσίευε ηθογραφικά διηγήματα τα οποία εξέδωσε το 1897 με τον τίτλο Νησιώτικες ιστορίες. Το 1900 δημοσίευσε το εκτενέστερο αφήγημά του, τη Μαζώχτρα, και το μοναδικό θεατρικό του έργο Βουρκόλακας.
Συνέγραψε επίσης δυο αφηγηματικά κείμενα με πνεύμα διδακτικό: τις Φυλλάδες του Γεροδήμου (1897) και την Ιστορία της Ρωμιοσύνης (1901).
Από το 1914 επικεντρώθηκε στη μετάφραση της Οδύσσειας, με πρότυπο την μετάφραση της Ιλιάδας από τον Πάλλη, την οποία όμως δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει.

Ζ' Δημοτικό Σχολείο Πατρών

  • Συλλογικό Όργανο

Σύμφωνα με το αρχειακό υλικό που φυλάσσεται στο Τμήμα Γ.Α.Κ. Αχαΐας και αφορά στις σχολικές μονάδες της περιοχής, η πρώτη, προσωρινού χαρακτήρα, εγκατάσταση προσφύγων στον Συνοικισμό Πτωχοκομείου το 1923 συμπίπτει χρονικά με την ίδρυση δύο δημοτικών σχολείων: α) του Θ’ Δημοτικού Σχολείου Αρρένων Πατρών και β) του Ζ’ Δημοτικού Σχολείου Θηλέων Πατρών. Η αρχική τους στέγαση έγινε σε ξύλινο παράπηγμα -αντίστοιχο των προοριζόμενων για κατοικία των προσφύγων της περιοχής- πίσω από τον Ι. Ν. Αγίων Αποστόλων. Τα δύο αυτά σχολεία λειτούργησαν ημιανεξάρτητα μέχρι και την συγχώνευσή τους το σχ. έτος 1929-1930, οπότε και μετονομάστηκαν σε 14ο Δημοτικό Σχολείο Πατρών (μικτό). Σύμφωνα με τα μαθητολόγια των σχολείων το ποσοστό των μαθητών προσφυγικής καταγωγής, τουλάχιστον κατά τα πρώτα έτη λειτουργίας, ανερχόταν σχεδόν στο 50% του συνόλου των μαθητών.

Ζαρίφης, Γεώργιος Ιωαν.

