Εμφανίζει 1119 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Δραγούμης, Στέφανος Ν.

  • Άτομο
  • 1842 - 1923

Ο Στέφανος Ν. Δραγούμης, δευτερότοκος γιος του Νικoλάου Μ. Δραγούμη και της Ευφροσύνης, το γένος Στέφ. Γεωργαντά, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1842. Παρακολούθησε τα μαθήματα του Ελληνικού Εκπαιδευτηρίου στην Αθήνα (1855-1857), αλλά τελείωσε το γυμνάσιο στο Παρίσι, όπου σπούδασε Νομικά και πήρε την Licenceen Droit (1858-1861). Μετά την επιστροφή του από την Γαλλία το 1861, μπήκε στη δικαστική υπηρεσία και διορίστηκε διαδοχικά πρωτοδίκης στη Σύρο, Τρίπολη, Ζάκυνθο, Κέρκυρα, Μεσολόγγι, Αθήνα, πρόεδρος πρωτοδικών στο Ναύπλιο, Κεφαλονιά, Σύρο και εφέτης στην Αθήνα (1862-1875). Τον Απρίλιο του 1875 διορίστηκε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Δικαιοσύνης, απ’ όπου σε έξι μήνες λόγω διαφωνίας του με τον Υπουργό παραιτήθηκε και άρχισε να δικηγορεί.
Η κατοπινή δημόσια πολιτική σταδιοδρομία του Στέφανου Ν. Δραγούμη παρουσιάζει μία σταθερή ανοδική πορεία σε θέσεις και αξιώματα: Υπουργός Εξωτερικών και Εσωτερικών επί κυβερνήσεων Χ. Τρικούπη (1886-1890, 1892-1893), Πρωθυπουργός και Υπουργός Οικονομικών το 1910, αμέσως μετά το κίνημα στο Γουδί, πρώτος Γενικός Διοικητής Κρήτης και Μακεδονίας (1912-1913) και τέλος Υπουργός Οικονομικών (1915-1916) επί κυβερνήσεων Αλ. Ζαΐμη και Στ. Σκουλούδη. Πολιτεύτηκε επίσης ως τρικουπικός στην αρχή και κατόπιν ως ανεξάρτητος και εκλέχθηκε επανειλημμένως βουλευτής Μεγαρίδος (1879-1895), Αττικής και Βοιωτίας (1899-1910) και τέλος Θεσσαλονίκης (1915, 1920).

Γιαννόπουλος, Ιωάννης

  • Άτομο
  • 1932-2009

Γεννήθηκε το 1932 στους Χράνους Αρκαδίας. Από το 1959 έως το 2002 υπήρξε εφημέριος του Ι. Ν. Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης που βρίσκεται στο κέντρο του προσφυγικού συνοικισμού "Νέο Βυζάντιον", στο Ναύπλιο. Καρπός της έρευνάς του για την ιστορία του συνοικισμού είναι η έκδοση "ΟΙ ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ & Ο ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΣ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΣ <ΝΕΟΝ ΒΥΖΑΝΤΙΟΝ> ΝΑΥΠΛΙΟΥ". Πέθανε στο Ναύπλιο το 2009.

Παπαδόπουλος, Δημήτριος

  • Άτομο
  • 1889-1983

Δημήτριος Παπαδόπουλος, Ναύπλιο 1889 - Αθήνα 1983, αντιστράτηγος. Απόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων, συμμετείχε στους Βαλκανικούς πολέμους, στο Μακεδονικό Μέτωπο, στη Μικρασιατική Εκστρατεία, στο Αλβανικό Μέτωπο και στην Εθνική Αντίσταση. Για την προσφορά του παρασημοφορήθηκε επανειλημμένα και έλαβε τιμητική σύνταξη.

Κουικόγλου, Τρύφωνας

  • Άτομο
  • 1908-1990

Τρύφωνας Κουικόγλου, Σπάρτα Μ. Ασίας 1908 - Ναύπλιο,1990. Αρχικά, εγκαταστάθηκε, με την οικογλενειά του, στις Σπέτσες και από το 1923 στο Ναύπλιο όπου ανέπτυξε, σε σύντομο χρονικό διάστημα βιοτεχνική - εμπορική δραστηριότητα στον τομέα της ταπητουργίας, της ζαχαροπλαστικής και της ποτοποιίας. Αργότερα επεκτάθηκε σε εμπόριο ηλεκτρολογικών ειδών και ηλεκτρικών συσκευών καθώς και στη δημιουργία μικρής ξενοδοχειακής επιχείρησης.

Τσαλδάρης, Κωνσταντίνος

  • Άτομο
  • 1884 - 1970

Ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1884. Σπούδασε νομικά στην Ελλάδα, τη Γερμανία, τη Βρετανία και την Ιταλία. Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής το 1926 με το Κόμμα Ελευθεροφρόνων , ενώ μετά την αποτυχία του στις εκλογές του 1928 προσχώρησε στο Λαϊκό Κόμμα. Το 1933-35 υπηρέτησε ως υφυπουργός Συγκοινωνιών και παρά τω πρωθυπουργώ στις κυβερνήσεις του θείου του, Παναγή Τσαλδάρη, και μετά τον θάνατό του αναδείχθηκε σε ηγετικό στέλεχος του κόμματος. Μετά την απελευθέρωση ηγήθηκε του επανενωμένου Λαϊκού Κόμματος και επικράτησε στις εκλογές του 1946 ως αρχηγός του συνασπισμού «Ηνωμένη Παράταξις Εθνικοφρόνων». Διετέλεσε πρωθυπουργός από τον Απρίλιο του 1946 έως τον Ιανουάριο του 1947. Η κυβέρνησή του διενήργησε το δημοψήφισμα που επανέφερε τη μοναρχία τον Αύγουστο του 1946, ενώ ο ίδιος υποστήριξε τις εθνικές διεκδικήσεις στο Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι, Μέχρι το 1949 υπηρέτησε ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών, ενώ σχημάτισε βραχύβια κυβέρνηση τον Αύγουστο του 1947. Ηγήθηκε της ελληνικής αντιπροσωπείας στις Γενικές Συνελεύσεις του ΟΗΕ και ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα για την παροχή της Αμερικανικής Βοήθειας στην Ελλάδα (Δόγμα Τρούμαν). Στις εκλογές του 1950 το Λαϊκό Κόμμα ήλθε πρώτο, αλλά έκτοτε άρχισε η παρακμή του. Δεν εξελέγη καν βουλευτής στις εκλογές του 1952. Παρέμεινε, ωστόσο, στην ηγεσία του Λαϊκού Κόμματος, και το 1956 συμμετείχε στη «Δημοκρατική Ένωση», αντιπάλου εκλογικού σχήματος της ΕΡΕ. Ο ίδιος επανεξελέγη βουλευτής, αλλά απέτυχε στις εκλογές του 1958 ως επικεφαλής της «Ενώσεως Λαϊκού Κόμματος». Απεβίωσε το 1970.

