Εμφανίζει 1111 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Πρωτοδικείο Ηρακλείου

  • Συλλογικό Όργανο

Περίοδος Κρητικής Πολιτείας
Mε τον Νόμο 437/30-8-1901 της Κρητικής Πολιτείας "Περί Οργανισμού των Δικαστηρίων", (Επίσημη Εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας αριθμ. 71/Α/13-9-1901), συνιστώνται τα εξής Δικαστήρια: Ειρηνοδικεία, Πρωτοδικεία, Εφετείο, Κακουργιοδικεία και Αναθεωρητικό. Ιδρύονται πέντε Πρωτοδικεία: Χανίων, Ηρακλείου, Ρεθύμνης, Σφακίων, και Λασιθίου. Ο ανωτέρω Νόμος τροποποιήθηκε με τον Ν. 582/21-7-1903 "Περί τροποποιήσεως του υπ' αριθμ. 437 νόμου περί Οργανισμού των Δικαστηρίων" (Επίσημη Εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας αριθμ. 49/Α/19-8-1903).
Περίοδος μετά την ένωση με την Ελλάδα
Με τον Ν. 147/1914 «Περί της εν ταις προσαρτωμέναις χώραις εφαρμοστέας νομοθεσίας και της δικαστικής αυτών οργανώσεως» (ΦΕΚ 25/Α/25-2-1914), προβλέπονταν η, με Βασιλικά Διατάγματα, σύσταση των Δικαστηρίων των Νέων Χωρών, η λειτουργία των οποίων θα γινόταν όπως και στην υπόλοιπη Ελλάδα, βάσει του ισχύοντος τότε Οργανισμού των Δικαστηρίων (άρθρο 11).
Με το Βασιλικό Διάταγμα της 7ης Απριλίου του 1914 (ΦΕΚ 88/Α/11-4-1914) "Περί συστάσεως Δικαστηρίων εν Κρήτη" συνιστώνται τα εξής Δικαστήρια: Εφετείο, τέσσερα Ειρηνοδικεία πρώτης τάξεως, δεκαεννέα Ειρηνοδικεία δευτέρας τάξεως και τέσσερα Πρωτοδικεία: Χανίων, Ηρακλείου, Ρεθύμνης και Λασιθίου. Τα Πρωτοδικεία και Ειρηνοδικεία χαρακτηρίζονται από το όνομα της πόλης της έδρας αυτών. Το Πρωτοδικείο Ηρακλείου περιλαμβάνει στη δικαιοδοσία του (άρθρο 3) τις Περιφέρειες των Ειρηνοδικείων Ηρακλείου, Αγίου Μύρωνος, Καστελλίου-Πεδιάδος, Πύργου, Χερσονήσου και Μοιρών.

21ο Δημοτικό Σχολείο Ηρακλείου Κρήτης

  • Συλλογικό Όργανο

Το 1899 στην περιοχή Φορτέτσα του Ηρακλείου λειτουργούσαν δύο σχολεία. Το Μουσουλμανικόν Δημοτικόν, το οποίο ήταν αρρένων και καταργήθηκε το σχολ. έτος 1923-24 με την ανταλλαγή των πληθυσμών και το Χριστιανικόν Δημοτικόν (Ίδρυση ως μονοτάξιο με το Διάταγμα 11, Επίσημη Εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας αριθμ. 87/7-10-1899), το οποίο ήταν μικτό. Με την κατάργηση του Μουσουλμανικού Σχολείου, το Χριστιανικό Δημοτικό εξαλείφει από τον τίτλο του τον προσδιορισμό "Χριστιανικόν", ενώ από το σχολικό έτος 1957-58 φέρει τη σημερινή του ονομασία: 21ο Δημοτικό Σχολείο Ηρακλείου.

Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΥΠΕΠΘ), Τεχνικές Υπηρεσίες

  • Συλλογικό Όργανο

1908: ΒΔ 16.8.1908 : Υπουργείον Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, Γραφείον Γ΄ Αρχιτεκτονικόν
1910: Ν. ,ΓΨΚΑ΄ 3731/1910:Υπουργείον Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, Τμήμα Ε΄, Γραφείον Γ΄ Αρχιτεκτονικόν
1911: Ν. ,ΓΩΚΖ΄ 3827/1911 (ΦΕΚ Α΄ 191): Υπουργείον Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, Τμήμα Ζ΄ Γραφείον τεχνικής υπηρεσίας Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως [η φράση "Γραφείον... " αποτελεί τον τίτλο του Τμήματος Ζ΄, δεν αποτελεί υποδιαίρεση]
1932: Ν. 5608 (ΦΕΚ Α΄ 288): Υπουργείον Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, Δ΄ Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών.
1937: ΑΝ 782/1937 (ΦΕΚ Α΄ 267): Υπουργείον Θρησκευμάτων και Εθνικής Παιδείας, ΣΤ΄ Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών.
1969: ΥΑ 101491 (ΦΕΚ Β΄ 490): Υπουργείον Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Διεύθυνσις Τεχνικών Υπηρεσιών
1976 ΠΔ 147/1976: Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Γενική Διεύθυνση Προγραμματισμού, Μηχανοργανώσεως και Εποπτικών Μέσων, Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών
1977: ΠΔ 150/1977 (ΦΕΚ Α΄ 48): Κατάργηση Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και μεταφορά αρμοδιοτήτων στο Υπουργείο Δημοσίων Έργων.
Το Αρχιτεκτονικόν Γραφείον / Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών ήταν η αρμόδια υπηρεσία του ΥΕΔΕ/ ΥΠΕΠΘ για τον σχεδιασμό τύπων διδακτηρίων. Στην αρμοδιότητά της ήταν η μελέτη κατασκευή, συντήρηση επίπλωση των διδακτηρίων. Στην προ του 1940 περίοδο ανέλαβε το σχεδιασμό, με ριζοσπαστικό τρόπο (καθώς πολλοί νέοι και σπουδαίοι αρχιτέκτονες συνιστούσαν το ανθρώπινο δυναμικό της), σχολικών μονάδων.
Μετά τον πόλεμο συνέχισε την δραστηριότητά της αν και το ποιοτικό κριτήριο υποχώρησε σε σχέση με τις άμεσες ανάγκες ποσοτικής αναπλήρωσης των κατεστραμμένων από τον πόλεμο σχολείων.
Σημείο καμπής στην ιστορία της ΔΤΥ ήταν η ίδρυση του Οργανισμού Σχολικών Κτιρίων (Α.Ν 627/1968), στον οποίο ανατέθηκε η μελέτη, κατασκευή και εξοπλισμός όλων των δημόσιων κτιρίων όλων των βαθμίδων της δημόσιας εκπαίδευσης πλην της Ανωτάτης. Ο προγραμματισμός ανατέθηκε στην Διεύθυνση Προγραμματισμού και Ερευνών (που συστάθηκε με το άρθρο 19 του ίδιου ΑΝ 627/1968)
Πρακτικά, αυτό σήμαινε ότι στην αρμοδιότητα της Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών παρέμεναν τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, οι ανώτατες σχολές και τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και Δημοσίου Δικαίου αρμοδιότητας ΥΠΕΠΘ. Η κατάσταση αυτή αποτυπώθηκε, την επόμενη χρονιά στην ΥΑ 101491/1969 (ΦΕΚ Β΄ 490).
Σύμφωνα με αυτό η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών διαρθρωνόταν στα παρακάτω Τμήματα
Τμήμα Α΄ Μελετών

Η σύνταξη μελετών για τις εξής κατηγορίες έργων: α) Έργα που χρηματοδοτούνταν από κληροδοτήματα και δωρεές, β) έργα Νομικών Προσώπων αρμοδιότητας ΥΠΕΠΘ.
Ο έλεγχος και έγκριση μελετών για έργα που αφορούσαν α) Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και Επιστημονικά Ιδρύματα, β) ιδιωτικά διδακτήρια και γ) ιδιωτικές τεχνικές σχολές.
Επί τόπου έλεγχος και χορήγηση άδειας καταλληλότητας για τα ιδιωτικά σχολεία.
Τμήμα Β΄ Κατασκευών
Έλεγχος και έγκριση οικονομικών στοιχείων έργων (πρακτικά δημοπρασιών, πρωτόκολλα νέων τιμών μονάδος, συγκριτικοί πίνακες)
Η επίβλεψη των έργων στις μαθητικές κατασκηνώσεις
Παραλαβή έργων αρμοδιότητας ΥΠΕΠΘ
Έλεγχος προϋπολογισμών επισκευής και συντηρήσεως διδακτηρίων Δημοσίου και καταρτισμός πινάκων για την χορήγηση πιστώσεων.
Τμήμα Γ΄ Διοικητικού
Εποπτεία διοικητικών θεμάτων ΟΣΚ και Ταμείων Ανεγέρσεως Διδακτηρίων
Προϋπολογισμός και προγραμματισμός, διαδικασία διάθεσης πιστώσεων όσον αφορά τα διδακτήρια σε α) Νομαρχιακά Ταμεία, β) Σχολικά Ταμεία
Η προμήθεια υλικών για τις ανάγκες της Διεύθυνσης
Τήρηση του ειδικού αρχείου της Υπηρεσίας.
Παρόμοιες είναι και οι οργανικές μονάδες και αρμοδιότητες που περιγράφονται στο ΠΔ 147/1976
1976
Τμήμα Α΄ Εγκρίσεως Αρχιτεκτονικών σχεδίων
Έλεγχος και έγκριση ανέγερσης ιδιωτικών σχολείων, οικοτροφείων, ιδιωτικών μέσων και κατωτέρων επαγγελματικών σχολών σε όλη την Ελλάδα.
Έλεγχος καταλληλότητας των διδακτηρίων προς χορήγηση αδείας λειτουργίας και εποπτεία επί των κτιριακών εγκαταστάσεων των ιδιωτικών σχολείων γενικής και επαγγελματικής εκπαιδεύσεως περιοχής λεκανοπεδίου Αττικής.
Έλεγχος, θεώρηση και έγκριση αρχιτεκτονικών σχεδίων και μελετών των υπό του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων εποπτευομένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και επί τη βάσει της κειμένης νομοθεσίας, (πλην Ο.Σ.Κ. και Ο.Δ.Δ.Ε.Π.) όπως: α) Ακαδημίας Αθηνών, β) Πανεπιστημίου Αθηνών για έργα εξ ιδίων ή άλλων πόρων, πλην επενδύσεων, γ) Αστεροσκοπείων της Χώρας, δ) Εθνικής Ακαδημίας Σωματικής Αγωγής, ε) Σχολής Εκπαιδευτικών Λειτουργών Επαγγελματικής και Τεχνικής Εκπαιδεύσεως (ΣΕΛΕΤΕ), στ) Σιβιτανιδείου Δημοσίας Σχολής Τεχνών και Επαγγελμάτων, ζ) Βαρβακείου Σχολής. Αρχιτεκτονικές μελέτες Εκκλησιαστικών Σχολών.
Σύνταξη, έλεγχος, θεώρηση και έγκριση των αρχιτεκτονικών μελετών των βάσει του Α.Ν. 2039/39 Κληροδοτημάτων αρμοδιότητας ΥΠΕΠΘ.
Μελέτη, σύνταξη, αναπροσαρμογή και δημοσίευση των οικοδομικών κανονισμών που αφορούν στα διδακτήρια που προορίζονται για Εκπαιδευτήρια ή Φροντιστήρια, σύμφωνα με τας εκάστοτε απαιτήσεις και εξελίξεις της επιστήμης και της Τεχνικής. Σύνταξη πάσης φύσεως αρχιτεκτονικής μελέτης αρμοδιότητος του Υπουργείου.
Τμήμα Β΄ Έγκρισης μελετών και κατασκευής κτιρίων
Έλεγχος, θεώρηση και έγκριση στατικών υπολογισμών και σχεδίων στατικών μελετών, ηλεκτρομηχανολογικών μελετών, υδραυλικών μελετών και μελετών κεντρικής θέρμανσης των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου των εποπτευομένων υπό του Υπουργείου βάσει της κειμένης νομοθεσίας, πλην Ο.Σ.Κ. και Ο.Δ.Δ.Ε.Π., όπως περιγράφονται στο Τμήμα Α΄.
Στατικές μελέτες: α) Έλεγχος των στατικών μελετών Εκκλησιαστικών Σχολών. β) Έλεγχος, θεώρηση και έγκριση στατικών μελετών Κληροδοτημάτων. γ) Σύνταξη στατικών μελετών πάσης φύσεως έργων αρμοδιότητας ΥΠΕΠΘ. δ) Γνωμοδόταησις επί της αντοχής υφισταμένων κτιρίων και σύνταξη εκθέσεων. ε) Επίβλεψις και παραλαβή παντός έργου αρμοδιότητας ΥΠΕΠΘ, επιφυλασσομένων των αρμοδιοτήτων των Νομαρχών και του Ο.Σ.Κ.
Τμήμα Γ΄ Οικονομοτεχνικών Μελετών
Έλεγχος, έγκριση και θεώρηση των οικονομικών τευχών δημοπράτησης των μελετών των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ως εις τα Τμήματα Α΄ και Β΄.
Έλεγχος, έγκριση και θεώρηση συγκριτικών πινάκων, πρωτοκόλλων νέων τιμών μονάδος, πινάκων αμοιβής μηχανικών, λογαριασμών έργων ων την ευθύνη της εκτέλεσης έχει το ΥΠΕΠΘ.
Έλεγχος και έγκριση πρωτοκόλλων παραλαβής έργων αρμοδιότητας ΥΠΕΠΘ (επιφυλασσομένων των αρμοδιοτήτων των Νομαρχών και του Ο.Σ.Κ.).
Έλεγχος και θεώρηση οικονομικών τευχών δημοπρατήσεως έργων αρμοδιότητας Β΄ Τμήματος.)
Την επόμενη χρονιά, 1977 με το ΠΔ 150/1977, η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών καταργήθηκε και οι αρμοδιότητές της μεταβιβάστηκαν σε υπηρεσίες του Υπουργείου Δημοσίων Έργων
Δομή
1937
Σύμφωνα με το ΑΝ του 1937 η Διεύθυνση χωρίζεται στα παρακάτω τμήματα:
Τμήμα Μελετών
Τμήμα Εκτελέσεως Έργων
Τμήμα Ελέγχου
1969
Τμήμα Γ΄ Διοικητικού
Τμήμα Β΄ Κατασκευών
Τμήμα Α΄ Μελετών
1976
Τμήμα Α΄ Εγκρίσεως Αρχιτεκτονικών σχεδίων
Τμήμα Β΄ Έγκρισης μελετών και κατασκευής κτιρίων
Τμήμα Γ΄ Οικονομοτεχνικών Μελετών