  • Άτομο
  • 1807 - 1884

Πρωτότοκος γιος του Ιωάννη Ζαρίφη (1770-1850) και της Ταρσής το γένος Ιορδάνη Καπλάνογλου, ο Γεώργιος γεννήθηκε στην Κων/πολη το 1807. Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από το μικρό νησί Αλώνη (σημερινό Πασαλιμάνι) της Προποντίδας όπου διατηρούσε αμπέλια και έκανε εμπόριο κρασιού. Μετά την έκρηξη της Επανάστασης του 1821, ολόκληρη η οικογένεια διέφυγε στην Οδησσό όπου παρέμειναν για περίπου μία δεκαετία. Ο Γεώργιος σπούδασε στο φημισμένο γαλλικό σχολείο Lycee Richelieu με υποτροφία του τσάρου. Το 1830 αποφάσισαν να ακολουθήσουν τον Ι. Καποδίστρια στην Ελλάδα και κατέπλευσαν οικογενειακώς από την Κων/πολη στο Ναύπλιο, όπου πήραν την ελληνική υπηκοότητα και ο Γεώργιος διορίστηκε έφορος της επαρχίας Καρύταινας. Μετά τη δολοφονία του Ι. Καποδίστρια η οικογένεια απογοητευμένη από την κατάσταση στην Ελλάδα αποφάσισε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη. Ο Γεώργιος εργάστηκε στο κατάστημα του Δημητρίου Ζαφειρόπουλου, φίλου του πατέρα του, εμπόρου από τα Γιάννενα, και μετά το θάνατο του τελευταίου, συνεταιρίστηκε με τον γιο του Στέφανο, με τον οποίο ίδρυσαν τον κραταιό εμπορικό οίκο “Ζαφειρόπουλος & Ζαρίφης” (γνωστό ως Ζ/Ζ) με δίκτυα στην Κων/πολη, Μασσαλία, Λονδίνο, Οδησσό. Ο Γεώργιος παρέμεινε στην Κων/πολη όπου ασχολήθηκε με τις εμπορικές και τραπεζικές εργασίες του οίκου ενώ παράλληλα ήταν ο έμπιστος οικονομικός σύμβουλος και τραπεζίτης του Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίτ του Β’. Εισηγήθηκε τη σύσταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορικής Τράπεζας (Banque Imperiale Ottomane), της Υπηρεσίας Δημοσίου Χρέους (Service de la dette publique ottomane) και τoυ Οθωμανικού Μονοπωλίου Καπνού (Regie des tabacs de l’ empire ottoman) για να αντιμετωπιστεί από την Υψηλή Πύλη το τεράστιο δημόσιο χρέος και τα δάνεια της αυτοκρατορίας.
Εκτός από επιτυχημένος τραπεζίτης -ήταν επικεφαλής των τραπεζιτών του Γαλατά- και έμπορος, ο Γεώργιος διακρίθηκε για τις μεγάλες ευεργεσίες του στα ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα τόσο στην Κων/πολη με την ενίσχυση και συντήρηση των Ζαρίφειων Εκπαιδευτηρίων, του Ζαρίφειου νηπιαγωγείου στα Θεραπειά, του Κεντρικού Παρθεναγωγείου, της Μεγάλης του Γένους Σχολής, του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου, όσο και στη Φιλιππούπολη της Θράκης με τα Ζαρίφεια Διδασκαλεία αρρένων και θηλέων. Οι δωρεές, υποτροφίες και οι φιλανθρωπικές πράξεις του στα Εθνικά Φιλανθρωπικά Καταστήματα (νοσοκομείο Βαλουκλή), σε άπορους νέους και σε ορφανά όσο και στους απλούς ανθρώπους στο δρόμο, τον έκαναν ιδιαίτερα σεβαστό και αγαπητό. Στη διαθήκη του άφησε περίπου 110.00 φράγκα στα παραπάνω ιδρύματα.
Ο Γεώργιος παντρεύτηκε την κόρη του συνεταίρου του Ελένη (Ελέγκω) Δημ. Ζαφειρόπουλου το 1839 και μαζί της απέκτησε 5 παιδιά: 1) τον Λεωνίδα (1840-1923), σύζυγο Ευφροσύνης Νικολοπούλου 2) τον Περικλή (1844-1927), σύζυγο Φάνης Ροδοκανάκη 3) την Σοφία (1848-1923), σύζυγο Οδυσσέα Νεγρεπόντη 4) την Τερέζα (Ταρσή) (1860-1919), σύζυγο Αντωνίου Βλαστού και 5) τον Στέφανο (1863-1894), σύζυγο Μαρίκας Αναγνωστάκη.
Ως ευεργέτης, φιλάνθρωπος και σημαντικός τραπεζίτης τιμήθηκε με πολλές διακρίσεις και αξιώματα από τους Έλληνες και τους Οθωμανούς.
Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1884. Στην κηδεία του, που κηρύχτηκε επίσημα ημέρα εθνικού πένθους, παρέστησαν όλοι οι επίσημοι και ένα πλήθος 40.000 ανθρώπων τον συνόδευσε στον οικογενειακό τάφο στο Νεκροταφείο του Σισλή.

[Για πιο αναλυτικές βιογραφικές πληροφορίες βλέπε Ν. Μοσχόπουλος, “Γεώργιος Ζαρίφης”, λήμμα στη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαιδεία, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, “Οικογένεια Ζαρίφη”, λήμμα στην Εγκυκλοπαίδεια του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού (2008) (στο διαδίκτυο), Νικόλαος Ανδρουλιδάκης, “Ο μεγάλος ευεργέτης Γεώργιος Ζαρίφης (1807-1884)” (2012) (στο διαδίκτυο).]

