Εμφανίζει 1111 αποτελέσματα

Καθιερωμένη εγγραφή

Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1923 - 1930

Η Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ) ιδρύθηκε με το ΝΔ περί κυρώσεως του εν Γενεύη υπογραφέντος πρωτοκόλλου περί αποκαταστάσεως των εν Ελλάδι προσφύγων και ιδρύσεως Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων κλπ. (ΦΕΚ 289/13-10-1923). Σύμφωνα με το άρθρο 2: «Η Ἐπιτροπή Ἀποκαταστάσεως Προσφύγων ἱδρύεται ὡς νομικόν πρόσωπον, δυνάμενον νὰ ἐνάγῃ καὶ ἐνάγηται ἐπ΄ ἰδίῳ ὀνόματι, νὰ εἶναι κάτοχον καὶ νὰ ἀπαλλοτριοῦται παντός εἳδους περιουσίας καὶ ἐν γένει νὰ ἐνεργῇ πᾶν ὂ,τι οἰονδήποτε νομίμως ὠργανωμένον σωματεῖον δύναται νὰ ἐνεργῇ συμφώνως πρὸς τοὺς Ὲλληνικούς νόμους».
ΠΗΓΗ: www.et.gr

Αποστολίδης, Φώτιος

  • Άτομο
  • 1888 - 1960

Ο Φώτιος Αποστολίδης γεννήθηκε στην Τσεντώ της Ανατολικής Θράκης, το 1888. Αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Φοίτησε για δύο χρόνια στη Νομική Σχολή της Πόλης, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του. Εργάστηκε ως δάσκαλος στο ελληνικό σχολείο στις Μέτρες, όπου διορίστηκε ως διευθυντής, και στη συνέχεια στην Τυρολόη της Ανατολικής Θράκης. Το 1920 παντρεύτηκε τη Δεσποτούλα, κόρη του εμπόρου Γεωργίου Χαντζή, από την Τυρολόη, με την οποία απέκτησε δυο γιους, τον Γρηγόριο και τον Γεώργιο. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στην Ξάνθη, όπου εργάστηκε αρχικά ως δικολάβος. Στη συνέχεια φοίτησε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και επιστρέφοντας στην Ξάνθη άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου. Κατά την περίοδο της βουλγαρικής Κατοχής, η οικογένειά του μετακινήθηκε στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Ο ίδιος έφυγε αλλά επέστρεψε σε σύντομο χρονικό διάστημα πίσω στην Ξάνθη, όπου παρέμεινε και μετά την απελευθέρωση, εργαζόμενος ως συμβολαιογράφος. Πέθανε το 1960.

Ο Φώτιος Αποστολίδης αναδείχθηκε ήδη από τον Μεσοπόλεμο σε έναν από τους σημαντικούς διανοούμενους της Ξάνθης. Ακραιφνής δημοτικιστής, έγραψε πολλά άρθρα και μελέτες για τους πρόσφυγες, την καθημερινότητα και τις δυσκολίες προσαρμογής τους, για τα λαογραφικά της γενέτειράς του, για την εκπαίδευση, για το κοινοτικό σύστημα. Αρκετά άρθρα του δημοσιεύτηκαν στον Τύπο της εποχής, ενώ μελέτες του έχουν περιληφθεί στο περιοδικό "Θρακικά".

Γενική Διοίκηση Δυτικής Μακεδονίας

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1914 - 1945

Με το Β.Δ. 1/1912 της 31ης Οκτωβρίου 1912 (ΦΕΚ Α΄ 337) ιδρύεται η Γενική Διοίκηση των απελευθερωμένων χωρών. Ως Γενικός Διοικητής ορίζεται ο Κ. Ρακτιβάν με αρμοδιότητες τη Μακεδονία, την Ήπειρο και τα νησιά του Βορείου Αιγαίου.
Με το Β.Δ. 524/1914 της 31ης Δεκεμβρίου 1914 (ΦΕΚ Α΄ 404 «Περί διοικητικής διαιρέσεως και διοικήσεως των Νέων Χωρών» η Μακεδονία χωρίζεται σε 22 υποδιοικήσεις (άρθρο 6).
Με το Β.Δ. 1915 της 1ης Απριλίου 1915 (ΦΕΚ Α΄ 120) «Περί διοικητικής διαιρέσεως των Νέων Χωρών» η Μακεδονία διαιρείται σε 5 νομούς (Θεσσαλονίκης, Κοζάνης, Φλώρινας, Σερρών και Δράμας). Η Κοζάνη αποτελείται από τις υποδιοικήσεις Κοζάνης, Γρεβενών και κάποια χωριά της Ελασσώνας, ενώ η Φλώρινα από τις υποδιοικήσεις Φλώρινας και Καστοριάς.
Με το Β.Δ. της 12ης Φεβρουαρίου 1918 «Περί εκτελέσεως του νόμου 1149 της 5ης Φεβρουαρίου 1918 «περί Γενικῶν Διοικήσεων ἐν ταῖς Νέαις Χώραις» επανασυστήνονται οι Γενικές Διοικήσεις και δημιουργείται η Γενική Διοίκηση Κοζάνης – Φλώρινας (άρθρο 1).
Με τον Α.Ν. 208 της 21ης Μαρτίου 1945 (ΦΕΚ Α’ 65) συστήνεται η Γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος, στην οποία υπάγονται πλέον οι Γενικές Διοικήσεις Δυτικής Μακεδονίας, Κεντρικής Μακεδονίας, Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (άρθρο 1).
Με τον Ν. 3200 της 23ης Απριλίου 1955 (ΦΕΚ Α΄ 97) καταργούνται όλες οι Γενικές Διοικήσεις (άρθρο 22), ενισχύονται οι αρμοδιότητες των Νομαρχιών και συστήνεται το Υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης (άρθρο 25).
ΠΗΓΗ: http://www.mathra.gr/ypourgeio-esoterikon-tomeas-makedonias-thrakis/istorika-stoicheia/
www.et.gr

Νομαρχία Κοζάνης

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1923 -

Η Νομαρχία Κοζάνης συστάθηκε με το ιδρυτικό βασιλικό νομοθετικό διάταγμα περί διοικήσεως των Νομών της 10ης Μαΐου 1923 (ΦΕΚ Α’ 111). Το ΒΝΔ προβλέπει την ίδρυση νομαρχιών ως νομικά πρόσωπα για τη ρύθμιση των υποθέσεων του νομού, στοχεύοντας στη δημιουργία μιας ανεπτυγμένης νομαρχιακής αυτοδιοίκησης και, παράλληλα, προνοεί για τη διοικητική διάρθρωση των Νέων Χωρών. Ο νομός Κοζάνης αποτελούνταν από τις επαρχίες Κοζάνης, Εορδαίας, Βοΐου και Γρεβενών. Το ΒΝΔ αντικαθιστά το ιδρυτικό της 6ης Απριλίου 1833 «Διάταγμα περί τῆς διαιρέσεως τοῦ Βασιλείου καὶ τῆς διοικήσεώς του» (ΦΕΚ Α΄12), με το οποίο συστήθηκαν 10 νομοί, 47 επαρχίες και τριών τάξεων δήμοι βάσει πληθυσμιακών κριτηρίων. Μέχρι το 1964 στη Νομαρχία Κοζάνης ανήκε και η επαρχία Γρεβενών, η οποία μετατράπηκε σε νομό στις 30 Οκτωβρίου 1964 με το Νομοθετικό Διάταγμα 4398 (ΦΕΚ Α΄ 188): «περί ιδρύσεως Νομών Πειραιώς και Γρεβενών και άλλων τινών διατάξεων».
Πηγή: 1. www.et.gr

  1. Κρανιώτη, Ε. (2011). Από την Ν.Α. στην Περιφέρεια ως Β’ βαθμός Τ.Α. (Αδημοσίευτη διπλωματική εργασία). Αθήνα: Εθνική Σχολή Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1881 -

Η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα (ΑΣΚΣΑ) ιδρύθηκε το 1881. Πρόκειται για ιδιωτικό, μη κερδοσκοπικό ίδρυμα. Ως κέντρο επιστημονικής έρευνας και διδασκαλίας είναι αφιερωμένο στη μελέτη κάθε όψης του ελληνικού πολιτισμού, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Οι δύο βιβλιοθήκες, η Βιβλιοθήκη Blegen και η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, όπως και το Τμήμα Αρχείων της ΑΣΚΣΑ αποτελούν σημαντική πηγή διεπιστημονικής έρευνας στα πεδία της αρχαιολογίας και ανθρωπολογίας, των αρχαιολογικών επιστημών, της τοπογραφίας, αρχιτεκτονικής, επιγραφικής, νομισματικής, ιστορίας, ιστορίας της τέχνης, φιλολογίας, φιλοσοφίας, θρησκείας και των πολιτισμικών σπουδών.

Παρασκευόπουλος, Λεωνίδας

  • Άτομο
  • 1861 - 1936

Ο Λεωνίδας Παρασκευόπουλος, γιος του Ιωάννη και της Καλυψώς, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1861. Φοίτησε στην Ευαγγελική Σχολή και κατόπιν ήρθε στην Αθήνα για να εγγραφεί στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από όπου αποφοίτησε το 1880 συνεχίζοντας τις σπουδές του στην Ελβετία και στη Γαλλία. Η πρώτη στρατιωτική του δράση συνδέθηκε με την κατάληψη της Άρτας το 1881, ενώ έλαβε μέρος στην εκστρατεία του 1897 στην Κρήτη υπό τον Τιμολέοντα Βάσσο. Στα 1901-1902 επισκέφθηκε με άλλους αξιωματικούς τη Στρατιωτική Ακαδημία του Βερολίνου και από το 1905 έως το 1908 έζησε στο Steyr της Αυστρίας, όπου παρέμεινε ως πρόεδρος της επιτροπής παραλαβής όπλων για τον ελληνικό στρατό. Υποστηρικτής του κινήματος στο Γουδί, το 1909 τοποθετήθηκε στο Γενικό Επιτελείο. Στους Βαλκανικούς πολέμους έλαβε μέρος αρχικά στο Μακεδονικό Μέτωπο ως διοικητής του 2ου πεδινού συντάγματος πυροβολικού, στη συνέχεια ως αρχηγός του πυροβολικού στην Ήπειρο
και στον Β΄ Βαλκανικό πόλεμο ως διοικητής της 10ης ευζωνικής μεραρχίας.
Στην περίοδο του Διχασμού προσχώρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης και έγινε αρχηγός του στρατού της Εθνικής Άμυνας. Το Μάρτιο του 1919 επισκέφθηκε επίσημα την Κωνσταντινούπολη μετά από πρόσκληση του Αρχηγείου των Συμμαχικών Στρατευμάτων και στις 30 Ιουνίου αποβιβάστηκε ως αρχιστράτηγος του ελληνικού στρατού κατοχής στη Σμύρνη. Επέστρεψε στη Σμύρνη τον Φεβρουάριο του 1920 όταν άρχισαν οι πολεμικές επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών επανήλθε στην Ελλάδα προσπαθώντας να πείσει τον Βενιζέλο να μη διενεργήσει εκλογές το Νοέμβριο του 1920. Μετά την εκλογική ήττα των Φιλελευθέρων παραιτήθηκε από τον Στρατό και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στη Γαλλία.
Παντρεύτηκε την Κούλα Νικολάου Διομήδη (1871-1964) με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον Ιωάννη (1911-1932), που από μικρός εμφάνισε σοβαρά προβλήματα υγείας.
Ο Λ. Παρασκευόπουλος πέθανε το 1936.

Μυριβήλης, Στράτης

  • Άτομο
  • 1892 - 1969

Ο Στράτης Μυριβήλης (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ευστράτιου Σταματόπουλου που θα χρησιμοποιήσει για πρώτη φορά το 1911) γεννήθηκε στη Σικαμνιά της Λέσβου το 1892. Ήδη από τα γυμνασιακά του χρόνια προσχώρησε στο δημοτικισμό και πρωτοστάτησε σε μαθητικές κινητοποιήσεις υπέρ της δημοτικής. Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο Μυτιλήνης διορίστηκε δάσκαλος στο Μανταμάδο της Λέσβου το 1910-11 και συνεργάστηκε με εφημερίδες και περιοδικά του νησιού του. Την ίδια χρονιά βραβεύτηκε για πρώτη φορά σε διαγωνισμό διηγήματος του περιοδικού Νεότης της Σμύρνης. Η κήρυξη του πολέμου του 1912 βρήκε τον Μυριβήλη φοιτητή της Νομικής και της Φιλοσοφικής Σχολής στην Αθήνα. Μαζί με άλλους Λέσβιους νέους και κατόπιν διαβήματος στον Ελ. Βενιζέλο κατατάχθηκε εθελοντής και έφυγε για το μέτωπο. Έτσι ξεκίνησε η μακρά θητεία του σε όλους τους πολέμους της γενιάς του, τους Βαλκανικούς και τη Μικρασιατική Εκστρατεία.

Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή επέστρεψε στο νησί του, όπου άρχισε να εκδίδει την εβδομαδιαία εφημερίδα Καμπάνα (1923-24) και αργότερα την ημερήσια εφημερίδα Ταχυδρόμος (1924-30). Το 1932 εγκαταστάθηκε μονίμως στην Αθήνα, όπου και ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας Δημοκρατία (1930-33), ενώ το 1938 διορίστηκε υπάλληλος στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων. Εργάστηκε ως χρονογράφος και λογοτεχνικός συνεργάτης σε διάφορες εφημερίδες (π.χ. βλ. τη μόνιμη στήλη του Πτερόεντα στην εφημερίδα Η Εθνική, 1933-1957), ενώ σημαντική ήταν και η θητεία του στο ραδιόφωνο με εβδομαδιαίες εκπομπές (‘Το χρονικόν της εβδομάδος’, ‘Μιλάμε για την Τέχνη’, ‘Το Λογοτεχνικό Τέταρτο’). Εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας το 1958, υπήρξε ιδρυτικό μέλος, πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας των Λογοτεχνών της Ελλάδος, ιδρυτικό μέλος, αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Λογοτεχνών, καθώς και αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου. Είχε ακόμα προταθεί από την Εθνική Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών ως υποψήφιος για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1963).