Κουναλάκης, Εμμανουήλ

  • Άτομο
  • 1894 - 1987

Ο Εμμανουήλ Κουναλάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1894. Ήταν το πρώτο παιδί του Νικολάου και της Μαρίας. Ακολούθησαν άλλα δώδεκα, εκ των οποίων ενηλικιώθηκαν επτά. Ο παππούς του Μιχαήλ Κουναλάκης, παπάς, ενέπνευσε, σύμφωνα με την οικογενειακή αφήγηση, τον Καζαντζάκη στο μυθιστόρημα Καπετάν Μιχάλης. Παντρεύτηκε το 1918 την Ελένη Παπαμιχαλοπούλου και απόκτησαν δυο παιδιά. Ως τρίτο τους παιδί μεγάλωσαν την μικρότερή του αδελφή.

Το 1921 υπηρέτησε ως Διοικητής Λόχου στο 31ο Σύνταγμα Πεζικού στην Μικρά Ασία. Τον Φεβρουάριο του 21 βρισκόταν στο Εσκί Σεχίρ (ΙΙΙ Μεραρχία 12ον πεζικού Σύνταγμα, Πολυβολαρχία). Τον Νοέμβριο του 21, βρισκόταν στο μέτωπο του Αφιόν Καραχισάρ, περιοχή Τσαλ/Οβά, στις προφυλακές. Αναφέρεται σε μάχες στον Σαγγάριο, Κάνδρα, Κιουτάχεια, Νικομήδεια.

Τον Σεπτέμβριο του 1935, ταγματάρχης πλέον, έλαβε μέρος στο αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα και βρέθηκε εξόριστος στη Φιλιππούπολη. Επανήλθε στην Ελλάδα με την αμνηστία και επί Μεταξά αποπέμφθηκε από το στράτευμα ως απειροπόλεμος. Στο αλβανικό μέτωπο θα πολεμήσει για τελευταία φορά. Σε επιστολικό δελτάριο στις 2.3.1941 αναγράφεται 31ο Συν/μα ΙΙ τάγμα, Τ.Τ.251

Πέθανε το 1987, στον μεγάλο καύσωνα της Αθήνας. Ένα χρόνο πριν ή μετά πέθανε και η γυναίκα του.

[Το βιογραφικό σημείωμα συνέταξε η δωρήτρια του αρχείου Μαρλένα Πολιτοπούλου, με βάση προφορικές αφηγήσεις και αναφορές στο αρχείο].

Παππά, Έλλη

  • Άτομο
  • 1920-2009

Η Έλλη–Ελένη Παππά, κόρη του Ευάγγελου Παππά και της Μαριάνθης Παππαδοπούλου, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1920. Ήταν η μικρότερη από τα πέντε παιδιά της οικογέ­νειας, τέσσερα κορίτσια (Ηρώ, Δέσποινα, Διδώ, Έλλη) και ένα αγόρι (Γιώργος). Αδελφή της είναι η συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Φοίτησε στη φιλοσοφική και στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές της λόγω της Κατοχής. Παράλ­ληλα εργάστηκε ως δημοσιογράφος. Στη διάρκεια της Κατοχής εργάστηκε στον παράνομο τύπο και σε μαθήματα μαρξισμού και, προς το τέλος, ώς τα γεγονότα του Δεκέμβρη στη σύνταξη του Ριζοσπάστη. Από τη συμφωνία της Βάρκιζας ώς την έναρξη του Εμφυλίου ήταν μέλος της Επιτροπής Διαφώτισης της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ και της συντακτικής επιτροπής της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης. Τότε της ανατέθηκε η λειτουργία του «Κομματικού Φροντιστηρίου» μαζί με τον Κώστα Αξελό, η λειτουργία των πρώτων Κομματικών Σχολών εκείνης της περιόδου (με μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας και Φιλοσοφίας -κυρίως Διαλεκτικού και Ιστορικού Υλισμού), και αργότερα η οργάνωση και διεύθυνση της Κομματικής Σχολής της Αθήνας στο όνομα της Ηλέκτρας Αποστόλου, με ολοήμερα μαθήματα και φροντιστηριακή επεξεργασία. Στον Εμφύλιο, δούλεψε στην έκδοση του Ριζοσπάστη σε παράνομο τυπογραφείο ώς το 1949, οπότε άρχισε η στενή συνεργασία της με τον Νίκο Πλουμπίδη και από τον Ιούνιο του 1950 με τον Νίκο Μπελογιάννη που έγινε ο σύντροφός της. Συνελήφθησαν τον Δεκέμβριο του 1950 και κρατήθηκαν σε πλήρη απομόνωση στη Γενική Ασφάλεια ώς την πρώτη δίκη τους, τον Νοέμβριο του 1951. Σε αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε ο γιος τους, Νίκος, τον Αύγουστο του 1951. Η δεύτερη δίκη τους έγινε τον Φεβρουάριο του 1952. Και στις δύο καταδικάστηκαν σε θάνατο, αλλά η Έλλη ως μητέρα βρέφους δεν εκτελέστηκε. Αποφυλακίστηκε την πρωτοχρονιά του 1964 και εργάστηκε στην ΕΔΑ και στην εφημερίδα Δημοκρατική Αλλαγή. Από το 1965 ήταν αρθρογράφος και μέλος της συντακτικής επιτροπής της εφημερίδας. Στις 21 Απριλίου 1967 συνελήφθη από τη δικτατορία και εξορίστηκε στη Γυάρο από όπου αποφυλακίστηκε τον Ιούλιο του 1968, λόγω σοβαρής ασθένειάς της. Εργάστηκε στην Εγκυκλοπαίδεια Χάρη Πάτση, από το 1972 στην εφημερίδα Μακεδονία με αναλύσεις διεθνών θεμάτων υιοθετώντας το ψευδώνυμο Νότιος του προηγούμενου συντάκτη Σπύρου Μονδάνου, και στο περιοδικό Γυναίκα του Β. Τερζόπουλου. Στη συνέχεια εργάστηκε στην εφημερίδα Εξπρές και με την έκδοση της εφημερίδας Έθνος ανέλαβε το ρεπορτάζ για θέματα εκπαίδευσης και νεολαίας. Ανέπτυξε πολιτική δράση στην ΕΔΑ της μεταπολίτευσης, στο ΚΚΕ τη δεκαετία του 1980. Συμμετείχε στο Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών, στο Κέντρο Πολιτισμού «Δημήτρης Γληνός», και σε επιτροπές και εκδηλώσεις για την ειρήνη, τον πολιτισμό και το γυναικείο κίνημα.
Από πολύ νωρίς εξοικειώθηκε με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και στη φυλακή συνέλαβαν με τον Νίκο Μπελογιάννη την ιδέα της συγγραφής μίας Ιστορίας της ελληνικής σκέψης. Στην προσπάθεια αυτή εντάσσονται οι μελέτες της: Ο Πλάτωνας στην Εποχή μας (1981, 1998), Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς στο Κεφάλαιο του Μαρξ (1983, 1984), Σπουδή στο θέμα της Ελευθερίας – Η έννοια της ελευθερίας στον προσωκρατικό υλισμό (1985). Διερευνώντας την κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού εξέδωσε τις μελέτες: Μύθος και ιδεολογία στη Ρωσική Επανάσταση–Οδοιπορικό από το ρωσικό αγροτικό λαϊκισμό στο λαϊκισμό του Στάλιν (1990), Ο Λένιν χωρίς λογοκρισία και εκτός μαυσωλείου (1991), Κομμούνα του 1871: Επανάσταση του 21ου αιώνα; (1992). Λογοτεχνικά έργα της από την περίοδο της φυλάκισής της είναι: Το ημερολόγιο ενός φυλακισμένου (Μυθιστόρημα, Βουκουρέστι 1961), Δουλειά της φυλακής (Διηγήματα και ποιήματα, 1979). Άλλες μελέτες και έργα της είναι τα: Βίος και έργα της γάτας της Σοφής (1984), Σελίδες από τον τύπο της Αντίστασης (1985), Νίκος Κιτσίκης–Ο επιστήμονας, ο άνθρωπος, ο πολιτικός (1986).
[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: Βιογραφικά σημειώματα της ίδιας, υλικό του αρχείου.]