Ζαρίφης, Κωνσταντίνος Λ.

  • Άτομο
  • 1891 - 1979

Τέταρτος στη σειρά γιος του Λεωνίδα και της Ευφροσύνης Ζαρίφη γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1891. Σπούδασε μηχανικός στο Παρίσι στην Ecole Centrale des Arts et Manufactures (1911-1914) και στις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ήρθε και έζησε στην Αθήνα. Διορίστηκε έφεδρος ανθυπολοχαγός του Μηχανικού και υπηρέτησε στο Πολιτικό Γραφείο του Ελ. Βενιζέλου.
Είχε ιστορικά ενδιαφέροντα, κυρίως για την περίοδο του Βυζαντίου, ενώ τον ενδιέφερε και η πολιτική. Βενιζελικός από νέος, πολιτεύτηκε το 1936 με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Ασχολήθηκε με την οικονομική διαχείριση, την εκποίηση της οικογενειακής περιουσίας και τα κληρονομικά ζητήματα, κυρίως σχετικά με τα ακίνητα της οικογένειας στην Κωνσταντινούπολη.
Παντρεύτηκε το 1919 την Ελένη (Λένα) θυγατέρα του Κωνσταντίνου και της Χαρίκλειας Σταθάτου με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά: την Ελεονόρα (Νόρα) (1920- ;), σύζυγο Χαράλαμπου Ιωσηφόγλου, την Ευφροσύνη (Φρόσω) (1922- ;), σύζυγο Αριστείδη Πηλαβάκη και τον Λεωνίδα (Λένο) (1925-2003), σύζυγο Έλλης Ρωμάνου. Τα εγγόνια του από την πρώτη του κόρη Νόρα: η Ελένη (Λέλη), σύζυγος Πέτρου Κυριακόπουλου, η Ευφροσύνη (Φρόσω) και η Μαριάννα. Από τη δεύτερη κόρη του Φρόσω: η Ιωάννα, ο Νικόλαος και ο Κωνσταντίνος και από τον γιο του Λένο: ο Κωνσταντίνος, ο Γεώργιος - που είναι και ο δωρητής του αρχείου- και η Βιργινία.
Πέθανε σε μεγαλύτερη ηλικία από τον πατέρα του, 88 ετών, στη Αθήνα το 1979.

[Για τη σύνταξη των βιογραφικών αντλήθηκαν στοιχεία, από το βιβλίο του Γεωργίου Λ. Ζαρίφη, Οι αναμνήσεις μου. Ένας κόσμος που έφυγε. Κωνσταντινούπολη 1800-1920. Αθήνα, Τροχαλία, 2002, και από υλικό του αρχείου.]

Ζαρίφης, Λεωνίδας Γ.