Δήμος Ναυπλιέων

  • Συλλογικό Όργανο

Ο δήμος Ναυπλιέων σχηματίστηκε με Β.Δ. την 28-4(10-5)-1834 (Φ.Ε.Κ.19) ως δήμος της Επαρχίας Ναυπλίας και παρέμεινε ως πρωτεύουσα του Κράτους μέχρι την 18(30)-9-1834. Παρακολούθησε όλες τις αυτοδιοικητικές μεταβολές μέχρι σήμερα, που επηρέασαν τη σύσταση και την έκτασή του. Μεταξύ των ετών 1920 και 1940 ο πληθυσμός του κυμάνθηκε από 6.000 έως 8.000 κατοίκους. Την περίοδο αυτή περιλαμβάνει την πόλη του Ναυπλίου και την Πρόνοια, τον πρώτο προσφυγικό οικισμό που δημιούργησε ο Καποδίστριας. Μετά την έλευση και την εγκατάσταση 900~ προσφύγων της Μ. Ασίας προστέθηκε και ο συνοικισμός "Νέο Βυζάντιον" στα όρια του Δήμου, που θεμελιώθηκε το 1929.

Γενική Διοίκηση Ηπείρου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1913 - 1955

Οι απελευθερωμένες με τους Βαλκανικούς Πολέμους Νέες Χώρες (Μακεδονία, Ήπειρος, Κρήτη και Νησιά Βορειοανατολικού Αιγαίου) δεν ενσωματώθηκαν άμεσα στη διοικητική διάρθρωση του Ελληνικού Βασιλείου. Στις Νέες Χώρες ο τρόπος διοίκησης καθορίστηκε με τον νόμο 4134 του Φεβρουαρίου του 1913 «περί διοικήσεως των στρατιωτικώς κατεχομένων χωρών» που εισήγαγε ένα αποκεντρωμένο διοικητικό σύστημα με επικεφαλής τον Γενικό Διοικητή με ευρύτατες εξουσίες και με δικαίωμα έκδοσης νομοθετικών πράξεων. Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο συγκροτήθηκαν οι Γενικές Διοικήσεις Μακεδονίας, Ηπείρου, Κρήτης και Νήσων Αιγαίου. Η Γενική Διοίκηση Ηπείρου περιλάμβανε, αρχικά, τους νομούς Ιωαννίων και Πρέβεζας που τα διοικητικά τους όρια αντιστοιχούσαν στους μετέπειτα νομούς Άρτας, Πρέβεζας, Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας και είχε έδρα τα Ιωάννινα. Η Γενική Διοίκηση Ηπείρου σύμφωνα με σχετική απόφαση τον Μάρτιο του 1913 διαθρώνονταν στα εξής Τμήματα: Δικαστικό, Λογιστικό και Ταμειακό, Πολιτικό και Διοικητικό, Ταχυδρομικό - Τηλεγραφικό και Τηλεφωνικό, Δημοσίων Έργων και Ναυτιλίας, Οικονομικό, Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, Κοινωνικής Πρόνοιας, Υγειονομικό ή Δημόσιας Υγείας, Γεωμετρικό Γραφείο, Γραφείο Κτηματολογίου, Υπηρεσία Κτηματολογίου και Δασική Υπηρεσία. Το 1915 οι Γενικές Διοικήσεις καταργήθηκαν για να ανασυσταθούν το 1918. Το 1925 με Νομοθετικό Διάταγμα του δικτάτορα Πάγκαλου η Γενική Διοίκηση Ηπείρου καταργήθηκε εκ νέου για ανασυσταθεί πάλι το 1926. Το 1955 με τον Νόμο 3200 οι Γενικές Διοικήσεις καταργήθηκαν οριστικά ως θεσμός διοικητικής διάρθωσης του ελληνικού κράτους.
Πηγή: ΓΑΚ-Αρχεία Νομού Ιωαννίων - Μάρθα Παπαδοπούλου-Κώτση, Το Αρχείο της Γενικής Διοίκησης Ηπείρου 1913-1923, Ιωάννινα 1993.

Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1881 -

Η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα (ΑΣΚΣΑ) ιδρύθηκε το 1881. Πρόκειται για ιδιωτικό, μη κερδοσκοπικό ίδρυμα. Ως κέντρο επιστημονικής έρευνας και διδασκαλίας είναι αφιερωμένο στη μελέτη κάθε όψης του ελληνικού πολιτισμού, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Οι δύο βιβλιοθήκες, η Βιβλιοθήκη Blegen και η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, όπως και το Τμήμα Αρχείων της ΑΣΚΣΑ αποτελούν σημαντική πηγή διεπιστημονικής έρευνας στα πεδία της αρχαιολογίας και ανθρωπολογίας, των αρχαιολογικών επιστημών, της τοπογραφίας, αρχιτεκτονικής, επιγραφικής, νομισματικής, ιστορίας, ιστορίας της τέχνης, φιλολογίας, φιλοσοφίας, θρησκείας και των πολιτισμικών σπουδών.

Ιταλική Διοίκηση Νήσων Αιγαίου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1912 - 1945

Η Ιταλία κατέλαβε τα Δωδεκάνησα τον Μάιο του 1912, κατά τον Ιταλοτουρκικό Πόλεμο. Η απόσπαση των νησιών από την οθωμανική κυριαρχία, σε συνδυασμό με τις ιταλικές διακηρύξεις περί προσωρινότητας αυτής της κατοχής, ενίσχυσαν τις ελπίδες των Δωδεκανησίων για την επίτευξη της πολυπόθητης ένωσης με την Ελλάδα, όπως αυτές άλλωστε είχαν διακηρυχθεί στις 17 Ιουνίου 1912 στην Πάτμο, με την ανακήρυξη της «Αυτόνομης Πολιτείας του Αιγαίου». Οι περιπέτειες των Βαλκανικών, του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και των Συνθηκών Ειρήνης που ακολούθησαν, με τις εδαφικές ανακατατάξεις και τη ρευστότητα των πολιτικών εξελίξεων, θα διατηρούσαν τις ελληνικές επιδιώξεις ζωντανές, μέχρι την απότομη προσγείωση της Μικρασιατικής Καταστροφής και της Συνθήκης της Λωζάννης. Η ελληνική ήττα του 1922 και η άνοδος των Ιταλών φασιστών στην εξουσία, κατέστησαν πλέον απροκάλυπτες τις προθέσεις των νέων κυρίων των Δωδεκανήσων. Τα «Ιταλικά Νησιά του Αιγαίου» κηρύσσονταν ιταλική κτήση με νομοθετική και τελωνειακή αυτονομία υπό τις διαταγές ενός Ιταλού Κυβερνήτη. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943, τα Δωδεκάνησα καταλαμβάνονται από τους Γερμανούς με την ιταλική πολιτική διοίκηση τυπικά να διατηρείται μέχρι το 1945.

Γκλαβάνη - Τεχνική Α.Ε. Βιομηχανία παραγωγής γεωργικών μηχανημάτων

  • Συλλογικό Όργανο

Το 1895 ιδρύθηκε στον Βόλο το Μηχανουργείο «Η Σφύρα» από τον Κωστή Γκλαβάνη (Ζαγορά Πηλίου, 1854 - Βόλος, 1932) και τον μηχανικό Μιχαλάκη (Μιχαήλ) Καζάζη. Ο Γκλαβάνης είχε αναπτύξει εμπορικές δραστηριότητες στη Σμύρνη και την Οδησσό. Παράλληλα είχε ενεργό ανάμιξη με τα κοινά και είναι ο μακροβιότερος δήμαρχος Βόλου (τότε Παγασών) την περίοδο 1908-1925. Στην επιχείρηση ο Γκλαβάνης έβαλε το χρηματικό κεφάλαιο, ενώ ο Καζάζης, έχοντας εργαστεί σε σιδηροβιομηχανίες της Αμερικής και της Αγγλίας, αλλά και στο Λαύριο, είχε τις απαραίτητες τεχνικές γνώσεις. Έτσι, το εργοστάσιό τους δημιουργήθηκε σύμφωνα με ευρωπαϊκά πρότυπα και προδιαγραφές.
Στο εργοστάσιο κατασκευάζονταν κυρίως άροτρα, σβάρνες, εκκοκκιστικές μηχανές, χειραντλίες ύδατος («τουλούμπες»), ενώ η εταιρεία ασχολούνταν και με το εμπόριο γεωργικών μηχανών που εισάγονταν από το εξωτερικό.
Το 1924 η εταιρεία Γκλαβάνη – Καζάζη μετατράπηκε σε Ανώνυμη με ιδρυτές τους Κωνσταντίνο, Ευάγγελο (Βάγγο), Αθανάσιο Γκλαβάνη και Μιχαήλ Καζάζη, και τίτλο «Ανώνυμος Βιομηχανική Εταιρία Γκλαβάνης Α.Ε.», η οποία πέρασε αργότερα στους δύο γιους του Κωστή, αρχικά στον Βάγγο και μετά τη δολοφονία του, το 1944, στον Τζων (Ιωάννη) (1892-1984). Τα δύο αδέλφια επίσης αναμίχθηκαν στα κοινά. Ο μεν Βάγγος εκλέχθηκε βουλευτής με την Ένωση Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1926 και με το Προοδευτικό Κόμμα το 1933. Ο δε Τζων, που είχε σπουδάσει γεωργικές επιστήμες στο Μάντσεστερ της Αγγλίας, ασχολήθηκε αναγκαστικά με την επιχείρηση μετά το θάνατο του αδελφού του. Επίσης, εκλέχθηκε βουλευτής με το Κόμμα των Φιλελευθέρων στις δεκαετίες 1940-1950 και με την Ένωση Κέντρου στη δεκαετία 1960, ενώ διετέλεσε και υπουργός σε διάφορες κυβερνήσεις (Ν. Πλαστήρα, Δ. Μάξιμου, Σ. Βενιζέλου, Γ. Παπανδρέου, Σ. Στεφανόπουλου) και σε πολλά υπουργεία (Γεωργίας και Εθνικής Οικονομίας, Ανοικοδόμησης, Υγιεινής-Κοινωνικής Πρόνοιας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, Δημοσίων Έργων, Βορείου Ελλάδος και Βιομηχανίας).
Το 1933-34 εγκαινιάστηκε το βιδοποιείο, ενώ το 1935 οι εγκαταστάσεις χυτηρίου χυτοχάλυβα, για την κατασκευή βλητοφόρων και γεφυροσκευών για τον ελληνικό στρατό. Στη μεταξική δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 η επιχείρηση, όπως και η βιομηχανία Μποδοσάκη, ασχολήθηκε με την κατασκευή πολεμικού υλικού για τον ελληνικό στρατό.
Στη διάρκεια της Κατοχής δύο από τα τρία εργοστάσια λεηλατήθηκαν από τους Ιταλούς και μετά το 1943 πέρασαν στις γερμανικές δυνάμεις Κατοχής. Μετά την απελευθέρωση το εργοστάσιο συνέχισε τη λειτουργία του με προσωπικό 300 ατόμων. Με την ακύρωση μεγάλης παραγγελίας γεωργικών μηχανημάτων από την Τουρκία το 1952, η βιομηχανία υπέστη μεγάλο πλήγμα, απέλυσε τα 9/10 του προσωπικού της και περιήλθε σε πλήρη σχεδόν αργία για 5 χρόνια, μέχρι το 1958, όταν ξανάρχισε την κανονική λειτουργία. Το 1965 απασχολούσε 230 άτομα. Η υπουργοποίηση του Τζων Γκλαβάνη συνέβαλε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της επιχείρησης, η οποία διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Τα τελευταία χρόνια την επιχείρηση είχε αναλάβει ο γιος του Τζων, Κώστας.