Κατά τον Ηλία Βενέζη ο Σ.Μ. υπήρξε ο ‘γενάρχης’ της Αιολικής Λογοτεχνίας και σημαντικός πεζογράφος της Γενιάς του ΄30. Καθιερώθηκε κυρίως ως συγγραφέας μυθιστορημάτων και διηγημάτων, αν και το έργο του ως χρονογράφου είναι ιδιαίτερα ογκώδες. Από τα μυθιστορήματά του Η Ζωή εν Τάφω (1924/1930) που πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα Καμπάνα το 1923-24, Η Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια (1933) και Η Παναγιά η Γοργόνα (1949) θεωρείται ότι αποτελούν μια τριλογία βασισμένη στις εμπειρίες του Σ.Μ. στο μέτωπο και τα χαρακώματα. Από τα πιο γνωστά έργα του είναι ακόμα οι νουβέλες Ο Βασίλης ο Αρβανίτης (αρχικά σε συνέχειες, 1943) και Ο Παν (1944) και οι συλλογές διηγημάτων Το Πράσινο Βιβλίο (1935), Το Γαλάζιο Βιβλίο (1939), Το Κόκκινο Βιβλίο (1952), Το Βυσσινί Βιβλίο (1959). Έχει επίσης γράψει συλλογές ποιημάτων, ένα παιδικό μυθιστόρημα (Ο Αργοναύτης) και ταξιδιωτικές εντυπώσεις. Τα έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.

Πέθανε στην Αθήνα το 1969.

Μαντζαβίνος, Γεώργιος

  • Άτομο
  • 1888 - 1955

Ο Γεώργιος Μαντζαβίνος σπούδασε νομικά και πολιτικές και οικονομικές επιστήμες. Το 1935-1936 ήταν Υπουργός Οικονομικών στις κυβερνήσεις Δεμερτζή και Μεταξά. Παραιτήθηκε όταν κηρύχθηκε η δικτατορία Μεταξά και λίγο αργότερα εκλέχτηκε Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, θέση που κατείχε στη διάρκεια της Κατοχής. Μετά την αποχώρηση του Βαρβαρέσου εκλέχτηκε Διοικητής της Τράπεζας. Τον Ιανουάριο του 1950 διετέλεσε Υπουργός Οικονομικών στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Θεοτόκη.

[Πηγή βιογραφικού σημειώματος: Το υλικό του αρχείου].

Τσουδερός, Εμμανουήλ

  • Άτομο
  • 1882 - 1956

Σπούδασε νομικά και οικονομικές επιστήμες. Εξελέγη Βουλευτής στη Βουλή των Κρητών (1906-1912), Αντιπρόεδρος της Συνέλευσης Κρητών και εκπρόσωπός της στην Αθήνα. Το 1924 χρημάτισε Υπουργός Συγκοινωνιών και Οικονομικών. Παράλληλα, αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στην Ε΄ Γενική Συνέλευση της Κοινωνίας των Εθνών (ΚτΕ). Το 1925, ως Υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας, συνέβαλε στην εκκαθάριση των ανταλλάξιμων τουρκικών περιουσιών και την αποζημίωση των Ελλήνων προσφύγων. Το 1928 διορίστηκε Υποδιοικητής της νεοσύστατης Τράπεζας της Ελλάδος και, στη συνέχεια, το διάστημα 1931-1939 Διοικητής της. Υπήρξε Πρωθυπουργός της εξόριστης κυβέρνησης κατά τα έτη 1941-1944. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διετέλεσε, μεταξύ άλλων, Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης, Υπουργός Συντονισμού και μέλος του Κυβερνητικού Συντονιστικού Συμβουλίου.

Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1929 - 2012

Η Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος ιδρύθηκε το 1929 (Ν. 4332 16.8.1929, ΦΕΚ 283/ τεύχος Α) ως αυτόνομος τραπεζιτικός οργανισμός κοινωφελούς χαρακτήρα με σκοπό την άσκηση της Αγροτικής πίστης σε όλες τις μορφές, την ενίσχυση των συνεταιριστικών οργανώσεων και τη βελτίωση των όρων της διεξαγωγής των γεωργικών εργασιών και συναφών συναλλαγών.
Για την ίδρυση της ΑΤΕ χρησιμοποιήθηκαν κεφάλαια της Εθνικής Τράπεζας και 5 Τραπεζών που λειτουργούσαν μέχρι τότε και συγχωνεύτηκαν με την ΑΤΕ το 1929. Πρόκειται για τις Τράπεζες Μακεδονίας, Θράκης, Ηπείρου, νήσων Αιγαίου, Κοινωφελούς Ταμείου Κρήτης που προϋπήρχαν από τουρκοκρατίας και συνέχιζαν να λειτουργούν και μετά την απελευθέρωση των περιοχών εγκατάστασής τους.
Βάσει καταστατικού ειδικότεροι σκοποί της ΑΤΕ ήταν οι παρακάτω:

  1. Χορήγηση δανείων σε γεωργούς, κτηνοτρόφους, αλιείς, γεωργικούς συνεταιρισμούς και σε νομικά και φυσικά πρόσωπα γεωργικών επιχειρήσεων, καθώς και για την εκτέλεση έργων κοινής ωφελείας
  2. Η προμήθεια και διάθεση στους παραπάνω εργαλείων, μηχανημάτων, λιπασμάτων, γεωργικών φαρμάκων κλπ.
  3. Η διευκόλυνση των παραπάνω σε θέματα συγκέντρωσης, αποθήκευσης, επεξεργασίας και πώλησης των προϊόντων στην αγορά (εσωτερικού- εξωτερικού)
  4. Η διάδοση των τελειότερων μεθόδων καλλιέργειας, κτηνοτροφίας και αλιείας, με παράλληλη τόνωση της αποταμίευσης καθώς και η οργάνωση διοίκησης υπηρεσιών ή οργανισμών αγροτικής ασφάλειας ή αντασφάλειας προϊόντων, καλλιεργειών, ζώων, μέσων, οικημάτων και εγκαταστάσεων.
  5. Η συστηματοποίηση της εμπορίας των γεωργικών προϊόντων.
  6. Η τόνωση του συνεργατικού πνεύματος με προπαγάνδα και διαπαιδαγώγηση των αγροτικών κοινωνιών καθώς και η εποπτεία των γεωργικών συνεταιρισμών
    Η ενίσχυση οικοτεχνιών στις καθαρά γεωργικές οικογένειες για επικερδή απασχόληση στις νεκρές γεωργικές περιόδους.
    Η προστασία της αλιείας, και των δασικών επιχειρήσεων με παροχές δανείων ή πιστώσεων
    Το 1991 η ΑΤΕ μετατράπηκε σε Ανώνυμη Εταιρεία και λειτούργησε ως τράπεζα πολλαπλών δραστηριοτήτων μέχρι το 2012 που απορροφήθηκε από την Τράπεζα Πειραιώς.

Μικτή Επιτροπή Ελληνοβουλγαρικής Μεταναστεύσεως

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1920 - π. 1930

Η Συνθήκη του Νεϊγύ (27 Νοεμβρίου 1919) είχε ως σκοπό την επίλυση των προβλημάτων που δημιουργούνταν από τη μετανάστευση των πληθυσμών. Μεταξύ Βουλγαρίας και Ελλάδας υπογράφτηκε ειδική συνθήκη η οποία προέβλεπε την εθελούσια ανταλλαγή των πληθυσμών. Στις 18 Δεκεμβρίου 1920 συστήνεται Μικτή Επιτροπή Ελληνοβουλγαρικής Μετανάστευσης, η διάρκεια της οποίας ήταν περίπου 10 χρόνια. Η Μικτή Επιτροπή εκπόνησε Κανόνες και Σχέδιο Πληρωμής. Οι Κανόνες αφορούσαν στις συνθήκες μετανάστευσης των πληθυσμών και προσδιόριζαν την περιουσία που είτε θα έπαιρναν μαζί τους, είτε θα εκκαθαριζόταν. Το Σχέδιο Πληρωμής καθόριζε τους όρους πληρωμής των μεταναστών και τον διακανονισμό μεταφοράς πόρων από τη μία χώρα στην άλλη (ορίσθηκε οι μετανάστες να παίρνουν σε μετρητά το 10% της αξίας της ακίνητης περιουσίας από τη χώρα προέλευσης και το υπόλοιπο 90% σε ομολογίες (γραμμάτια) από τη χώρα υποδοχής).
Με τη Συνθήκη της Λοζάνης (30 Ιανουαρίου 1923) ορίσθηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή των Ελλήνων ορθοδόξων της Τουρκίας και των Τούρκων μουσουλμάνων της Ελλάδας. Συστήνεται Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, η οποία αναλαμβάνει τις εκκαθαρίσεις των περιουσιών των ανταλλαξίμων. Η λειτουργία της Επιτροπής χωρίζεται σε πέντε περιόδους, άρχισε στις 8 Οκτωβρίου 1923 και τελείωσε περίπου το 1930. Τέλος, βάσει του Νόμου 5151/15 Ιουλίου 1931, η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος αναλαμβάνει την είσπραξη των χρεών που έως τότε αποτελούσε κύρια δραστηριότητα της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων (ΕΑΠ).

Ανώνυμος Υφαντουργική Εταιρεία Μουταλάσκη

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1927 - 1978

Η Ανώνυμος Υφαντουργική Εταιρεία Μουταλάσκη ιδρύθηκε στις 22.9.1927 (ΦΕΚ, Δελτίο Α.Ε.: 88/30.11.1927) στη Νέα Ιωνία από τους Αλέξανδρο (πατέρα), Γεώργιο και Συμεών (υιοί) Σινιόσογλου και Ιακώβ Τσαλίκογλου (και οι δύο οικογένειες είχαν ήδη δραστηριοποιηθεί στην υφαντουργία: η οικογένεια Ι. Τσαλίκογλου από το 1923 με αργαλειούς που είχε φέρει μαζί της από τη Μικρά Ασία, οι Αφοί Σινιόσογλου από το 1926). Την περίοδο 1930-1950, καθιερώθηκε στην αγορά με το υψηλής ποιότητας κάμποτ που παρήγαγε και σύντομα αναδείχθηκε ως μία από τις σημαντικότερες κλωστοϋφαντουργικές μονάδες της Ελλάδας. Στις 28.12.1978, η εταιρεία απορροφήθηκε και συγχωνεύτηκε με την Πειραϊκή Πατραϊκή Βιομηχανία Βάμβακος Α.Ε. (ΦΕΚ, τχ. Α.Ε. και ΕΠΕ: 3276/30.12.1978). Το 1986 αποσχίστηκε από την Π.Π. και επανασυστάθηκε με την επωνυμία Πειραϊκή Πατραϊκή Κλωστοϋφαντήριο Νέας Ιωνίας (πρώην Μουταλάσκη) Α.Ε. Το 1992 η εταιρεία έπαυσε τις εργασίες της και τέθηκε σε εκκαθάριση (ΦΕΚ, τχ. Α.Ε. και ΕΠΕ: 4726/13.10.1992). Ένα χρόνο αργότερα η εταιρεία αγοράστηκε από την «Σακαλίδης ΕΠΕ».

Κοινωφελές Ταμείο Κρήτης

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1869 - 1929

Το Κοινωφελές Ταμείο Κρήτης ιδρύθηκε το έτος 1869 για να συνδράμει στη θεραπεία των συνεπειών της Επανάστασης του 1866-69 στον αγροτικό πληθυσμό. Η χρηματοδοτική δράση του Ταμείου αφορούσε σε γεωργικούς πληθυσμούς και στους εμπόρους ή βιομήχανους. Ως έδρα ορίστηκαν τα Χανιά ενώ ιδρύθηκε κατάστημα στο Ηράκλειο.
Οι εύθραυστες πολιτικά συνθήκες του 1897 οδήγησαν στην πυρπόληση του κεντρικού καταστήματος και την απώλεια του αρχείου του Ταμείου με αποτέλεσμα την παύση των εργασιών έως το έτος 1901, όταν λαμβάνει παράλληλα την επωνυμία Γεωργική Τράπεζα Κρήτης. Κατά την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας, Διευθυντής του Ταμείου υπήρξε ο Ι. Παπαδάκης, οπότε η λειτουργία του φαίνεται αποδοτικότερη σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο της Τουρκοκρατίας. Στα χρόνια που ακολούθησαν την ενσωμάτωση της Κρήτης στον εθνικό κορμό σε επιστολή της 2/1/1915 προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ως Προέδρου της Ελληνικής Κυβέρνησης, που φυλάσσεται στο Αρχείο Ελευθερίου Βενιζέλου στο Μουσείο Μπενάκη, εκφράζονται οι ευχαριστίες των υπαλλήλων του κεντρικού καταστήματος για τη θεώρηση του νομοσχεδίου του Ταμείου από τη Βουλή και την εξασφάλιση της μονιμότητας του προσωπικού.
Το Ταμείο περιλαμβανόταν ανάμεσα στα ιδρύματα που συγχωνεύθηκαν για την ίδρυση της Αγροτικής Τραπέζης της Ελλάδος. Τα διαθέσιμα του Ταμείου που περιήλθαν στην ΑΤΕ την περίοδο της συγχώνευσης ανέρχονταν σε 1.055.201,84 δρχ. Στον Απολογισμό της ΑΤΕ του έτους 1930 τα κεφάλαια του Ταμείου, σύμφωνα με τα πρωτόκολλα συγχώνευσης του ενεργητικού και τα καθαρά κεφάλαια που μεταβιβάστηκαν στην Τράπεζα,
ανέρχονταν σε 9.571.470,98 δρχ. Οι υποδομές του Ταμείου στα Χανιά λειτούργησαν ως αντιπροσωπεία της ΑΤΕ σύμφωνα με το άρθρο 31 του
Καταστατικού της (πηγή: ΑΤΕ, Το έργον μιας δεκαετίας 1930-1939, Αθήνα 1940)

Φαλτάιτς, Κωνσταντίνος

  • Άτομο
  • 1891 - 1944

Ο Κωνσταντίνος Φαλτάιτς, πατέρας του ιδρυτή του Μουσείου Φαλτάϊτς, υπήρξε κορυφαίος δημοσιογράφος, λογοτέχνης και πρωτοπόρος ερευνητής της περιόδου του μεσοπολέμου. Ήταν από τα πρώτα μέλη της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών, ενώ παρακολούθησε ως πολεμικός ανταποκριτής τους Βαλκανικούς Πολέμους και την Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή. Θεωρείται πρωτοπόρος ερευνητής του ρεμπέτικου τραγουδιού, αλλά και των Ρομά. Παράλληλα, συνέβαλε στην διάσωση του έργου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, χειρόγραφα του οποίου εκτίθενται στο Μουσείο Φαλτάϊτς.