  • Άτομο
  • 1840 - 1923

Πρωτότοκος γιος του Γεωργίου και της Ελένης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1840. Σπούδασε στην Εμπορική Σχολή της Χάλκης και στη συνέχεια συμπλήρωσε τις εμπορικές σπουδές του στη Μασσαλία και στο Λονδίνο όπου μαθήτευσε στα εμπορικά καταστήματα των θείων του Στέφανου Ζαφειρόπουλου και Μιχαήλ Ζαρίφη. Μετά από δεκαετή περίπου απουσία από την Κωνσταντινούπολη επέστρεψε με την προτροπή του πατέρα του και ασχολήθηκε με τις τραπεζικές και εμπορικές εργασίες της οικογένειας εκεί.
Συμμετείχε στην εταιρεία “Ζαρίφης, Νεγρεπόντης κ’ Σία” με υποκαταστήματα στην Βράιλα και στην Κωνσταντινούπολη που εκκαθαρίστηκε το 1890, ενώ το 1914, σύστησε με τους γιους του την εταιρεία “ L. Zarifi & Cie” που εκκαθαρίστηκε μετά το 1922.
Ο Λεωνίδας Ζαρίφης παντρεύτηκε το 1879 την Ευφροσύνη (Φρόσω) θυγατέρα του Γεωργίου και της Αθηνάς Νικολοπούλου. Απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Γεώργιο (1880-1943), σύζυγο Αργυρώς Στ. Κρίνου, την Ελένη (1882-1976), σύζυγο Στέφανου Ευγενίδη, τον Λέοντα (1884-1963) που παρέμεινε άγαμος, τον Στέφανο (1886-1971), σύζυγο Μαρίας Γραικούση και τον Κωνσταντίνο (1891-1979), σύζυγο Ελένης Σταθάτου.
Από νέος δεν είχε ιδιαίτερα καλή υγεία, ήταν πολύ μύωψ, όχι ιδιαίτερα ευπαρουσίαστος, ενώ αγαπούσε τη φύση, την καλή ζωή και ήταν συμπαθής και αγαπητός.
Πέθανε σε μεγάλη ηλικία, 83 ετών, στην Αθήνα το 1923.

Ζεγκίνη, Αγγελική

  • Άτομο

Η Αγγελική Ζεγκίνη γεννήθηκε το 1950 στην Θεσσαλονίκη, όπου και κατοικεί. Φοίτησε στη Σχολή Ξεναγών Θεσσαλονίκης και άσκησε το επάγγελμα της ξεναγού μέχρι τη συνταξιοδότησή της. Ήταν παντρεμένη με τον Ευστράτιο Ζεγκίνη, με τον οποίο απέκτησαν τρία παιδιά.

Ο Ευστράτιος Ζεγκίνης (1938-2020) γεννήθηκε στην Ίμβρο και αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Το 1993 εκλέχθηκε αναπληρωτής καθηγητής στην Παιδαγωγική Σχολή Φλώρινας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 2003 έγινε καθηγητής στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ. Ανέλαβε το έργο της τεκμηρίωσης και αρχειοθέτησης του Πατριαρχικού Αρχείου ως Διευθυντής του Ιστορικού Αρχείου του Οικουμενικού Πατριαρχείου από το 2005 έως το θάνατό του το 2020.

Ζημέρης, Κώστας

  • Άτομο
  • 1884 - 1980

Κωνσταντίνος Ζημέρης (Κατηχώρι Πηλίου, 1886 – Βόλος, 1980)
Ο Κωνσταντίνος Ζημέρης γεννήθηκε το 1886 στο Κατηχώρι Πηλίου. Αποφοίτησε από την Εμπορική Σχολή Βόλου και στη συνέχεια, το 1904, μετανάστευσε στην Αμερική, όπου εργάστηκε σε φωτογραφικά εργαστήρια, συνεργαζόμενος με ζωγράφους και φωτογράφους, ενώ ταυτόχρονα παρακολούθησε μαθήματα Σχεδίου στο Σχολείο Τεχνών του Saint Louis. Την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, επέστρεψε στην Ελλάδα και κατατάχθηκε ως εθελοντής. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, διέμεινε στην Αθήνα, όπου συνεργάστηκε με τους γνωστούς φωτογράφους Μπούκα και Nelly’s. Το 1918 δημιούργησε στον Βόλο με τον φωτογράφο Α. Ραφανίδη το φωτογραφικό στούντιο «Ραφανίδης & Ζημέρης», ασχολούμενος πλέον επαγγελματικά με τη φωτογραφία και τη ζωγραφική. Συμμετείχε σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ έλαβε το Χρυσό Βραβείο στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης το 1932 και το 1936.
Στις φωτογραφίες της πρώτης περιόδου του έργου του (1922-1940), αποτυπώνονται όψεις της πόλης του Βόλου: η καθημερινή ζωή, πορτραίτα επωνύμων μελών της αστικής τάξης , αλλά και απλών ανθρώπων -ναυτών , χωροφυλάκων, ζευγαριών- οι πρόσφυγες και η εγκατάστασή τους, το Άσυλο του Παιδιού, οι παιδικές κατασκηνώσεις του ΠΙΚΠΑ, σημαντικές ιστορικές στιγμές, οικήματα του Βόλου που συνδέθηκαν με την επαγγελματική ζωή, τη βιομηχανική ανάπτυξη, τη λειτουργία του δημόσιου χώρου κ.α.
Παράλληλα, την περίοδο 1930–1938, ο Ζημέρης δέχεται παραγγελίες και φωτογραφίζει βιομηχανικές επιχειρήσεις, βιομηχανικά προϊόντα, όπως ψυγεία ή ραδιόφωνα, εργάτες, θεατρικές παραστάσεις κ.α., που συνδέονται με την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ζωή της πόλης.
Στην τελευταία περίοδο της δουλειάς του (1940–1970), καταγράφει με τον φακό του γεγονότα της Κατοχής και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως βομβαρδισμούς, αλλά και εικόνες από την Απελευθέρωση, καθώς και τις διαδηλώσεις των Δεκεμβριανών. Μετά το τέλος του πολέμου, ο Ζημέρης απαθανατίζει επισκέψεις επισήμων στην πόλη, καρναβαλικές εκδηλώσεις, αθλητικούς αγώνες, παρελάσεις, κ.α.
Οι φωτογραφίες του αποτελούν πολύτιμα τεκμήρια για την ιστορία της πόλης του Βόλου, αλλά και μοναδικά φωτογραφικά έργα τέχνης.
Την τέχνη του συνέχισε ο γιος του Ιπποκράτης (1922-2012).