Ροντάκης, Νότης

  • Άτομο
  • 1882-1907

Ο Νότης Ροντάκης, αδελφός του Γιώργου, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1882. Σπούδασε στην Νομική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών. Ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και την κριτική λογοτεχνίας. Πέθανε πρόωρα στις 28 Ιανουαρίου 1907.
Στα ημιτελή λογοτεχνικά του έργα συγκαταλέγεται μία δραματική τριλογία με τίτλο «Άνθη και αίμα» που περιλαμβάνει τα έργα «Η Ανάσταση», «Η Γυναίκα», «Ο πιλότος». Στους ποιητές που μελέτησε και για τους οποίους έγραψε συγκαταλέγονται οι: Σολωμός, Πολυλάς, Καλοσγούρος, Βαλαωρίτης, Ζαλοκώστας, Μαρκοράς, Παλαμάς, Μαρτζώκης, Καμπύσης. Σύμφωνα με έντυπη νεκρολογία του, η μελέτη για τον Σολωμό είναι η μόνη που είχε ολοκληρωθεί.

[Πηγή: έντυπο μονόφυλλο με νεκρολογία του με τίτλο «Νότης Κ. Ροντάκης».]

Ευαγγελίδης, Μαργαρίτης

  • Άτομο

Ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης (1850-1932) –ο συγγραφέας των περισσοτέρων επιστολών του αρχείου– γεννήθηκε στην Μηχανιώνα της Κυζίκου, σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στα πανεπιστήμια Αθηνών, Λειψίας και Βερολίνου.Δίδαξε ιστορία της φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο Αθηνών και ίδρυσε τον «Σύλλογο Μικρασιατών η Ανατολή» στην Αθήνα.
[Πηγές: Τα στοιχεία αντλήθηκαν από το ίδιο το αρχείο και από την ιστοσελίδα «Δάσκαλοι που δίδαξαν στην Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή από το έτος της ίδρυσής της μέχρι σήμερα», http://www.megalisxoli.gr/upload/daskaloi.doc.]

Μακκάς, Γεώργιος Αθ.

  • Άτομο
  • 1818-1905

Γιος του Αθανασίου Γ. Μακκά (Χίος 1785-Αθήνα 1865), γεννήθηκε στη Χίο το 1818. Σπούδασε Ιατρική στο Μόναχο και στο Παρίσι. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα το 1840 εγκαταστάθηκε στην Ερμούπολη της Σύρου όπου και εξάσκησε το επάγγελμα του γιατρού. Το 1849 διορίστηκε καθηγητής Ειδικής Νοσολογίας και Κλινικής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και στη συνέχεια το 1864 διορίστηκε αρχίατρος του βασιλιά Γεωργίου Α΄. Το 1888 ήταν κοσμήτωρ της Ιατρικής Σχολής και το 1896 επίτιμος καθηγητής. Πα-ντρεύτηκε το 1843 την Μαρία Αργυρίου Ταρποξή με την οποία απέκτησαν δέκα παιδιά. Πέθανε στην Αθήνα το 1905.

Στεργίου, Στέργιος

  • Άτομο
  • 1897 - 1974

Ο Στέργιος Στεργίου γεννήθηκε στη Σύρο το 1897. Ο πατέρας του, Παναγιώτης, καταγόταν από την Ήπειρο και η μητέρα του, Ελευθερία Σιμψώμου, από τη Χίο. Ο πατέρας του διατηρούσε εμπορικό κατάστημα στην Ερμούπολη. Ο Στέργιος Στεργίου διαδέχτηκε τον πατέρα του στην επιχείρηση και την διατήρησε μέχρι τις παραμονές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με τη φωτογραφία. Κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας ο Στεργίου υπηρέτησε ως επίστρατος πεζοναύτης σε ναυτικό άγημα το οποίο τέθηκε υπό τη Στρατιωτική Διοίκηση Προύσης. Το άγημα, που αναχώρησε από το λιμάνι του Πειραιά, διαμοιράστηκε στα Μουδανιά, την Κίο και την Προύσα και ανέλαβε την τήρηση της τάξης στην περιοχή. Ο Στεργίου παρέμεινε στην Κίο για ένα χρόνο, από το καλοκαίρι του 1921 μέχρι το καλοκαίρι του 1922. Στο διάστημα αυτό αποτύπωσε φωτογραφικά την εκκένωση της Νικομήδειας αλλά και την παρουσία του αγήματος σε πόλεις της Προποντίδας.

Τσιμπογιάννης, Χαράλαμπος

  • Άτομο

Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου Αρρένων και Θηλέων Γκιουλ Μπαξέ, κατά το σχολικό έτος 1921-22 και Διευθυντής των Εκπαιδευτηρίων της Κοινότητος επί τετραετία (1907-1911).