Γυμναστικός Σύλλογος Ποντίων Ναούσης «Ακρίτας»

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1928 - 1956

Ο Γυμναστικός Σύλλογος Ποντίων Ναούσης «Ακρίτας» ιδρύθηκε το 1928 και υπήρξε ο πρώτος αθλητικός σύλλογος της πόλης. Εξελίχθηκε σε ευρύτερα πολιτιστικό σύλλογο όχι μόνον των Ποντίων αλλά και των υπολοίπων προσφύγων της Νάουσας, οργανώνοντας πολιτιστικές εκδηλώσεις, θεατρικές παραστάσεις, ενώ συμμετείχε σε πρωταθλήματα της περιοχής.

Μουμτζίδης, Ιωάννης

  • Άτομο

Ο Ιωάννης Μουμτζίδης, πρόσφυγας δεύτερης γενιάς από την Αργυρούπολη του Πόντου, γεννήθηκε στην Νάουσα. Δραστηριοποιήθηκε επιχειρηματικά στην πόλη κατά την δεκαετία του 1950. Επίσης ασχολήθηκε με την αθλητική και πολιτιστική δημοσιογραφία. Πέθανε σε νεαρή ηλικία.

Ιταλική Διοίκηση Νήσων Αιγαίου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1912 - 1945

Η Ιταλία κατέλαβε τα Δωδεκάνησα τον Μάιο του 1912, κατά τον Ιταλοτουρκικό Πόλεμο. Η απόσπαση των νησιών από την οθωμανική κυριαρχία, σε συνδυασμό με τις ιταλικές διακηρύξεις περί προσωρινότητας αυτής της κατοχής, ενίσχυσαν τις ελπίδες των Δωδεκανησίων για την επίτευξη της πολυπόθητης ένωσης με την Ελλάδα, όπως αυτές άλλωστε είχαν διακηρυχθεί στις 17 Ιουνίου 1912 στην Πάτμο, με την ανακήρυξη της «Αυτόνομης Πολιτείας του Αιγαίου». Οι περιπέτειες των Βαλκανικών, του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και των Συνθηκών Ειρήνης που ακολούθησαν, με τις εδαφικές ανακατατάξεις και τη ρευστότητα των πολιτικών εξελίξεων, θα διατηρούσαν τις ελληνικές επιδιώξεις ζωντανές, μέχρι την απότομη προσγείωση της Μικρασιατικής Καταστροφής και της Συνθήκης της Λωζάννης. Η ελληνική ήττα του 1922 και η άνοδος των Ιταλών φασιστών στην εξουσία, κατέστησαν πλέον απροκάλυπτες τις προθέσεις των νέων κυρίων των Δωδεκανήσων. Τα «Ιταλικά Νησιά του Αιγαίου» κηρύσσονταν ιταλική κτήση με νομοθετική και τελωνειακή αυτονομία υπό τις διαταγές ενός Ιταλού Κυβερνήτη. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το 1943, τα Δωδεκάνησα καταλαμβάνονται από τους Γερμανούς με την ιταλική πολιτική διοίκηση τυπικά να διατηρείται μέχρι το 1945.

Γαρμπής, Γεώργιος

  • Άτομο
  • περ. 1890 - ;

Ο Γεώργιος Γαρμπής γεννήθηκε περί το 1890. Έζησε στις Κυδωνίες (Αϊβαλί) από όπου και καταγόταν. Ως γόνος εύπορης οικογένειας εμπόρων πραγματοποίησε πανεπιστημιακές σπουδές στην Ecole des Mines του Παρισιού.

Κέντρο Μελέτης και Ανάπτυξης του Ελληνικού Πολιτισμού της Μαύρης Θάλασσας

  • Συλλογικό Όργανο

Το Κέντρο Μελέτης & Ανάπτυξης του Ελληνικού Πολιτισμού της Μαύρης Θάλασσας δημιουργήθηκε το 1996 με πρωτοβουλία της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης. Λειτούργησε έως το 2011 στο πλαίσιο Προγραμματικής σύμβασης που υπεγράφη στις 17 Ιανουαρίου 1996 μεταξύ της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Θεσσαλονίκης, του Κέντρου Πολιτισμού Θεσσαλονίκης Α.Ε., του Υπουργείου Εξωτερικών και του Υπουργείου Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης. Κατά τα χρόνια λειτουργίας του το Κέντρο Μαύρης Θάλασσας ανέπτυξε τις παρακάτω δραστηριότητες:
• Δημιουργία στη Θεσσαλονίκη της Βιβλιοθήκης και του Αρχείου του Ελληνισμού της Μαύρης Θάλασσας
• Ετήσιες πολιτιστικές δράσεις με την επωνυμία "Εύξεινος Θεσσαλονίκη"
• Ενίσχυση αρχαιολογικών ανασκαφών
• Δημιουργία Κέντρων Ελληνικής Παιδείας σε πανεπιστήμια των χωρών του Ευξείνου Πόντου, στα οποία λειτουργούν έδρες Ελληνικών Σπουδών
• Προγράμματα πολιτισμικής εκπαίδευσης σε σχολεία στα οποία διδάσκεται η ελληνική γλώσσα
• Καταγραφή δεδομένων για την ελληνόγλωσση εκπαίδευση
• Προγράμματα επιμόρφωσης και μετεκπαίδευσης ομογενών δασκάλων και σπουδαστών
• Δημιουργία και ενίσχυση σχολικών και κοινοτικών βιβλιοθηκών
• Προγράμματα φιλοξενίας, πολιτιστικών ανταλλαγών και "υιοθεσιών" ελληνικών συλλόγων, φορέων και σχολείων στο πλαίσιο ενεργών δικτύων επικοινωνίας και συνεργασίας
• Υποστήριξη συνεδρίων και εκδηλώσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό
• Συμμετοχή σε προγράμματα άλλων φορέων, πανεπιστημίων και ιδρυμάτων.
Βλ. https://www.lib.auth.gr/el/kmth

Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, Διεύθυνσις Εισπράξεως Χρεών

  • Συλλογικό Όργανο

Για την Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων
βλ.
Κρίμπας Β. Δ. (1999). Το έργον της αγροτικής εγκαταστάσεως της επιτροπής αποκατάστασης προσφύγων. Δελτίο
Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, 13, 225–268. https://doi.org/10.12681/deltiokms.148
file:///C:/Users/stathis/Downloads/2529-121-5180-1-10-20150306.pdf

Γενική Διοίκησις Κεντρικής Μακεδονίας, Γραφεία Εποικισμού

  • Συλλογικό Όργανο

Για την Επιτροπή και τα Γραφεία Εποικισμού Μακεδονίας βλ. σελ. 234-235 στο:
Κρίμπας Β. Δ. (1999). Το έργον της αγροτικής εγκαταστάσεως της επιτροπής αποκατάστασης προσφύγων. Δελτίο
Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, 13, 225–268. https://doi.org/10.12681/deltiokms.148
file:///C:/Users/stathis/Downloads/2529-121-5180-1-10-20150306.pdf

Παπαστάθης, Χαράλαμπος

  • Άτομο

Χαράλαμπος Κ. Παπαστάθης του Κωνσταντίνου, σύζυγος της Δέσποινας-Ειρήνης Τσούρκα. Ομότιμος καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου στην Νομική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1940. Σπούδασε στην Νομική Σχολή του ΑΠΘ και μεταπτυχιακές έρευνες έκανε στην Ρώμη, Σόφια, Πράγα και Ουάσιγκτον (υποτροφία Fulbright στο Dumbarton Oaks Centre for Byzantine Studies). Ξεκίνησε ως βοηθός – ερευνητής στο Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών του ΑΠΘ το 1974 και αφού ανήλθε την κλίμακα της ακαδημαϊκής ιεραρχίας εξελέγη τακτικός καθηγητής το 1988.Διετέλεσε Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων (1987-1988), πρόεδρος των Γενικών Αρχείων του Κράτους, αντιπρόεδρος και γενικός γραμματεύς της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, πρόεδρος του Δ.Σ. του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ), αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Σλαβικών Μελετών, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κονσόρτσιουμ Μελέτης σχέσεων Κράτους-Εκκλησίας και μέλος της Εφορείας της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Έχει αναγορευθεί Μέγας Λογοθέτης του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, Άρχων Νομοφύλαξ του Οικουμενικού Πατριαρχείου, επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Σόφιας και «επίτιμος εταίρος» του Ινστιτούτου Σπουδών της ΝΑ Ευρώπης της Ρουμανικής Ακαδημίας Επιστημών. Διετέλεσε επισκέπτης καθηγητής στα Πανεπιστήμια Paris Sud (XI) και Σόφιας, στο Ανατολικό Ινστιτούτο Ρώμης και στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales (Παρίσι).
Δημοσίευσε τα βιβλία:
• Το νομοθετικόν έργον της Κυριλλομεθοδιανής Ιεραποστολής εν Μεγάλη Μοραβία
• Περί την διοικητικήν οργάνωσιν της Εκκλησίας Κύπρου
• Οι Κανονισμοί των Ορθόδοξων Ελληνικών Κοινοτήτων του Οθωμανικού Κράτους και της Διασποράς
• Νομοκάνων Γεωργίου Τραπεζουντίου
• Η ειδική νομική μεταχείριση των Αγιορειτών
• Κατάλογος ελληνικών νομικών χειρογράφων Κέντρου”Dujcev” Σόφιας
• Νομική Βιβλιογραφία Αγίου Όρους
• Οι εσωτερικοί κανονισμοί του Αγίου Όρους
• Νομοκανονικές Μελέτες
• Θεσσαλονίκεια και Μακεδονικά Ανάλεκτα
• Το Χρονικό της Ορμύλιας
• και περί τις 150 μελέτες σε περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων
Πηγή: Πανεπιστήμιο Κύπρου: Βιβλιοθήκη https://library.ucy.ac.cy/information/donations/xaralampos-kai-despoina-papastathi/
βλέπε και: https://ejournals.lib.auth.gr/fragmenta/article/download/5285/5173

Φωτιάδης, Δημήτριος

  • Άτομο
  • 1898-1988

Ο Δημήτρης Φωτιάδης, γιος του γαιοκτήμονα και λογοτέχνη Αλέκου Φωτιάδη (1869-1943) και της συζύγου του Ιφιγένειας το γένος Αμηρά, γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1898. Είχε μία αδελφή, την Αικατερίνη. Φοίτησε στο Ελληνογερμανικό Λύκειο Κυριάκου Γιαννίκη,υπηρέτησε εθελοντής στη Μικρασιατική Εκστρατεία από το 1918 και μετά την Καταστροφή του 1922 ήλθε πρόσφυγας στην Αθήνα. Στο χώρο των γραμμάτων εμφανίστηκε για πρώτη φορά με το θεατρικό έργο Μάνια Βιτρόβα, που απέσπασε το πρώτο βραβείο στον Καλοκαιρίνειο δραματικό διαγωνισμό το 1931, παρουσιάστηκε από το Λαϊκό Θέατρο του Βασίλη Ρώτα και κυκλοφόρησε αυτοτελώς το 1932 από τον εκδοτικό οίκο Δημητράκου. Το ίδιος έτος, το δράμα του Το μαγεμένο βιολί βραβεύτηκε στο διαγωνισμό μονοπράκτων έργων της Λέσχης Καλλιτεχνών «Ατελιέ». Το 1938 κυκλοφόρησε σε δική του μετάφραση και επιμέλεια το Συμπόσιο του Πλάτωνα, εργασία για την οποία τιμήθηκε το 1939 με το «αργυρούν μετάλλειον» της Εταιρείας Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Από το 1936 ώς το 1940 ήταν διευθυντής του περιοδικούΝεοελληνικά Γράμματα.Το 1941, λίγο πριν από τη γερμανική εισβολή, διέφυγε στη Μέση Ανατολή και από εκεί στο Λονδίνο, όπου διετέλεσε διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού της αυοτεξόριστης ελληνικής κυβέρνησης και μέλος της Εθνικής Επιτροπής Ενότητας. Στην Ελλάδα επέστρεψε μετά την Απελευθέρωση και από το 1945 ώς το 1948 ήταν διευθυντήςτου περιοδικούΕλεύθερα Γράμματα. Από το 1948 ώς το 1951 εξορίστηκε διαδοχικά στην Ικαρία, τη Μακρόνησο και τον Άη Στράτη και μετά την απελευθέρωσή του ήταν μέλος της διοικούσας επιτροπής της ΕΔΑ. Από το 1953 στράφηκε κυρίως στην ιστοριογραφία, με πρώτο έργο το Μεσολόγγι, το έπος της μεγάλης πολιορκίας (Αθήνα, Ορίζοντες, 1953). Ακολούθησαν τα βιβλία του: Καραϊσκάκης (1956), Κανάρης (1960), Κολοκοτρώνης, η δίκη του (1962), Όθωνας, η μοναρχία (1963), και Όθωνας, η έξωση (1964), το τετράτομο Η Επανάσταση του Εικοσιένα (1971-1972), Σαγγάριος, εποποιία και καταστροφή στη Μικρά Ασία (1974) και Τρίτη Σεπτεμβρίου 1843 (1975). Μέλος, πρόεδρος και αντιπρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών, μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, του Συνδέσμου Ιστορικών, της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης και πολλών άλλων συλλόγων, ο Φωτιάδης ανέπτυξε πολύπλευρη συγγραφική και κοινωνική δραστηριότητα. Τη δεκαετία του 1920, απέκτησε μια κόρη εκτός γάμου, την Έφη. Σύζυγός του από το 1940 και αγαπημένη σύντροφός του μέχρι το τέλος της ζωής του, ήταν η γεννημένη το 1912 στο Κάιρο Κατίνα το γένος Λάσκαρη (του Γεωργίου και της Φλώρενς).
Άλλα έργα του Δημήτρη Φωτιάδη:
Θέατρο: Ο κόσμος ανάποδα (θίασος Μαρίκας Κοτοπούλη 1937), Θεοδώρα (Ενωμένοι Καλλιτέχνες 1945), Ο Μακρυγιάννης (Ενωμένοι Καλλιτέχνες 1946), Καραϊσκάκης (Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο Μάνου Κατράκη 1957), Εθνεγερσία (ορατόριο 1971), έργα που δεν έχουν παρουσιαστεί στη σκηνή (Ο άσπρος σατανάς, Είχε μπάρμπα στην Κορώνη, Ένας Αθηναίος στη Σπάρτη, Κατακτητές, Κάτω από το ίδιο φως, Ο πολιτικάντης, Ρωμανός Βοΐλας, Τζιλιπουτί κ.ά.), μεταφράσεις (Αριστοφάνη Ιππής 1938, GeorgeBernardShawΠάνω στα βράχια, θίασος Αιμίλιου Βεάκη – Γιώργου Παππά 1947 κ.ά.)
Ποίηση, μεταφράσεις, απομνημονεύματα κ.ά.: Δημοσθένους Κατά Φιλίππου Γ΄ (1940), Πλάτωνος Φαίδρος (1966), Η ακτή των σκλάβων (1950), Ζωή και τέχνη (1958), Errata (1976), Ενθυμήματα Α΄-Γ΄ (1981-1985, κρατικό βραβείο μυθιστορηματικής βιογραφίας).