Ζυγούρης, Χρήστος

  • Άτομο

Ο Χρήστος Ζυγούρης ήταν στρατιωτικός. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής εκστρατείας ήταν λοχαγός, διευθυντής του 3ου Επιτελικού Γραφείου της V Μεραρχίας (1920-1/1923) και μετά το τέλος των επιχειρήσεων ανέλαβε την σύνταξη της πολεμικής έκθεσης της Μεραρχίας.
Στη διάρκεια του Πολέμου 1940-1941 ο Ζυγούρης ήταν υποστράτηγος διοικητής της IX Μεραρχίας στα ελληνοαλβανικά σύνορα.

Η εν Κωνσταντινουπόλει Εφορεία των Σχολών Νεβσεχίρ

  • Συλλογικό Όργανο

Η εν Κωνσταντινουπόλει Εφορεία των Σχολών Νεβσεχίρ, δηλαδή η περιοχή Νεάπολης Καππαδοκίας, ιδρύθηκε το 1820 με σκοπό την «…ἀνασύστασιν και ἀπρόσκοπτον λειτουργίαν τῶν κοινοτικῶν ἐκπαιδευτηρίων». Περί τα τέλη του 19ου αιώνα η Εφορεία αριθμούσε την Ελληνική Κοινοτική Σχολή, δύο δημοτικά, Παρθεναγωγείο και δύο νηπιαγωγεία με περισσότερους από 1.000 μαθητές και μαθήτριες.
ΠΗΓΗ: Εκατονταετηρίς της εν Κωνσταντινουπόλει Εφορείας των Ελληνικών Σχολών Νεαπόλεως Καππαδοκίας (Νεβ-Σεχίρ): 1820-1920. (1920). Εν Κωνσταντινούπολει: Τύποις Α. Α. Κορομηλά.