Αμπελά-Τερέντσιο, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • 19ος αι. -

Τα στοιχεία που αντλούνται από το αρχείο για τα πρόσωπα της οικογένειας του Τιμολέοντος Αμπελά είναι τα εξής: Ο παππούς από την πλευρά του πατέρα του, Χριστόδουλος Ζέζος, επονομάστηκε Αμπελάς, λόγω των αμπελοκαλλιεργειών του, και καταγόταν από την Κερπινή Καλαβρύτων. Είχε παντρευτεί την Ρόιδα Μέγαρη και απέκτησαν τέσσερα παιδιά (Δημήτριος, Τριαντάφυλλος, Κωνσταντίνος, Αγγελική). Ο Τριαντάφυλλος έγινε συνταγματάρχης πεζικού και απέκτησε τρεις γιους (Χρήστος, Κωνσταντίνος, Λεωνίδας) και δύο κόρες (Καλλιόπη, Παρασκευή). Ο Δημήτριος Αμπελάς, πατέρας του Τιμολέοντος, έλαβε μέρος στην ελληνική επανάσταση, διορίστηκε γραμματέας του υπουργείου Ναυτικών, γενικός διευθυντής των ελληνικών ταχυδρομείων, επιθεωρητής των τελωνείων και τέλος κεντρικός πράκτορας και ταμίας της εν Σύρω Ελληνικής Ατμοπλοΐας (1857-1875). Ο Δημήτριος Αμπελάς παντρεύτηκε την Αικατερίνη Περίδη από την Τήνο και απέκτησαν πέντε παιδιά (Μεγακλής, Τιμολέων, Αλέξανδρος, Αιμιλία, Βιργινία). Πέθανε στην Αθήνα το 1887. Η σύζυγός του, Αικατερίνη Αμπελά, πέθανε το 1899. Η Βιργινία παντρεύτηκε τον βέλγο Ιούλιο Πιερράρ, οργανωτή των ελληνικών ταχυδρομείων και πέθανε το 1908. Ο Αλέξανδρος πέθανε το 1917 και η Αιμιλία το 1875.
Ο Τιμολέων Αμπελάς γεννήθηκε στην Πάτρα στις 4.5.1849 και πέθανε στην Αθήνα στις 26.8.1926. Τις εγκύκλιες σπουδές του ξεκίνησε στην Αθήνα και ολοκλήρωσε στην Ερμούπολη. Σπούδασε στη νομική σχολή και διορίστηκε ως δικηγόρος στη Σύρο (1872), στη συνέχεια ως πρωτοδίκης στη Χαλκίδα (1877) και υπηρέτησε εκεί καθώς και στην Ζάκυνθο, την Αθήνα, την Λευκάδα, την Κέρκυρα και την Λάρισα (1895). Το 1901 έγινε πρόεδρος πρωτοδικών και το 1904 εφέτης στην Πάτρα. Λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του, έπαιξε ενεργό ρόλο ως ανακριτής στη δίκη εναντίον του Α. Δελμούζου και άλλων για τα λεγόμενα «αθεϊκά» του Βόλου. Κατά τα έτη 1876-1877 είχε αναλάβει τη διεύθυνση της εφημερίδας Εθνοφύλαξ και κατά τα 1921-1922 εργάστηκε ως ανταποκριτης της εφημερίδας Ατ-λαντίς της Νέας Υόρκης.
Ο Τιμολέων Αμπελάς υπήρξε κυρίως δραματικός συγγραφέας που κινήθηκε στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών και άλλων λογοτεχνικών διαγωνισμών. Ήδη ως μαθητής Γυμνασίου στην Ερμούπολη είχε συγγράψει τα Η άλωσις της Τροίας, Βασιλέας Νίσος (δράμα), Αβδηριάς (κωμωδία, υποβλήθηκε σε πανεπιστημιακό διαγωνισμό του 1869), Ιερός Λόχος (αναφέρεται ότι δημοσιεύθηκε στη Σύρο), Μάρτυρες του Αρκαδίου (αναφέρεται ότι αρχικά δημοσιεύθηκε σε επιφυλλίδα της εφ. Πατρίς και στη συνέχεια αυτοτελώς). Το 1870 υπέβαλε σε διαγωνισμούς τα δράματα: Έβρος ο Θραξ, Νέρων, Βιργινία η Ρωμαία (αναφ. ότι δημοσιεύθηκε στη Σύρο το 1871). Το 1871 (;) υπέβαλε τα: Πέτρος Γανδανόλης, Λέων Καλλέργης, Κρήτες και Βενετοί. Το 1876 βραβεύτηκε σε διαγωνισμό του φιλολογικού συλλόγου Παρνασσός το δράμα του Κλεοπάτρα το οποίο ξαναέγραψε και εξέδωσε μαζί με μελέτη του για τον βίο της το 1914. Το δράμα Αρτεμησία βραβεύτηκε στον α΄ ποιητικό διαγωνισμό της Εταιρίας των Φιλοτέχνων (1895) ενώ στον Λασσάνειο διαγωνισμό βραβεύτηκαν η κωμωδία του Φάιβ ο κλοκ (1903) και Σκλήραινα (1904). Ο πρίγκηψ του Μωρέως βραβεύτηκε σε διαγωνισμό του 1905 (είχε επαινεθεί σε προηγούμενο διαγωνισμό με τίτλο Λέων Χαμάρετος). Συνέγραψε πλήθος ακόμα δραμάτων και κωμωδιών, κάποια από τα οποία απέσπασαν επαίνους σε διαγωνισμούς. Οι ποιητικές του συλλογές Φθόγγοι, Κογχύλαι, Χρώματα, Στιχοδέσμη είχαν επίσης υποβληθεί σε διαγωνισμούς όπως και η τελευταία συλλογή του Στίχοι (1920). Ανάμεσα στις δημοσιεύσεις του σε περιοδικά και ημερολόγια (περιοδικά Εθνική Βιβλιοθήκη, Παρθενών, Ιλισσός, ημερολόγια Περρή-Βάμπα, Ασωπίου, Κορομηλά, ημερολόγιον των Φιλοτέχνων) και σε εφημερίδες συγκαταλέγονται ιστορικά διηγήματα, άρθρα, χρονογραφήματα, κριτική θεάτρου κ.λπ. Είχε επίσης συντάξει μελέτες όπως Ιστορία της νήσου Σύρου, Ιστορία του ελληνοβουλγαρικού πολέμου, «Η γεωργία εν Ελλάδι», «Περί προαγωγής της εν Ελλάδι τεχνικής βιομηχανίας», «Περί εργασίας εν Ελλάδι» κ.ά.
Ήταν ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Παρνασσός, της Εταιρείας Φιλοτέχνων, της Εταιρείας Θεατρικών συγγραφέων, της εν Πάτραις Σχολής των απόρων παίδων, της εν Πάτραις φιλοδραματικής εταιρείας και μέλος άλλων συλλόγων. Παρασημοφορήθηκε με τον αργυρό σταυρό του τάγματος του Σωρήρος (1895), τον χρυσό σταυρό των ιπποτών του βασιλικού τάγματος του Σωτήρος (1906) και το 1922 προήχθη σε ταξιάρχη του τάγματος του Γεωργίου Α΄.
Παντρεύτηκε (26.4.1886) την Ασπασία Δ. Αθανασίου, χήρα Χ. Φαρλόπουλου, και απέκτησαν πέντε παιδιά (Δημήτριος, Φαίδων, Λέων, Ιουλία, Έλλη). Ο Δημήτριος Αμπελάς (1887-1973) σπούδασε στη νομική σχολή (αποφ. 1909), κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας του φοίτησε στη σχολή εφέδρων αξιωματικών (1909-1910) και πολέμησε στους βαλκανικούς πολέμους. Δικηγόρησε ως το 1914 οπότε έγινε μόνιμος στρατιωτικός και πολέμησε σε όλη τη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας φτάνοντας ως το βαθμό του συνταγματάρχη πυροβολικού. Μετά την αποστρά-τευσή του διορίστηκε και πάλι δικηγόρος Αθηνών και συνταξιοδοτήθηκε το 1956. Έγραψε τα έργα Η κάθοδος των νέων μυρίων, Το ονειρώδες κόμμα, Η δημιουργία. Υπήρξε πρόεδρος της επιστημονικής εταιρείας μεταφυσικών ερευνών. Ο Λέων Αμπελάς δικηγόρος, πέθανε το 1950, ο Φαίδων (1897-1956) ήταν τμηματάρχης της Εθνικής Τράπεζας, η Έλλη πέθανε σε παιδική ηλικία (1895).