2ο Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο

Το σχολείο ιδρύθηκε ως 2ο Τετρατάξιο Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου και από το σχολικό έτος 1929/30 (με τη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929) μετονομάστηκε σε 6ο (Μικτό) Δημοτικό Σχολείο Βόλου.
Κατά το σχ. έτ. 1929/30 συγχωνεύτηκε σε αυτό ένα προσφυγικό διτάξιο σχολείο, που είχε ιδρυθεί με το ΦΕΚ 142/9.6.1925, τ. Α΄, όπου φοιτούσαν κυρίως μαθητές πρόσφυγες από τη Νικομήδεια και την Καππαδοκία.

Πολιτικό Γραφείο Πρωθυπουργού (1917-1928)

Η υπηρεσία του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού ιδρύθηκε στις 7/20 Σεπτεμβρίου 1917 βάσει του νόμου 866 «περί συστάσεως Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού». Για τη στέγαση της υπηρεσίας μισθώθηκε μέχρι τον Οκτώβριο του 1922 η τριώροφη οικία του ιδιώτη Μιχαήλ Γαλάτη επί της οδού Ηπίτου 15, όπου σήμερα στεγάζεται το 1ο Ενιαίο Πειραματικό Λύκειο Αθηνών. Το Πολιτικό Γραφείο του Πρωθυπουργού σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο ήταν: «αυτοτελής υπηρεσία υπαγομένη εις τας αμέσους διαταγάς του Προέδρου του Υπουργικού Συμβουλίου». Σκοπός της σύστασης του Πολιτικού Γραφείου, σύμφωνα με το άρθρο 2 του νόμου 866, ήταν:

  1. Να τηρεί την αλληλογραφία του προέδρου του υπουργικού συμβουλίου

  2. Να δέχεται και να εξετάζει τις αιτήσεις, τις αναφορές ή τα παράπονα των πολιτών και να μεριμνά για την νόμιμη ικανοποίησή τους

  3. Να εισηγείται στον πρόεδρο του υπουργικού συμβουλίου τα απαραίτητα στοιχεία για τη διεκπεραίωση υποθέσεων στις οποίες κρίνεται αναγκαία η παρέμβασή του.

Η οργάνωση και λειτουργία της υπηρεσίας καθορίστηκαν από το οργανόγραμμα και τον εσωτερικό κανονισμό που συντάχθηκαν από τον πρώτο γενικό διευθυντή του Πολιτικού Γραφείου Α. Αδοσίδη. Σύμφωνα με αυτά, το Πολιτικό Γραφείο διαιρέθηκε σε δύο Τμήματα και οκτώ Γραφεία. Το Α΄ Τμήμα που διαιρούνταν σε πέντε Γραφεία, είχε στην αρμοδιότητά του:

1) Tη συγκέντρωση, αποσφράγιση και κατανομή της όλης αλληλογραφίας, 2) Tα γενικά ζητήματα και τις υποθέσεις εμπιστευτικής φύσεως, 3) Tα ζητήματα που αφορούν τα υπουργεία Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Οικονομικών, Παιδείας, Γεωργίας και Εθνικής Οικονομίας, 4) Tα ζητήματα που αφορούν τις εισφορές που αποστέλλονται προς τον πρόεδρο της Κυβερνήσεως υπέρ του Εθνικού Aγώνα και την πολιτική οργάνωση εν γένει, 5) την υπηρεσία του Πρωτοκόλλου αρχείου και διεκπεραιώσεως καθώς και την προμήθεια και τη διαχείριση της γραφικής ύλης.

Οι αρμοδιότητες του Α΄ Τμήματος επιμερίζονταν στα πέντε Γραφεία που περιλάμβαναν, συγκεκριμένα:

Γραφείο Α΄: αρμόδιο για τη συγκέντρωση, αποσφράγιση και κατανομή της όλης αλληλογραφίας, για την τήρηση του μητρώου των υπαλλήλων καθώς και για την προμήθεια και διαχείριση της γραφικής ύλης.

Γραφείο Β΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Εσωτερικών, Δικαιοσύνης και Οικονομικών.

Γραφείο Γ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση ζητημάτων που αφορούν εισφορές προς τον πρόεδρο της Κυβερνήσεως υπέρ του Εθνικού Αγώνα, για τις απαντήσεις συγχαρητηρίων τηλεγραφημάτων και επιστολών, καθώς και για την πολιτική οργάνωση.

Γραφείο Δ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Παιδείας, Εθνικής Οικονομίας και Γεωργίας.

Γραφείο Ε΄: αρμόδιο για την τήρηση του βιβλίου πρωτοκόλλου και ευρετηρίου, για την αντιγραφή και παραβολή των τελικώς υπογεγραμμένων εγγράφων και για τη διεκπεραίωση της όλης αλληλογραφίας.

Επιπλέον, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του εντάσσεται η τήρηση του γενικού αρχείου του Γραφείου και ειδικώς των σειρών της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, η τήρηση βιβλίου προσωπικού του Γραφείου, η διενέργεια των αναγκαίων διατυπώσεων που σχετίζονται με τις μεταβολές του προσωπικού του Πολιτικού Γραφείου και η εν γένει λογιστική υπηρεσία.

Το Β΄ Τμήμα διαιρούνταν σε τρία Γραφεία και είχε στην αρμοδιότητά του:

1) υποθέσεις της δικαιοδοσίας των υπουργείων Περιθάλψεως, Συγκοινωνίας, Επισιτισμού, Εξωτερικών, Ανωτάτης Διευθύνσεως Μεταφορών 2) ζητήματα που ανάγονται σε σχέσεις με ξένα κράτη.

Οι αρμοδιότητες του Β΄ Τμήματος επιμερίζονταν στα τρία Γραφεία, συγκεκριμένα:

Γραφείο Ζ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπάγονται στην αρμοδιότητα των υπηρεσιών ξένων κρατών της χώρας.

Γραφείο Η΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Συγκοινωνίας, Περιθάλψεως και των φιλανθρωπικών ιδρυμάτων.

Γραφείο Θ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Επισιτισμού, Εξωτερικών και της Ανωτάτης Διευθύνσεως Μεταφορών.

Ξεχωριστή υπηρεσία στο πλαίσιο του Πολιτικού Γραφείου που τηρούσε ξεχωριστό πρωτόκολλο και είχε διαβιβαστικά έγγραφα με δική του σφραγίδα αποτελούσε το Στρατιωτικό Γραφείο του Πρωθυπουργού ή Γραφείο Ι΄, στην αρμοδιότητα του οποίου ήταν τα ζητήματα στρατιωτικής και ναυτικής φύσης. Μάλιστα το προσωπικό του Στρατιωτικού Γραφείου, σε αντίθεση με το υπόλοιπο προσωπικό της υπηρεσίας, αποτελούνταν από αποσπασμένους στρατιωτικούς. Επιπλέον, το Πολιτικό Γραφείο τηρούσε σε ξεχωριστούς φακέλους τα έγγραφα που χαρακτηρίζονταν εμπιστευτικά και τα οποία έφεραν ειδική σφραγίδα και αριθμό πρωτοκόλλου.
Το προσωπικό του Πολιτικού Γραφείου, σύμφωνα με τον ιδρυτικό νόμο, αποτελούνταν από ένα γενικό διευθυντή, δύο τμηματάρχες, έξι με οκτώ γραμματείς, δύο με τέσσερις δακτυλογράφους και τέσσερις κλητήρες. Ο νόμος προβλέπει επίσης την ενίσχυση του προσωπικού της υπηρεσίας με αποσπάσεις υπαλλήλων από τις Κεντρικές Υπηρεσίες των Υπουργείων. Την περίοδο 1917-1918 το προσωπικό του Πολιτικού Γραφείου αριθμούσε 19 υπαλλήλους, χωρίς να προσμετρούνται σε αυτούς οι υπάλληλοι του Στρατιωτικού Γραφείου.
Την περίοδο 1919-1920 η πληθώρα των υποθέσεων που διαχειριζόταν το Πολιτικό Γραφείο οδήγησε σε αύξηση των Γραφείων σε σχέση με την περίοδο 1917-1918 και κατά συνέπεια σε μεγαλύτερο επιμερισμό των αρμοδιοτήτων της υπηρεσίας. Συγκεκριμένα, το Α΄ Τμήμα περιλάμβανε πλέον επτά Γραφεία με τις εξής αρμοδιότητες:

Γραφείο Α΄: αρμόδιο για τη ρύθμιση ζητημάτων λειτουργίας της εσωτερικής υπηρεσίας του Πολιτικού Γραφείου.

Γραφείο Β΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Εσωτερικών.

Γραφείο Γ΄: αρμόδιο για την διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Γραφείο Δ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Δημόσιας Εκπαίδευσης και Εκκλησιαστικών.

Γραφείο Ε΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Οικονομικών.

Γραφείο Ζ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας.

Γραφείο Η΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Γεωργίας.

Το Β΄ Τμήμα, με τη σειρά του, περιλάμβανε τέσσερα Γραφεία τα οποία είχαν τις εξής αρμοδιότητες:

Γραφείο Θ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Συγκοινωνίας και της Ανώτατης Διεύθυνσης Μεταφορών.

Γραφείο Ι΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Επισιτισμού.

Γραφείο Κ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Περιθάλψεως.

Γραφείο Λ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Εξωτερικών.

Το Στρατιωτικό Γραφείο του Πρωθυπουργού ή Γραφείο Σ΄ που ήταν υπεύθυνο για ζητήματα αρμοδιότητας των υπουργείων Στρατιωτικών και Ναυτικών εξακολουθούσε να λειτουργεί, όπως και στην προηγούμενη διετία, ως ξεχωριστή υπηρεσία.

Η αύξηση των Γραφείων του Πολιτικού Γραφείου συνεπαγόταν και την αύξηση του προσωπικού της υπηρεσίας. Έτσι, με το νόμο 1143 του 1918 «περί προσθήκης θέσεων εις το προσωπικόν του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού» οι υπάλληλοι της υπηρεσίας αυξάνονται σε 29 από 19 που προέβλεπε ο ιδρυτικός νόμος, ενώ συνεχιζόταν η στελέχωση και με αποσπάσεις δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών.

Το 1921 τροποποιείται η οργάνωση της υπηρεσίας του Πολιτικού Γραφείου με σχετική ημερήσια διαταγή του νέου γενικού διευθυντή Χ. Χρηστουλάκη. Το Πολιτικό Γραφείο διαιρείται πλέον σε 12 Τμήματα με τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

Τμήμα Προσωπικού: αρμόδιο για την επίβλεψη των υπαλλήλων, για τα μητρώα και τους ατομικούς φακέλους του προσωπικού καθώς και για τα ζητήματα τα σχετικά με τον Τύπο.

Τμήμα Διεκπεραίωσης: αρμόδιο για τις υπηρεσίες Πρωτοκόλλου και Αρχείου, για τα ζητήματα που ανάγονται στη δικαιοδοσία των ύπατων αρμοστών Κωνσταντινούπολης και Σμύρνης, για τα ζητήματα που ανάγονται στη δικαιοδοσία των Γενικών Διοικήσεων καθώς και για τις απαντήσεις στις γενικής φύσεως επιστολές και στα τηλεγραφήματα.

Τμήμα Ναυτικών: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Ναυτικών.

Τμήμα Στρατιωτικών: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Στρατιωτικών.

Τμήμα Χωροφυλακής και Αστυνομίας: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του Αρχηγείου Χωροφυλακής και των Αστυνομικών Διευθύνσεων.

Τμήμα Εσωτερικών και Παιδείας: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Εσωτερικών και Δημόσιας Εκπαίδευσης.

Τμήμα Επισιτισμού και Περιθάλψεως: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Επισιτισμού και Περιθάλψεως.

Τμήμα Γεωργίας και Εθνικής Οικονομίας: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Γεωργίας και Εθνικής Οικονομίας.

Τμήμα Εξωτερικών και Οικονομικών: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Εξωτερικών και Οικονομικών.

Τμήμα Δικαιοσύνης: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Δικαιοσύνης.

Τμήμα Συγκοινωνίας και Δημοσίων Έργων: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Συγκοινωνίας και Δημοσίων Έργων.

Τμήμα Γενικού Λογιστηρίου και Ελεγκτικού Συνδέσμου: αρμόδιο για τη διαχείριση του προϋπολογισμού του Πολιτικού Γραφείου και τη μισθοδοσία των υπαλλήλων.