Ηρακλείδης, Δημήτριος

  • Άτομο
  • 1880-1956

Ο Δημήτριος Ηρακλείδης ήταν γόνος σημαντικής και μεγάλης αγιώτικης οικογένειας εμπόρων και πολιτικών τοπικής εμβέλειας. Ο πατέρας του Αχιλλέας Ηρακλείδης υπήρξε σωματάρχης στην τελευταία θεσσαλική εξέγερση του 1877-1878 και αργότερα Πρόεδρος της Κοινότητας Αγιάς από το 1912 έως το θάνατό του το 1919, ενώ ο θείος του Δημήτριος Νικολάου Ηρακλείδης ήταν ο πρώτος διορισμένος Δήμαρχος Δωτίου (1881-1883).
Γεννήθηκε στην Αγιά το 1880, φοίτησε στο Δημοτικό και το Ελληνικό Σχολείο Αγιάς και τελείωσε τις γυμνασιακές σπουδές στη Θεσσαλονίκη. Διορίστηκε υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών και το 1917 ορίστηκε εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών της Κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης στη Θεσσαλία. Το 1923 εκλέχτηκε Βουλευτής με τη βενιζελική παράταξη και ακολούθησε την ομάδα των Ριζοσπαστών αγροτιστών του Αλεξ. Παπαναστασίου, στην οποία εξελίχτηκε σε σημαίνον στέλεχος. Το 1932 διετέλεσε υφυπουργός στην κυβέρνηση του Παπαναστασίου, ως Υφυπουργός Προεδρίας. Στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας εκτοπίστηκε για δύο χρόνια στην Αλόννησο και κατόπιν τέθηκε σε κατ΄ οίκον περιορισμό στην Αγιά. Τελευταία πολιτική του δραστηριότητα ήταν στα πλαίσια της ΕΠΕΚ του Νικολάου Πλαστήρα, στην οποία κατέλαβε το αξίωμα του Προέδρου της Εκτελεστικής Επιτροπής. Πέθανε το 1956 αφήνοντας όλη του την περιουσία για την ανέγερση και λειτουργία του Γηροκομείου Αγιάς.

Θέατρο "Σμύρνη"

  • Συλλογικό Όργανο

Το θέατρο «Σμύρνη» συνδέεται με τον ηθοποιό και θεατρώνη Ζαχαρία Μέρτικα από τη Σμύρνη, ο οποίος μετά τη Μικρασιατική καταστροφή φαίνεται πως έδρασε στα Χανιά (1923), και από το 1924 στην προσφυγική συνοικία της Νέας Κοκκινιάς (σημερινή Νίκαια) στον Πειραιά. Σύμφωνα με το αρχειακό υλικό που περιγράφεται εδώ (της περιόδου 1939‒1945), το θέατρο βρισκόταν στην οδό Κονδύλη της Νέας Κοκκινιάς, ενώ ως ιδιοκτήτες ή διαχειριστές του εμφανίζονται επίσης οι Βασίλειος Αλιφέρης, Στυλιανός Παγώνης και Αναστάσιος Αναστασιάδης.

Θεοδωρόπουλος, Ανδρέας

  • Άτομο

O Ανδρέας Θεοδωρόπουλος είχε τέσσερις γιους: Θεόδωρο, Ιωάννη, Κωνσταντίνο και Αριστείδη. Ο Θεόδωρος παντρεύτηκε το 1927 τη Χρυσάνθη το γένος Σταματοπούλου, και απέκτησαν δύο κόρες: την Πολυτίμη και την Παρασκευή. Η οικογένεια καταγόταν από την κοινότητα Χειράδων Αρκαδίας και το επώνυμο των γιων του Ανδρέα διαμορφώθηκε σε Ανδριόπουλος ή Θεοδωρόπουλος από το όνομα του πατέρα τους. Στα έγγραφα του αρχείου απαντούνται επίσης και οι τύποι Ανδρεόπουλος και Θεοδωρογιαννόπουλος.

Θεοφύλακτος, Θεοφύλακτος

  • Άτομο
  • 1884 - 1961

Ο Θεοφύλακτος Θεοφύλακτος γεννήθηκε το 1884 στο χωριό Τσίτη της Αργυρούπολης. Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Τραπεζούντα πριν φύγει για την Αθήνα όπου φοίτησε στην Ιατρική Σχολή. Το 1907 αναγορεύτηκε διδάκτωρ Χειρουργικής και Μαιευτικής και συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι στην οφθαλμολογία και την ωτορινολαρυγγολογία. Το 1911 επέστρεψε στην Τραπεζούντα όπου άνοιξε οφθαλμολογική κλινική.