Η Ιουλία Αμπελά-Τερέντσιο γεννήθηκε στην Αθήνα το 1895. Από το 1911 ασχολήθηκε με το θέατρο και την απαγγελία. Από το 1929 ως το 1936 δίδαξε απαγγελία στο Ελληνικόν Ωδείον και παρουσίασε πολλά ρεσιτάλ απαγγελίας ελληνικής ποίησης με τις μαθήτριές της. Πρωτοστάτησε στις διοργανώσεις του εορτασμού των εκατό χρόνων νεοελληνικής ποίησης (1931) και εξέδωσε σχετική ανθολογία (1934), καθώς και στον εορτασμό των πενήντα χρόνων του Παλαμά (1936). Ίδρυσε τον φιλολογικό σύλλογο «Ασκραίος» (με πρόεδρο τον Κ. Παλαμά) στο πλαίσιο του οποίου λειτούργησε «σχολή ανωτέρας λογοτεχνικής μορφώσεως» με διδάσκοντες πολλούς σημαντικούς λογοτέχνες και διανοούμενους (Ι. Συκουτρής, Τ. Άγρας, Δ. Καπετανάκης, Ε. Λαμπρίδη κ.ά.). Το 1921, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών της, παντρεύτηκε τον Τόνι Τερέντσιο και απέκτησαν δύο κόρες, την Γιολάντα και την Άλμπα. Το 1950 έφυγε στο Παρίσι με την κόρη της Γιολάντα, που σπούδασε εκεί. Η Ιουλία πέθανε το 1984 στη Γλυφάδα. Ο σύζυγός της, Τόνι Τερέντσιο, ήταν γιος του Αντόνιο Τερέντσιο και της μαρκησίας Νoemie Desssales d’ Epinoix και εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Η Νoemie σε πρώτο γάμο είχε παντρευτεί τον Κάρολο Κράους, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον Ροδόλφο Κράους. Ο δεύτερος σύζυγός της, Αντόνιο Τερέντσιο, πατέρας του Τόνι, διετέλεσε διευθυντής του αυστριακού Λόυντ Τριεστίνο και πρόξενος της Αυστρίας στον Πειραιά. Από τα τεκμήρια του αρχείου συνάγεται ότι υπηρέτησε επίσης ως διπλωμάτης της Αυστροουγγαρίας στην Τεχεράνη.
Η Άλμπα Τερέντσιο ασχολήθηκε με την ζωγραφική, παντρεύτηκε τον γιατρό Αλέκο Συννεφιά και απέκτησε έναν γιο, τον Αλαίν.
Αναλυτικά βιογραφικά της Γιολάντας Τερέντσιο υπάρχουν στην περιγραφή του αρχείου της.

[Πηγές: Γιολάντα Τερέντσιο, Κορυφαίοι Έλληνες στη σφαίρα της τέχνης, Αθήνα, Ε.Λ.Ι.Α., σσ. 250-303. Υλικό του αρχείου.]

Αθηνογένη, οικογένεια

  • Οικογένεια

Γεώργιος και Μαρία Αθηνογένη
Ιωάννης Γ. Αθηνογένης
Στέφανος Γ. Αθηνογένης
Γεώργιος Ι. Αθηνογένης

Μαυροκορδάτου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η Οικογένεια Μαυροκορδάτου είναι σπουδαία φαναριώτικη οικογένεια πολιτικών και αποτελεί κλάδο της χιώτικης οικογένειας των Μαυρογορδάτων.
Αρχικά τα μέλη της ήταν εγκατεστημένα στην Κωνσταντινούπολη, όμως μετά την άλωση μετοίκησαν στη Χίο. Στα 1600 ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος επέκτεινε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στην Κωνσταντινούπολη, στην οποία και εγκαταστάθηκε δημιουργώντας τον φαναριώτικο κλάδο της οικογένειας των Μαυροκορδάτων. Σύντομα τα μέλη της κατέλαβαν υψηλές θέσεις στην δημόσια διοίκηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις και στην επανάσταση του 1821.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας πολλοί Μαυροκορδάτοι ασχολήθηκαν με την πολιτική εκλεγόμενοι πρωθυπουργοί και βουλευτές, ενώ άλλοι διακρίθηκαν στις επιστήμες στελεχώνοντας το πρώτο πανεπιστήμιο της Ελλάδας. Ιδιαίτερο κλάδο μέσα στην οικογένεια αποτελεί αυτός που φέρει τα επίθετα Τομπάζη - Μαυροκορδάτου. Μέχρι σήμερα τα μέλη της οικογένειας Μαυροκορδάτου έχουν συνδεθεί με επιγαμίες με σημαντικές οικογένειες μεταξύ των οποίων: Μελά, Καλλιμάχη, Βαλαωρίτη, Τομπάζη, Σούτσου, Μουρούζη, Ζαΐμη, Αργυρόπουλου, Ράινεκ, Τρικούπη, Καρατζά, Γκίκα, Λεβίδη, Σκυλίτση, Συγγρού, Μάνου, Μπαλς, Σίνα κ.α.

Μαυρομμάτη, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • π. 1850 -

Μέλη της οικογένειας Μαυρομμάτη από την Κύπρο εγκαταστάθηκαν στη Μερσίνα στα μέσα του 19ου αιώνα και υπήρξαν σημαντικοί έμποροι, καθώς και ευεργέτες της τοπικής ελληνόφωνης ορθόδοξης κοινότητας. Ο Κωνσταντίνος Μαυρομμάτης ίδρυσε στην Ταρσό μεγάλη βιομηχανική μονάδα νηματουργίας και αλευροποιίας. Ο πρωτότοκος γιος του Αντώνιος ήταν πρόξενος της Ρωσίας στη Μερσίνα*.