[Πηγές σύνταξης βιογραφικού: 1.Φωτιάδης, Δημήτρης: Ενθυμήματα Α΄-Γ΄, Αθήνα, Κέδρος, 1981, 1983, 1985.2. Αυτοβιογραφικά σημειώματα του Δημήτρη Φωτιάδη στο αρχείο].

Θέατρο "Σμύρνη"

  • Συλλογικό Όργανο

Το θέατρο «Σμύρνη» συνδέεται με τον ηθοποιό και θεατρώνη Ζαχαρία Μέρτικα από τη Σμύρνη, ο οποίος μετά τη Μικρασιατική καταστροφή φαίνεται πως έδρασε στα Χανιά (1923), και από το 1924 στην προσφυγική συνοικία της Νέας Κοκκινιάς (σημερινή Νίκαια) στον Πειραιά. Σύμφωνα με το αρχειακό υλικό που περιγράφεται εδώ (της περιόδου 1939‒1945), το θέατρο βρισκόταν στην οδό Κονδύλη της Νέας Κοκκινιάς, ενώ ως ιδιοκτήτες ή διαχειριστές του εμφανίζονται επίσης οι Βασίλειος Αλιφέρης, Στυλιανός Παγώνης και Αναστάσιος Αναστασιάδης.

Κατσέλης, Πέλος

  • Άτομο
  • 1903 ή 1907 - 1981

Ο Πέλος (Πελοπίδας) Κατσέλης, του Νικολάου και της Ελεωνόρας, γεννήθηκε στο Ναζλί της Μικράς Ασίας. Ξεκίνησε τις γυμνασιακές του σπουδές στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και τις ολοκλήρωσε στο παράρτημά της στην Αθήνα, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά του, όταν ο ίδιος ήταν σε νεαρή ηλικία. Το 1924 γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου. Στη διάρκεια των σπουδών του δημοσίευσε άρθρα σε νεανικά περιοδικά, και αργότερα συνεργάστηκε ως κριτικός και αρθρογράφος με περιοδικά (Ελληνικά Γράμματα, Νεοελληνικά Γράμματα κ.ά.), υπογράφοντας ορισμένες φορές «Σουδενίτης» από τον τόπο καταγωγής του πατέρα του, το χωριό Σουδενά της Ηπείρου. Συνέχισε τις θεατρικές σπουδές του στην Αυστρία (Βιέννη, 1933) και τη Γερμανία (Μόναχο, Βερολίνο, Δρέσδη, Φρανκφούρτη, 1937‒1939). Από τη Γερμανία συνεργάστηκε ως ανταποκριτής με την εφημερίδα Η Καθημερινή. Εξέδωσε δύο μελέτες για το θέατρο του Σαίξπηρ (Σαίξπηρ Ι. Οθέλλος: Νόημα και χαρακτήρες, Αθήνα, Τυπογραφικά Καταστήματα Ακροπόλεως, [1933], και Κριτικά δοκίμια και μελέτες γύρω απ’ το θέατρο: Ρωμαίος και Ιουλιέτα – Ο Σαίξπηρ κωμωδιογράφος, Αθήνα, Μαυρίδης, 1943). Στο θέατρο εμφανίστηκε αρχικά ως ηθοποιός και ως ιδρυτικό μέλος του Θεατρικού Φοιτητικού Ομίλου, περνώντας και στο χώρο της σκηνοθεσίας, ήδη το 1929 (Λέων Τολστόι, Το ζωντανό πτώμα, θίασος «Σπουδή», θέατρο Αθήναιον). Το 1939 ανέλαβε σκηνοθέτης του περιοδεύοντος κλιμακίου του Εθνικού Θεάτρου «Άρμα Θέσπιδος», θέση στην οποία παρέμεινε ώς το 1941. Συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, την Εθνική Λυρική Σκηνή, την Εθνική Ραδιοφωνία, τον εταιρικό θίασο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών «Άρμα Θεάτρου», καθώς και με θιάσους του ελεύθερου θεάτρου. Από το 1951 ώς το 1959 διετέλεσε καλλιτεχνικός σύμβουλος της Ελληνικής Περιηγητικής Λέσχης και σκηνοθέτησε θεατρικές παραστάσεις σε ανοιχτούς χώρους (Ύδρα, Ναύπακτος, Μεσολόγγι, Λίνδος), στο πλαίσιο της θεωρίας του για μια λαϊκή και στρατευμένη θεατρική τέχνη, την οποία ο ίδιος ονόμασε «Φυσικό Θέατρο». Δίδαξε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου (1941‒1946) και στη Σχολή Σταυράκου (1956). Το 1957 ίδρυσε δική του δραματική σχολή, τη διεύθυνση της οποίας διατήρησε ώς το τέλος της ζωής του.

Μαζαράκη-Κατσέλη, Αλέκα

  • Άτομο
  • 1917 - 1994

Η Αλέκα (Αλεξάνδρα) Μαζαράκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Ήταν κόρη του γενικού διευθυντή της Τράπεζας Αθηνών Αθανασίου Μαζαράκη και της συζύγου του Λουκίας το γένος Κηλαϊδίτη. Απόφοιτη της Σχολής Ορχηστικής Τέχνης της Κούλας Πράτσικα και της δραματικής σχολής του Θεάτρου Τέχνης. Εμφανίστηκε στη σκηνή αρχικά στις παραστάσεις χορού της Κούλας Πράτσικα και στη συνέχεια ως ηθοποιός του Θεάτρου Τέχνης (1943, στο έργο του Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω Το πρώτο έργο της Φάννυ). Παρέμεινε στο Θέατρο Τέχνης ώς το 1944, οπότε μεταπήδησε στο Εθνικό Θέατρο με το οποίο τήρησε μακροχρόνια συνεργασία. Η Αλέκα Κατσέλη συνεργάστηκε επίσης με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, την Εθνική Ραδιοφωνία και με θιάσους του ελεύθερου θεάτρου, όπου διετέλεσε επίσης θιασάρχης και συνθιασάρχης. Πρωταγωνίστησε σε κινηματογραφικές ταινίες και τηλεοπτικές παραγωγές. Διετέλεσε για σειρά ετών ιέρεια και πρωθιέρεια στις τελετές αφής της ολυμπιακής φλόγας, από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου πλάι στην Κούλα Πράτσικα (1936) ώς τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο (1964). Ασχολήθηκε και με τη θεατρική μετάφραση, ενώ δίδαξε στη Σχολή Ορχηστικής Τέχνης της Κούλας Πράτσικα (1947) και στη δραματική σχολή Πέλου Κατσέλη, της οποίας ανέλαβε τη διεύθυνση μετά τον θάνατο του συζύγου της και ώς το 1985. Με τον Πέλο Κατσέλη παντρεύτηκαν το 1945 και απέκτησαν δύο κόρες, τη Νόρα και τη Λούκα.

Σαγιάννου-Κατσέλη, Μαίρη

  • Άτομο
  • 1909-1932

Η Μαίρη Σαγιάννου γεννήθηκε στα Δαρδανέλλια. Ήταν κόρη του Γεωργίου Σαγιάννου από τη Μάδυτο και της συζύγου του Καλλιόπης το γένος Πρόκου από το Κάστρο της Σίφνου. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η οικογένεια Σαγιάννου εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Η Μαίρη Σαγιάννου φοίτησε στο Ωδείο Πειραιά, στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στην Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου, όπου γνωρίστηκε με τον Πέλο Κατσέλη. Παντρεύτηκαν το 1929 και χώρισαν λίγους μήνες πριν από το θάνατό της. Από το πρώτο μισό της δεκαετίας του 1920 ώς τον πρόωρο θάνατό της από τύφο, η Σαγιάννου πήρε μέρος σε παραστάσεις του Θεατρικού Φοιτητικού Ομίλου, της Επαγγελματικής Σχολής Θεάτρου, θιάσων όπως «Των Νέων» και της «Εταιρείας Ελλήνων Καλλιτεχνών», και διακρίθηκε ως πρωταγωνίστρια στον κινηματογράφο και στο Εθνικό Θέατρο.

Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1914 -

To Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1914. Η διοίκησή του ανατέθηκε σε Εφορευτική Επιτροπή (1914 -1925) με πρόεδρο μέλος της βασιλικής οικογενείας. Πρώτος πρόεδρος ορίστηκε ο πρίγκιπας Νικόλαος και διευθυντής, έως το 1923, ο καθηγητής Βυζαντινής Τέχνης και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστημίου Αθηνών, Αδαμάντιος Αδαμαντίου ο οποίος συγκρότησε και οργάνωσε τις πρώτες συλλογές. Το 1923 ο βασικός πυρήνας των συλλογών του Μουσείου είχε ήδη σχηματισθεί. Η συλλογή γλυπτών δημιουργήθηκε από έργα που είχαν περισυλλεχθεί από τα μνημεία της Αττικής και είχαν συγκεντρωθεί στο Θησείο και στις αποθήκες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ενώ οι συλλογές εικόνων, μικροτεχνίας, χειρογράφων και υφασμάτων συγκροτήθηκαν από αγορές και δωρεές. Σε αυτόν τον αρχικό πυρήνα προστέθηκαν αντικείμενα προερχόμενα από τις δραστηριότητες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (ανασκαφές), δωρεές, αγορές, κατασχέσεις, περισυλλογές από εκκλησίες της Θεσσαλονίκης (1916), από την ενσωμάτωση των συλλογών της ΧΑΕ (1923) και των κειμηλίων των προσφύγων, των φορητών δηλαδή αντικειμένων (λατρευτικών και μη) τα οποία ήρθαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη μετά τη Μικρασιατική καταστροφή.

Το 1923 τη διεύθυνση του Μουσείου ανέλαβε ο Γενικός Έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Γεώργιος Σωτηρίου. Ο Γ. Σωτηρίου οργάνωσε τις συλλογές που είχε καταρτίσει η Εφορευτική Επιτροπή κατά τα προηγούμενα έτη και τις παρουσίασε για πρώτη φορά στο κοινό το 1924 σε πέντε αίθουσες της Ακαδημίας Αθηνών. Παράλληλα δραστηριοποιήθηκε δυναμικά για να αποκτήσει το Μουσείο μόνιμη έδρα. Ο στόχος επιτεύχθηκε το 1926, όταν το Μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας, το οποίο από τον θάνατό της και έως τότε στέγαζε υπηρεσίες του στρατού, παραχωρήθηκε στο μουσείο. Μετά τις απαραίτητες τροποποιήσεις και μετασκευές τα εγκαίνια του ΒΧΜ πραγματοποιήθηκαν στις 17 Οκτωβρίου 1930 στο πλαίσιο του Γ΄ Διεθνούς Βυζαντινολογικού Συνεδρίου. Ο Γ. Σωτηρίου παρέμεινε διευθυντής του ΒΧΜ έως τη συνταξιοδότησή του, το 1960. Στην εποχή του οι συλλογές του μουσείου εμπλουτίστηκαν σημαντικά, ενώ έγινε και η πρώτη συστηματική οργάνωση της μόνιμης έκθεσής του. Επίσης, τότε μπήκαν οι βάσεις για τη δημιουργία στον χώρο του μουσείου, κέντρου συντήρησης αρχαιοτήτων και έργων τέχνης.

Το 1960 τη διεύθυνση του μουσείου ανέλαβε ο Μανόλης Χατζηδάκης, Έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη από το 1941. Κατά τη διάρκεια της θητείας του ο Χατζηδάκης αναδιαμόρφωσε μερικώς τη μόνιμη έκθεση του ΒΧΜ υπακούοντας στις επιταγές της μεταπολεμικής εποχής. Η οπτική του διαφορετική βεβαίως από εκείνη του Σωτηρίου, προέβαλλε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα της βυζαντινής τέχνης και του πολιτισμού. Σε αυτό βοήθησαν και τα νέα εκθέματα με τα οποία εμπλουτίστηκαν τότε οι συλλογές του Μουσείου. Σημαντικοί σταθμοί στη θητεία του Χατζηδάκη στάθηκαν, αφενός, η πραγματοποίηση της μεγάλης έκθεσης του Ζαππείου με τίτλο «Η Βυζαντινή Τέχνη, Τέχνη Ευρωπαϊκή» (1964) και αφετέρου η ίδρυση του «Κεντρικού Εργαστηρίου Συντηρήσεως και Αποκαταστάσεως Ζωγραφιών και Ψηφιδωτών» (1965).