Με την κήρυξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου μετέβη στο Βατούμ, όπου ζούσε ο πατέρας του. Το 1916 επέστρεψε στη ρωσοκρατούμενη Τραπεζούντα, όπου ανέλαβε διευθυντής του ρωσικού νοσοκομείου της πόλης. Με την αποχώρηση των Ρώσων από την Τραπεζούντα επέστρεψε στο Βατούμ, όπου λίγο αργότερα συγκροτήθηκε το Εθνικό Συμβούλιο Πόντου. Ο Θεοφύλακτος υπήρξε αντιπρόεδρος του συμβουλίου και εξέδωσε την εφημερίδα Ελεύθερος Πόντος για την προώθηση και επίτευξη του σκοπού του συμβουλίου, δηλαδή τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους. Το 1920 εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και το 1922 στη Θεσσαλονίκη όπου αρχικά δούλεψε στο Προσφυγικό Νοσοκομείο και στη συνέχεια άνοιξε ιατρείο το οποίο αργότερα έγινε οφθαλμολογική κλινική και το 1958 γενική κλινική.

Το 1925 συμμετείχε στις δημοτικές εκλογές Θεσσαλονίκης με το συνδυασμό του Μηνά Πατρικίου. Εκλέχθηκε πρώτος σε ψήφους δημοτικός σύμβουλος και διορίστηκε Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου. Από το 1928 και για περίπου ένα χρόνο διετέλεσε Γενικός Διοικητής Θράκης και Ανατολικής Μακεδονίας, θέση από την οποία παραιτήθηκε. Το 1930 έθεσε υποψηφιότητα για δήμαρχος Θεσσαλονίκης.

Ο Θεοφύλακτος υπήρξε ο εμπνευστής της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών, η οποία ιδρύθηκε το 1927 με πρόεδρο τον τελευταίο μητροπολίτη Τραπεζούντος Χρύσανθο. Πρωτοστάτησε ακόμη στην ίδρυση της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης το 1933. Δραστηριοποιήθηκε σε όλη του τη ζωή σε ζητήματα που σχετίζονταν με τον Πόντο και την προσφυγική αποκατάσταση.

Παντρεύτηκε το 1913 και απέκτησε τέσσερα παιδιά, τρία αγόρια, ένα το 1914, ένα το 1916 (πέθαναν και τα δύο σε νεανική ηλικία) και ένα μάλλον το 1918 (το οποίο πέθανε δύο ετών) κι ένα κορίτσι, την Άννα Θεοφυλάκτου, η οποία γεννήθηκε το 1924 στη Θεσσαλονίκη.

Ο Θ. Θεοφύλακτος πέθανε το 1961.

Πηγές σύνταξης βιογραφικού:
Υλικό του αρχείου.
Συνέντευξη Άννας Θεοφυλάκτου στην Ελπίδα Βόγλη, 28.2.2007.
Θεοφύλακτος Θεοφυλάκτου, Γύρω στην άσβεστη φλόγα, Θεσσαλονίκη 1958.

Θεοχάρη-Πετρουλέα, Μαρία

  • Άτομο

Η Μαρία Θεοχάρη-Πετρουλέα γεννήθηκε το 1956 στον Άρι Μεσσηνίας. Εργάστηκε ως καθηγήτρια φιλόλογος. Αξιόλογη ερευνήτρια της τοπικής ιστορίας.

Θρακική Εστία νομού Καβάλας

  • Συλλογικό Όργανο

Η Θρακική Εστία Καβάλας ιδρύθηκε το 1972 από Θρακιώτες πρόσφυγες του νομού Καβάλας με σκοπό τη διατήρηση των ηθών και εθίμων της Θράκης.

Αποτελέσματα 401 έως 500 από 1119