Ο Κωνσταντίνος Μαυρομμάτης απεβίωσε στην Τουρκία το 1903. Από τα παιδιά του, απεβίωσαν στην Τουρκία η κόρη του Μαριγώ (σύζυγος Ξενοφώντος Κρίστμαν) το 1911, ο γιος του Αντώνιος το 1916 και ο γιος του Χρυσόστομος το 1920. Μετά το 1922, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, ωστόσο η κόρη του Ελένη Ταχιντζή, κόρη του Κωνσταντίνου, καθώς και τα εγγόνια του Αθηνά και Χριστόφορος παρέμειναν στην Τουρκία, κάτοικοι Μερσίνας, τουλάχιστον ως το 1942, όπως προκύπτει από την κατά το ίδιο έτος αποδοχή κληρονομίας του Κ. Μαυρομμάτη από τον γιο του Γεώργιο εκ των υστέρων, μετά δηλαδή τον θάνατο του κληρονομήσαντος. Η χήρα του Κωνσταντίνου Αθηνά απεβίωσε το 1930.

Δούκας, Στρατής

  • 1895 - 1983

Ο Σ. Δούκας, γιος του Κωνσταντίνου Δούκα και της Αιμιλίας Χατζαποστόλη, γεννήθηκε το 1895 στα Μοσχονήσια. Είχε τέσσερα αδέλφια: τον Δούκα (γεν. 1893), τον Δημήτρη (γεν. 1896), την Ελένη (γεν. 1898) και τον Αλέκο (1900-1962). Αποφοίτησε από το Γυμνάσιο Κυδωνιών (1912) και γράφτηκε στη Νομική Σχολή, χωρίς να την τελειώσει. Υπηρέτησε ως εθελοντής στην Εθνική Άμυνα (1916-1923) και ως έφεδρος αξιωματικός (1940-1941). Ασχολήθηκε με την προβολή της βιοτεχνίας της Ανατολής (Αγγειοπλαστική Κιουτάχειας, ταπητουργία), οργάνωσε εκθέσεις των φίλων του ζωγράφων Φώτη Κόντογλου και Σπύρου Παπαλουκά, με τους οποίους και σύστησε την εταιρία «Διακοσμητικής Τέχνης». Λίγο νωρίτερα είχε ιδρύσει τον Σύλλογο Μουσικών Τεχνών στη Μυτιλήνη με τον Σ. Μυριβήλη. Από το 1928 έως το 1930 πραγματοποίησε δύο μεγάλες περιοδείες στη Δυτική Μακεδονία, που διήρκεσαν 4 μήνες και 1 χρόνο, αντίστοιχα. Καρπός των περιοδειών αυτών ήταν Η ιστορία ενός αιχμαλώτου (1929), η δημοσιογραφική έρευνα Ορεινή Ελλάδα (δημοσιεύθηκε σε 9 συνέχειες στην εφ. Πρωία με τίτλο του εκδότη Ληστρική κοινωνία), διάφορα ζωγραφικά έργα, ημερολόγια και σημειώσεις. Το 1930 παρουσίασε δική του έκθεση ζωγραφικής. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών (1934). Υπηρέτησε ως γραμματέας της Τουριστικής Επιτροπής Θεσσαλονίκης (1937-1939) και στα Ιατρεία του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού (1945-1946). Στην Κατοχή εντάχθηκε στο ΕΑΜ και στο ΚΚΕ, συνελήφθη και κακοποιήθηκε από τους Γερμανούς. Παντρεύτηκε (1942) την Δήμητρα Μαγκανά (γεν. 1903). Το 1962 μετέβη στη Μόσχα για εγχείρηση προστάση που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε. Έκτοτε ζούσε κατάκοιτος στο σπίτι του στην οδό Ορμηνίου 3 στην Αθήνα. Πέθανε το 1983.

Ο Στρατής Δούκας δημοσίευσε αισθητικά, τεχνοκριτικά και λογοτεχνικά κείμενα σε εφημερίδες και περιοδικά. Στη δεκαετία του 1920 συνεργάστηκε με το περιοδικό Φραγγέλιο του Νίκου Βέλμου, ενώ αναμίχθηκε στην έκδοση του περιοδικού Φιλική Εταιρεία του Φώτη Κόντογλου και επιμελήθηκε μόνος του τα τελευταία τεύχη. Στα 1935-1937 εξέδωσε μαζί με άλλους το καλλιτεχνικό περιοδικό Το Τρίτο Μάτι, στα 1948-1950 ήταν συνεργάτης και αργότερα διευθυντής του περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα και στα 1965-1969 ήταν τακτικός συνεργάτης του περιοδικού Διαγώνιος.

Ο αδελφός του Στρατή Αλέκος (1900-1962) μετανάστευσε από το 1927 στην Αυστραλία, όπου αναδείχθηκε σε σημαντική μορφή των ελληνικών γραμμάτων και του εκεί εργατικού κινήματος. Σκοτώθηκε επιστρέφοντας από διαδήλωση υπέρ της ειρήνης. Στην Αυστραλία εγκαταστάθηκε τουλάχιστον από το 1938 και η αδελφή του Ελένη Δούκα-Ανδρονίκου με την οικογένειά της.

Η σύζυγός του Δήμητρα (γενν. 1903) είχε δύο παιδιά από τον πρώτο της γάμο, εξορίστηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου στη Χίο και στράφηκε στη λογοτεχνία, ύστερα από προτροπή του Στρατή. Απόσπάσματα των έργων της δημοσιεύτηκαν στον τόμο Δεσμός με επιμέλεια του Σ. Δούκα.

Έργα του: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ: Ιστορία ενός αιχμαλώτου (1929, 1932, 1958, 1962, 1969, 1977, 1980), Εις εαυτόν (1930, 1981), Γράμματα και συνομιλίες (1965, 1975), Ο βίος ενός αγίου, Γιαννούλης Χαλεπάς (1967), Οδοιπόρος (1968, 1975, 1981), Δεσμός (1970, 1978), Ο μικρός αδελφός (1972, 1975), Μαρτυρίες και κρίσεις (1972, 1977), Ενώτια (1974, 1978, 1981), Ενθυμήματα από δέκα φίλους μου (1976), Οι δώδεκα μήνες (1982), Θερμοκήπιο (1982), καθώς και διάφορα λογοτεχνικά, ταξιδιωτικα και δημοσιογραφικά κείμενα δημοσιευμένα σε εφημερίδες και περιοδικά. ΤΕΧΝΟΚΡΙΤΙΚΑ: Το εικονογραφικό έπος της Ανατολικής Εκκλησίας (1948), Γιαννούλης Χαλεπάς, Νέα βιογραφικά (1952), Γιαννούλης Χαλεπάς, κατάλογος των έργων του (1962), Ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς (1966), Υποθέσεις και λύσεις πάνω σε προβλήματα της ζωής και του έργου του Γιαννούλη Χαλεπά (1970), Γιαννούλης Χαλεπάς (1978). ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ: Σχέδια του Στρατή Δούκα (1979). – Επίσης, επιμελήθηκε τόμους τρίτων.

Πηγή: Τ. Κόρφης, «Στρατής Δούκας. Παρουσίαση-ανθολόγηση», Η μεσοπολεμική πεζογραφία. Από τον πρώτο ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1939), τ. Γ΄, Αθήνα, Σοκόλης, 1992, σσ. 322-371.