Η δομή αυτή του Πολιτικού Γραφείου διατηρήθηκε σε γενικές γραμμές την περίοδο 1921-1924, με μικρές μόνο αλλαγές που επέφεραν η αφαίρεση ή προσθήκη αρμοδιοτήτων στην υπηρεσία. Έτσι, με την επανάσταση των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου το Σεπτέμβριο του 1922 και την εγκαθίδρυση της κυβέρνησης της «Επαναστατικής Επιτροπής-Επανάστασης 1922» μέρος των αρμοδιοτήτων του Πολιτικού Γραφείου, που συνεχίζει κανονικά τη λειτουργία του, μεταβιβάζεται στο υπουργείο Στρατιωτικών και συγκεκριμένα στο ΙΙ Γραφείο της Επανάστασης. Το Δεκέμβριο του 1923, οπότε γίνονται εκλογές στην Ελλάδα που σηματοδοτούν την επαναφορά στην κοινοβουλευτική άσκηση της εξουσίας, το ΙΙ Γραφείο της Επανάστασης μεταβίβασε τις αρμοδιότητές του στα υπουργεία Στρατιωτικών, Εξωτερικών και στο Πολιτικό Γραφείο του Πρωθυπουργού. Σύμφωνα με τηλεγράφημα του Αρχηγού της Επανάστασης Νικολάου Πλαστήρα, το ΙΙ Γραφείο της Επανάστασης μεταβιβάζει στο Πολιτικό Γραφείο την αρμοδιότητα για τις υποθέσεις αντικατασκοπίας και για όλα τα άλλα ζητήματα, εκτός από εκείνα που αφορούν τη δράση της κομμουνιστικής προπαγάνδας στο στράτευμα, την κατασκοπεία εις βάρος του στρατεύματος και τη δράση και τις ενέργειες της εξωτερικής προπαγάνδας για τα οποία αρμόδια ήταν τα δύο προαναφερθέντα υπουργεία. Επιπλέον, το ΙΙ Γραφείο παραδίδει και τα οικεία τμήματα του αρχείου του στα δύο παραπάνω υπουργεία και στο Πολιτικό Γραφείο. Επίσης, με ψήφισμα της Δ΄ Συντακτικής Συνέλευσης το Μάιο του 1924 συστήνεται Επιτροπή Οικονομιών με αρμοδιότητα τον περιορισμό των δαπανών και του προσωπικού των δημόσιων υπηρεσιών, η οποία εξαρτάται από το Πολιτικό Γραφείο του Πρωθυπουργού.

Οι πολιτικές αλλαγές της περιόδου 1921-1924, η αύξηση ή ο περιορισμός αρμοδιοτήτων του Πολιτικού Γραφείου επιφέρουν και αλλαγές στο προσωπικό της υπηρεσίας. Το γενικό διευθυντή του Πολιτικού Γραφείο Χ. Χρηστουλάκη αντικαθιστούν μετά το Σεπτέμβριο του 1922 οι Κ. Πολυχρονιάδης, Π. Τσιμπιδάρος και Γ. Βουτσινάς. Ανάλογες αλλαγές γίνονται και στο υπόλοιπο προσωπικό της υπηρεσίας. Οι οργανικές θέσεις του προσωπικού του Πολιτικού Γραφείο συνεχίζουν να ρυθμίζονται από τον ιδρυτικό νόμο του 1917 και το νόμο 1143 του 1918. Ωστόσο, το 1921 το Πολιτικό Γραφείο αριθμεί 15 μόνιμους υπαλλήλους, αντί για 29 που προέβλεπε ο νόμος 1143. Την επόμενη χρονιά το προσωπικό της υπηρεσίας αποτελείται από 12 μόνιμους υπαλλήλους και 13 αποσπασμένους. Τον Οκτώβριο του 1924 με το νομοθετικό διάταγμα «περί περιορισμού των θέσεων του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού» ο αριθμός των υπαλλήλων της υπηρεσίας μειώνεται σε σχέση με όσους προέβλεπε ο νόμος 1143 του 1918. Σημειώνεται, επίσης, ότι η υπηρεσία του Πολιτικού Γραφείου μεταστεγάστηκε τον Οκτώβριο του 1922 στο μέγαρο Συγγρού επί της οδού Κηφισίας (σημερινή Βασιλίσσης Σοφίας), στο κτήριο, δηλαδή, όπου σήμερα στεγάζεται το υπουργείο Εξωτερικών.
Νέα αλλαγή στη διοικητική διάρθρωση του Πολιτικού Γραφείου πραγματοποιήθηκε το 1925 επί καθεστώτος Θ. Πάγκαλου. Σύμφωνα με την ημερήσια διαταγή του τότε γενικού διευθυντή Μ. Μανιατόπουλου, η νέα δομή της υπηρεσίας έχει ως εξής:

Τμήμα Α΄ - Γενικό: αρμοδιότητα του Γενικού Τμήματος είναι να τηρεί πίνακα των υπηρετούντων υπαλλήλων και των διευθύνσεών τους, να βοηθά στη διεκπεραίωση των υποθέσεων του Γραφείου του Γενικού Διευθυντή, να φυλάει τη σφραγίδα του Πολιτικού Γραφείου και να τηρεί υπευθύνως κατάσταση των επίπλων και των σκευών του Πολιτικού Γραφείου. Το Α΄ Τμήμα διαιρείται σε δύο επιμέρους τμήματα: α) Γραφείο Πρωτοκόλλου και Διεκπεραιώσεως και β) Αρχείο.

Τμήμα Β΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Στρατιωτικών, Ναυτικών και Δικαιοσύνης.

Τμήμα Γ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Οικονομικών, Συγκοινωνίας και Εσωτερικών.

Τμήμα Δ΄: αρμόδιο για τη διεκπεραίωση των εγγράφων και υποθέσεων που υπόκεινται στη δικαιοδοσία των υπουργείων Εξωτερικών, Γεωργίας, Παιδείας, Εθνικής Οικονομίας και Πρόνοιας.

Γραφείο Γενικού Διευθυντή : περιλαμβάνει τα εξής δύο γραφεία: α) Γραφείο α΄, αρμόδιο για την παρακολούθηση όλων των εφημερίδων του ελληνικού και ξένου Τύπου καθώς και για την εκτέλεση μεταφράσεων ή τη σύνταξη απαντήσεων σε ξένη γλώσσα. β) Γραφείο β΄, αρμόδιο για τη συλλογή πληροφοριών του ΙΙ Γραφείου του Γενικού Επιτελείου Στρατού καθώς και του υπουργείου Εσωτερικών.

Ιδιαίτερο Γραφείο Πρωθυπουργού: αρμοδιότητα του Ιδιαίτερου Γραφείου του Πρωθυπουργού είναι να τηρεί την ατομική αλληλογραφία του Πρωθυπουργού και να απαντά επ’ αυτής σύμφωνα με τις οδηγίες του προέδρου της Κυβερνήσεως. Επιπλέον, το γραφείο αυτό δέχεται τα άτομα και τις αντιπροσωπείες που είναι εφοδιασμένες με δελτίο ακροάσεως και κανονίζει τη σειρά παρουσίασής τους στον πρωθυπουργό.

Η παραπάνω δομή του Πολιτικού Γραφείου διατηρήθηκε σε γενικές γραμμές την περίοδο 1925-1928. Ωστόσο, την παραπάνω περίοδο, η προσθήκη αρμοδιοτήτων στην υπηρεσία επέφερε και κάποιες μικρότερες αλλαγές στη δομή της, οι οποίες όμως δεν επηρέασαν το γενικό πλαίσιο της διοικητικής διάρθρωσης του Πολιτικού Γραφείου, όπως καθορίστηκε από την ημερήσια διαταγή του 1925. Έτσι, τον Ιούλιο του 1925 με απόφαση του προέδρου της Κυβέρνησης Θ. Πάγκαλου συγκροτήθηκε ΙΙ Γραφείο Πληροφοριών και Κατασκοπείας με τον τίτλο «Γραφείο Πληροφοριών του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού». Το Γραφείο Πληροφοριών αναλάμβανε την αλληλογραφία με τις στρατιωτικές, αστυνομικές και πολιτικές αρχές για ζητήματα πληροφοριών, κατασκοπείας και προπαγάνδας, τηρούσε ανεξάρτητο αρχείο και δική του σφραγίδα με τον τίτλο «Πολιτικό Γραφείο Πρωθυπουργού ΙΙ Γραφείο». Το Γραφείο Πληροφοριών διαιρούνταν σε πέντε τμήματα με τις εξής αρμοδιότητες:

Τμήμα Ι – Γραμματεία: αρμοδιότητά του η παραλαβή, η αποσφράγιση, ο χαρακτηρισμός, η πρωτοκόλληση και η διανομή των εγγράφων. Η παραλαβή των εκδιδόμενων διαταγών, η πρωτοκόλληση, δακτυλογράφηση, παραβολή και διεκπεραίωση των εγγράφων. Η τήρηση του αρχείο των σχεδίων των διαταγών, της σφραγίδας και των κρυπτογραφικών λεξικών.

Τμήμα ΙΙ – Κομμουνιστική Κίνηση: αρμοδιότητά του τα ζητήματα που αφορούν τον κομμουνισμό, το μπολσεβικισμό, τους κομμουνιστικούς συλλόγους, το Εργατικό Κέντρο, τους Παλαιούς Πολεμιστές, τα θύματα πολέμου Μοπρ (αρχικά στα ρωσικά Διεθνής Ένωση για την Περίθαλψη των Επαναστατών) και τις απεργίες.

Τμήμα ΙΙΙ – Εφεδρικό Ζήτημα: αρμοδιότητά του τα ζητήματα που αφορούν τις εφεδρικές οργανώσεις και τα αιτήματά τους, την εθνικιστική οργάνωσή τους, τον τάφο του Αγνώστου Στρατιώτη και τα μνημόσυνα υπέρ των πεσόντων.

Τμήμα IV – Εσωτερική Κίνηση: αρμοδιότητά του η παρακολούθηση του ελληνικού Τύπου και της κίνησης των διαφόρων πολιτικών ομάδων.

Τμήμα V – Εξωτερική Κίνηση: αρμοδιότητά του η παρακολούθηση του ξένου Τύπου, των ξένων προπαγανδών στην Ελλάδα και της κίνησης των πρακτόρων.

Το Γραφείο Πληροφοριών του Πολιτικού Γραφείου του Πρωθυπουργού συνέχισε να υφίσταται μέχρι και τις αρχές του 1926 οπότε και αντικαθίσταται από την Υπηρεσία Γενικής Ασφάλειας του Κράτους. Σύμφωνα με το νομοθετικό διάταγμα της 29ης Ιανουαρίου 1926 «περί συστάσεως Υπηρεσίας Γενικής Ασφάλειας του Κράτους» η νέα υπηρεσία εξαρτάται άμεσα από τον πρόεδρο της Κυβέρνησης αναλαμβάνοντας ουσιαστικά τις αρμοδιότητες του Γραφείου Πληροφοριών του Πολιτικού Γραφείου. Το 1927 η Υπηρεσία Γενικής Ασφάλειας του Κράτους καταργήθηκε και οι αρμοδιότητές της μεταβιβάστηκαν στο υπουργείο Εσωτερικών.

Με το νομοθετικό διάταγμα της 16ης Ιανουαρίου 1926 «περί συστάσεως θέσεως Υφυπουργού του Υπουργικού Συμβουλίου», στις αρμοδιότητες του Πολιτικού Γραφείου προστέθηκαν και αυτές του επίσημου Γραφείου του Υπουργικού Συμβουλίου, ενώ ο γενικός διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου έλαβε και τη θέση του υφυπουργού του υπουργικού συμβουλίου. Σύμφωνα με το παραπάνω νομοθετικό διάταγμα, ο υφυπουργός είχε στην αρμοδιότητά του την έγκριση των σχεδίων νόμων των διαφόρων υπουργείων προτού υποβληθούν στο υπουργικό συμβούλιο, τη θεώρηση των δοκιμίων της Εφημερίδας της Κυβέρνησης, ενώ ασκούσε πειθαρχική δικαιοδοσία και στο προσωπικό του Εθνικού Τυπογραφείου. Με νομοθετικό διάταγμα στις 30 Αυγούστου 1926 η θέση και οι αρμοδιότητες του υφυπουργού του υπουργικού συμβουλίου καταργήθηκαν.

Ο αριθμός των υπαλλήλων του Πολιτικού Γραφείου καθορίστηκε εκ νέου με το νομοθετικό διάταγμα της 13ης Σεπτεμβρίου 1925 «περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών του Νόμου 866 περί ιδρύσεως Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού». Συγκεκριμένα, προβλεπόταν η προσθήκη μιας θέσης ιδιαίτερου γραμματέα του Πρωθυπουργού, ενώ ρυθμιζόταν το ζήτημα της αναπλήρωσης του γενικού διευθυντή σε περίπτωση απουσίας καθώς και τα ζητήματα που αφορούσαν την απόσπαση υπαλλήλων στο Πολιτικό Γραφείο. Σύμφωνα λοιπόν με ημερήσια διαταγή του Πολιτικού Γραφείου το Σεπτέμβριο του 1925 που καθόριζε τις τοποθετήσεις του προσωπικού, η υπηρεσία στελεχωνόταν από 15 μόνιμους «τακτικούς» υπαλλήλους και 11 αποσπασμένους. Νέα τροποποίηση στον αριθμό των οργανικών θέσεων επέφερε απόφαση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής επί των Οικονομιών το Νοέμβριο του 1927 περιορίζοντας τον αριθμό των υπαλλήλων της υπηρεσίας.