Το 1967 ο Μ. Χατζηδάκης απομακρύνθηκε από το Μουσείο για να ξαναγυρίσει μετά την πτώση της δικτατορίας τον Ιούλιο του 1974 —κατά τη διάρκεια της δικτατορίας η διεύθυνση του ΒΧΜ είχε ανατεθεί στον ακαδημαϊκό Αναστάσιο Ορλάνδο, και για ένα μικρό διάστημα στον αναπληρωτή προϊστάμενο του μουσείου Μύρωνα Μιχαηλίδη.

Για τη χρονική περίοδο 1975-1982 διευθυντής του Μουσείου διετέλεσε ο έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Παύλος Λαζαρίδης. Κατά την τελευταία αυτή περίοδο, που συμπίπτει με τα έσχατα χρονικά όρια του ιστορικού αρχείου εγγράφων του ΒΧΜ, το μουσείο επεκτάθηκε αποκτώντας το κτήριο Δαβάκη, ένα οίκημα το οποίο αποτελούσε τμήμα του συγκροτήματος της Δούκισσας της Πλακεντίας αλλά είχε παραμείνει στη δικαιοδοσία του ελληνικού στρατού. Το νέο αυτό οίκημα αξιοποιήθηκε ως εκθεσιακός χώρος και φιλοξένησε νέα αποκτήματα του μουσείου.

Άσυλο Παιδιού Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο

Το Άσυλο Παιδιού Βόλου ιδρύθηκε ως σωματείο στις 10 Σεπτεμβρίου 1922, λίγες μόνο μέρες μετά την άφιξη του κύριου όγκου των Μικρασιατών Προσφύγων στον Βόλο, και εγκρίθηκε από το Πρωτοδικείο Βόλου με την πολιτική απόφαση 607 στις 11 Οκτωβρίου 1922. Σκοπός του ήταν η προστασία και περίθαλψη των ορφανών προσφυγόπουλων. Την πρωτοβουλία για την ίδρυσή του ανέλαβαν 30 νεαρές αστές δεσποινίδες της πόλης, με πρωτεργάτρια και πρόεδρο του πρώτου Διοικητικού Συμβουλίου την Φόνη Κουτσαγγέλη.
Οι εθελόντριες του Ασύλου είχαν την αποκλειστική φροντίδα της τροφής, ένδυσης, θέρμανσης, καθαριότητας, υγιεινής, σχολικής μόρφωσης των παιδιών. Για την υγεία των παιδιών ίδρυσαν κατασκηνώσεις (στο Σουτραλί Αγριάς Πηλίου) όπου παρέμεναν τους θερινούς μήνες. Επιπλέον φρόντιζαν για την απόκτηση δεξιοτήτων για τη μελλοντική αποκατάσταση των τροφίμων, ιδρύοντας εργαστήρια αργαλειών, κεντητικής και ραπτικής για τα κορίτσια εντός του ιδρύματος, ενώ τα αγόρια στέλνονταν σε εξωτερικά εργαστήρια.
Από το 1930 δεχόταν μόνο κορίτσια, ενώ τα αγόρια μεταφέρθηκαν σε κρατικά ιδρύματα.
Το 1939 το σωματείο μετατράπηκε σε ίδρυμα υπό την εποπτεία του υπουργείου Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως.
Εκτός της επαγγελματικής κατάρτισης, η προσοχή του Διοικητικού Συμβουλίου στράφηκε στην αποκατάσταση των κοριτσιών μέσω υιοθεσιών, γάμων και τοποθετήσεων σε διάφορα βιοποριστικά επαγγέλματα, ενώ αποκλειόταν η απασχόλησή τους ως οικιακών βοηθών.
Το Άσυλο Παιδιού Βόλου πρόσφερε τις υπηρεσίες του στα ορφανά και δυσπραγούντα παιδιά και τις οικογένειές τους για επτά περίπου δεκαετίες και κάτω από αντίξοες συνθήκες. Άντεξε στα δύσκολα χρόνια της γερμανικής Κατοχής και του Εμφυλίου, στην περίοδο των καταστροφικών σεισμών της δεκαετίας του ’50, όταν με πρωτοβουλία της τότε προέδρου Μαίρης Κόττα και των υπόλοιπων μελών του συμβουλίου αποκτήθηκε το ιδιόκτητο κτήριο μεταξύ των οδών Γιάννη Δήμου, Κουταρέλια, Τριανταφυλλίδη και Αθλητικού Κέντρου.
Το 1996 διαλύθηκε, λόγω της ελάττωσης των τροφίμων (χάρη στην λογική της αφιδρυματοποίησης) και υπό το βάρος των δυσβάσταχτων λειτουργικών προβλημάτων. Η περιουσία του περιήλθε στο Υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας, το κτήριο στο Δήμο Βόλου και το αρχείο του στα Γ.Α.Κ. Μαγνησίας.

Αχιλλοπούλειο Δημοτικό Νοσοκομείο Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1884 -

Το Αχιλλοπούλειο Νοσοκομείο είναι από τα πρώτα περιφερειακά νοσοκομεία και το πρώτο της Θεσσαλίας και συστάθηκε το 1884 από το σωματείο «Φιλελεήμων Αδελφότης Βόλου» («Αδελφάτο») (ιδρ. 1874), τον πρώτο θεσμό φιλανθρωπίας και κοινωνικής πρόνοιας της πόλης από την εποχή ακόμη της οθωμανικής κυριαρχίας. Πρώτος πρόεδρος υπήρξε ο Γεώργιος Καρτάλης, που διετέλεσε πρόεδρος της Εφορείας της νέας πόλης πριν από το 1881 και πρώτος δήμαρχος του ελεύθερου Βόλου μετά την ενσωμάτωση.
Από το 1903 το νοσοκομείο απέκτησε ιδιόκτητο κτήριο χάρη στη χορηγία των αδελφών Αχιλλόπουλου από την Τσαγκαράδα Πηλίου (5.000 λίρες Αγγλίας), στους οποίους οφείλει την ονομασία του: Αχιλλοπούλειο. Από το έτος αυτό χρονολογείται το παλαιότερο σωζόμενο αρχειακό τεκμήριο του ιδρύματος. Τα σχέδια του κτηρίου ανήκουν στον Βολιώτη αρχιτέκτονα Κων. Αργύρη, φοιτητή τότε στο Παρίσι και γιο του τότε δημάρχου Ιωάννη Χατζηαργύρη. Το νοσοκομείο αρχικά είχε δύο τμήματα, Παθολογικό και Χειρουργικό, και τα πρώτα βιβλία ασθενών του σώζονται από το 1903, το έτος εγκατάστασης στο ιδιόκτητο κτήριο.
Σταδιακά το Νοσοκομείο δέχτηκε πολλά κληροδοτήματα από ευεργέτες της περιοχής.
Το 1908 το «Αχιλλοπούλειο» μετατράπηκε σε δημοτικό ίδρυμα, αφού τα έξοδα λειτουργίας του καλύπτονταν στο μεγαλύτερο ποσοστό από τον Δήμο. Ωστόσο η διοίκηση εξακολουθούσε να ανήκει στο Αδελφάτο και πρόεδρος του νοσοκομείου ήταν ο εκάστοτε δήμαρχος.
Στον μεσοπόλεμο το «Αχιλλοπούλειο» εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο για την εποχή του νοσηλευτικό ίδρυμα και επίσης αντεπεξήλθε με επιτυχία στις αυξημένες και πιεστικές δυσκολίες λόγω της άφιξης μεγάλου κύματος προσφύγων στην πόλη στη δεκαετία του 1920. Στη διάρκεια του δεύτερου πολέμου, φιλοξένησε το Β’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και ενώ το ελληνικό κράτος άρχισε σταδιακά να αναδιοργανώνεται και να επουλώνει τις μεγάλες πληγές της προηγούμενης δεκαετίας, το «Αχιλλοπούλειο» αναδείχθηκε σε ένα από τα πιο οργανωμένα νοσηλευτικά ιδρύματα της περιφέρειας.
Το 1954 καταργήθηκε η Φιλελεήμων Αδελφότης και το νοσοκομείο έγινε κρατικό, ανήκοντας πλέον στο υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας και Υγείας (υπαγόμενο στις διατάξεις του Ν.Δ. 2592/1953) ως Γενικό Νομαρχιακό «Αχιλλοπούλειο» Νοσοκομείο Βόλου.
Μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του ’55, που προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στο κτήριο, το νοσοκομείο στεγάστηκε σε σκηνές στην αυλή του. Στη θέση του ανεγέρθηκε νέο που εγκαινιάστηκε στη δεκαετία του ’60. Εκτός από το κτήριο αυτό, στον μεσοπόλεμο ανεγέρθηκε και ένα δεύτερο κτήριο, πάλι σε σχέδια του Κων. Αργύρη, που αποπερατώθηκε το 1930 και στέγαζε το Γυναικολογικό – Μαιευτικό Τμήμα, το Γηροκομείο και το Παράρτημα των Λοιμωδών Νόσων, χάρη στο οποίο έμεινε γνωστό ως κτήριο «Λοιμωδών».
Το 1992 κατεδαφίστηκε παρά την εισήγηση της 5ης Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων για τον χαρακτηρισμό του ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Στη θέση του ανεγέρθηκε η νέα πτέρυγα του νοσοκομείου συνολικού εμβαδού 33.500 τ.μ., που εγκαινιάσθηκε το 2007.
Με αφορμή την κατεδάφιση του «Λοιμωδών», το αρχείο του νοσοκομείου που φυλασσόταν εκεί, παραδόθηκε στα Γ.Α.Κ. Μαγνησίας.

Κουναλάκης, Εμμανουήλ

  • Άτομο
  • 1894 - 1987

Ο Εμμανουήλ Κουναλάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης το 1894. Ήταν το πρώτο παιδί του Νικολάου και της Μαρίας. Ακολούθησαν άλλα δώδεκα, εκ των οποίων ενηλικιώθηκαν επτά. Ο παππούς του Μιχαήλ Κουναλάκης, παπάς, ενέπνευσε, σύμφωνα με την οικογενειακή αφήγηση, τον Καζαντζάκη στο μυθιστόρημα Καπετάν Μιχάλης. Παντρεύτηκε το 1918 την Ελένη Παπαμιχαλοπούλου και απόκτησαν δυο παιδιά. Ως τρίτο τους παιδί μεγάλωσαν την μικρότερή του αδελφή.

Το 1921 υπηρέτησε ως Διοικητής Λόχου στο 31ο Σύνταγμα Πεζικού στην Μικρά Ασία. Τον Φεβρουάριο του 21 βρισκόταν στο Εσκί Σεχίρ (ΙΙΙ Μεραρχία 12ον πεζικού Σύνταγμα, Πολυβολαρχία). Τον Νοέμβριο του 21, βρισκόταν στο μέτωπο του Αφιόν Καραχισάρ, περιοχή Τσαλ/Οβά, στις προφυλακές. Αναφέρεται σε μάχες στον Σαγγάριο, Κάνδρα, Κιουτάχεια, Νικομήδεια.

Τον Σεπτέμβριο του 1935, ταγματάρχης πλέον, έλαβε μέρος στο αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα και βρέθηκε εξόριστος στη Φιλιππούπολη. Επανήλθε στην Ελλάδα με την αμνηστία και επί Μεταξά αποπέμφθηκε από το στράτευμα ως απειροπόλεμος. Στο αλβανικό μέτωπο θα πολεμήσει για τελευταία φορά. Σε επιστολικό δελτάριο στις 2.3.1941 αναγράφεται 31ο Συν/μα ΙΙ τάγμα, Τ.Τ.251

Πέθανε το 1987, στον μεγάλο καύσωνα της Αθήνας. Ένα χρόνο πριν ή μετά πέθανε και η γυναίκα του.

[Το βιογραφικό σημείωμα συνέταξε η δωρήτρια του αρχείου Μαρλένα Πολιτοπούλου, με βάση προφορικές αφηγήσεις και αναφορές στο αρχείο].

Μαυρομμάτη, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • π. 1850 -

Μέλη της οικογένειας Μαυρομμάτη από την Κύπρο εγκαταστάθηκαν στη Μερσίνα στα μέσα του 19ου αιώνα και υπήρξαν σημαντικοί έμποροι, καθώς και ευεργέτες της τοπικής ελληνόφωνης ορθόδοξης κοινότητας. Ο Κωνσταντίνος Μαυρομμάτης ίδρυσε στην Ταρσό μεγάλη βιομηχανική μονάδα νηματουργίας και αλευροποιίας. Ο πρωτότοκος γιος του Αντώνιος ήταν πρόξενος της Ρωσίας στη Μερσίνα*.

Ο Κωνσταντίνος Μαυρομμάτης απεβίωσε στην Τουρκία το 1903. Από τα παιδιά του, απεβίωσαν στην Τουρκία η κόρη του Μαριγώ (σύζυγος Ξενοφώντος Κρίστμαν) το 1911, ο γιος του Αντώνιος το 1916 και ο γιος του Χρυσόστομος το 1920. Μετά το 1922, τα περισσότερα μέλη της οικογένειας εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα, ωστόσο η κόρη του Ελένη Ταχιντζή, κόρη του Κωνσταντίνου, καθώς και τα εγγόνια του Αθηνά και Χριστόφορος παρέμειναν στην Τουρκία, κάτοικοι Μερσίνας, τουλάχιστον ως το 1942, όπως προκύπτει από την κατά το ίδιο έτος αποδοχή κληρονομίας του Κ. Μαυρομμάτη από τον γιο του Γεώργιο εκ των υστέρων, μετά δηλαδή τον θάνατο του κληρονομήσαντος. Η χήρα του Κωνσταντίνου Αθηνά απεβίωσε το 1930.