Τασούδης, Γεώργιος

Ο δικηγόρος Γεώργιος Τασούδης ήταν γιος της αδελφής του Χρύσανθου. Χρησιμοποίησε το αρχειακό υλικό για την έκδοση τριών βιβλίων με θέμα τη ζωή και τη δράση του Χρύσανθου.

Υπουργείο Γεωργίας και Δημοσίων Κτημάτων, Διεύθυνση Εσωτερικού Αποικισμού

  • 1917

Τον Ιούνιο του 1917 θα συσταθεί από την κυβέρνηση Βενιζέλου το Υπουργείο Γεωργίας και Δημοσίων Κτημάτων στο οποίο θα ενταχθούν τα Τμήματα Γεωργίας, Γεωργικής Οικονομίας, Δασών, Αλιείας, Ζωοτεχνικής και Κτηνιατρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας καθώς και η Διεύθυνση Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, ενώ ιδρύεται και ιδιαίτερη Διεύθυνση Εσωτερικού Αποικισμού, με βασική αρμοδιότητα «την μέριμναν περί της εγκαταστάσεως ακτημόνων γεωργών και προσφύγων». Με το Νόμο 853 του 1917 το Υπουργείο Γεωργίας και Δημοσίων Κτημάτων μετονομάζεται σε Υπουργείο Γεωργίας, ενώ στο οργανόγραμμα του προβλέπεται Διεύθυνση Δημοσίων Κτημάτων με Τμήμα Εποικισμού με βασική αρμοδιότητα την απαλλοτρίωση και διανομή γαιών στους αγρότες. Το 1920 τροποποιείται ο οργανισμός του Υπουργείου Γεωργίας και δημιουργείται Διεύθυνση Εποικισμού στην οποία υπάγονται τα Τμήματα Απαλλοτριώσεων, Αποκαταστάσεως Καλλιεργητών, Εποικισμού και Θεσσαλικού Γεωργικού Ταμείου. Την ίδια χρονιά με το Νόμο 2026 οργανώνεται και η εξωτερική υπηρεσία του εποικισμού με τη σύσταση των κατά τόπους Γραφείων και Διευθύνσεων Εποικισμού με αρμοδιότητα τη μελέτη αναγκαστικών απαλλοτριώσεων αγροκτημάτων, την παραχώρηση και διανομή τους σε ακτήμονες, τον έλεγχο των συνεταιρισμών αποκατάστασης ακτημόνων και τη μελέτη της μετακίνησης αγροτικών πληθυσμών και της εγκατάστασης τους, κυρίως, στη Μακεδονία. Είναι προφανές, από τα παραπάνω, ότι η Διεύθυνση Εποικισμού αναλαμβάνει να υλοποιήσει την πολιτική αγροτικής μεταρρύθμισης της βενιζελικής κυβέρνησης του 1917-1920. Με τα νομοθετικά διατάγματα της Προσωρινής Κυβέρνησης τον Μάιο του 1917, τον νόμο 1072 της ίδιας χρονιάς και, κυρίως, με τον νόμο 2052 του 1920, προβλεπόταν η αναγκαστική απαλλοτρίωση μεγάλων ιδιοκτησιών και η διανομή τους σε ακτήμονες και πρόσφυγες για τη δημιουργία αυτοκαλλιεργούμενων μικροϊδιοκτησιών. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εισροή εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στο ελληνικό έδαφος, η Διεύθυνση Εποικισμού αναλαμβάνει τα πρώτα μέτρα αγροτικής αποκατάστασης των προσφύγων. Με τη σύσταση όμως της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ) στα τέλη του 1923, μεταβιβάζονταν στην ΕΑΠ, μαζί με το προσωπικό τους, το Τμήμα Εποικισμού της Διεύθυνσης Εποικισμού του Υπουργείου Γεωργίας, η Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας, η Διεύθυνση Εποικισμού Θράκης και τα κατά τόπους Γραφεία Εποικισμού καθώς και οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Εποικισμού για την προσφυγική αποκατάσταση.
Αν και έχασε υπηρεσίες και αρμοδιότητες, η Διεύθυνση Εποικισμού ανέλαβε την υλοποίηση ενός νέου προγράμματος αγροτικής μεταρρύθμισης που συνέχιζε την προηγούμενη βενιζελική προσπάθεια υπό το βάρος αυτή τη φορά της επιτακτικής προσφυγικής αποκατάστασης. Με απόφαση της επαναστατικής κυβέρνησης τον Φεβρουάριο του 1923 επιτρεπόταν η αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων για γεωργική αποκατάσταση ακτημόνων και προσφύγων και πριν από την καταβολή αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη. Οι απαλλοτριώσεις γαιοκτησιών τερματίστηκαν το 1932, αλλά οι διαδικασίες διανομής, εκκαθάρισης των αποζημιώσεων και εξόφλησης των χρεών διήρκεσαν πολλά χρόνια ακόμη. Έως το 1932 είχαν απαλλοτριωθεί 1.729 αγροκτήματα και είχαν αποκατασταθεί 140.000 οικογένειες ακτημόνων, ενώ ένα ποσοστό από τις απαλλοτριώσεις είχε χρησιμοποιηθεί για την αποκατάσταση προσφύγων.
Με τον οργανισμό του 1929 η Διεύθυνση Εποικισμού υποβιβάστηκε σε Τμήμα και οι αρμοδιότητες της αγροτικής αποκατάστασης ακτημόνων και προσφύγων ασκούνταν από τη Διεύθυνση Γεωργικών Εφαρμογών. Πολύ γρήγορα, όμως, η Διεύθυνση Εποικισμού θα επανασυσταθεί αναλαμβάνοντας τα εκκρεμή ζητήματα των απαλλοτριώσεων, ενώ, μετά τη διάλυση της ΕΑΠ το 1930, αναλαμβάνει και τα εκκρεμή ζητήματα της αγροτικής αποκατάστασης των προσφύγων: αναδιανομές αγροκτημάτων, κύρωση οριστικών διανομών, συμπλήρωση προσφυγικών κλήρων, δικαστική εκκαθάριση αμφισβητήσεων ανταλλάξιμου χαρακτήρα κλήρων κ.λπ. Με τη νέα δομή του Υπουργείου το 1937 η κεντρική και οι περιφερειακές εποικιστικές υπηρεσίες έχουν ως βασικές αρμοδιότητες την εφαρμογή των διατάξεων του αγροτικού νόμου για την αποκατάσταση γηγενών ακτημόνων και προσφύγων, τη συνέχιση του έργου της ΕΑΠ και την εκκαθάριση υποθέσεων της, τη διάθεση των αποστραγγιζόμενων γαιών σε ακτήμονες, τη ρύθμιση ζητημάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή των συμβάσεων μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος για τη διαχείριση της ανταλλάξιμης περιουσίας, την εφαρμογή των νόμων περί ενοικιοστασίου βοσκών, την εποπτεία των Συνεταιρισμών Αποκατάστασης Ακτημόνων Καλλιεργητών, κ.ά.