Το προσωπικό του Πολιτικού Γραφείου, και ιδιαίτερα τα υψηλόβαθμα στελέχη και οι αποσπασμένοι υπάλληλοι, εξαρτούσε την παραμονή του στην υπηρεσία από την εκάστοτε πολιτική κατάσταση. Συνεπώς, οι συχνές αλλαγές κυβερνήσεων και οι στρατιωτικές επαναστάσεις της περιόδου 1925-1928 (σε διάστημα τεσσάρων ετών αλλάζουν έξι διαφορετικές κυβερνήσεις) είχαν αποτέλεσμα και συχνές απολύσεις και διορισμούς υπαλλήλων στο Πολιτικό Γραφείο. Η άνοδος του Θ. Παγκάλου στην εξουσία τον Ιούνιο του 1925 είχε επακόλουθο την αντικατάσταση του γενικού διευθυντή του Πολιτικού Γραφείου Γεράσιμου Σολδάτου με τον Μιλτιάδη Μανιατόπουλο. Με την ανάληψη του πρωθυπουργικού αξιώματος από τον Αθ. Ευταξία τον Ιούλιο του 1926 διορίστηκε νέος γενικός διευθυντής ο Α. Πανόπουλος. Ένα μήνα αργότερα τα ηνία της χώρας ανέλαβε ο στρατηγός Γ. Κονδύλης και νέος γενικός διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου ανέλαβε ο Γ. Βουτσινάς. Το Δεκέμβριο, τέλος, του 1926 ορκίστηκε η κυβέρνηση Αλ. Ζαΐμη και στη θέση του γενικού διευθυντή διορίστηκε ο Ε. Ζαχαρόπουλος. Ανάλογες αλλαγές έγιναν βέβαια και στο κατώτερο προσωπικό της υπηρεσίας του Πολιτικού Γραφείου.

Το Πολιτικό Γραφείο του Πρωθυπουργού συνεχίζει μέχρι τις μέρες μας τη λειτουργία του. Οι αρμοδιότητες βέβαια και η διοικητική διάρθρωση του έχουν τροποποιηθεί σε μεγάλο βαθμό. Μόνο το Ιδιαίτερο Γραφείο του Πρωθυπουργού και το Γραφείο Τύπου διατηρήθηκαν στο οργανόγραμμα της υπηρεσίας από την περίοδο 1917-1928 μέχρι σήμερα. Πάντως, όπως και στο παρελθόν, σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα 98/2005, το Πολιτικό Γραφείο, που θεωρείται αυτοτελής δημόσια υπηρεσία, έχει κύριο σκοπό την υποβοήθηση και εξυπηρέτηση του πρωθυπουργού στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του.

Πατριωτικό Ίδρυμα Κοινωνικής Πρόνοιας και Αντίληψης

Το Πατριωτικό Ίδρυμα Κοινωνικής Προστασίας και Αντιλήψεως (Π.Ι.Κ.Π.Α.) ιδρύθηκε με πρωτοβουλία της Βασίλισσας Σοφίας, το 1914, με την επωνυμία «Πατριωτικός Σύνδεσμος των Ελληνίδων» με την υπ’ αριθ. 6030/1914 απόφαση του πρωτοδικείου Αθηνών. Σκοπός το Συνδέσμου ήταν: α) η νοσηλεία των ασθενών και τραυματιών εν καιρώ πολέμου, σε συνεργασία με τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και τη Στρατιωτική Υγειονομική Υπηρεσία και β) η περίθαλψη των απόρων οικογενειών των οποίων οι προστάτες βρισκόταν στις τάξεις του στρατού. Προς εξυπηρέτηση των βασικών αυτών σκοπών του Συνδέσμου αποφασίστηκε η εκπαίδευση επαρκούς και κατάλληλου νοσηλευτικού προσωπικού, η σύσταση νοσοκομείων, η συγκέντρωση και αποθήκευση ειδών ιματισμού και υγειονομικού υλικού, η διάδοση των στοιχειωδών γνώσεων υγιεινής και η καταπολέμηση των επιδημικών νοσημάτων και της φυματίωσης, η νοσηλεία και η περίθαλψη των φτωχών και των πασχόντων από ανίατες ασθένειες, η παροχή βοήθειας σε όσους πλήττονταν από θεομηνίες και στους πρόσφυγες, η προστασία και η περίθαλψη των παιδιών και των βρεφών απόρων γονέων, η σύσταση οικοκυρικής σχολής, η λήψη μέτρων για τη μόρφωση των γυναικών πάνω σε θέματα θρησκείας, ηθικής και πατριωτισμού, η ίδρυση λαϊκών συσσιτίων και τέλος η σύσταση στα διάφορα επαρχιακά κέντρα παραρτημάτων του Πατριωτικού Συνδέσμου των Ελληνίδων για την εφαρμογή και εκεί του παραπάνω προγράμματος.

Οι σταθμοί στην ιστορία του Συνδέσμου μέχρι του τελικού του μετασχηματισμού σε Πατριωτικό Ίδρυμα Κοινωνικής Προστασίας και Αντιλήψεως, με τη μορφή που αυτό λειτούργησε συστηματικά από το 1939 και μετά αναφέρονται παρακάτω.
1917 – Μετονομασία του Πατριωτικού Συνδέσμου σε «Ίδρυμα Περιθάλψεως».
ΦΕΚ Α. 183/ 2-9-1917 Ν. 808 «Περί συστάσεως Πατριωτικού Ιδρύματος
Περιθάλψεως» στο οποίο υπάγεται και το από το 1911 λειτουργούν
«Οικονομικόν Συσσίτιον».
1921 – Καταργείται το «Πατριωτικό Ίδρυμα Περιθάλψεως» ΦΕΚ Α. 167/ 8-9-1921 Ν.2719
και ανασυνίσταται ο Πατριωτικός Σύνδεσμος Ελληνίδων.
1923 – Καταργείται οριστικώς ο Πατριωτικός Σύνδεσμος Ελληνίδων ( Νομοθετικό Διάταγμα
26-9-1923 ) και επανιδρύεται το «Πατριωτικό Ίδρυμα Περιθάλψεως». Κατά το
Νομοθετικό Διάταγμα της 26-9-1923, διευρύνεται η αρμοδιότητά του σε ό,τι αφορά
στην προστασία του παιδιού ( καλοκαίρι του 1923, οι πρώτες Παιδικές Εξοχές ).

  • Θεσμός τοποθέτησης παιδιών σε θετές οικογένειες.
  • Τμήμα συσσιτίων.
    1929 – Το «Πατριωτικόν Ίδρυμα Περιθάλψεως» μετονομάζεται σε «Πατριωτικό Ίδρυμα
    Προστασίας Παιδιού ( Π.Ι.Π.Π.)» και γίνεται οριστικώς Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου
    Δικαίου υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγιεινής ( Ν. 4062/ 5-3-1929 ). Με τον νόμο
    αυτόν, τίθεται θεμελιώδης σκοπός του Ιδρύματος η προστασία της Μητρότητας και της
    Παιδικής Ηλικίας και προβλέπεται η ίδρυση παραρτημάτων στις πρωτεύουσες όλων
    των νομών της χώρας (ΦΕΚ Α. 94/ 9-3-1929 Ν. 4062 «Περί Πατριωτικού Ιδρύματος Προστασίας του Παιδιού».)

    Με τον Α.Ν. 1950/1939 (ΦΕΚ Α. 371/7-9-1939) καταρτίζεται ο Οργανισμός του Π.Ι.Κ.Π.Α. που μετονομάζει το Π.Ι.Π.Π. σε «Πατριωτικόν Ίδρυμα Κοινωνικής Πρόνοιας και Αντιλήψεως» και του δίνει την υπόσταση του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, το οποίο υπόκειται στην εποπτεία και τον έλεγχο του Υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως και επιχορηγείτε από αυτό. Ορίζει ως σκοπούς του ιδρύματος «α)την προστασία της μητρότητος και των παιδικών ηλικιών, β) τη λειτουργία οικονομικών συσσιτίων γ) την παντοειδή αντίληψη των εκ των θεομηνιών πληττομένων και δ)την παντοειδή προστασία των απόρων».

     Βάσει του άρθρου 5 του Α.Ν. 1950, η διοίκηση του Π.Ι.Κ.Π.Α. ασκείται από το Γενικό Συμβούλιο ( 20 μέλη ) και τη Διοικούσα Επιτροπή ( 5 μέλη ) τριετούς θητείας.

Το Γενικό Συμβούλιο καταρτίζει τον «Υπηρεσιακό Οργανισμό του Ιδρύματος» και τον «Ειδικό κανονισμό Διοικήσεως και Διαχειρίσεως» ( λεπτομέρειες αφορώσες την Διοίκηση, την οικονομική διαχείριση και την εν γένει λειτουργία και πολιτική του Ιδρύματος ).
Το Γενικό Συμβούλιο συστήνει με απόφασή του Τμήματα και Ειδικές Υπηρεσίες του Ιδρύματος, εξαρτώμενες είτε από την Κεντρική Υπηρεσία είτε από τα περιφερειακά Παραρτήματα.

Η Διοικούσα Επιτροπή προπαρασκευάζει τα θέματα προς εισήγησιν στο Γενικό Συμβούλιο. Συντάσσει και υποβάλλει τον προϋπολογισμό, εγκρίνει διαγωνισμούς, τεχνικές και οικονομικές μελέτες, καταρτίζει κανονισμούς λειτουργίας Ειδικών Υπηρεσιών, Τμημάτων και Παραρτημάτων.

Η Γενική Διεύθυνση του Ιδρύματος εκτελεί τις αποφάσεις των δύο αυτών οργάνων. Ο Γενικός Διευθυντής διορίζεται με πράξη του Γενικού Συμβουλίου εγκρινόμενη με απόφαση του Υπουργού Κοινωνικής Πρόνοιας.

Τα επόμενα χρόνια το Π.Ι.Κ.Π.Α. αναπτύσσεται και μετασχηματίζεται προσθέτοντας στις αρμοδιότητες του νέους φορείς και υπηρεσίες.
Το 1937 συστήνεται η Τεχνική Υπηρεσία του Ιδρύματος ΦΕΚ Α. 364/ 17-9-1937 Α.Ν. 851 «Περί συστάσεως Τεχνικής Υπηρεσίας Πατριωτικού Ιδρύματος Προστασίας Παιδιού».

Το 1939 συστήνεται η Υπηρεσία Αναπήρων Θυμάτων Πολέμου ΦΕΚ 293/ 21-7-1939 Α.Ν. 1833 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως της κειμένης περί προστασίας αναπήρων πολέμου νομοθεσίας»
Το 1941 – ΦΕΚ Α. 165/ 15-5-1941 Ν.Δ. 40 «Περί τροποποιήσεως διατάξεων τινών περί του
Πατριωτικού Ιδρύματος». Συστήνονται δύο γνωμοδοτικές Επιτροπές αντίστοιχα για τις
Διευθύνσεις: Α) Προστασίας Μητρότητας και Παιδικής Ηλικίας και Β) Περιθάλψεως και
Συσσιτίων.
Το 1946 – ΦΕΚ Α. 6/ 11-1-1946 Α.Ν. 623 «Περί κυρώσεως της εν Αθήναις την 22 Ιουνίου 1945
συμφωνίας μεταξύ Ελληνικής Κυβερνήσεως και της εν Ελλάδι αποστολής Ερυθρού
Σταυρού». Οι Υπηρεσίες της εν Ελλάδι αποστολής του Ελβετικού Ερυθρού Σταυρού
υπάγονται προσωρινά στο Π.Ι.Κ.Π.Α.
Το 1947 – ΦΕΚ Β. 37/ 18-3-1947 «Περί προσαρτήσεως από 1-4-1947 των Υπηρεσιών Ελβετικου Ερυθρού Σταυρού εις το Πατριωτικόν Ίδρυμα Κοινωνικής Προνοίας και Αντιλήψεως».
Υπηρεσίες του ερυθρού Σταυρού που προσαρτώνται:
α) Υπηρεσία Παιδικής Διατροφής ( Αθηνών – Επαρχίας )
β) Αντιφυματικό ιατρείο Αθήνας.
γ) Υπηρεσία αποθηκών τροφίμων
δ) Υπηρεσία μεταφορών / εφοδιασμού.
ε) Υπηρεσία επισκεπτριών αδελφών τριετούς φοίτησης.
στ) Ειδικές Εστίες ( 14 τον αριθμό ).