Χριστοδουλίδης, Σταύρος

  • Άτομο
  • 1894 - 1984

Ο Σταύρος Χριστοδουλίδης του Λοΐζου και τη Ελένης γεννήθηκε το 1894 κοντά στη Λευκωσία. Εργάστηκε για σύντομο διάστημα ως δάσκαλος. Τον Οκτώβριο του 1912 πήγε στην Ελλάδα και κατετάγη ως εθελοντής στρατιώτης στον Ελληνικό Στρατό. Το 1913-1914 υπηρέτησε δύο χρόνια ως υπαξιωματικός. Το 1915 κατατάχθηκε εκ νέου, πάλι με τον βαθμό του λοχία, και από το 1916 φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων, ενώ αντιμετώπισε διάφορα προβλήματα λόγω της ένταξής του στο φιλοβασιλικό στρατόπεδο. Το 1918 νυμφεύτηκε την Ελένη Πιπερίδου, με την οποία απέκτησε δύο γιους, τον Λοΐζο και τον Περικλή. Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 προήχθη στον βαθμό του υπολοχαγού. Στις 9 Μαΐου 1920 αποβιβάστηκε με το 25ο σύνταγμα πεζικού στη Σμύρνη. Έλαβε μέρος σε αρετές μάχες και μετά την κατάρρευση του μετώπου κατέφυγε στην Χίο με τα υπολείμματα του 25ου συντάγματος. Τον Φεβρουάριο του 1941, με τον βαθμό του συνταγματάρχη, ανέλαβε τη διοίκηση του 12ου συντάγματος πεζικού. Τον Μάρτιο του 1948, ενώ υπηρετούσε στη Μακρόνησο, πρωτοστάτησε στην καταστολή της εξέγερσης των κρατουμένων. Αποστρατεύτηκε στα τέλη του 1948 με τον βαθμό του υποστράτηγου. Πέθανε το 1984.

[Οι πληροφορίες του βιογραφικού σημειώματος προέρχονται από τα ημερολόγια του Χριστοδουλίδη που περιλαμβάνονται στο αρχείο και από τον πρόλογο της έκδοσης: Σταύρου Χριστοδουλίδη, Ημερολόγιον εκστρατείας Μικράς Ασίας, πρόλογος – επίλογος – επιμέλεια: Κωνσταντίνος Κρίνος-Πανίτσας, Συλλογές, Αθήνα 2005].

Ανανιάδης, Ευστάθιος

  • Άτομο
  • 1886 - 1969

Ο Ευστάθιος Χ. Ανανιάδης γεννήθηκε στη Δάφνη Καλαβρύτων (Στρέζοβα) στις 3 Ιουνίου 1886. Τελείωσε το γυμνάσιο Καλαβρύτων και εν συνεχεία σπούδασε στη Νομική Αθηνών, της οποίας αναγορεύθηκε διδάκτωρ το 1907 ή 1908. Έγινε δεκτός στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών και αποφοίτησε με τον βαθμό του εφέδρου ανθυπολοχαγού. Έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους του 1912-1913, τραυματίστηκε στη μάχη του Κιλκίς (19-21 Ιουνίου 1913), τιμήθηκε με τον Αργυρό Σταυρό του Σωτήρος και μονιμοποιήθηκε στο στράτευμα. Το 1914 διορίστηκε πάρεδρος στο Πρωτοδικείο και το 1915 μετατάχθηκε στο Σώμα Στρατιωτικής Δικαιοσύνης που είχε συσταθεί λίγο νωρίτερα. Υπηρέτησε ως πρόεδρος Στρατοδικών Θεσσαλονίκης και Αθηνών. Στη διάρκεια της μικρασιατικής εκστρατείας ήταν πρόεδρος του Στρατοδικείου Προύσης. Εν συνεχεία, χρημάτισε διευθυντής Στρατιωτικής Δικαιοσύνης στο Υπουργείο Στρατιωτικών και Βασιλικός Επίτροπος στο Αναθεωρητικό Δικαστήριο, του οποίου έγινε πρόεδρος το 1940 (με τον βαθμό του Αντιστράτηγου). Το 1945 διορίστηκε πρόεδρος του Δικαστηρίου Εγκληματιών Πολέμου και αρχηγός των Σωμάτων Ασφαλείας. Αποστρατεύθηκε τον Αύγουστο του 1946 και τιμήθηκε με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Τάγματος Γεωργίου Α΄. Το 1948 διορίστηκε μέλος της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων. Το 1950 διορίστηκε μέλος του υπηρεσιακού δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων. Εισηγήθηκε τον στρατιωτικό ποινικό κώδικα και μετέσχε σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές.

Το 1914 νυμφεύθηκε τη Γεωργία Σακελλαριάδου από το Σοπωτό Καλαβρύτων, εγγονή του αγωνιστή του 1821 Ιωάννη Σακελλαριάδη.

[Τα στοιχεία για το βιογραφικό προέρχονται από το βιβλίο του Π. Δ. Δημητρακόπουλου: Δάφνη Καλαβρύτων, Θεσσαλονίκη 1977 και από το αρχείο].

Σιάτρας, Δημήτρης

  • Άτομο

Ο Δημήτρης Θ. Σιάτρας έχει σπουδάσει νομικά και πολιτικές επιστήμες και έχει ερευνήσει για αρκετά χρόνια θεσμούς του δικαίου, την οργάνωση και λειτουργία της δικαιοσύνης και την τοπική αυτοδιοίκηση της τουρκοκρατούμενης Ελλάδας. Διετέλεσε για πολλά χρόνια Διευθυντής του Δήμου Βόλου. Είναι πρόεδρος της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών και συγγραφέας.

Ζημέρης, Κώστας

  • Άτομο
  • 1884 - 1980

Κωνσταντίνος Ζημέρης (Κατηχώρι Πηλίου, 1886 – Βόλος, 1980)
Ο Κωνσταντίνος Ζημέρης γεννήθηκε το 1886 στο Κατηχώρι Πηλίου. Αποφοίτησε από την Εμπορική Σχολή Βόλου και στη συνέχεια, το 1904, μετανάστευσε στην Αμερική, όπου εργάστηκε σε φωτογραφικά εργαστήρια, συνεργαζόμενος με ζωγράφους και φωτογράφους, ενώ ταυτόχρονα παρακολούθησε μαθήματα Σχεδίου στο Σχολείο Τεχνών του Saint Louis. Την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων, επέστρεψε στην Ελλάδα και κατατάχθηκε ως εθελοντής. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, διέμεινε στην Αθήνα, όπου συνεργάστηκε με τους γνωστούς φωτογράφους Μπούκα και Nelly’s. Το 1918 δημιούργησε στον Βόλο με τον φωτογράφο Α. Ραφανίδη το φωτογραφικό στούντιο «Ραφανίδης & Ζημέρης», ασχολούμενος πλέον επαγγελματικά με τη φωτογραφία και τη ζωγραφική. Συμμετείχε σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ έλαβε το Χρυσό Βραβείο στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης το 1932 και το 1936.
Στις φωτογραφίες της πρώτης περιόδου του έργου του (1922-1940), αποτυπώνονται όψεις της πόλης του Βόλου: η καθημερινή ζωή, πορτραίτα επωνύμων μελών της αστικής τάξης , αλλά και απλών ανθρώπων -ναυτών , χωροφυλάκων, ζευγαριών- οι πρόσφυγες και η εγκατάστασή τους, το Άσυλο του Παιδιού, οι παιδικές κατασκηνώσεις του ΠΙΚΠΑ, σημαντικές ιστορικές στιγμές, οικήματα του Βόλου που συνδέθηκαν με την επαγγελματική ζωή, τη βιομηχανική ανάπτυξη, τη λειτουργία του δημόσιου χώρου κ.α.
Παράλληλα, την περίοδο 1930–1938, ο Ζημέρης δέχεται παραγγελίες και φωτογραφίζει βιομηχανικές επιχειρήσεις, βιομηχανικά προϊόντα, όπως ψυγεία ή ραδιόφωνα, εργάτες, θεατρικές παραστάσεις κ.α., που συνδέονται με την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ζωή της πόλης.
Στην τελευταία περίοδο της δουλειάς του (1940–1970), καταγράφει με τον φακό του γεγονότα της Κατοχής και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως βομβαρδισμούς, αλλά και εικόνες από την Απελευθέρωση, καθώς και τις διαδηλώσεις των Δεκεμβριανών. Μετά το τέλος του πολέμου, ο Ζημέρης απαθανατίζει επισκέψεις επισήμων στην πόλη, καρναβαλικές εκδηλώσεις, αθλητικούς αγώνες, παρελάσεις, κ.α.
Οι φωτογραφίες του αποτελούν πολύτιμα τεκμήρια για την ιστορία της πόλης του Βόλου, αλλά και μοναδικά φωτογραφικά έργα τέχνης.
Την τέχνη του συνέχισε ο γιος του Ιπποκράτης (1922-2012).

Δήμος Βόλου, Γραφείο Δημοτολογίου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1883 -

Ο Δήμος Παγασών (σημ. Βόλου) ιδρύθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 31ης Μαρτίου 1883 (ΦΕΚ 126: «Περί της εις Δήμους διαιρέσεως της εν τω νομώ Λαρίσης επαρχίας Βόλου»).
Με το ΦΕΚ 188Α/19.08.1954 ο Δήμος Παγασών μετονομάστηκε σε Δήμο Βόλου.

Δήμος Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1954 -

Ο Δήμος Παγασών (σημ. Βόλου) ιδρύθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 31ης Μαρτίου 1883 (ΦΕΚ 126: «Περί της εις Δήμους διαιρέσεως της εν τω νομώ Λαρίσης επαρχίας Βόλου»).
Με το ΦΕΚ 188Α/19.08.1954 ο Δήμος Παγασών μετονομάστηκε σε Δήμο Βόλου.

Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1918 - 1988

Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Βόλου ιδρύθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα της 18ης Νοεμβρίου 1918 (με την υπογραφή του Βασιλέως Αλεξάνδρου και του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας Κωνσταντίνου Σπυρίδη στο ΦΕΚ 241 της 18/11/1918), με το οποίο ιδρύονταν ταυτόχρονα και τα Επιμελητήρια Καλαμάτας, Ηρακλείου, Κοζάνης και Καβάλας. Ήταν το πρώτο από τα Επιμελητήρια της Θεσσαλίας και ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1919, έχοντας την εποπτεία όλης της περιοχής της Θεσσαλίας.
Στους καταστατικούς σκοπούς του επιμελητηριακού θεσμού ήταν η προστασία και προαγωγή των εμπορικών και βιομηχανικών συμφερόντων της περιφέρειάς τους και η συνεργασία με το κράτος.
Από την αρχή το Επιμελητήριο με τις εκάστοτε διοικήσεις και τους διευθυντές του αποτέλεσε έναν ισχυρό μοχλό ανάδειξης των θεμάτων της τοπικής οικονομίας, ενημερώνοντας την πολιτεία με εισηγήσεις και υπομνήματα, προωθώντας προτάσεις και λύσεις και αποτελώντας έναν σοβαρό θεσμικό συνομιλητή και σύμβουλό της. Επίσης, έδωσε έμφαση στην εξωστρέφεια των τοπικών επιχειρήσεων και την προώθηση των προϊόντων τους σε εκθέσεις, όπως η Διεθνής Έκθεση της Θεσσαλονίκης, και άλλες. Σε όλο το διάστημα της αδιάλειπτης λειτουργίας του, το ΕΒΕΒ έχει συνδεθεί με κάθε σημαντικό οικονομικό και επιχειρηματικό γεγονός της Μαγνησίας, παρακολουθώντας, συμβάλλοντας και συνδιαμορφώνοντας τις συνθήκες ανάπτυξης της περιοχής.
Από το 1920, το δεύτερο χρόνο λειτουργίας του, κυκλοφόρησε την περιοδική έκδοση το «Δελτίον» ανελλιπώς μέχρι το 1940, οπότε διακόπηκε λόγω του πολέμου, για να επανεκδοθεί το 1965.
Από την ίδρυσή του το ΕΒΕΒ διέθετε τέσσερα τμήματα: εμπορικό, βιοτεχνικό, καπνεμπορικό και βιομηχανικό. Αργότερα το καπνεμπορικό εντάχθηκε στο Γραφείο Προστασίας Καπνού. Από νωρίς όμως υπήρξαν αντιπαραθέσεις ανάμεσά τους που οδήγησαν στην αυτονόμηση του επαγγελματικού και βιοτεχνικού τμήματος και τη δημιουργία το 1925 του Επαγγελματικού και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Βόλου, με σκοπό την προστασία και προαγωγή των συμφερόντων των επαγγελματικών, χειροτεχνικών και βιοτεχνικών τάξεων.
Τον Μάιο του 1988, σε εφαρμογή του νόμου 1748/88, ΦΕΚ 24/8.1.1988, τα δύο Επιμελητήρια συγχωνεύτηκαν και αποτέλεσαν το Επιμελητήριο Μαγνησίας.
Το αρχείο του Επαγγελματικού και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Βόλου (1925-1988) δεν έχει ακόμη παραδοθεί στα Γ.Α.Κ. Μαγνησίας.

Τζανίδη, Κωνσταντίνου, οικογένεια

  • Οικογένεια

Η οικογένεια του Κωνσταντίνου Τζανίδη προέρχεται από την περιοχή Μισθί του Ικονίου της Μικράς Ασίας. Το Μισθί (ή Μιστί) ήταν πρώην ελληνική κωμόπολη στην επαρχία Νίγδης της Καππαδοκίας, στη σημερινή Τουρκία, όπου στις αρχές του 20ού αιώνα ζούσαν 400 περίπου χριστιανικές οικογένειες. Το Ικόνιο υπήρξε σημαντικό κέντρο του μικρασιατικού ελληνισμού και αποτελούσε πόλη με ιδιαίτερο χαρακτήρα. Μέχρι το 1922 η ελληνική δραστηριότητα κυριαρχούσε στην οικονομία του Ικονίου και της ευρύτερης περιοχής, με κυριότερες επαγγελματικές ασχολίες αυτές της ταπητουργίας και της επεξεργασίας δερμάτων. Στους Έλληνες της περιοχής είχε απαγορευτεί από τις οθωμανικές αρχές η χρήση της ελληνικής γλώσσας και με τον καιρό έφτασαν να χρησιμοποιούν μια διάλεκτο – μίξη τουρκικής και ελληνικής γλώσσας, τα καραμανλίδικα.