Υπουργείο Γεωργίας, Διεύθυνση Εγγείου Ιδιοκτησίας

  • 1977 - 1988

Τον Ιούνιο του 1917 θα συσταθεί από την κυβέρνηση Βενιζέλου το Υπουργείο Γεωργίας και Δημοσίων Κτημάτων στο οποίο θα ενταχθούν τα Τμήματα Γεωργίας, Γεωργικής Οικονομίας, Δασών, Αλιείας, Ζωοτεχνικής και Κτηνιατρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας καθώς και η Διεύθυνση Κτημάτων του Υπουργείου Οικονομικών, ενώ ιδρύεται και ιδιαίτερη Διεύθυνση Εσωτερικού Αποικισμού, με βασική αρμοδιότητα «την μέριμναν περί της εγκαταστάσεως ακτημόνων γεωργών και προσφύγων». Με το Νόμο 853 του 1917 το Υπουργείο Γεωργίας και Δημοσίων Κτημάτων μετονομάζεται σε Υπουργείο Γεωργίας, ενώ στο οργανόγραμμα του προβλέπεται Διεύθυνση Δημοσίων Κτημάτων με Τμήμα Εποικισμού με βασική αρμοδιότητα την απαλλοτρίωση και διανομή γαιών στους αγρότες. Το 1920 τροποποιείται ο οργανισμός του Υπουργείου Γεωργίας και δημιουργείται Διεύθυνση Εποικισμού στην οποία υπάγονται τα Τμήματα Απαλλοτριώσεων, Αποκαταστάσεως Καλλιεργητών, Εποικισμού και Θεσσαλικού Γεωργικού Ταμείου. Την ίδια χρονιά με το Νόμο 2026 οργανώνεται και η εξωτερική υπηρεσία του εποικισμού με τη σύσταση των κατά τόπους Γραφείων και Διευθύνσεων Εποικισμού με αρμοδιότητα τη μελέτη αναγκαστικών απαλλοτριώσεων αγροκτημάτων, την παραχώρηση και διανομή τους σε ακτήμονες, τον έλεγχο των συνεταιρισμών αποκατάστασης ακτημόνων και τη μελέτη της μετακίνησης αγροτικών πληθυσμών και της εγκατάστασης τους, κυρίως, στη Μακεδονία. Είναι προφανές, από τα παραπάνω, ότι η Διεύθυνση Εποικισμού αναλαμβάνει να υλοποιήσει την πολιτική αγροτικής μεταρρύθμισης της βενιζελικής κυβέρνησης του 1917-1920. Με τα νομοθετικά διατάγματα της Προσωρινής Κυβέρνησης τον Μάιο του 1917, τον νόμο 1072 της ίδιας χρονιάς και, κυρίως, με τον νόμο 2052 του 1920, προβλεπόταν η αναγκαστική απαλλοτρίωση μεγάλων ιδιοκτησιών και η διανομή τους σε ακτήμονες και πρόσφυγες για τη δημιουργία αυτοκαλλιεργούμενων μικροϊδιοκτησιών. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εισροή εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων στο ελληνικό έδαφος, η Διεύθυνση Εποικισμού αναλαμβάνει τα πρώτα μέτρα αγροτικής αποκατάστασης των προσφύγων. Με τη σύσταση όμως της Επιτροπής Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ) στα τέλη του 1923, μεταβιβάζονταν στην ΕΑΠ, μαζί με το προσωπικό τους, το Τμήμα Εποικισμού της Διεύθυνσης Εποικισμού του Υπουργείου Γεωργίας, η Γενική Διεύθυνση Εποικισμού Μακεδονίας, η Διεύθυνση Εποικισμού Θράκης και τα κατά τόπους Γραφεία Εποικισμού καθώς και οι αρμοδιότητες της Διεύθυνσης Εποικισμού για την προσφυγική αποκατάσταση.
Αν και έχασε υπηρεσίες και αρμοδιότητες, η Διεύθυνση Εποικισμού ανέλαβε την υλοποίηση ενός νέου προγράμματος αγροτικής μεταρρύθμισης που συνέχιζε την προηγούμενη βενιζελική προσπάθεια υπό το βάρος αυτή τη φορά της επιτακτικής προσφυγικής αποκατάστασης. Με απόφαση της επαναστατικής κυβέρνησης τον Φεβρουάριο του 1923 επιτρεπόταν η αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων για γεωργική αποκατάσταση ακτημόνων και προσφύγων και πριν από την καταβολή αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη. Οι απαλλοτριώσεις γαιοκτησιών τερματίστηκαν το 1932, αλλά οι διαδικασίες διανομής, εκκαθάρισης των αποζημιώσεων και εξόφλησης των χρεών διήρκεσαν πολλά χρόνια ακόμη. Έως το 1932 είχαν απαλλοτριωθεί 1.729 αγροκτήματα και είχαν αποκατασταθεί 140.000 οικογένειες ακτημόνων, ενώ ένα ποσοστό από τις απαλλοτριώσεις είχε χρησιμοποιηθεί για την αποκατάσταση προσφύγων.
Με τον οργανισμό του 1929 η Διεύθυνση Εποικισμού υποβιβάστηκε σε Τμήμα και οι αρμοδιότητες της αγροτικής αποκατάστασης ακτημόνων και προσφύγων ασκούνταν από τη Διεύθυνση Γεωργικών Εφαρμογών. Πολύ γρήγορα, όμως, η Διεύθυνση Εποικισμού θα επανασυσταθεί αναλαμβάνοντας τα εκκρεμή ζητήματα των απαλλοτριώσεων, ενώ, μετά τη διάλυση της ΕΑΠ το 1930, αναλαμβάνει και τα εκκρεμή ζητήματα της αγροτικής αποκατάστασης των προσφύγων: αναδιανομές αγροκτημάτων, κύρωση οριστικών διανομών, συμπλήρωση προσφυγικών κλήρων, δικαστική εκκαθάριση αμφισβητήσεων ανταλλάξιμου χαρακτήρα κλήρων κ.λπ. Με τη νέα δομή του Υπουργείου το 1937 η κεντρική και οι περιφερειακές εποικιστικές υπηρεσίες έχουν ως βασικές αρμοδιότητες την εφαρμογή των διατάξεων του αγροτικού νόμου για την αποκατάσταση γηγενών ακτημόνων και προσφύγων, τη συνέχιση του έργου της ΕΑΠ και την εκκαθάριση υποθέσεων της, τη διάθεση των αποστραγγιζόμενων γαιών σε ακτήμονες, τη ρύθμιση ζητημάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή των συμβάσεων μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος για τη διαχείριση της ανταλλάξιμης περιουσίας, την εφαρμογή των νόμων περί ενοικιοστασίου βοσκών, την εποπτεία των Συνεταιρισμών Αποκατάστασης Ακτημόνων Καλλιεργητών, κ.ά.

Αποτελέσματα 901 έως 1000 από 1119