Επίσης το 1947 – ΦΕΚ Α. 183/ 23-8-1947 Ν.Δ. 400 «Περί συμπληρώσεως του υπ’αρίθμ.623 Α.Ν. ( 1946 )». Αφορά τον κανονισμό λειτουργίας της Υπηρεσίας Παιδικής Διατροφής.
Το 1948 – ΦΕΚ Α. 200/ 9-8-1948 Ν.749 «Περί Παιδικών Εξοχών και Ειδικών Εστιών σιτίσεως
παίδων». Αφορά στην οργάνωση και τον κανονισμό λειτουργίας των Παιδικών Εξοχών
και των Ειδικών Εστιών.
Το 1949 – ΦΕΚ Α. 217/ 21-9-1949 Ν.Δ. 1068 «Περί κυρώσεως συμβάσεως μεταξύ της Ελληνικής Κυβερνήσεως και του International Children’s Emergency Fund ( Διεθνούς Ταμείου
Κατεπειγούσης Περιθάλψεως Παιδιού )».
Το 1953 – ΦΕΚ Α. 318/ 11-11-1953 Ν.Δ. 2690 «Περί συστάσεως Ειδικής Υπηρεσίας Μητρότητας και Βρέφους εις την ύπαιθρον χώραν». Με την συνεργασία της διεθνούς οργάνωσης UNICEF ορίζεται ως πρώτη περιφέρεια εφαρμογής του προγράμματος της υπηρεσίας ( Κινητές Μονάδες Ιατρικής Παρακολούθησης ) η περιοχή της Θεσσαλίας.
Το 1954 – Εγκαινιάζεται το Κέντρο Αποκαταστάσεως Αναπήρων Παίδων στις πρώην
εγκαταστάσεις Παιδικών Εξοχών της περιοχής Βούλας ( Κ.Α.Α.Π.Β.).
Το 1957 – ΦΕΚ Α. 68/ 29-4-1957 Ν. 3692 «Περί κωδικοποιήσεως των περί Πατριωτικού
Ιδρύματος Κοινωνικής Προνοίας και Αντιλήψεως κειμένων διατάξεων κ.τ.λ.».

  • Σύσταση Γραφείου Διαφώτισης, Τύπου και Στατιστικής ( άρθρο 4, παρ. Ι Ν.3692 )
    Ενώ το 1960 με το Β.Δ. 170 «Περί κυρώσεως του Υπηρεσιακού Οργανισμού Πατριωτικού Ιδρύματος Κοινωνικής Προνοίας και Αντιλήψεως» (ΦΕΚ Α. 40/ 6-4-1960) καθορίζεται το οργανόγραμμα του Π.Ι.Κ.Π.Α.:
    Α΄ Κεντρική Υπηρεσία
    1) Γενική Διεύθυνση
    2) Διεύθυνση Α’, Ιατροκοινωνικής Προστασίας Μητρότητας και Παιδικών Ηλικιών
    3) Διεύθυνση Β’, Παιδικής Πρόνοιας
    4) Διεύθυνση Γ’, Οικονομικών Υπηρεσιών
    5) Υπηρεσία Διοικητικού
    6) Τεχνική Υπηρεσία
    7) Υπηρεσία Επιθεώρησης
    8) Γραφείο Σχέσεων μετά του Εξωτερικού
    9) Γραφείο Δικαστικού και Κτηματολογίου
    10) Γραφείο Διαφώτισης, Τύπου και Στατιστικής
    Β΄ Παραρτήματα
    Γ’ Ειδικές Υπηρεσίες
    α) Παιδική Πολυκλινική
    β) Αναρρωτήριο Πεντέλης
    γ) Κέντρο Αποκαταστάσεως Αναπήρων Παίδων Βούλας
    δ) Σχολή Βοηθών Νοσοκόμων Βούλας
    ε) Σχολή Νηπιοκόμων Ιωαννίνων
    στ) Παιδικό Νοσοκομείο Πεντέλης
    ζ) Κινητές Ιατρικές μονάδες
    η)Κινητά στοματολογικά ιατρεία
    θ) Συμβουλευτικοί Σταθμοί Εγκύων και επιτόκων
    ι) Νηπιαγωγεία
    ια) Συμβουλευτικοί Σταθμοί Βρεφών
    ιβ) Παιδικά Οδοντιατρεία
    ιγ) Παιδικά Ιατρεία εν γένει
    ιδ) Ειδικές Εστίες
    ιε)Παιδικές εξοχές
    ιστ) Αναρρωτήριο Κέρκυρας «Ο άγιος Σπυρίδων»
    Οι παραπάνω ειδικές υπηρεσίες από α-η και από θ-ιδ που λειτουργούν στην περιφέρεια Αθηνών υπάγονται στην Κεντρική Υπηρεσία και εξαρτώνται απ’ ευθείας από αυτή. Οι υπόλοιπες ειδικές υπηρεσίες υπάγονται στα οικεία παραρτήματα από τα οποία και εξαρτώνται.
    Στα χρόνια που ακολούθησαν το Π.Ι.Κ.Π.Α. λειτούργησε με βάση τον παραπάνω οργανισμό και με μικρές αλλαγές αυτού (1961 – ΦΕΚ Α. 38/ 13-3-1961 Β.Δ. 147 «Περί συμπληρώσεως του Υπηρεσιακού Οργανισμού Π.Ι.Κ.Π.Α. δια προσθήκης θέσεων Ειδικής Υπηρεσίας Παίδων εν Λέρω».
    1962 – ΦΕΚ 179/ 3-11-1962 Β.Δ. 668 «Περί κωδικοποιήσεως των περί του Πατριωτικού Ιδρύματος Κοινωνικής Πρόνοιας και Αντιλήψεως κειμένων διατάξεων και τροποποιήσεως και συμπληρώσεως ενίων εξ αυτών».
    1973 – ΦΕΚ 10/ 16-1-1973 «Περί τροποποιήσεως και συμπληρώσεως του Β.Δ. 170/ 60».
    1982 – ΦΕΚ Β. 550/ 4-8-1982 – «Κατάργηση οργανωτικής βαθμίδας Γενικής Διευθύνσεως και μετατροπή θέσεως Ειδικού Γραμματέα του Π.Ι.Κ.Π.Α. με τριετή θητεία».) έως το 1998 οπότε και συντελέστηκε σημαντική αλλαγή στο τρόπο λειτουργίας του με το Ν. 2646 (ΦΕΚ Α. 236/ 20-10-1998) «Ανάπτυξη του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Φροντίδας και άλλες διατάξεις». Με τον νόμο αυτό, ο Εθνικός Οργανισμός Προνοίας (Ε.Ο.Π.) μαζί με το Π.Ι.Κ.Π.Α. και το Κέντρο βρεφών «Μητέρα» συγχωνεύτηκαν και μετονομάστηκαν σε Εθνικό Οργανισμό Κοινωνικής Φροντίδας ( Ε.Ο.Κ.Φ. ).

Το 2003 ο νόμος 3106 (ΦΕΚ Α. 30/ 10-2-2003) έφερε την «Αναδιοργάνωση του Εθνικού συστήματος Κοινωνικής Φροντίδας» και οι Υπηρεσίες του Ε.Ο.Κ.Φ. μετατρέπονται σε υπηρεσίες του ΠΕ.Σ.Υ.Π. ( Περιφερειακό Σύστημα Υγείας και Περίθαλψης) ως αποκεντρωμένες και ανεξάρτητες Υπηρεσιακές Μονάδες με διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια.

Τέλος, για το αρχείο του Π.Ι.Κ.Π.Α. δημοσιεύτηκαν δύο υπουργικές αποφάσεις (ΦΕΚ Β. 1708/ 19-11-2003) οι οποίες προβλέπουν ότι η φύλαξη του μεν Προνοιακού Αρχείου του Εθνικού Οργανισμού Κοινωνικής Φροντίδας (Π.Ι.Κ.Π.Α. – Ε.Ο.Π.) ανατίθεται στις Μονάδες Κοινωνικής Φροντίδας «Αναρρωτήριο Πεντέλης» και Παιδόπολη «Άγιος Ανδρέας» Καλαμακίου και ότι το αρχείο του προσωπικού του Ε.Ο.Κ.Φ. – Π.Ι.Κ.Π.Α. όπως και το υπόλοιπο αρχείο πλην του Προνοιακού φυλάσσεται εκεί όπου στεγάζονταν οι κεντρικές εγκαταστάσεις του Π.Ι.Κ.Π.Α. (οδός Τσόχα 5).

Νομαρχία Κυκλάδων, Διεύθυνση Υγείας - Πρόνοιας

Το Κέντρο Κοινωνικής Πρόνοιας Κυκλάδων ιδρύθηκε στην Ερμούπολη με τον Α.Ν. 388/5-6-1945, ως Ν.Π. Δ.Δ. εποπτευόμενο από το τότε Υπ. Κοινωνικής Πρόνοιας , με τη συγχώνευση των οργανισμών/ενώσεων χριστιανικής αλληλεγγύης, της επιτροπής συσσιτίων και φιλανθρωπικών εταιρειών που δρούσαν τότε και αρμοδιότητα σε 24 κατοικημένα νησιά των Κυκλάδων. Με μεταγενέστερο νόμο μετατράπηκε σε δημόσια υπηρεσία του Υπ. Κοινωνικής Πρόνοιας και μετονομάσθηκε σε υπηρεσία Κοινωνικής Πρόνοιας Κυκλάδων. Σήμερα υπάγεται στην Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου ως Διεύθυνση Κοινωνικής Μέριμνας Κυκλάδων.

Κοντόσταυλος, Αλέξανδρος

Γεννήθηκε στη Χίο και καταγόταν από αρχοντική οικογένεια με ρίζες στο Βυζάντιο. Στάλθηκε για σπουδές στη Μπολόνια και τη Βιέννη και ασχολήθηκε με το εμπόριο. Δραστηριοποιήθηκε ενεργά στον χώρο της ναυτιλίας, ανοίγοντας τον πρώτο ελληνικό εμπορικό οίκο στο Λονδίνο το 1817. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία στην Τεργέστη και βοήθησε την επανάσταση μεταφέροντας τρόφιμα και πολεμοφόδια με τα πλοία του.
Το 1823 ήλθε ο ίδιος στην Ελλάδα ως εκπρόσωπος του Φιλελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου. Επιστρέφοντας μετά από μια διετία στην Αυστρία, συνελήφθη από τις αυστριακές αρχές ως ύποπτος και εκτοπίστηκε. Κατέφυγε στην Αγγλία, από εκεί το 1826, στάλθηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Ελλάδας στην Αμερική για να επιβλέψει τη ναυπήγηση δύο ατμοκίνητων φρεγατών. Τελικά ναυπηγήθηκε μόνο η φρεγάτα "Ελλάς", γι' αυτό και κατηγορήθηκε ότι καταχράστηκε δημόσιο χρήμα. Το 1828, διορίστηκε από τον Καποδίστρια μέλος της οικονομικής επιτροπής και στάλθηκε στη Μάλτα, απ' όπου και αγόρασε από τους Ιππότες της Μάλτας τα μηχανήματα του πρώτου νομισματοκοπείου, με τα οποία κόπηκαν στην Αίγινα τα πρώτα ελληνικά νομίσματα του Φοίνικα.
Επί Όθωνα, και συγκεκριμένα την εποχή της αντιβασιλείας, κατηγορήθηκε για διαφθορά τόσο κατά τη ναυπήγηση των πλοίων όσο και κατά την αγορά του νομισματοκοπείου. Καταδικάστηκε τελικά να επιστρέψει 174.000 δραχμές. Η καταδίκη αυτή τον οδήγησε να φύγει στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου του 1843 επέστρεψε στην Ελλάδα όπου μετά την επανάληψη της δίκης αποκαταστάθηκε πλήρως. Στη συνέχεια άρχισε να πολιτεύεται στην Κάρυστο, όπου και εκλέχθηκε βουλευτής κατ' επανάληψη. Το 1855, για να αποκαταστήσει ευρύτερα τη φήμη του, δημοσίευσε το κείμενο «Περί των εν Αμερική ναυπηγηθεισών και του εν Αιγίνει νομισματοκοπείου». Επί κυβέρνησης Δημητρίου Βούλγαρη ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών, διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.
Η οικία του βρισκόταν στο μέρος που είναι σήμερα η Παλαιά Βουλή ενώ διατηρούσε οικία στην Αίγινα και στην Εύβοια, όπου κατείχε σημαντικές εκτάσεις. Γιος του ήταν ο διπλωμάτης και πολιτικός Αλέξανδρος Α. Κοντόσταυλος. Απεβίωσε στην Αθήνα το 1865.
Πηγή: https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CE%AD%CE%BE%CE%B1%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%BF%CE%BD%CF%84%CF%8C%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%82 [Τελευταία επίσκεψη: 19/5/2020].

Χώτζης, Ιωάννης

Ο Ιωάννης Χώτζης ήταν λόγιος Κωνσταντινουπολίτης, μέλος του Αυτοκρατορικού Συμβουλίου Επικρατείας, του Ινστιτούτου Ιστορίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, σύμβουλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και φιλίστορας.

Φωτιάδης, Γεώργιος

Μέλος της οικογένειας Φωτιάδη, μεγαλομπόρων από το Σεβντίκιοϊ της Σμύρνης που δραστηριοποιούνταν εμπορικά, κυρίως, στην Αίγυπτο, ενώ είχαν και μεγάλη κτηματική περιουσία στην περιοχή της Σμύρνης.