Γκλαβάνη - Τεχνική Α.Ε. Βιομηχανία παραγωγής γεωργικών μηχανημάτων

  • Συλλογικό Όργανο

Το 1895 ιδρύθηκε στον Βόλο το Μηχανουργείο «Η Σφύρα» από τον Κωστή Γκλαβάνη (Ζαγορά Πηλίου, 1854 - Βόλος, 1932) και τον μηχανικό Μιχαλάκη (Μιχαήλ) Καζάζη. Ο Γκλαβάνης είχε αναπτύξει εμπορικές δραστηριότητες στη Σμύρνη και την Οδησσό. Παράλληλα είχε ενεργό ανάμιξη με τα κοινά και είναι ο μακροβιότερος δήμαρχος Βόλου (τότε Παγασών) την περίοδο 1908-1925. Στην επιχείρηση ο Γκλαβάνης έβαλε το χρηματικό κεφάλαιο, ενώ ο Καζάζης, έχοντας εργαστεί σε σιδηροβιομηχανίες της Αμερικής και της Αγγλίας, αλλά και στο Λαύριο, είχε τις απαραίτητες τεχνικές γνώσεις. Έτσι, το εργοστάσιό τους δημιουργήθηκε σύμφωνα με ευρωπαϊκά πρότυπα και προδιαγραφές.
Στο εργοστάσιο κατασκευάζονταν κυρίως άροτρα, σβάρνες, εκκοκκιστικές μηχανές, χειραντλίες ύδατος («τουλούμπες»), ενώ η εταιρεία ασχολούνταν και με το εμπόριο γεωργικών μηχανών που εισάγονταν από το εξωτερικό.
Το 1924 η εταιρεία Γκλαβάνη – Καζάζη μετατράπηκε σε Ανώνυμη με ιδρυτές τους Κωνσταντίνο, Ευάγγελο (Βάγγο), Αθανάσιο Γκλαβάνη και Μιχαήλ Καζάζη, και τίτλο «Ανώνυμος Βιομηχανική Εταιρία Γκλαβάνης Α.Ε.», η οποία πέρασε αργότερα στους δύο γιους του Κωστή, αρχικά στον Βάγγο και μετά τη δολοφονία του, το 1944, στον Τζων (Ιωάννη) (1892-1984). Τα δύο αδέλφια επίσης αναμίχθηκαν στα κοινά. Ο μεν Βάγγος εκλέχθηκε βουλευτής με την Ένωση Φιλελευθέρων στις εκλογές του 1926 και με το Προοδευτικό Κόμμα το 1933. Ο δε Τζων, που είχε σπουδάσει γεωργικές επιστήμες στο Μάντσεστερ της Αγγλίας, ασχολήθηκε αναγκαστικά με την επιχείρηση μετά το θάνατο του αδελφού του. Επίσης, εκλέχθηκε βουλευτής με το Κόμμα των Φιλελευθέρων στις δεκαετίες 1940-1950 και με την Ένωση Κέντρου στη δεκαετία 1960, ενώ διετέλεσε και υπουργός σε διάφορες κυβερνήσεις (Ν. Πλαστήρα, Δ. Μάξιμου, Σ. Βενιζέλου, Γ. Παπανδρέου, Σ. Στεφανόπουλου) και σε πολλά υπουργεία (Γεωργίας και Εθνικής Οικονομίας, Ανοικοδόμησης, Υγιεινής-Κοινωνικής Πρόνοιας, Εμπορίου και Βιομηχανίας, Δημοσίων Έργων, Βορείου Ελλάδος και Βιομηχανίας).
Το 1933-34 εγκαινιάστηκε το βιδοποιείο, ενώ το 1935 οι εγκαταστάσεις χυτηρίου χυτοχάλυβα, για την κατασκευή βλητοφόρων και γεφυροσκευών για τον ελληνικό στρατό. Στη μεταξική δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936 η επιχείρηση, όπως και η βιομηχανία Μποδοσάκη, ασχολήθηκε με την κατασκευή πολεμικού υλικού για τον ελληνικό στρατό.
Στη διάρκεια της Κατοχής δύο από τα τρία εργοστάσια λεηλατήθηκαν από τους Ιταλούς και μετά το 1943 πέρασαν στις γερμανικές δυνάμεις Κατοχής. Μετά την απελευθέρωση το εργοστάσιο συνέχισε τη λειτουργία του με προσωπικό 300 ατόμων. Με την ακύρωση μεγάλης παραγγελίας γεωργικών μηχανημάτων από την Τουρκία το 1952, η βιομηχανία υπέστη μεγάλο πλήγμα, απέλυσε τα 9/10 του προσωπικού της και περιήλθε σε πλήρη σχεδόν αργία για 5 χρόνια, μέχρι το 1958, όταν ξανάρχισε την κανονική λειτουργία. Το 1965 απασχολούσε 230 άτομα. Η υπουργοποίηση του Τζων Γκλαβάνη συνέβαλε στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της επιχείρησης, η οποία διατηρήθηκε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Τα τελευταία χρόνια την επιχείρηση είχε αναλάβει ο γιος του Τζων, Κώστας.

Κλωστοϋφαντουργία Παπαγεωργίου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1905 - 196;

Η κλωστοϋφαντουργία Παπαγεωργίου ιδρύθηκε στο Βόλο το 1905 από τον Στυλιανό Παπαγεωργίου ως ιδιωτική επιχείρηση . Το 1923 η επιχείρηση στηρίχτηκε στη συνεργασία των γιών του Στυλιανού Γ. Παπαγεωργίου και του γαμπρού του Δ. Εκουκουμπέκης. Στη μεταπολεμική περίοδο η επιχείρηση λειτουργεί πολύ αποτελεσματικά και πέτυχε ιδιαίτερα κέρδη παρά τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η περιοχή (ανεργία, πρόσφυγες). Ξεκίνησε με 15 αργαλειούς και με προσωπικό 20 μόλις ατόμων. Στις επόμενες δεκαετίες αναπτύχθηκε σε κτήρια, μηχανήματα, παραγωγή και προσωπικό. Οι νέες εγκαταστάσεις αποπερατώθηκαν το 1932, το 1938 η ετήσια παραγωγή είχε φθάσει τα 1.350.000 μέτρα μάλλινο ύφασμα, ενώ μεταπολεμικά και μετά την ανασυγκρότηση αποκτήθηκε σύγχρονος εξοπλισμός και δημιουργήθηκε έως και οικισμός για το προσωπικό, το οποίο έφθασε για ένα διάστημα τα 2.200 άτομα. Το 1960 η βιομηχανία θεωρείται η μεγαλύτερη κλωστοϋαντουργική επιχείρηση στην επαρχία και η δεύτερη μεγαλύτερη στην Ελλάδα ώς αναφορά τον βιομηχανικό εξοπλισμό της. Η φθίνουσα πορεία για το εργοστάσιο άρχισε μετά το 1960 και οδήγησε στο οριστικό κλείσιμο.

Παπαμαρκάκη, Σωτήρη, οικογένεια

  • Οικογένεια
  • 1857 -

Οικογένεια με αφετηρία τη Σμύρνη.
Χαράλαμπος (1857-1929), Κωνσταντίνος, γιος του Χαράλαμπου (1894-1970), Χαράλαμπος, γιος του Κωνσταντίνου (1926-2004) και Σωτήρης, γιος του Χαράλαμπου (γεν. 1960).
Το 1922, μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η οικογένεια πήγε στην Αθήνα, στη συνέχεια μετακινήθηκε στα Χανιά της Κρήτης, για να καταλήξει στον Βόλο.

Κωνσταντάρας-Σταθαράς, Δημήτρης

  • Άτομο
  • 1935 -

Ο Δημήτρης Κωνσταντάρας-Σταθαράς, εκπαιδευτικός – συγγραφέας, γεννήθηκε το 1935 στα πρώτα προσφυγικά σπίτια της Νέας Ιωνίας Βόλου από γονείς Μικρασιάτες. Πατέρας του ήταν ο Παρασκευάς Κωνσταντάρας από το Αϊβαλί και μητέρα του η Μαρία Σταθαρά από την Πέργαμο. Μεγάλωσε στον προσφυγικό συνοικισμό της Νέας Ιωνίας Βόλου. Υπηρέτησε επί 38 χρόνια στη δημόσια και ιδιωτική εκπαίδευση, ως δάσκαλος (26 έτη), ως σχολικός σύμβουλος (6 έτη) και ως διευθυντής του ιδιωτικού δημοτικού σχολείου «Άγιος Ιωσήφ» της Ελληνογαλλικής Σχολής Βόλου (6 έτη). Διετέλεσε διευθυντής του Επιμορφωτικού Κέντρου Δήμου Νέας Ιωνίας τη 2ετία 1976-1978 και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της «Πνευματικής και Πολιτιστικής Εστίας Δήμου Νέας Ιωνίας» (Έφορος Βιβλιοθήκης) την ίδια χρονική περίοδο. Διετέλεσε επίσης εξωτερικός συνεργάτης στον Ραδιοφωνικό Σταθμό Βόλου (ΕΡΤ) με εκπομπές πολιτιστικού και λαογραφικού περιεχομένου και αρθρογραφεί στην εφημερίδα Η Θεσσαλία.
Για το έργο του έχει τιμηθεί πολλές φορές από τοπικούς φορείς και συλλόγους. Βιβλία του τιμήθηκαν από την Εστία Νέας Σμύρνης με Βραβείο (τρία) και Έπαινο (δύο).
Εργoγραφία: Αληθινές Μικρασιάτικες Ιστορίες (1993), Το Χρονικό της Νέας Ιωνίας 1924-1994 (1994), Η Νέα Ιωνία του 1933 (2003), Δρομο-λόγιο της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας, Ιστορία των δρόμων και πλατειών του Δήμου Νέας Ιωνίας Μαγνησίας (2006), Μικρασιάτες πρόσφυγες στη Μαγνησία (2008), Συναξάρι των πρώτων οικιστών της Νέας Ιωνίας Βόλου από το 1924 (2013) κ.ά.

Δήμος Νέας Ιωνίας (Μαγνησία), Υπηρεσία Δημοτολογίου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1947 - 2011

Η Νέα Ιωνία είναι ο δεύτερος σε μέγεθος δήμος του νομού Μαγνησίας, μετά το Δήμο Βόλου, με τον οποίο αποτελεί ένα ενιαίο Πολεοδομικό Συγκρότημα. Φυσικό όριο μεταξύ της πόλης του Βόλου και της πόλης της Ν. Ιωνίας αποτελεί το ποτάμι Κραυσίδωνας. Ο πληθυσμός της σύμφωνα με την απογραφή του 2001, ανέρχεται σε 32.979 κατοίκους.Ο πληθυσμός ολόκληρου του πολεοδομικού συγκροτήματος ανέρχεται σε 123.119 κατοίκους.
Η ιστορία του τόπου συνδέεται άμεσα με τη Μικρασιατική καταστροφή.
Στα τέλη του φθινοπώρου του 1924 στην άνυδρη περιοχή του Ξηρόκαμπου πάνω από το χείμαρρο Κραυσίδωνα, άρχισαν να δημιουργούνται σε πρώτη φάση τα πρώτα προσφυγικά σπίτια για 2.000 περίπου άτομα, τα λεγόμενα Τετράγωνα δημιουργώντας τον προσφυγικό Συνοικισμό του Βόλου, τη Νέα Ιωνία. Μέσα στο καλοκαίρι του 1925 ανεγέρθηκαν τα λεγόμενα Τσιμεντένια στα δυτικά της κεντρικής πλατείας και σε λίγα χρόνια τα Πέτρινα, δυτικά, όπου μαζί με τα Τζαμαλιώτικα και τα Γερμανικά ανατολικά τους, υπάρχουν και μένουν μόνιμα μέχρι και σήμερα – κάποια από αυτά με την παλιά, την πρώτη τους μορφή – δίνοντας στη Νέα Ιωνία μία ξεχωριστή φυσιογνωμία.
Μέχρι και το 1947 αποτελούσε ενιαίο Δήμο μαζί με τον Βόλο, τον Δήμο Παγασών. Με βασιλικό διάταγμα για λόγους πολιτικούς αποφασίσθηκε η διάσπαση της από το Βόλο.
Από το 2011 υπάγεται στο Δήμο Βόλου, ως Δημοτική Ενότητα Νέας Ιωνίας.

Νομαρχία Μαγνησίας, Διεύθυνση Βιομηχανίας

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1979 -

H Διεύθυνση Βιομηχανίας ιδρύθηκε με το νόμο 238/1979 «Περί Οργανισμού του Υπουργείου Βιομηχανίας και Ενέργειας». Στις αρμοδιότητές της είναι ο έλεγχος των βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, η έγκριση και χορήγηση αδειών εγκατάστασης, διαρρύθμισης, λειτουργίας και επαναλειτουργίας τους.
Πριν από την ίδρυσή της τα θέματα αυτά ανήκαν στην αρμοδιότητα του Μηχανολογικού Γραφείου Βόλου, που είχε ιδρυθεί το 1951, και παλαιότερα του Γραφείου Ελέγχου Σιδηροδρόμων, Μηχανολογικών και Ηλεκτρολογικών Εγκαταστάσεων Βόλου του Υπουργείου Συγκοινωνιών.