Κοινότητα Κυπρίνου (Έβρος)

  • Συλλογικό Όργανο

Η Κοινότητα Κυπρίνου συστάθηκε το 1924 και προσαρτήθηκαν σε αυτήν οι οικισμοί Τσιγγέλη, Φερύγγιον, Μηλιά, Αμμόβουνο και Θεραπειό. Το 1997 ο Κυπρίνος ορίζεται ως έδρα του ομώνυμου Δήμου Κυπρίνου και το 2011 προσαρτάται στον Δήμο Ορεστιάδας και ορίζεται έδρα της δημοτικής ενότητας Κυπρίνου.

Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Ν. Έβρου, 3ο Γραφείο

  • Συλλογικό Όργανο

Με το Ν. 4653/30 "περί διοικήσεως της εκπαιδεύσεως" δημιουργείται το Εποπτικό Συμβούλιο Στοιχειώδους Εκπαίδευσης. Με τον Α.Ν. 767/37 και τον Α.Ν. 2180/40 έχουμε το Ανώτατο Συμβούλιο Εκπαιδεύσεως με τους Γενικούς Επιθεωρητές Στοιχειώδους Εκπαίδευσης. Δημιουργούνται τα Ανώτερα Εποπτικά Συμβούλια που έχουν στην ευθύνη τους τα Εποπτικά Συμβούλια Σ.Ε. και τους Επιθεωρητές Σ.Ε. ανά περιφέρεια. Με το Β.Δ. 95/25.06.1958 δημιουργούνται τα Περιφερειακά Υπηρεσιακά Συμβούλια Στοιχειώδους Εκπαίδευσης (ΠΥΣΣΕ) και το Ανώτατο Υπηρεσιακό Συμβούλιο (ΑΥΣΣΕ). Με το Ν.Δ 651/1970 το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συμβούλιο διοικεί 10 Ανώτερες Εκπαιδευτικές Περιφέρειες (στην περιοχή μας έδρα ήταν η Καβάλα), με τους Γενικούς Επιθεωρητές Δημοτικής Εκπαιδεύσεως και τα ΠΥΣΣΕ μετατρέπονται σε Νομαρχιακά Υπηρεσιακά Συμβούλια Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΝΥΣΔΕ). Σε κάθε εκπαιδευτική περιφέρεια δημοτικής εκπαίδευσης ιεραρχικά υπήρχε: σε κατώτερη κλίμακα ο Επιθεωρητής, αμέσως μετά οι Νομαρχιακές Επιθεωρήσεις δημοτικής εκπαίδευσης (σε σύνολο 56, 1 σε κάθε νομό), οι Αναπληρωτές Γενικοί Επιθεωρητές και οι Γενικοί Επιθεωρητές. Με το Ν.1304/82, όπως τον συμπλήρωσε ο Ν.1566/85, όπου Δημοτική Εκπαίδευση αλλάζει σε Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και δημιουργούνται τα Γραφεία.
Η Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Έβρου χωριζόταν σε τέσσερα γραφεία. Το 1ο γραφείο στην Αλεξανδρούπολη, το 2ο στο Σουφλί, το 3ο στο Διδυμότειχο και το 4ο γραφείο στην Ορεστιάδα.
Το 2011 με το Ν. 4027/2011 ( ΦΕΚ 233 τ.Α') έγινε η κατάργηση των γραφείων και η συγκέντρωση των λειτουργιών στη Διεύθυνση στην Αλεξανδρούπολη.

Γεννάδιος, Ιωάννης

  • Άτομο
  • 1844 - 1932

Ο Ιωάννης Γεννάδιος (Αθήνα, 1844-Λονδίνο, 1932), πρεσβευτής και βιβλιόφιλος, ήταν γιος του μεγάλου διδασκάλου του Γένους, Γεωργίου Γενναδίου και της Αρτέμιδος Μπενιζέλου. Φοίτησε στη Σχολή της Μάλτας και το 1862 εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου για ένα μικρό διάστημα δούλεψε στον εμπορικό οίκο των Αδελφών Ράλλη και κατόπιν, το 1870, διορίστηκε στην ελληνική Πρεσβεία στο Λονδίνο όπου διετέλεσε για πολλά χρόνια πρεσβευτής, αποχωρώντας το 1919. Δώρισε την προσωπική του βιλβιοθήκη, αποτελούμενη από 30.000 τόμους σπανίων βιβλίων, το 1926, στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών, η οποία ανέλαβε τη στέγαση, φύλαξη και λειτουργία της επονομαζόμενης Γενναδείου Βιβλιοθήκης.

Δραγούμης, Ίων

  • Άτομο
  • 1878 - 1920

Ο Ίων Δραγούμης διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή των αρχών του εικοστού αιώνα. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1878 όπου και ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές και πανεπιστημιακές του σπουδές αποφοιτώντας από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Mε την έναρξη του Ελληνοτουρκικού Πολέμου ο Δραγούμης υπηρέτησε ως εθελοντής και ολοκλήρωσε στη συνέχεια τη στρατιωτική του θητεία στο πεζικό.
Το 1899 προσελήφθη στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών. Το 1902 διορίστηκε για πρώτη φορά υποπρόξενος στο Μοναστήρι (σημ. Bitol). Εκεί συνέβαλε αποφασιστικά στην οργάνωση των ορθόδοξων ελληνικών κοινοτήτων της Δυτικής Μακεδονίας με τη συμπαράσταση του πατέρα του Στέφανου Δραγούμη αλλά και του Παύλου Μελά, συζύγου της αδελφής του Ναταλίας. Ο Δραγούμης στη συνέχεια υπηρέτησε σε διάφορα προξενεία στην Ανατολική Μακεδονία, τη Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία (Σέρρες, Πύργο και Φιλιππούπολη). Μετατέθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1905 και στη συνέχεια στο Δεδεαγάτς (σημ. Αλεξανδρούπολη). Υπηρέτησε σε σημαντικές διπλωματικές θέσεις όπως στην Κωνσταντινούπολη, στη Ρώμη, στο Λονδίνο, στην Αγία Πετρούπολη. Στην Κωνσταντινούπολη συνεργάστηκε στενά με τον φίλο του και αξιωματικό του Πεζικού Αθανάσιο Σουλιώτη, γνωστό με το ψευδώνυμο Νικολαΐδης, για την οργάνωση των ελληνικών πληθυσμών της Πόλης. Αποτέλεσμα των προσπαθειών τους ήταν η δημιουργία της μυστικής εθνικής Οργάνωσης Κωνσταντινουπόλεως. Το 1911 κατά την κατάληψη των Δωδεκανήσων από την Ιταλία ο Δραγούμης συμμετείχε στην οργάνωση συνεδρίου με κύριο σκοπό την ένωση των νησιών με την Ελλάδα ή την πλήρη αυτονομία τους.
Με το ξέσπασμα του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου διαφώνησε εντονότερα με την πολιτική του Βενιζέλου. Κατατάχθηκε στο στρατό και αμέσως αποσπάσθηκε στο γραφείο του Βασιλέα Κωνσταντίνου. Ήταν παρών και συμμετείχε ενεργά στις διαπραγματεύσεις για την παράδοση της Θεσσαλονίκης το 1912. Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους τοποθετήθηκε πρώτα στην πρεσβεία της Αγίας Πετρούπολης και εν συνεχεία στη Βιέννη και το Βερολίνο. Τον Μάιο του 1915 αποφασισμένος να αναλάβει ουσιαστικότερο ρόλο στα τεκταινόμενα παραιτήθηκε από το Υπουργείο των Εξωτερικών για να πολιτευθεί. Στις εκλογές του ίδιου χρόνου εκλέχθηκε βουλευτής Φλωρίνης, στον τόπο καταγωγής της οικογένειάς του (Βογατσικό Φλωρίνης). Στη Βουλή ανέπτυξε τις θέσεις του χωρίς όμως να ενταχθεί στις πολιτικές των δύο μεγάλων κομμάτων. Πεποίθησή του ευθύς εξαρχής ήταν πως η Ελλάδα έπρεπε να εισέλθει στον πόλεμο στην πλευρά των Δυνάμεων της Συνεννοήσεως υπό ορισμένους όμως όρους.
Παράλληλα με τη διπλωματική του σταδιοδρομία αρθρογράφησε επί σειρά ετών σε πολιτικά περιοδικά και εφημερίδες. Από τον Ιανουάριο του 1916 είχε αρχίσει να εκδίδει το εβδομαδιαίο πολιτικό περιοδικό Πολιτική Επιθεώρησις. Από τις σελίδες του περιοδικού και μετά την αναχώρηση του Κωνσταντίνου από την Ελλάδα, τον Ιούνιο του 1917, ο Δραγούμης διαμαρτυρήθηκε έντονα για την επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας και την παραβίαση της ουδετερότητας. Άμεση συνέπεια της αντίδρασής του αυτής ενάντια στην πολιτική του Βενιζέλου υπήρξε η εξορία του μαζί με άλλους αντιφρονούντες πολιτικούς στην Κορσική τον Ιούλιο του 1917. Έως τον Μάιο του 1919 παρέμεινε στην Κορσική και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στη Σκόπελο από όπου και επέστρεψε τελικά στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1919. Στην Κορσική ο Δραγούμης συνέταξε και υπέβαλε στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης στο Παρίσι υπόμνημα για τη συμβολή και τις θέσεις της Ελλάδας. Στη Σκόπελο συνέταξε και απέστειλε δεύτερο υπόμνημα σχετικά με τη θέση της Ελλάδος στο Ανατολικό Ζήτημα, τις εδαφικές της διεκδικήσεις καθώς και τη στάση που θα έπρεπε να ακολουθήσει στο ζήτημα της Μικράς Ασίας.
Στις 31 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1920, έγινε γνωστή στην Αθήνα η απόπειρα δολοφονίας του Ελευθέριου Βενιζέλου στο Παρίσι. Στο πλαίσιο αντιδράσεων που οργάνωσαν παρακυβερνητικοί κύκλοι στη Αθήνα ο Δραγούμης συνελήφθη καθοδόν από την Κηφισιά στην Αθήνα. Παραδόθηκε σε απόσπασμα δεκαπέντε ανδρών για να μεταφερθεί στο Φρουραρχείο Αθηνών. Κατά τη διάρκεια όμως της διαδρομής προς το Φρουραρχείο, ο Δραγούμης εκτελέστηκε. Άφησε την τελευταία του πνοή στο πεζοδρόμιο της Λεωφόρου Κηφισίας (σημ. Βασιλίσσης Σοφίας).Το ίδιο βράδυ ανακοινώθηκε ο θάνατός του στην οικογένειά του και ο ενταφιασμός του πραγματοποιήθηκε εσπευσμένα το επόμενο πρωί με την παρουσία μόνον λίγων μελών της οικογένειάς του.
Υπέρμαχος της δημοτικής γλώσσας υπήρξε ένας από τους ιδρυτές του Εκπαιδευτικού Ομίλου. Συνέγραψε πλήθος πολιτικών μελετών και άρθρων και δημοσίευσε λογοτεχνικά έργα. Ενδεικτικά αναφέρουμε: Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα (1907), Σαμοθράκη (1908), Όσοι ζωντανοί (1911). Ο αδελφός του Φίλιππος Δραγούμης διαφύλαξε το έργο του και δημοσίευσε μετά το θάνατo του Ίωνος ορισμένα από τα ανέκδοτα έργα του όπως Το Μονοπάτι (1902) και Το Σταμάτημα (1917).

Δαλέζιος, Ευγένιος

  • Άτομο
  • 1888 - 1983

Ο Ευγένιος Δαλέζιος, καταγόµενος από τη Σύρο, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στις 7 Οκτωßρίου 1888, στην οποία και μεγάλωσε. Ήταν µέλος της Ακαδηµίας de Stanislas του Νανσύ, µέλος του Γαλλικού Ινστιτούτου Βυζαντινών Σπουδών του Παρισιού καθώς και του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών στην Αθήνα. Υπήρξε επίσης μέλος του αρχαιολογικού τµήµατος του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου στην Κωνσταντινούπολη. Έλαßε μέρος στη διοργάνωση του Στρατιωτικού Μουσείου της Κωνσταντινούπολης που πραγµατοποιήθηκε την περίοδο 1910-1912 από τον Αχµέτ Μουχτάρ Πασά. Με αρχαιολογικά και ιστορικά ερευνητικά ενδιαφέροντα στην ευρύτερη περιοχή της Μικράς Ασίας δηµοσίευσε πολλά άρθρα πάνω στην τοπογραφία και ιστορία της Κωνσταντινούπολης. Με τον Severien Salaville δηµοσίευσε μια τρίτοµη ßιßλιογραφία των Καραµανλίδικων ßιßλίων, ßιßλίων γραµµένων στην Τουρκική γλώσσα αλλά µε ελληνικούς χαρακτήρες. Στο ßιßλίο του Les Philhellènes et la guerre de l’ indépendance δηµοσίευσε το χειρόγραφο της διπλωµατικής αλληλογραφίας του Ιωάννη Ορλάνδου και του Ανδρέα Λουριώτη, το οποίο βρήκε ο ίδιος και δώρισε στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Τιµήθηκε και παρασημοφορήθηκε για τις υπηρεσίες του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Πέθανε το 1983.

[Σηµείωση: Οι πληροφορίες για το βιογραφικό σημείωμα προέρχονται από: Παµπούκη Ιορδάνη, Αναγραφή δηµοσιευµάτων Ευγενίου Δαλεζίου, Αθήνα 1958]

Μπούσιος, Γεώργιος

  • Άτομο
  • 1875 – 1929

Ο Γεώργιος Μπούσιος (Γρεβενά, 1875 – Αθήνα, 1929) ήταν από τους πρωτοπόρους του Μακεδονικού Αγώνα στην περιφέρειά του. Βουλευτής στο οθωμανικό κοινοβούλιο το 1908, μέλος της «Οργανώσεως Κωνσταντινουπόλεως» υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των εθνοτήτων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το 1915 εκλέχτηκε για πρώτη φορά βουλευτής Κοζάνης στο ελληνικό κοινοβούλιο, ως ηγετικό στέλεχος του ανεξάρτητου συνδυασμού του Ίωνα Δραγούμη. Ανέλαβε μάλιστα την ηγεσία του συνδυασμού μετά τη δολοφονία του τελευταίου. Βουλευτής για μακρύ χρονικό διάστημα (1915-1922, 1926-1928) φιλοβασιλικός αλλά αντίθετος του Γούναρη, αρνήθηκε την πρόταση να σχηματίσει κυβέρνηση τον Μάρτιο του 1922. Ανέλαβε ωστόσο υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Τριανταφυλλάκου, μετά την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου. Η οικογένεια Μπούσιου κατείχε κτήματα στην περιοχή των Γρεβενών, όπου καλλιεργούσε καπνά, σιτηρά, οπωροκηπευτικά κ.ά.

Hunter, Mary

  • Άτομο

Η Mary Hunter ήταν αγγλίδα φιλελληνίδα. Φρόντισε και περιέθαλψε τους έλληνες στρατιώτες στους Βαλκανικούς πολέμους και στον Πρώτο Παγκόσμιο, διοργάνωσε μαζί με τον Φώτιο Πολιέζο εκδηλώσεις συμπαράστασης για τις οικογένειες και τα ορφανά και στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας ίδρυσε το Σώμα Αδελφών Νοσοκόμων που ονομάστηκε Λευκός Σταυρός Μαίρης Χούντερ.

Αμπατζής, Ιπποκράτης

  • Άτομο

Ο Ιπποκράτης Αμπατζής ήταν πρόσφυγας από το Αϊβαλί, ο οποίος είχε φτάσει στην Αθήνα το 1914 μαζί με τη σύζυγό του Μαρία, κόρη του Σταύρου και της Ελένης Καραμάνου, και τα δύο παιδιά τους Ηλία και Μυρτώ. Είχε κτήματα στο Φρενελί, όπου και διέμενε για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Έως το 1922 προσπαθούσε να λάβει την ελληνική υπηκοότητα, κατόπιν προτροπής του φίλου του Χασάν Βέη Σουρουρζαδέ, διευθυντή του γραφείου των ελληνο-οθωμανικών εμπορικών σχέσεων. Όμως αργότερα προσπάθησε να λάβει και την οθωμανική υπηκοότητα ξανά, όντας απελπισμένος από το ελληνικό κράτος και νιώθοντας ξένος στην Ελλάδα.

Χασάν Βέης Σουρουρζαδέ, γιος του Αλή Χασάν Σουρουρζαδέ.

Νεσιμή Βέης Χελμηζαδέ, θείος του Χασάν Βέη Σουρουρζαδέ

Χαμιτ Βεης Χελμηζαδέ, γιος του Νεσιμή.

Αλή Ταϊσκουζαδέ

Δωροθέα, αδελφή Ιππ. Αμπατζή

Γιώργος και Βάσος Καραμάνος, αδελφοί Μαρίας.

[Πηγή σύνταξης βιογραφικού: υλικό του αρχείου]

Λαμπίρης, Φώτιος

  • Άτομο
  • 1906 - ;

Ο Φώτιος Λαμπίρης (Κεφαλλονιά 1906-;), αδελφός του Σπυρίδωνα, ήταν και αυτός γιατρός, γαστρεντερολόγος.

Βερναρδάκης, Αθανάσιος

  • Άτομο
  • 1844 - 1912

Ο έμπορος και λόγιος Αθανάσιος Βερναρδάκης γεννήθηκε στην Αγία Μαρίνα της Μυτιλήνης το 1844. Ήταν ο δευτερότοκος γιος του Νικολάου Βερναρδάκη και της Μελισσηνής Τραντάλη και αδελφός των, γνωστών επίσης λογίων, Δημητρίου (1833-1907) και Γρηγορίου Βερναρδάκη (1848-1925). Τελείωσε το Γυμνάσιο στην Αθήνα και σπούδασε Πολιτική Οικονομία στο Παρίσι (1866-1870). Έζησε στην Κωσταντινούπολη και αργότερα στην Αθήνα, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο ενώ τα τελευταία δέκα πέντε χρόνια της ζωής του χρημάτισε τραπεζίτης. Υπήρξε μέλος της Εταιρείας Πολιτικής Οικονομίας των Παρισίων και της Ακαδημίας του Στανισλάου. Παντρεύτηκε το 1874 την Θαλία Κωνστ. Βικέλα, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά τον Κωνσταντίνο, την Μαρίνα, και την Έλλη. Πέθανε στην Αθήνα το 1912 σε ηλικία 68 ετών.

Γιαννιός, Νίκος

  • Άτομο
  • 1885 - 1958

Δημοτικιστής, λόγιος και σοσιαλιστής δημοσιογράφος, συγγραφέας και πολιτικός.
Γεννήθηκε στην Άνδρο στις 23 Φεβρουαρίου 1885. Αφού τελείωσε το γυμνάσιο στη γενέτειρά του, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στο γαλλικό Λύκειο Saint Benoît. Κατόπιν, μετέβη στο Παρίσι, όπου σπούδασε γαλλική φιλολογία. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη γαλλική πρωτεύουσα ήρθε σε επαφή με τις ιδέες του σοσιαλισμού, ενώ στο διάστημα 1903-1905 διετέλεσε γραμματέας του αρχηγέτη του δημοτικιστικού κινήματος Γιάννη Ψυχάρη.
Την περίοδο 1908-1910 βρέθηκε ξανά στην Κωνσταντινούπολη. Ανέπτυξε πλούσια δράση γύρω από το γλωσσικό ζήτημα, αναλαμβάνοντας αρχισυντάκτης της εφημερίδας "Λαός", που ήταν όργανο του δημοτικιστικού "Αδερφάτου της Εθνικής Γλώσσας". Επιπλέον, ενεπλάκη και στο σοσιαλιστικό κίνημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέσω του πολυεθνικού "Σοσιαλιστικού Κέντρου της Τουρκίας", στη σύσταση του οποίου είχε συμμετοχή, και της ελληνικής έκδοσης του δημοσιογραφικού του οργάνου, της εφημερίδας Εργάτης. Λόγω της σοσιαλιστικής δράσης του, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την οθωμανική πρωτεύουσα στα τέλη του 1910, για την Αθήνα.
Είχε σημαντική δράση στη διάδοση στην Ελλάδα των σοσιαλιστικών ιδεών και στη συνδικαλιστική οργάνωση των εργατών. Συνεργάστηκε με τον Πλάτωνα Δρακούλη στον Σύνδεσμο Εργατικών Τάξεων, ίδρυσε το Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθηνών το 1911, ενώ διετέλεσε και αρχισυντάκτης του Ριζοσπάστη το 1917-1918. Αποχώρησε από το πρώτο συνέδριο του ΣΕΚΕ το 1918 και ίδρυσε το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας από το οποίο αναγκάστηκε να αποχωρήσει το 1933.

Γούναρης, Δημήτριος

  • Άτομο
  • 1867 - 1922

Ο Δημήτριος Γούναρης ( Πάτρα 1867-Αθήνα 1922 ) σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Γερμανία, το Παρίσι και το Λονδίνο. Το 1893 άρχισε να δικηγορεί στην Πάτρα. Στις εκλογές του 1902 ο Γούναρης πρωτοεκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας, απέτυχε ωστόσο στις εκλογές του 1905, ενώ στις εκλογές του 1906 επανεκλέχτηκε. Τον Οκτώβριο του 1906 εμφανίστηκε στη Βουλή το «κόμμα των Ιαπώνων», με κύριο εμψυχωτή τον Γούναρη. Τον Ιούνιο του 1908, έγινε υπουργός Οικονομικών στην κυβέρνηση Θεοτόκη, με αποτέλεσμα τη διάλυση της ομάδας των «Ιαπώνων». Ο ίδιος παραιτήθηκε από την κυβέρνηση Θεοτόκη στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1909. Στις εκλογές του 1910 δεν υπέβαλε υποψηφιότητα, ενώ στις εκλογές του 1912 εκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής Αχαΐας με ρητή δήλωση ότι θα είναι «αντιπολιτευόμενος». Τον Φεβρουάριο του 1915, όταν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος διαφώνησε με την εισήγηση του Βενιζέλου να λάβει μέρος η Ελλάδα στην επιχείρηση των Αγγλογάλλων στα Δαρδανέλια, ύστερα από την παραίτηση του Βενιζέλου ο Γούναρης σχημάτισε στις 25 Φεβρουαρίου την πρώτη του κυβέρνηση.
Στις εκλογές της 31ης Μαΐου 1915 ως ιδρυτής του κόμματος των «εθνικοφρόνων» που το μετονόμασε αργότερα (1920) σε «Λαϊκό κόμμα» ο Γούναρης έχασε και υπερίσχυσε με μειωμένη δύναμη ο Βενιζέλος. Στις εκλογές του Δεκεμβρίου 1915 το κόμμα των Φιλελευθέρων δεν έλαβε μέρος. Στη δεύτερη διάλυση της Βουλής τον ίδιο χρόνο ο Γούναρης βγήκε νικητής στις εκλογές με αποχή μεγάλου τμήματος του λαού. Ως αντιβενιζελικός εκτοπίστηκε τον Ιούνιο του 1917 στο Αιάκειο της Κορσικής. Το 1919 διέφυγε από την Κορσική και ζήτησε πολιτικό άσυλο στην Ιταλία. Ξαναγύρισε στην Ελλάδα όταν προκήρυξε ο Βενιζέλος εκλογές για την 1 Νοεμβρίου του 1920. Αυτές οι εκλογές έδωσαν την πλειοψηφία στην Ηνωμένη Αντιπολίτευση με ισχυρότερο κόμμα στη Βουλή το «Λαϊκό κόμμα» του Γούναρη. Ο Γούναρης καταδικάστηκε - χωρίς ο ίδιος να απολογηθεί- από έκτακτο στρατοδικείο (στην γνωστή δίκη των έξι), στις 15 Νοεμβρίου του 1922 στην ποινή του θανάτου ως ένοχος «εσχάτης προδοσίας» για την Μικρασιατική καταστροφή.

Κασιγόνης, Άγγελος

  • Άτομο
  • 1892 - 1975

Ο Άγγελος Κασιγόνης (Αδριανούπολη 1892–Αθήνα 1975) σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στη Σμύρνη, όπου υπηρετούσε στη μικρασιατική εκστρατεία, γνώρισε την Χρύσα Κωλέττη την οποία παντρεύτηκε και το 1920 εγκαταστάθηκαν στην Αλεξάνδρεια. Ο Κασιγόνης είχε ήδη γίνει γνωστός ως ποιητής και δημοσιογράφος και έργα του είχαν εμφανιστεί σε περιοδικά της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης. Το 1922 δημιούργησε το γραφείο αποκομμάτων «Αιγυπτιακός και διεθνής Άργος του Τύπου». Το 1924 ίδρυσε τον Εκδοτικό Οίκο Α. Κασιγόνη. Ίδρυτής και διευθυντής του περιοδικού Έρευνα (1927–1940), της μηνιαίας ελληνο–αραβικής εφημερίδας Αιγυπτιώτης Έλλην (1932–1939) και του περιοδικού Έλλην (1942–1944), οργάνου του Ελληνικού Απελευθερωτικού Συνδέσμου. Μέλος της εκτελεστικής επιτροπής της προοδευτικής ελληνικής οργάνωση ΕΑΣ (Εθνικός Απελευθερωτικός Σύνδεσμος), ο Κασιγόνης φυλακίστηκε δύο φορές για πολιτικές δραστηριότητες (στη μία περίπτωση σε στρατόπεδο στην Άσμαρα της Αβυσηνίας) έως ότου έφυγε για την Ελλάδα στο τέλος του 1944 (όπου φυλακίστηκε ξανά). Εξέδωσε δοκίμια και ποιητικές συλλογές.

[Πηγές: βιογραφικό σημείωμα στο αρχείο και Anthony Gorman, «Αιγυπτιώτης Έλλην», Τα νέα του Ε.Λ.Ι.Α., αρ. 58, θερινό αρχειοστάσιο, 2001.]

Αποτελέσματα 201 έως 300 από 1111