Πρωτοδικείο Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1881 -

Το Πρωτοδικείο Βόλου ιδρύθηκε με Βασιλικό Διάταγμα του Γεωργίου Α΄ στις 3 Νοεμβρίου 1881.
Το σύνολο του σωζόμενου αρχείου του μέχρι το 1972 φυλάσσεται στα ΓΑΚ Μαγνησίας.

1ο Τετρατάξιο Προσφυγικό Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1924 - ;

Από τα πρώτα οικήματα που παραδόθηκαν το 1924 στους πρόσφυγες, στην περιοχή του Ξηρόκαμπου, ήταν και δυο διώροφα στα ανατολικά του σημερινού ναού της Ευαγγελίστριας, στην περιοχή που ακόμη και σήμερα είναι γνωστή με την ονομασία «Τζαμαλιώτικα», όπου στεγάστηκαν τα πρώτα σχολεία για τα παιδιά των προσφυγικών οικογενειών. Στο ένα από αυτά λειτούργησε, από το σχολικό έτος 1924/25, με 227 μαθητές, το 1ο Τετρατάξιο Προσφυγικό Δημοτικό Σχολείο Αρρένων, ο «πρόγονος», μαζί με το 1ο Προσφυγικό Θηλέων, του 7ου Δημοτικού Σχολείου Βόλου αρχικά, του σημερινού 1ου Δημοτικού Σχολείου Νέας Ιωνίας (το κτήριο σώζεται και σήμερα ως ιδιωτική κατοικία). Τη Διεύθυνση του σχολείου ανέλαβε ο Νικόλαος Ευσταθιάδης.

1ο Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1882 - 1929

Το σχολείο ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1882 ως Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου (ΦΕΚ 142/22.10.1882) και από το σχολικό έτος 1929-1930 (με τη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929) μετονομάστηκε σε 1ο (Μικτό) Δημοτικό Σχολείο Βόλου. Τα σχολικά έτη 1922/23 και 1923/24 το ποσοστό των προσφύγων μαθητών ανερχόταν στο 32,1% και 26,5% του μαθητικού του δυναμικού αντίστοιχα, λόγω της εγκατάστασης των προσφύγων στις καπναποθήκες και στα σχολεία της συνοικίας Μεταμόρφωσης, όπου βρισκόταν το 1ο Αρρένων.

1ο Τριτάξιο Προσφυγικό Δημοτικό Σχολείο Θηλέων Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο

Από τα πρώτα οικήματα που παραδόθηκαν το 1924 στους πρόσφυγες, στην περιοχή του Ξηρόκαμπου, ήταν και δυο διώροφα στα ανατολικά του σημερινού ναού της Ευαγγελίστριας, στην περιοχή που ακόμη και σήμερα είναι γνωστή με την ονομασία «Τζαμαλιώτικα», όπου στεγάστηκαν τα πρώτα σχολεία για τα παιδιά των προσφυγικών οικογενειών. Στο ένα από αυτά λειτούργησε, από το σχολικό έτος 1924/25, το 1ο Τριτάξιο Προσφυγικό Δημοτικό Σχολείο Θηλέων, ο «πρόγονος», μαζί με το 1ο Προσφυγικό Αρρένων, του 7ου Δημοτικού Σχολείου Βόλου αρχικά, του σημερινού 1ου Δημοτικού Σχολείου Νέας Ιωνίας (το κτήριο σώζεται και σήμερα ως ιδιωτική κατοικία).

2ο Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο

Το σχολείο ιδρύθηκε ως 2ο Τετρατάξιο Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου και από το σχολικό έτος 1929/30 (με τη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929) μετονομάστηκε σε 6ο (Μικτό) Δημοτικό Σχολείο Βόλου.
Κατά το σχ. έτ. 1929/30 συγχωνεύτηκε σε αυτό ένα προσφυγικό διτάξιο σχολείο, που είχε ιδρυθεί με το ΦΕΚ 142/9.6.1925, τ. Α΄, όπου φοιτούσαν κυρίως μαθητές πρόσφυγες από τη Νικομήδεια και την Καππαδοκία.

6ο Δημοτικό Σχολείο Θηλέων Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • ; - 1929

Από το σχ. έτ. 1929/30, μετά την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, το 6ο Δημοτικό Σχολείο Θηλέων Βόλου μετονομάστηκε σε 13ο Μικτό Δημοτικό Σχολείο Βόλου. Από το έτος αυτό φοιτούν και αγόρια.
Το ποσοστό των προσφύγων μαθητριών που φοιτούν στο σχολείο είναι μεγάλο σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 (κατά το σχ. έτ. 1924/25 ανέρχεται σε 32,3% του συνόλου).

6ο Μικτό Δημοτικό Σχολείο Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1929 -

Το σχολείο ιδρύθηκε ως 2ο Τετρατάξιο Δημοτικό Σχολείο Αρρένων Βόλου και από το σχολικό έτος 1929/30 (με τη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929) μετονομάστηκε σε 6ο (Μικτό) Δημοτικό Σχολείο Βόλου.
Κατά το σχ. έτ. 1929/30 συγχωνεύτηκε σε αυτό ένα προσφυγικό διτάξιο σχολείο, που είχε ιδρυθεί με το ΦΕΚ 142/9.6.1925, τ. Α΄, όπου φοιτούσαν κυρίως μαθητές πρόσφυγες από τη Νικομήδεια και την Καππαδοκία.

7ο Δημοτικό Σχολείο Βόλου

  • Συλλογικό Όργανο

Το 7ο Δημοτικό Σχολείο Βόλου (νυν 1ο Δημοτικό σχολείο Ν. Ιωνίας) είναι το πρώτο σχολείο που χτίστηκε στη Ν. Ιωνία στις αρχές της 10ετίας του ’30. Σαν σχολείο όμως λειτούργησε για πρώτη φορά ως 1ο τετρατάξιο προσφυγικό αρρένων και 1ο Τριτάξιο Προσφυγικό Δημοτικό Σχολείο Θηλέων Βόλου το 1924 σε δύο διώροφα οικήματα στα ανατολικά της σημερινής Ευαγγελίστριας, αριστερά και δεξιά της οδού Τενέδου στην περιοχή που ακόμη και σήμερα είναι γνωστή με την ονομασία Τζαμαλιώτικα.
Το σχολείο έφερε επίσημα το χαρακτηρισμό “προσφυγικό” ως το 1929. Από το σχολικό έτος 1929-1930 μετονομάστηκαν όλα τα σχολεία του Βόλου και έπαψε να ισχύει ο διαχωρισμός σε αρρένων και θηλέων και έγιναν όλα πλέον μικτά. Έτσι το 1ο τετρατάξιον προσφυγικό αρρένων Βόλου και το 1ο Προσφυγικό Θηλέων μετονομάστηκαν σε 7ο τετρατάξιο σχολείον.
Τα οικήματα που στέγαζαν τα προσφυγικά σχολεία δεν επαρκούσαν για τις ανάγκες του μαθητικού πληθυσμού. Οι πρόσφυγες του προσφυγικού συνοικισμού, με τους συνδέσμους που έχουν δημιουργήσει, αρχίζουν να πιέζουν την κυβέρνηση Βενιζέλου για την οικοδόμηση νέων σύγχρονων διδακτηρίων. Έτσι τον Οκτώβριο του 1930 επισκέπτεται τον Βόλο ο τότε υπουργός Παιδείας Γ. Παπανδρέου και επιλαμβάνεται του θέματος. Έτσι, την ίδια χρονιά ο Δήμος Παγασών παραχώρησε οικόπεδα αξίας 200.000 δραχμών για την ανέγερση σχολείων στο συνοικισμό και ενός άλλου τετρατάξιου στη συνοικία του Αναύρου.
Ο ερχομός του πρωθυπουργού Ελευθέριου Βενιζέλου στις 18 Μαρτίου 1931 στο συνοικισμό ήταν καθοριστικός για την εξέλιξη του θέματος. Οι πρόσφυγες τον υποδέχτηκαν στην πλατεία της Ευαγγελίστριας, μπροστά στα δυο διώροφα σχολεία. Εκεί ο διευθυντής Νικόλαος Ευσταθιάδης παρουσίασε την κατάσταση και ζήτησε νέα σχολεία.
Η κατασκευή άρχισε σύντομα και στη διάρκεια του σχολικού έτους 1932-1933 έγινε η μεταφορά των μαθητών. Το κτήριο κατασκευάστηκε σύμφωνα με τα σχέδια του αρχιτέκτονα Δημήτριου Κλάψη. Ήταν ένα σπουδαίο έργο για την εποχή του, ένα από τα πιο σύγχρονα και μεγαλύτερα σχολεία της χώρας.
Στη Γενική Έκθεση του σχολείου κατά το σχολικό έτος 1950- 1951 αναφέρεται ότι το κτήριο είναι διώροφο και λιθόκτιστο και πληροί όλους τους όρους υγιεινής και παιδαγωγικής. Όλη η έκταση της περιοχής του είναι 10.000 τ.μ. Το διδακτήριο διαθέτει 13 αίθουσες διδασκαλίας.

Υπουργικό Συμβούλιο

  • Συλλογικό Όργανο
  • 1833 -

Υπουργικό Συμβούλιο είναι το ανώτατο συλλογικό όργανο του κράτους που απαρτίζεται από τον Πρωθυπουργό, τους Αντιπροέδρους της Κυβέρνησης, τους Υπουργούς και τους αναπληρωτές Υπουργούς. Οι Υφυπουργοί δεν αποτελούν μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, αλλά μπορεί να προσκληθούν από τον Πρωθυπουργό, χωρίς δικαίωμα ψήφου. (άρθρ. 81 Συντάγματος )
Ο Θεσμός του Υπουργικού Συμβουλίου είναι αγγλικής καταγωγής και ως "Ιδιαίτερον Συμβούλιον" (Privy Council) συγκροτήθηκε στα τέλη του 16ου αιώνα, από ευγενείς ή διακεκριμένα πρόσωπα, έμπιστα του Στέμματος και ήταν διαφορετικό από το Συμβούλιο Στέμματος.
Στην Ελλάδα ο θεσμός καθιερώθηκε μετά την έλευση του Βασιλιά Όθωνα, με το Β.Δ 13/10 Απριλίου 1833 "Περί σχηματισμού των Γραμματειών" (σημερινών υπουργείων). Στο άρθρο 5 οριζόταν: "η ολομέλεια των Γραμματέων της Επικρατείας σχηματίζει το Υπουργικόν Συμβούλιον, του οποίου ο Πρόεδρος ονομάζεται ιδιαιτέρως από τον Βασιλέα”. Πρώτος Πρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου και Γραμματεύς της Επικρατείας επί του Βασιλικού Οίκου και επί των Εξωτερικών” ορίστηκε ο Σπυρίδων Τρικούπης.
Συνταγματικά το Υπουργικό Συμβούλιο θεσπίστηκε στο άρθρο 87 του Συντάγματος του 1927. Ομοίως αναφέρεται στο άρθρο 76 του Συντάγματος του 1952. Οι αρμοδιότητές του ορίζονται και στο εν ισχύι σήμερα Σύνταγμα του 1975 (με τις αναθεωρήσεις πού ακολούθησαν 1986, 2001, 2008 καί 2019).

Παναγιώτου, Γεώργιος

  • Άτομο
  • 1928-2015

Ο Γεώργιος Παναγιώτου ήταν επιφανής φωτογράφος της Αλεξανδρούπολης, ακολουθώντας το ίδιο επάγγελμα με τον πατέρα του, Αλέξανδρο. Γεννήθηκε το 1928 στην Αλεξανδρούπολη, όπου ολοκλήρωσε τη Μέση Εκπαίδευση. Την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η οικογένειά του αναχώρησε για την Αθήνα και τη Λήμνο, για να επιστρέψει το 1945. Το 1953 ολοκλήρωσε την στρατιωτική του θητεία και έκτοτε ασχολήθηκε με το φωτογραφείο του πατέρα του. Το φωτογραφικό αρχείο του πατέρα του, το οποίο χρονολογούνταν από το 1913 έως το 1941, φαίνεται πως ενέπνευσε στον Γεώργιο έντονο ρομαντισμό για τον τόπο του, εγκαινιάζοντας μία μεγάλη περίοδο ιστοριοδιφικής έρευνας, την οποία αποτύπωσε μέσα από τον φακό του. Η Αλεξανδρούπολη και ο κόσμος της ήταν τα κύρια θέματα του έργου του, το οποίο αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.

1ο Γενικό Λύκειο Αλεξανδρούπολης

  • Συλλογικό Όργανο

Την προπολεμική περίοδο (μέχρι 1941) λειτουργούσε Γυμνάσιο (εξατάξιο) και τριτάξιο Αστικό Σχολείο Θηλέων και Σαμοθράκης. Από το 1944 έως το 1959 λειτούργησε το οκτατάξιο Γυμνάσιο Αλεξανδρούπολης, ενώ το 1959 το οκτατάξιο έγινε εξατάξιο μέχρι τη σχολική χρονιά 1961-1962. Από το 1962 έως το 1964 μετονομάστηκε σε Γυμνάσιο Αρρένων (εξατάξιο). Με το νόμο 4379/1964 καθιερώνεται τρίχρονο γυμνάσιο και τρίχρονο λύκειο, οπότε μετατρέπεται σε Α’ Γυμνάσιο Αρρένων και Λύκειο Αρρένων. Τα λύκεια διατηρούνται μέχρι το 1967, όπου η δικτατορία επαναφέρει τα εξατάξια γυμνάσια και καταργεί τα λύκεια. Το Γυμνάσιο Αρρένων (εξατάξιο) λειτουργεί μέχρι τη σχολική χρονιά 1975-1976 όπου και πάλι καθιερώνεται τρίχρονο Λύκειο Αρρένων (1976-1979). Τη σχολική χρονιά 1979-1980 μετονομάζεται σε 1ο Λύκειο Αλεξανδρούπολης μέχρι το 1985, όπου αλλάζει σε Γενικό Λύκειο Αλεξανδρούπολης και διατηρεί τη μορφή του έως το 1997, που θεσπίζονται τα Ενιαία Λύκεια.

Αποτελέσματα 1001 έως 1100 από 1111